Αναλύσεις

Ποιος θυμάται τον Ανδρέα Χριστοφίδη;

Δεν κυνηγούν τον έρωτα οι άνθρωποι αυτός τους κυνηγά αντίβαρο στο χαλασμό του κόσμου.
Δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία εκείνο το πρωινό, 22 Ιουνίου 1998, που ο Ανδρέας έφυγε μόνος. Πέρασε «του λιναριού τα πάθη» κατά τη λαϊκή ρήση. Το μόνο θηλυκό που δεν μπόρεσε να «γητέψει» ήταν η υγεία του. Γιατί ίσως, να μην την έψαξε όπως έψαχνε πόντο-πόντο τις αμέτρητες γυναίκες που αγάπησε, που μπροστά τους ωχριούσε το πάνθεον των πολιτικών που γνώρισε, στήριξε, συμβούλευσε.


Τον μεθούσε η ομορφιά της γυναίκας, ο ερωτισμός της, παρέλυε μπροστά στη δύναμή της να γεννά τη ζωή. Κι αν προτάσσεται στη σκιαγράφησή του το θέμα γυναίκα είναι γιατί, δεκαετία του ’60, σ’ ένα νησί ξεκομμένο, σε μια στέγνα, έναν πουριτανισμό, μια υποκρισία, τα γλέντια του στο «Τζιελλάρι», οι ατελείωτες ώρες κρασοκατάνυξης, με συζητήσεις και ευφυολόγημα άφησαν ιστορία. Την ίδια στιγμή που η πολιτική του κρίση, η διορατικότητά του, άνοιγε δρόμους.
Τι δημιούργησε το μοναδικό αυτό φαινόμενο; Τα δύσκολα χρόνια όπου στο μικρό «οινοποιείο» στην καρδιά της Λευκωσίας παιδάκι ο Ανδρέας διάβαζε στον τυφλό πια πατέρα του Νικόλα εφημερίδες; Ο απρόσμενος θάνατος του μεγαλύτερου αδελφού του Άγγελου, φοιτητή, σε δυστύχημα; Σημαδεμένος από το χαμό αυτού που θεωρούσε οδηγό του στη ζωή, που του χάραξε πορεία στις σχέσεις του με τις συζητήσεις τους, βυθίζεται στον πόνο.


Ξαναστήνει τη ζωή του, φοιτητής πια, στην Αθήνα που λάτρεψε. Σπουδές στη Φιλοσοφική, ύστερα στο πανεπιστήμιο Columbia της Νέας Υόρκης και στο μεταξύ ο έρωτας και ο γάμος με τη Θεοφίλη, τη Φιλιώ του, η απόκτηση των παιδιών του Χάρη και Αγγέλας. Από μακριά γράφει: «Θα σας λέω παραμύθια να μου λέτε την αλήθεια». Για τα παιδιά του ήταν ο πατέρας φιλόσοφος, για τα εγγόνια του ο παππούς παππούς.
Στο πηδάλιο του ΡΙΚ από το 1967, αφήνει τη σφραγίδα του, ενημερωτικές εκπομπές, εκπομπές λόγου και τέχνης, ντοκιμαντέρ, πολιτιστικά, θέατρο από την τηλεόραση και το ραδιόφωνο. Παιδί του και το θεατράκι που ίδρυσε, βάζοντας τις βάσεις για καλλιτεχνική άνθιση στον τόπο, προπομπό του ΘΟΚ. Καίριος στη δράση του για στήριξη της δημοσιογραφίας, δικός του ο Κώδικας Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, βάση του λειτουργήματος ώς τώρα.


Κι ανάμεσα σ’ αυτά, δεκάδες ποιητικές συλλογές, μελέτες, χρονογραφήματα. Οξυδερκής, ευφυέστατος, ακούραστος, ικανότατος, μ’ ένα εύρος μόρφωσης εντυπωσιακό, με γνώση άριστη των παγκόσμιων προβλημάτων, γνώστης των κανόνων της προπαγάνδας, της παγκόσμιας και ελληνικής λογοτεχνίας, κριτικός με παρρησία, μίλησε πρώτος για την τραγικότητα του ανθρώπου, ιδιαίτερα του Έλληνα της Κύπρου.


Σύμβουλος του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου αλλά και όλων των άλλων πολιτικών, Υπουργός Παιδείας, Κυβερνητικός Εκπρόσωπος, παρουσία σημαντική σε δεκάδες συνέδρια, φωνή της Κύπρου σε καιρούς χαλεπούς. Γενικός Διευθυντής του ΚΥΠΕ. Χαρακτηρίστηκε «διδάκτορας της πολιτικής και του πολιτισμού», και όχι άδικα.
Τσεκουράτος στις απόψεις του: «Έχουμε στόχο την Ένωση, προσπαθούμε ιστορικά να φτάσουμε τον στόχο, αλλά δεν τον φτάνουμε ποτέ. Καταλήγουμε με τα κυπριακά παράδοξα σε διχοτόμηση της Κύπρου». Στο βιβλίο του «Τα Γεράκια της ειρήνης» γράφει το 1995:


«Δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε μεταξύ μας, δεν προγραμματίζουμε ως Ελληνισμός στρατηγική και τακτική. Σχεδιάζουμε συμμαχίες για τις βουλευτικές εκλογές ή τις προεδρικές και ετοιμάζουμε ψηφοδέλτια αναζητώντας αριστίνδην υποψηφίους, ενώ στο εθνικό μας θέμα συνεχίζουμε να διαφωνούμε. Ο Αττίλας, όμως, δεν είναι προ των πυλών. Είναι εντός των πυλών κι ανοίγει σήραγγες για τα επόμενα τετελεσμένα».
Δικαιωμένος σε προβλέψεις και σχεδιασμούς του, για όσους ζήσαμε τη δημιουργική παρουσία του στο ΡΙΚ, το χαμόγελο, το σημείωμα με δυο λέξεις επαίνου μα και την κατσάδα του, ο Ανδρέας Χριστοφίδης θα είναι φάρος όπως έγινε στις μέρες του, με την ευρηματική παρουσία του, το ημικρατικό ίδρυμα για όλο τον Ελληνισμό.
Κάποια στιγμή κάποιοι που τον φθόνησαν, τον συκοφάντησαν, τον διέβαλαν, αγνοώντας τη μεγάλη προσφορά του, πρέπει να του ζητήσουν συγγνώμη, που δεν κατάλαβαν τι αποτύπωμα άφησε σ’ αυτό τον τόπο, ειδικά μετά το πραξικόπημα του 1974.
ΑΛΕΚΑ ΓΡΑΒΑΡΗ ΠΡΕΚΑ