Αθλητικά Κύπρος

Παυλάκης Βασιλείου και Σταύρος Παπαδόπουλος

ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΠΟΛ ΕΓΡΑΨΑΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΣΤΟΝ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Δύο μεγάλοι ποδοσφαιριστές, που διακρίθηκαν σε Κύπρο και Ελλάδα, είναι ο Παυλάκης Βασιλείου και ο Σταύρος Παπαδόπουλος. Κοινό σημείο για τους δύο παίκτες είναι ότι ξεκίνησαν από τη Λάρνακα, ο πρώτος από την ΕΠΑ κι ο δεύτερος από τον Πεζοπορικό, για να γράψουν ιστορία στον Ολυμπιακό Πειραιώς, σε ξεχωριστές βέβαια εποχές.


Ο Π. Βασιλείου διέπρεψε στη δεκαετία του ’60 και είναι ο μοναδικός παίκτης που έπαιξε και στην Εθνική Κύπρου και στην Εθνική Ελλάδας. Ο Σταύρος Παπαδόπουλος διακρίθηκε στη δεκαετία '70-'80 και πανηγύρισε τίτλους στον Πειραιά, ως αρχηγός μάλιστα της ομάδας, κάτι πολύ σημαντικό για Κύπριο παίκτη εκείνη την εποχή. Με πολλές επιτυχίες σε ατομικό και ομαδικό επίπεδο, οι δύο παίκτες μετά το τέλος της καριέρας τους ακολούθησαν την προπονητική.
ΠΑΥΛΑΚΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Η ζωή του Παυλάκη Βασιλείου μοιάζει με παραμύθι. Ένα φτωχόπαιδο που έκανε εντυπωσιακή διαδρομή και καταξιώθηκε στην ιστορία του κυπριακού αλλά και του ελληνικού ποδοσφαίρου. Ξεκίνησε πολύ μικρός στην ΕΠΑ και μόλις στα 15 του χρόνια έπαιξε στην πρώτη ομάδα. Ήταν αρχικά επιθετικός, πριν καθιερωθεί ως μέσος και ξεχώριζε για το ταλέντο, την ταχύτητα και το ποδοσφαιρικό του μυαλό. Έπαιξε εφτά χρόνια στην ΕΠΑ (1955-1963), αλλά δεν μπόρεσε να πανηγυρίσει κάποιον τίτλο. Το ταλέντο του όμως εντοπίστηκε από τα λαγωνικά του Ολυμπιακού Πειραιώς κι έτσι ο Παύλος το 1963 πάει στον Πειραιά. Έπαιξε στον Ολυμπιακό μέχρι το 1970 και μαζί του πανηγύρισε τρεις τίτλους. Δύο πρωταθλήματα (1966, 1967) και ένα κύπελλο (1968). Δύο συνεχόμενα πρωταθλήματα για τον Παυλάκη Βασιλείου, που όχι μόνο ήταν βασικό στέλεχος του Ολυμπιακού, αλλά έβαλε και τη δική του σφραγίδα σε αυτές τις επιτυχίες.


Στον Ολυμπιακό έπαιξαν τότε και οι Φρονιμίδης, Γκαϊτατζής, Ζαντέρογλου, Παυλίδης, Πολυχρονίου, Γ. Σιδέρης, Αγανιάν, Γιούτσος, Μποτίνος, Ν. Σιδέρης, Παπάζογλου.


Από τις καλύτερες στιγμές του Π. Βασιλείου ήταν η κατάκτηση του κυπέλλου το 1968, όταν ο Ολυμπιακός κέρδισε τον Παναθηναϊκό στον τελικό 1-0 με τέρμα του Κύπριου άσου. Ο Παύλος είχε μέσο όρο σκοραρίσματος κοντά στα 10 γκολ ανά χρονιά.


Οι μεγάλες εμφανίσεις του με τα χρώματα του Ολυμπιακού Π. δεν άφησαν ασυγκίνητους τους ομοσπονδιακούς προπονητές της Ελλάδας. Έτσι, έγινε βασικός στην Εθνική δίπλα από τους μεγάλους άσους Κούδα, Γ. Σιδέρη, Δομάζο, Παπαϊωάννου. Στα 30 του χρόνια επιστρέφει στην Κύπρο, όπου αγωνίζεται στην ΕΠΑ (ήταν τότε στην Α’ Εθνική) και στην Εθνική Κύπρου. Κατέγραψε 8 συμμετοχές στην Εθνική Ελλάδας και άλλες 8 στην Εθνική Κύπρου.


Δεν υπάρχει φίλαθλος που τον έβλεπε και δεν χειροκροτούσε το ταλέντο και την ηγετική του παρουσία. Δοξάστηκε και στην Ελλάδα και στην Κύπρο. Όταν ξεκίνησε στην ΕΠΑ ήταν ο μικρός έχοντας μαζί του μεγάλα ονόματα της εποχής όπως οι Χειμώνας, Πύργος, Λουρουτζιάτης, Τερζιάν κ.ά. Επιστρέφοντας βρήκε τη μεγάλη ομάδα που μόλις είχε πάρει τον τίτλο, με τους Αλκιβιάδη, Κκόλα, Γιαννάκη, Κώστα, Μούσκο, Τάσο, Μάριο, Λ. Θεοδώρου, Κλείτο, Καλόγηρο, Χάρη κ.ά.
Η Ένωση Αθλητικογράφων Κύπρου ανακήρυξε τον Παύλο Βασιλείου αθλητή ήθους το 1974.
ΣΤΑΥΡΟΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ
Σπουδαία καριέρα έκανε σε Κύπρο και Ελλάδα ο Σταύρος Παπαδόπουλος. Ξεκίνησε ως σέντερ φορ και αργότερα χαφ πριν καταλήξει και καθιερωθεί ως κεντρικός αμυντικός. Την περίοδο 1969-70 κάνει ντεμπούτο στον Πεζοπορικό στα 16 του χρόνια σαν σέντερ φορ. Μια εποχή που στην ομάδα της Λάρνακας συναντούμε τους Παλμύρη, Καλλή, Φιλίππου, Κουννίδη, Λεωνίδα, Φιλιαστίδη, Ιακώβου, Μελή, Ντάφερι, κ.ά.


Μέχρι το 1974 παίζει στον ΠΟΛ και ξεχωρίζει για το ταλέντο και το πάθος του. Έρχεται, φυσιολογικά, πρόταση για μετεγγραφή του από τον Εθνικό Πειραιώς. Παίζει από το 1974 μέχρι το 1978 στον Εθνικό, που είχε μια πολύ δυνατή ομάδα τότε, και θα καταλήξει φυσιολογικά στην μεγάλη ομάδα του Πειραιά, τον Ολυμπιακό.


Εκεί, ο Σταύρος θα κάνει σπουδαία καριέρα, θα δοξάσει την «ερυθρόλευκη» φανέλα, αλλά και ο ίδιος θα αποθεωθεί. Παίζει από το 1978 μέχρι το 1986 και είναι ο αρχηγός του Ολυμπιακού, πανηγυρίζοντας 4 συνεχόμενους τίτλους πρωταθλήματος και ένα νταμπλ. Τα πρωταθλήματα ήταν το 1980, 1981, 1982 και 1983 και το κύπελλο το 1981. Το 1986 τερματίζει την καριέρα του στον Ολυμπιακό και επιστρέφει στην Κύπρο και τον Πεζοπορικό. Στην δεύτερή του παρουσία στον ΠΟΛ πανηγυρίζει τον τίτλο του πρωταθλήματος (1987-88). Ήταν 12 φορές διεθνής.


Το 1989 τελείωσε τη μεγάλη του καριέρα αφού γεύτηκε τα πάντα και καθιερώθηκε, από τους κορυφαίους αμυντικούς όλων των εποχών. Ο άνθρωπος που καθιέρωσε τον Σταύρο από σέντερ φορ σε σέντερ μπακ ήταν ο Ιταλός προπονητής του Εθνικού, Άιμος Μαριάνι. Μπορεί να ήταν αμυντικός, όμως είχε επαφή και με τα δίκτυα αφού σκόραρε πολλές φορές με το κεφάλι από στατικές φάσεις. Ξεχώρισε και για τα αράουτ του, που θύμιζαν κόρνερ! Υπήρξε μια μεγάλη μορφή μέσα στα γήπεδα, με μεγάλη συμβολή στο κυπριακό και το ελληνικό ποδόσφαιρο. Άριστος αθλητής, έντιμος αντίπαλος, παίκτης που έδινε την ψυχή του στο γήπεδο. Στον Ολυμπιακό έπαιξε δίπλα από μεγάλους παίκτες, όπως οι Σαργκάνης, Κυράστας, Μίχος, Γαλάκος, Κουσουλάκης, Βαμβακούλας, Νικολούδης, Καραβίτης, Περσίας κ.ά.