Από κομμώτρια, βουλευτής

Η ΒΟΥΛΕΥΤΗΣ ΤΟΥ ΑΚΕΛ ΕΥΑΝΘΙΑ ΣΑΒΒΑ ΜΙΛΑΕΙ ΓΙΑ ΤΗ ΖΩΗ ΤΗΣ


Το όνειρο, η θέληση, το ρίσκο και τελικά η επίτευξη δύσκολων στόχων από μια γυναίκα η οποία ξεκίνησε από κομμώτρια, έγινε δικηγόρος στα 37 και τελικά εξελέγη βουλευτής
Πάντα με έκαιγε το γεγονός ότι δεν πήγα να σπουδάσω. Έβλεπα τους άλλους που είχαν την ευκαιρία να το κάνουν και ζήλευα
«Ο στόχος μου ήταν να περάσω, κοιτούσα μπροστά και έβλεπα τον εαυτό μου μέσα στις λίστες των επιτυχόντων. Τελικά πέρασα πέμπτη στην κατάταξη, στην Κομοτηνή»

Τελείωσα το λύκειο το 1982 στην Αραδίππου, από όπου κατάγομαι και διαμένω μέχρι και σήμερα. Τα περισσότερα κορίτσια τότε πήγαιναν στην «Ανωτάτη Παντρευτική», παντρεύονταν από νωρίς δηλαδή, ακόμα και αν υπήρχε η οικονομική δυνατότητα να σπουδάσουν, ειδικά αν δεν περνούσαν στην Παιδαγωγική Ακαδημία για να γίνουν δασκάλες. Η Ελλάδα, και πολύ περισσότερο η Αγγλία, ήταν απαγορευτικές ως προορισμοί. Ακολούθησα λοιπόν κι εγώ το ρεύμα της εποχής.


Είμαι το δεύτερο παιδί μιας εξαμελούς οικογένειας, με τρία αδέρφια αγόρια και τότε, όταν υπήρχε μεγαλύτερο αγόρι, έπρεπε να αποκατασταθεί το κορίτσι. Έτσι, τελείωσα το σχολείο Ιούλιο του 1982 και τον Ιούλιο αρραβωνιάστηκα τον μετέπειτα σύζυγό μου, ο οποίος ήταν φοιτητής Νομικής στην Αθήνα. Τον Αύγουστο φύγαμε μαζί για την Ελλάδα.


Ήμουν πολύ καλή μαθήτρια στο σχολείο, αλλά δεν είχε καμία σημασία αυτό. Πήγα στην Αθήνα και γνώρισα μια κοπέλα, επίσης από την Αραδίππου, που βρέθηκε με τον ίδιο τρόπο εκεί, η οποία επέλεξε να σπουδάσει κομμωτική και μου πρότεινε να πάω μαζί της, με το σκεπτικό να φροντίζουμε τον εαυτό μας και να μην έχουμε ανάγκη το κομμωτήριο σαν κοπέλες που ήμαστε. Πήγα στη σχολή λοιπόν, αλλά τα οικονομικά μου είχαν στενέψει και αναγκάστηκα παράλληλα να δουλεύω ως ταμίας σε ένα μπακάλικο στην οδό Αθηνάς.


Στην Αθήνα έμεινα ένα μόνο χρόνο, αλλά πρόλαβα να ολοκληρώσω τη σχολή. Μάλιστα, έλεγα χαριτολογώντας του συζύγου, «εσύ έμεινες πέντε χρόνια στην Αθήνα και πήρες ένα πτυχίο κι εγώ έμεινα μόνο ένα χρόνο και πήρα πέντε», εννοώντας την κομμωτική, το μακιγιάζ, το μανικιούρ, το πεντικιούρ και ένα δίπλωμα που πήρα όταν μας πήγαν για εκπαίδευση στη σχολή της Loreal.
«Των Αθηνών»


Ερχόμενοι το 1983 στην Κύπρο, ο σύζυγός μου έπρεπε να κάνει την άσκησή του ως δικηγόρος και δεδομένου ότι δεν υπήρχε οικονομική άνεση, έπρεπε να ξεκινήσουμε μόνοι μας και από το μηδέν. Έτσι, άνοιξα ένα κομμωτήριο με το σκεπτικό ότι θα το κρατούσα μέχρι να σταθούμε καλά οικονομικά. Ήμουν, βλέπετε, και «των Αθηνών» κι αυτό έπαιζε τον ρόλο του στις πελάτισσες. Ουδέν μονιμότερον του προσωρινού.


Όταν ο σύζυγος τελείωσε την άσκηση, άνοιξε το γραφείο του ακριβώς δίπλα μου. Θα γελάσετε, αλλά όταν τελείωνα τη δουλειά και τίναζα από επάνω μου τις τρίχες, πήγαινα δίπλα και έκανα δακτυλογράφηση, μέχρι να στρώσει η δουλειά και να μπορέσει να προσλάβει υπάλληλο. Αργότερα, μαζί με άλλους δύο δικηγόρους, ένωσαν τις δυνάμεις τους και άνοιξαν ένα γραφείο στη Λάρνακα κι έτσι παρέμεινα κι εγώ στην κομμωτική μου τέχνη. Εξάλλου, όπως πολλοί γνωρίζουν, το επάγγελμα της κομμώτριας είναι προσοδοφόρο.
Το ένστικτο


Πάντα με έκαιγε το γεγονός ότι δεν πήγα να σπουδάσω. Έβλεπα τους άλλους που είχαν την ευκαιρία να το κάνουν και ζήλευα. Θα σας πω ένα περιστατικό που συνέβη, για να δείτε πώς το υποσυνείδητο καμιά φορά κάνει πολύ καλά τη δουλειά του.


Μια ημέρα, καθώς εργαζόμουν, τηλεφώνησε ο σύζυγος, ο οποίος είχε ακρόαση στο δικαστήριο, λέγοντάς μου ότι ξέχασε να πάρει μαζί του την τήβεννο. Άφησα λοιπόν τις κοπέλες στο κομμωτήριο, πήγα σπίτι, πήρα την τήβεννο και πήγα στο δικαστήριο. Όπως περπατούσα, είδα μια ταμπέλα που έγραφε «Αίθουσα δικηγόρων», ενώ μια κοπέλα ντυμένη με τη δικηγορική ενδυμασία έμπαινε μέσα. Έκανα τη σκέψη: θέλω κι εγώ να μπαίνω σε αυτή την αίθουσα. Άφησα την τήβεννο κι έφυγα. Αυτό έγινε περίπου δέκα χρόνια πριν πάρω την απόφαση να σπουδάσω νομική. Ξέρετε πότε θυμήθηκα για πρώτη φορά αυτό το γεγονός; Όταν έμπαινα ασκούμενη την πρώτη ημέρα που πήγα στο δικαστήριο.
Η απόφαση


Το 2001, σε ηλικία 37 ετών και έχοντας τρία παιδιά, σε ηλικία 16, 13 και 10 αντιστοίχως, κι ενώ το κομμωτήριο πήγαινε καλά, αποφάσισα μήνα Μάρτιο ότι τον Ιούνιο θα έδινα εξετάσεις για τη Νομική. Ήταν για 2-3 χρόνια που έλεγα να κάνω κάτι άλλο από κομμωτική. Ναι μεν την αγαπούσα γιατί μου έδινε τα οικονομικά εφόδια να προχωρήσω στη ζωή μου και να στηρίξω την οικογένειά μου, αλλά δεν ήταν το επάγγελμα των ονείρων μου.


Μια μέρα, στα μέσα Μαρτίου, επιστρέφει ο σύζυγος από το γραφείο και μου λέει ότι την επόμενη ημέρα λήγουν οι αιτήσεις για τις εξετάσεις. Την επομένη, ημέρα Πέμπτη, τα κομμωτήρια ήταν κλειστά κι έτσι πήρα μια φίλη μου δασκάλα, πήγαμε στο Υπουργείο κι έκανα την αίτηση. Καταθέτοντας την αίτηση, σκέφτηκα αν θα έπρεπε να βάλω Φιλοσοφική ή για Νομική, αλλά επειδή ο σύζυγος ήταν δικηγόρος και επειδή η Νομική είναι μια ευρεία επιστήμη, έβαλα τις Νομικές Αθηνών, Θεσσαλονίκης και Κομοτηνής, μόνο.


Γυρίζοντας σπίτι, σκέφτηκα ότι έκανα μεγάλη τρέλα. Ήταν Μάρτιος, δεν είχα ιδέα από την ύλη και θα έδινα εξετάσεις τον Ιούνιο. Κάθισα μπροστά στην τηλεόραση και εμφανίστηκε στο γυαλί ένας τετραπληγικός ζωγράφος που ζωγραφίζει με το στόμα και κάνει υπέροχους πίνακες. Είπα μέσα μου «Αν αυτός ο άνθρωπος ζωγραφίζει τόσο ωραία χωρίς να χειρίζεται τα χέρια και τα πόδια του», μπορώ κι εγώ. Έπρεπε να δώσω Αρχαία Ελληνικά σε λίγες εβδομάδες και δεν ήξερα να κλείνω ούτε το «ειμί». Μοίρασα τον χρόνο μου και είχα 25 ημέρες να προετοιμαστώ για το κάθε μάθημα. Κοιμόμουν μόνο δύο ώρες το εικοσιτετράωρο, αλλά στ’ αλήθεια δεν κουράστηκα καθόλου.


Έβαζα το ξυπνητήρι στις 2:00 τα ξημερώματα που στο σπίτι είχε ησυχία και διάβαζα μέχρι τις 6:00. Όταν δεν είχα δουλειά, διάβαζα ακόμα και στο κομμωτήριο ή ακόμα και όταν μαγείρευα. Διάβαζα παντού. Ο στόχος μου ήταν να περάσω, κοιτούσα μπροστά και έβλεπα τον εαυτό μου μέσα στις λίστες των επιτυχόντων. Τελικά πέρασα πέμπτη στην κατάταξη, στην Κομοτηνή.
Άφησε τη βαφή στη μέση


Την ημέρα που έβγαιναν τα αποτελέσματα, ήμουν στο κομμωτήριο και έκανα βαφή. Έδωσα σε μια πελάτισσα, την Τασούλα, η οποία είχε διαδίκτυο στο σπίτι, τους κωδικούς μου για να μου πει αν πέρασα ή όχι, λέγοντάς της να με πάρει τηλέφωνο μόνο αν έχω περάσει. Ετοιμάζω τη βαφή, βάζω τα γάντια και είμαι έτοιμη να ξεκινήσω. Εκείνη τη στιγμή χτυπάει το τηλέφωνο και ακούω τη φωνή της Τασούλας. Λέω της πελάτισσας που είχα στην καρέκλα, «δεν μπορώ να σε βάψω τώρα, θα φύγεις και θα έρθεις αύριο να σε κάνω δωρεάν».


Γράφτηκα λοιπόν στο πανεπιστήμιο, βρήκα φοιτητές να με βοηθούν και να μου παίρνουν τα βιβλία και επέστρεψα στην Κύπρο ξεκινώντας ξανά διάβασμα, ταυτόχρονα με το κομμωτήριο. Ήταν πολύ δύσκολη η διαδικασία των εξεταστικών, είχα τρία παιδιά κι έναν σύζυγο. Τελείωσα όμως στα τέσσερα χρόνια. Το τελευταίο μάθημα, το έδινα την ημέρα που ο γιος μου έφευγε για σπουδές στην Αγγλία. Είχα ήδη συμπληρώσει 20 χρόνια στο επάγγελμα, όταν το 2003 αποφάσισα να σταματήσω το κομμωτήριο. Πήγαινα καλά με τη σχολή κι έπρεπε να αφοσιωθώ. Όταν τελείωσα, ξεκίνησα άσκηση στο γραφείο του συζύγου και ξεκίνησα τη δικηγορική μου καριέρα.
Δημοτική Σύμβουλος Αραδίππου


Το 2006, ήρθε η πρόταση να κατέλθω με το ΑΚΕΛ ως υποψήφια Δημοτική Σύμβουλος στον Δήμο Αραδίππου και όταν εξελέγην, ήμουν η πρώτη γυναίκα Δημοτική Σύμβουλος στην 20ετή πορεία του Δήμου. Παρέμεινα η μόνη και την επόμενη πενταετία διπλασιάζοντας τους σταυρούς προτίμησης και κερδίζοντας τον τίτλο της επικεφαλής της ομάδας και προέδρευα της Επιτροπής Ευημερίας του Δήμου και συμμετείχα στην Επιτροπή Προσωπικού.


Η υποψηφιότητα για τη θέση της βουλευτού, θα μπορούσες να πεις ότι είναι η φυσική συνέχεια της διαδρομής μου στον Δήμο Αραδίππου. Θα σας πω όμως κάτι: όπως σε όλες τις φάσεις της ζωής μου δεν είχα προετοιμάσει τίποτα εκ των προτέρων, έτσι προέκυψε να προταθώ για υποψήφια.


Αρχικά, ένιωθα μια αμηχανία εντός της Βουλής ή καλύτερα ένιωθα ένα δέος. Την ημέρα της ορκωμοσίας, όταν έκατσα στα έδρανα της Βουλής, ένιωσα μια μεγάλη ευγνωμοσύνη. Δεν είχα ονειρευτεί ποτέ ότι μετά την τοπική αυτοδιοίκηση θα γινόμουν βουλευτής. Προέκυψε.


Αν υπάρχει μια στιγμή από όλη την ιστορία μου, η οποία είναι η πιο φορτισμένη συγκινησιακά, είναι η στιγμή που χτύπησε το τηλέφωνο για τα αποτελέσματα των εξετάσεων. Θυμάμαι ότι έτρεμα και κάποια στιγμή γονάτισα. Ευχαρίστησα την Παναγία γι’ αυτό. Πρέπει να σας πω ότι πριν από κάθε μάθημα, πήγαινα σε ένα εκκλησάκι που έχουμε στην Αραδίππου, προσευχόμουν για να πάρω δύναμη.