Γιατί Υφυπουργείο Τουρισμού;

Επανειλημμένα αναφέρθηκα στην ανάγκη ποιοτικής αναβάθμισης του τουρισμού, που αυτή τη στιγμή αποτελεί την κινητήρια δύναμη της οικονομίας. Το 2016, αν και ξεπεράσαμε σε αριθμούς προηγούμενες επιδόσεις, το κατά κεφαλήν τουριστικό εισόδημα έχει μειωθεί. Αντί αυτού σε κάποιους έγινε έμμονη ιδέα η δημιουργία Υφυπουργείου Τουρισμού. Γιατί δεν γίνεται προσπάθεια να καταστεί ο ΚΟΤ, που ιδρύθηκε το 1970 γι’ αυτό τον σκοπό, πιο αποτελεσματικός; Γιατί το αρμόδιο Υπουργείο δεν φροντίζει γι’ αυτό;


Η ιστορία του κυπριακού τουρισμού ουσιαστικά ξεκίνησε με την Ανεξαρτησία. Μέχρι την εισβολή η Κύπρος καθιερώθηκε ως ένας αξιόλογος τουριστικός προορισμός. Η τουριστική πολιτική είχε καθοριστεί στη βάση Έκθεσης Γάλλων εμπειρογνωμόνων (French Report), των συμβουλών των ειδικών Φωκά και Κορομηλά και της εργασίας μιας ομάδας λειτουργών στο Υπουργείο Εμπορίου. Θα ήταν παράλειψη αν δε γινόταν ειδική μνεία σε έναν μικρό αριθμό σκαπανέων από τον ιδιωτικό τομέα, που με τις ενέργειές τους έβαλαν τον σπόρο της τουριστικής ανάπτυξης του Τόπου.


Οι εκτοπισθέντες ξενοδόχοι, όχι μόνο έπρεπε να βοηθηθούν να δραστηριοποιηθούν στις ε/κ περιοχές, αλλά ήταν κι οι ίδιοι ανεκτίμητο κεφάλαιο, που έπρεπε να αξιοποιηθεί. Με πρωτοβουλία του ΚΟΤ (και ΠΑΣΥΞΕ) ετοιμάστηκε σχέδιο υποβοήθησής τους για ανέγερση νέων ξενοδοχείων σε κρατική γη και ένταξής τους στα χρηματοδοτικά σχέδια των τραπεζών με κυβερνητική εγγύηση. Το σχέδιο όμως καθυστερούσε, γιατί οι τράπεζες δεν «εμπιστεύονταν» τις κυβερνητικές εγγυήσεις. Με δική μας προτροπή η Τράπεζα Αναπτύξεως ανέλαβε τη διαχείρισή του. Όχι μόνο χρηματοδότησε, σε μεγάλο βαθμό, η ίδια το σχέδιο, αλλά βοήθησε στην υπερπήδηση άλλων προβλημάτων, συμμετέχοντας στο μετοχικό κεφάλαιο των εταιρειών.


Με το σχέδιο αυτό ενθαρρύνθηκαν κι άλλοι να δραστηριοποιηθούν. Τα κέρδη ήταν πολλά (ένα ξενοδοχείο μπορούσε να αποσβεστεί σε 5 μόνο χρόνια). Έτσι έγινε πραγματική έκρηξη στην επέκταση του τομέα, χωρίς αυστηρό ποιοτικό έλεγχο των συντελουμένων αναπτύξεων. Παρόλο που δεν σταματήσαμε να εκμεταλλευόμαστε το πλεονέκτημα της Κύπρου σε «ήλιο και θάλασσα», ποτέ δεν πάψαμε να ζητούμε τον εμπλουτισμό του τουρισμού μας, ώστε να καταστεί ανταγωνιστικός και μοναδικός. Θα αναφερθώ σε μερικά παραδείγματα.


Από νωρίς η Κυβέρνηση φρόντισε για την εκπαίδευση του αναγκαίου ανθρώπινου δυναμικού, δημιουργώντας την Ξενοδοχειακή Σχολή (αργότερα ΑΞΙΚ). Το Τμήμα Αρχαιοτήτων, που ήταν επικεντρωμένο στο τρίπτυχο ανασκαφές-αναστήλωση- έκθεση/δημοσιοποίηση ευρημάτων, δεν ήταν διατεθειμένο να ακούσει για τουριστική εκμετάλλευση των αρχαιοτήτων μας. Σε πρόταση του Δήμου Λευκωσίας για χρήση της Πύλης Αμμοχώστου για πολιτιστικές εκδηλώσεις χρειάστηκε η δική μας παρέμβαση, για να προχωρήσει το έργο. Η θέση μας ήταν ότι τα αρχαία μνημεία συντηρούνται καλύτερα όταν χρησιμοποιούνται, όπου υπάρχει τέτοια ευχέρεια. Αργότερα κάναμε το ίδιο με την Καστελλιώτισσα, καθώς και με μνημεία του νεότερου κυπριακού πολιτισμού σε διάφορα μέρη της Κύπρου (Λόφου, Φικάρδου, Κρήτου Τέρρα κ.ά.).


Για να ξεπεράσουμε τις αναστολές των αρχαιολόγων προχωρήσαμε στην ετοιμασία, μαζί με την Ουνέσκο, ενός σχεδίου που θα οδηγούσε στην επίσκεψη των αρχαιολογικών μας χώρων από τουρίστες. Φανταστείτε τι θα μπορούσαμε να προβάλουμε, αντλώντας από τη μακραίωνη ιστορία μας! Δυστυχώς η όλη εργασία τότε δεν τελεσφόρησε, γιατί ξεκινήσαμε από τα αρχαία μνημεία της Επαρχίας Αμμοχώστου (Καντάρα), τα οποία εγκλωβίστηκαν μετά την εισβολή.


Από το 1979, που το τουριστικό ρεύμα επανήλθε στα επίπεδα του 1973, ξεκίνησε πάλι η αναζήτηση ενός προτύπου ή μιας ταυτότητας για τον κυπριακό τουρισμό. Στο Έκτακτο Σχέδιο, 1982-1986, έγινε με τον ΚΟΤ σαφής επαναπροσδιορισμός των σκοπών και στόχων της τουριστικής πολιτικής με κύριο χαρακτηριστικό τη μεγαλύτερη έμφαση στο «ποιοτικό» παρά το «ποσοτικό» στοιχείο. Η πολιτική αυτή επιβεβαιώθηκε από μελέτες που έγιναν προς τον σκοπό χάραξης μιας μακροπρόθεσμης οικονομικής πολιτικής μετά την επιτυχία της επαναδραστηριοποίησης («Κύπρος: Μια Μακροπρόθεσμη Προοπτική», Διεθνής Τράπεζα, 1986).


Και πάλι προσπαθήσαμε να βάλουμε σε πράξη την ιδέα για ανάπτυξη του αρχαιολογικού/ιστορικού τουρισμού. Τούτο θα σήμαινε, πέραν της φυσικής αξιοποίησης των αρχαιολογικών/ιστορικών μας χώρων, την ετοιμασία εκδρομικών προγραμμάτων, επεξηγηματικού υλικού και μέσων οπτικοακουστικής τεκμηρίωσης. Σε ανεπίσημη συνεργασία με Γάλλους ειδικούς είχαμε επιλέξει μάλιστα ένα πολιτιστικό και ιστορικό εκδρομικό πρόγραμμα που διελάμβανε οργανωμένη περιήγηση μιας ή περισσότερων ημερών (Αγία Νάπα/Λευκωσία/Σταυροβούνι/Χοιροκοιτία/Καλαβασό/Αμαθούντα/Κολόσσι /Κούριο/Παλαίπαφο/Κάτω Πάφο/Λουτρά της Αφροδίτης).


Οι ίδιοι οι Γάλλοι φίλοι είχαν εισηγηθεί να δώσουμε στο πρόγραμμα την ονομασία «Αρχαιόδρομος». Ανάλογα προγράμματα μπορεί να έχουν σαν θέμα τη θρησκεία (περιοδεία Αποστόλων Παύλου και Βαρνάβα, Χαλά Σουλτάν Τεκκέ), τη μυθολογία (μύθος Αφροδίτης και Άδωνη, Θησέα και Αριάδνης) και την ιστορία (σταυροφορίες). Η εφαρμογή τέτοιων προγραμμάτων χρειάζεται αρκετή προεργασία. Δεν είναι απλό ένας τουρίστας που έρχεται με ένα σύστημα «όλων περιλαμβανομένων» να μείνει δυο και τρεις μέρες εκτός βάσης.


Με τα πιο πάνω δεν θα πρέπει να εκληφθεί ότι δεν δίναμε προτεραιότητα στην αναβάθμιση των ξενοδοχείων, τον εμπλουτισμό του τουριστικού προϊόντος με πρόσθετα έργα (μαρίνες, γήπεδα γκολφ, καζίνα), την αισθητική αναβάθμιση του περιβάλλοντος, την επέκταση της τουριστικής περιόδου... Έχω γράψει κι άλλοτε: οι ευχαριστημένοι τουρίστες είναι η καλύτερη διαφήμιση. Μέχρι να κάνουμε τα πιο πάνω, υπάρχει κάτι που μπορούμε πολύ πιο εύκολα να κάνουμε: να διατηρούμε την Κύπρο καθαρή και να είμαστε ευγενικοί στους ξένους μας. Είμαστε φτωχοί ακόμη σε τουριστικά προϊόντα, όμως, είμαστε καθαροί κι ωραίοι! Θα πρέπει να κάνουμε περίπου ό,τι κάνουν οι νοικοκυρές στα χωριά, για να υποδεχτούν το Πάσχα: Καθαρίζουν τις αυλές κι «ασπρογιάζουν» τις πεζούλες για τους ξένους και τους εαυτούς τους.


ΔΡ. ΙΑΚΩΒΟΣ ΑΡΙΣΤΕΙΔΟΥ
Πρώην Υπουργός
Πρώην Γενικός Διευθυντής Γραφείου Προγραμματισμού
www.iacovosaristidou.com