Αναλύσεις

Κι όμως, κάποιοι έχουν ερωτευτεί την καρδιά του «θηρίου»

Η Άγκυρα μετέρχεται, για άλλη μια φορά, τη χρήση ωμής στρατιωτικής βίας για να επιβάλει την πολιτική της θέληση, εκεί όπου τα συμφέροντά της δεν μπορούν να προωθηθούν και να ικανοποιηθούν μέσω των παραδεδεγμένων κανόνων άσκησης διεθνούς πολιτικής

Η παράνομη τουρκική πολεμική επιχείρηση στη Βόρειο Συρία, υπό τις ευλογίες των δύο υπερδυνάμεων - ΗΠΑ, Ρωσίας - αποσκοπούσα στον εκτοπισμό του γηγενούς κουρδικού στοιχείου και στον γεωστρατηγικό έλεγχο της περιοχής – ενδεχομένως, μακροπρόθεσμα, και την προσάρτησή της στην τουρκική επικράτεια κατά το πρότυπο της Αλεξανδρέττας – αφαίρεσε και το τελευταίο φύλλο συκής στην επιχειρηματολογία όσων διατείνονται πως μια συμφωνία με την Τουρκία για τα Ελληνοτουρκικά και το Κυπριακό, μέσα στο πλαίσιο της διεθνούς νομιμότητας, του διεθνούς δικαίου, των αρχών των ΗΕ και του ευρωπαϊκού νομικοπολιτικού πολιτισμού, είναι δυνατή.

Κανείς εχέφρων πολίτης αυτής της χώρας, τοσούτω μάλλον η… πολιτική ηγεσία, δεν μπορεί να αναμένει ότι η Άγκυρα είναι δυνατόν να αποδειχθεί ένας αξιόπιστος συνομιλητής στο πλαίσιο των αρχών της διεθνούς δικαιοκρατικής τάξης.

Η Άγκυρα, επιβεβαιώνοντας την έντονα διακηρυγμένη αναθεωρητική ιδεολογία της ως προς το μέλλον και τη μορφή της περιοχής της Ανατολικής Μεσογείου, της Μέσης Ανατολής και των Βαλκανίων, μετέρχεται, για άλλη μια φορά, τη χρήση ωμής στρατιωτικής βίας για να επιβάλει την πολιτική της θέληση, εκεί όπου τα συμφέροντά της δεν μπορούν να προωθηθούν και να ικανοποιηθούν μέσω των παραδεδεγμένων κανόνων άσκησης διεθνούς πολιτικής.

Η άσκηση πολιτικής διά της προβολής της στρατιωτικής ισχύος διενεργείται από την Άγκυρα, μετ’ επιτάσεως, και εναντίον του Ελληνισμού, στο Αιγαίο και στην κυπριακή ΑΟΖ, μόνο που εδώ η επιβολή της τουρκικής ισχύος παραμένει, για την ώρα, αναίμακτη, λόγω, αφενός, της ακραία υποχωρητικής… ψυχραιμίας της Αθήνας έναντι των τουρκικών προκλήσεων, και, αφετέρου, της πλήρους αδυναμίας της Λευκωσίας να προασπίσει την εθνική κυριαρχία της.

Ένας τελεσφόρος… αναχρονισμός

Ωστόσο, τα γεωπολιτικά, γεωστρατηγικά και άλλα κέρδη της Άγκυρας εις βάρος Ελλάδας και Κύπρου, όσο κι αν θέλει ο Έλλην Υπουργός Εξωτερικών να παρουσιάζει την Τουρκία ως ένα… αναχρονιστικό κράτος, που δεν εισήλθε ακόμα στην εποχή του Δικαίου, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της διπλωματικής-ειρηνικής επίλυσης των διεθνών και διακρατικών διαφορών, και, γι’ αυτό, μονίμως εκτεθειμένο στη διεθνή κοινότητα, καταγράφονται και κατοχυρώνονται, μέρα με τη μέρα, υπό μορφήν αναπόσβεστων τετελεσμένων.

Αντιθέτως, η αναλλοίωτα μιλιταριστική και επιθετική φύση - τόσο στο εξωτερικό όσο και στο εσωτερικό - του τουρκικού κράτους, κληρονόμου της μεγάλης οθωμανικής αυτοκρατορίας, την οποία η νεο-οθωμανική πολιτική ιντελιγκέντσια της Άγκυρας υπό τον Ρ. Τ. Ερντογάν θέλει να ανασυστήσει, θα έπρεπε να αποτελεί έναν επιπλέον κρίσιμο παράγοντα εθνικού προβληματισμού για τις ελληνικές ηγεσίες, τοσούτω μάλλον που αυτός ο ιστορικός αναχρονισμός δύναται να παράγει, ανενόχλητος, πολιτικά αποτελέσματα ηγεμονικού χαρακτήρα, μέσα και εις πείσμα, ακριβώς, της σύγχρονης διεθνούς δικαιοπολιτικής τάξης.

Η γνώση της ιστορίας, ως προς τούτο, θα ήταν ένας, ενδεχομένως, σωτήριος πλοηγός για τα εθελοτυφλούντα πολιτικά μυαλά σε Ελλάδα και Κύπρο ως προς το εύρος και τις επιδιώξεις του τουρκικού μαξιμαλισμού, αλλά και την ευρύτερη γεωπολιτική διαμόρφωση της Μέσης Ανατολής.

Όσο, δε, για τη σύγχρονη Τουρκική Δημοκρατία, η εγγενής ενθυλάκωσή της στο συγκρουσιακό έδαφος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, την εφοδιάζει με μια μονίμως αντιδικαιοκρατική και αντιδημοκρατική αντίληψη των διεθνών σχέσεων, αφού, προϊούσης της ανόδου της στρατιωτικής και γεωπολιτικής της ισχύος της, επιχειρεί να αναδιευθετήσει σύνορα και εδαφικές επικράτειες διά της σύγκρουσης ή διά της απειλής χρήσης πολεμικής βίας

Η συμπεριφορά του τουρκικού κράτους

Στο περίφημο βιβλίο του The Fall of the Ottomans (Η πτώση των Οθωμανών), ο επιφανής ιστορικός, Γιουτζίν Ρόγκαν, όπου πραγματεύεται την κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και την πορεία του Μεγάλου Πολέμου στη Μέση Ανατολή, επισημαίνει ότι, η συμπεριφορά των Οθωμανών μπορεί να γίνει κατανοητή, μόνον υπό το φως της αντίληψης ότι «η Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν γέννημα του πολέμου, τα σύνορά της ορίστηκαν μέσω κατακτήσεων και συγκρούσεων».

Επί του ιδίου σημείου, ο Εφραίμ Καρς, ομότιμος καθηγητής στο King’s College του Λονδίνου, υποστηρίζει ότι «η στρεβλή σχέση της Μέσης Ανατολής με την πρόοδο έχει αναγάγει τη φυσική δύναμη ως το μόνο εργαλείο πολιτικής».

Εξ ου και οι συνεχείς πόλεμοι ως «μέσο» διευθέτησης εδαφικών διαφορών και ορισμού των συνόρων στη Μέση Ανατολή, σ’ ένα περιβάλλον διαρκούς αστάθειας και ρευστότητας, που υφίσταται μέχρι σήμερα.

Όσο, δε, για τη σύγχρονη Τουρκική Δημοκρατία, η εγγενής ενθυλάκωσή της στο συγκρουσιακό έδαφος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, την εφοδιάζει με μια μονίμως αντιδικαιοκρατική και αντιδημοκρατική αντίληψη των διεθνών σχέσεων, αφού, προϊούσης της ανόδου της στρατιωτικής και γεωπολιτικής ισχύος της, επιχειρεί να αναδιευθετήσει σύνορα και εδαφικές επικράτειες διά της σύγκρουσης ή διά της απειλής χρήσης πολεμικής βίας.

Έτσι, η Τουρκία, όπως στην Κύπρο, με την εισβολή και κατοχή το 1974 και την ανακήρυξη του ψευδοκράτους το 1983, επιχειρεί να δημιουργήσει στη Συρία δομές πολιτικού ελέγχου για την επόμενη μέρα, διαμορφώνοντας μια ζώνη αδιαμφισβήτητης επιρροής στα βόρεια σύνορα της χώρας και διασπώντας το κουρδικό «συνεχές» τόσο πληθυσμιακά, όσο και εδαφικά.

Χαμένη η Ουάσιγκτον

Για τις βαθύτερες επιδιώξεις της Άγκυρας, αλλά και για το μέλλον της συριακής διένεξης, υπό το φως της τουρκικής εισβολής στη Συρία, ο αντιστράτηγος εν αποστρατεία, Ανδρέας Πενταράς, επισημαίνει ότι η επιχείρηση της Τουρκίας ήταν αναμενόμενη, καθώς οι Τούρκοι το εξήγγειλαν εδώ και καιρό. Εκείνο που ωστόσο έχει ιδιαίτερη σημασία είναι η χαλαρή η στάση των διεθνών δρώντων στην περιοχή, που τώρα λένε στον Ερντογάν να σταματήσει, τονίζει.

Με την επιχείρηση, εξηγεί ο κ. Πενταράς, εξυπηρετούνται όλοι, αλλά λιγότερο κερδισμένοι είναι οι Αμερικανοί, οι οποίοι εγκαταλείπουν τους κύριους συμμάχους τους στην περιοχή και αφήνουν την πρωτοβουλία δράσης σε άλλους. Παρ’ όλα αυτά, δεν απαγόρευσαν στην Τουρκία να επιτεθεί, για να μην κατευθυνθεί περισσότερο προς τη Ρωσία, θυσιάζοντας τους Κούρδους.

Όσον αφορά τη μάλλον συγκεχυμένη, έως τα όρια της αντιφατικότητας, στάση της Ουάσιγκτον, αυτή οφείλεται κυρίως στην ύπαρξη πολλών κέντρων αποφάσεων στις ΗΠΑ, «γι’ αυτό παρατηρείται αυτή η συγκεχυμένη κατάσταση».

Η επιχείρηση του τουρκικού στρατού φαίνεται πολύ οργανωμένη, με τη χρησιμοποίηση 100.000 ανδρών, συν τις δυνάμεις του ελεύθερου συριακού στρατού, που δρουν ως εμπροσθοφυλακή.

Ο τρόπος που οργανώθηκε και εκτελείται η επιχείρηση «Πηγή Ειρήνης» επιβεβαιώνει αυτό που γνωρίζουμε εδώ και έναν αιώνα, από την ύπαρξη, τουλάχιστον, της Τουρκικής Δημοκρατίας, ότι οι Τούρκοι επιχειρούν πάντα εκεί που έχουν εξασφαλισμένη επιτυχία, σημειώνει.

«Επιχειρούν αυτήν τη στιγμή σε έκταση 100 χιλιομέτρων και είναι εξαιρετικά δυσχερής στρατιωτικά για τους Κούρδους η κατάσταση, γιατί πρόκειται για πεδινό έδαφος, όπου δεν μπορεί να διεξαχθεί με επιτυχία ανταρτοπόλεμος». Όμως, εκτιμά ο κ. Πενταράς, «οι Κούρδοι δεν θα μείνουν αδρανείς, θα αντιδράσουν. Το θέμα, ωστόσο, είναι πώς θα αντιδράσουν οι μεγάλοι παίκτες, ΗΠΑ, Ρωσία, ΕΕ, αλλά και η Συρία, η οποία κάλεσε τους Κούρδους να ενσωματωθούν εκ νέου στο συριακό κράτος».

Αναφορικά με τη στάση της Δαμασκού, ο κ. Πενταράς εκφράζει την εκτίμηση ότι το καθεστώς Άσαντ προτιμά να χάσει έδαφος και να επανενσωματώσει τους Κούρδους, καθώς και το έδαφος που ελέγχουν.

«Οι Αμερικανοί, ωστόσο», προσθέτει, «δύσκολα θα το επιτρέψουν, καθώς προωθούν την ίδρυση κουρδικού κράτους εις βάρος του Ιράν, που είναι και ο κύριος αντίπαλος στην περιοχή».

Από την πλευρά της, η Τουρκία, δεν αποκλείεται, απωθώντας όλους τους Κούρδους από την περιοχή, να προχωρήσει στην ίδρυση τουρκικής διοίκησης στη Βόρειο Συρία, υπό τη μορφή περίπου του παράνομου μορφώματος στην Κύπρο, καταλήγει.

Σαφείς ηγεμονικές βλέψεις της Άγκυρας

Το ερώτημα είναι γιατί γίνεται τώρα αυτή η επιχείρηση. Δεύτερον, με την εισβολή της Τουρκίας εδραιώνεται η πρακτική στις διεθνείς σχέσεις, ένα κράτος να επεμβαίνει κάπου υπό το πρόσχημα ότι απειλείται, σημειώνει ο διεθνολόγος και ειδικός σε θέματα Μέσης Ανατολής, Χρήστος Ιακώβου.

«Γιατί το επιτρέπουν οι Αμερικανοί; Προτεραιότητα αυτήν τη στιγμή για τις ΗΠΑ είναι η αντιμετώπιση του Ιράν, γι’ αυτό προβαίνουν σ’ αυτόν τον τακτικό ελιγμό, αφού δεν θέλουν διάσπαση δυνάμεων εναντίον της Τεχεράνης. Βλέπουν ρήγμα στις σχέσεις Άγκυρας-Μόσχας στο Συριακό και επιχειρούν να το αξιοποιήσουν», επισημαίνει.

Παρά τη δυσμενή, για τους Κούρδους, εξέλιξη, ο κ. Ιακώβου εκφράζει την εκτίμηση ότι «το ζήτημα της κουρδικής οντότητας στην περιοχή θα επανέλθει, γιατί οι Κούρδοι υποστηρίζονται από το Ισραήλ, το οποίο πιέζει τους Αμερικανούς στο συγκεκριμένο θέμα».

Όσον αφορά τις στρατηγικές επιδιώξεις της Τουρκίας, επισημαίνει ότι η Άγκυρα θα δημιουργήσει μια πληθυσμιακή βάση επί του εδάφους, προκειμένου να τη χρησιμοποιήσει στη διαπραγμάτευση για το μέλλον της Συρίας. Οι Τούρκοι, εξηγεί, φοβούνται μια μυστική συμφωνία Ρωσίας και ΗΠΑ, από την οποία θα μείνουν έξω, οπόταν σπεύδουν προληπτικά, ώστε να δημιουργήσουν τους όρους της δικής τους συμμετοχής στην «τελική λύση» για τη Συρία.

«Γι’ αυτό προχωρούν περιορισμένα στη δημιουργία θύλακα – ζώνης 30 χιλιομέτρων, με συγκεκριμένο πληθυσμό, στη Βόρεια Συρία, ώστε να έχουν ένα συμπαγή πόλο ισχύος στην περιοχή».

Πρόκειται, καταλήγει ο κ. Ιακώβου, για σαφή επεκτατική εκδίπλωση της Τουρκίας, με ηγεμονικές βλέψεις, στην περιοχή της Μέσης Ανατολής και της Ανατολικής Μεσογείου, που περιλαμβάνει βεβαίως και την Κύπρο. Ως προς τούτο, «δεν είναι καθόλου τυχαίες οι συνεχείς ασκήσεις της Τουρκίας στη θαλάσσια περιοχή της Κύπρου, καθώς και οι γεωτρήσεις στην κυπριακή ΑΟΖ», καταλήγει.