Αμυντική ισχύς

Ο Ελληνισμός θα πρέπει να κινηθεί τάχιστα με στρατηγικές προσαρμογές, κινήσεις και μέτρα που θα τον επαναφέρουν ισχυρό σε μια φυσική κοιτίδα ιστορικής παρουσίας, δημιουργίας και πολιτιστικής του ανάδειξης

Είμαστε σε μια στιγμή περιφερειακής και παγκόσμιας κρίσης, αστάθειας και διάχυσης αισθήματος ανασφάλειας. Η ανάγκη μιας συλλογικής εθνικής αφύπνισης, προβληματισμού και χάραξης συγκεκριμένου εθνικού σχεδιασμού καθίσταται επιταγή που συνδέεται με την ίδια την επιβίωση του Ελληνισμού.

Μέσα σε αυτές τις συνθήκες οφείλουμε να εκπέμψουμε το μήνυμα της διαχρονικότητας και της οικουμενικότητας του Ελληνισμού ως στοιχείων εν δυνάμει ισχύος και ως το πιο σταθερό βάθρο όχι ασφαλώς επανάπαυσης και εφησυχασμού, αλλά αφετηρίας για την ανακοπή της θρασείας τουρκικής απειλής, που εμφανώς ενθαρρυνόμενη και απροσχημάτιστα υποθαλπόμενη επιχειρεί τη συρρίκνωση Ελλάδας και Κύπρου και την εξουδετέρωσή τους ως κρατικών οντοτήτων, ως πόλων επιρροής, δυνάμεως, ως κόμβων σταθερότητας και συνεργασίας στην ευρύτερη περιοχή και ως πολιτιστικών παρουσιών αίγλης, κύρους και επιδράσεων.

Με βάση αυτά τα ανεπίδεκτα αμφισβήτησης δεδομένα και τις συναφείς προβλέψεις των εξελίξεων είναι ηλίου φαεινότερον ότι ο Ελληνισμός θα πρέπει να κινηθεί τάχιστα με στρατηγικές προσαρμογές, κινήσεις και μέτρα που θα τον επαναφέρουν ισχυρό σε μια φυσική κοιτίδα ιστορικής παρουσίας, δημιουργίας και πολιτιστικής του ανάδειξης. Χωρίς υποβάθμιση της συμμετοχής Ελλάδας και Κύπρου σε περιφερειακούς οργανισμούς πολιτικούς, οικονομικούς και στρατιωτικούς, όπως είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση και χωρίς εγκατάλειψη του στόχου περαιτέρω διεύρυνσης των τριμερών συμφωνιών συνεργασίας με χώρες της περιοχής. Όμως, για να είναι αυτή η συμμετοχή ισότιμη και αποδοτική, θα πρέπει να στηρίζεται στην πολιτική, οικονομική και αμυντική ισχύ. Ελλάδα και Κύπρος, ως ακραία φυλάκια της ευρωπαϊκής ηπείρου, μπορούν με αυτήν τους την ιδιαιτερότητα, σε συνδυασμό με μια ενιαία διατεταγμένη αμυντική ισχύ, να αναδειχθούν πολύτιμες και απαραίτητες χώρες-κλειδιά προς τα Βαλκάνια και προς τη Μέση Ανατολή. Τελικό, θεμελιώδες κορυφαίας και κρίσιμης σημασίας συμπέρασμα.

Επειγόντως θα πρέπει όχι μόνο να μη συνεχιστεί ο παροπλισμός της στρατηγικής του Δόγματος του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου, που να εκτείνει την παρουσία της Ελλάδας από τον Έβρο μέχρι τα παράλια της Βηρυτού, αλλά θα πρέπει να επανέλθει αποφασιστικά. Να αξιοποιηθεί πλήρως η Αεροπορική Βάση «Ανδρέας Παπανδρέου» στην Πάφο που είναι επιχειρησιακά άρτια και να αναβαθμιστεί η Ναυτική Βάση στο Μαρί, για να αποτελέσει κρίσιμο και καθοριστικό έργο υποδομής τόσο για την αποτελεσματική λειτουργία του Δόγματος, όσο και για την επάνοδο της Ελλάδας σε ένα ζωτικό χώρο επιρροών και διαμόρφωσης πολιτικών ισορροπιών και ισχύος.

Άλλωστε, είναι αυταπόδεικτο πως αν ο Ελληνισμός δεν επιθυμεί ένα καθεστώς αυτοπεριορισμού και διαρκούς ομηρείας υπό το καταθλιπτικό βάρος της συνεχώς αναβαθμιζόμενης τουρκικής επιθετικότητας, θα πρέπει να δηλώσει έργοις την παρουσία του στην Ανατολική Μεσόγειο και ιδιαίτερα στην Κύπρο, όπου απολύτως νομιμοποιείται να το πράξει τόσο εξ επόψεως διεθνούς δικαίου αλλά και εθνικού ενδιαφέροντος. Η Συνθήκη Εγγυήσεως και Συμμαχίας του 1960 ορίζει την Ελλάδα ως εγγυήτρια δύναμη, η οποία μαζί με τη Βρετανία και την Τουρκία επωμίζονται την ευθύνη για τη διατήρηση της ανεξαρτησίας, της κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η τουρκική εισβολή του 1974 και η συνεχιζόμενη κατοχή νομιμοποιούν απολύτως την Ελλάδα να λάβει όλα τα αναγκαία μέτρα περιλαμβανομένων στρατιωτικών για την εξισορρόπηση της κραυγαλέας ανισορροπίας στρατιωτικών εξοπλισμών στο νησί υπέρ των δυνάμεων κατοχής. Δεν πρέπει να υπάρχει ο παραμικρός δισταγμός για τη διεκδίκηση των δικαιωμάτων της Ελλάδας στην Κύπρο, η οποία έχει συμβατικά δικαιώματα και υποχρεώσεις έναντι της Κύπρου. Οι όποιες παροτρύνσεις και νουθεσίες τρίτων για αποτροπή της παρουσίας της Ελλάδας στην Κύπρο με το γνωστό επιχείρημα της μη κλιμάκωσης της έντασης, αποτελούν μνημείο υποκρισίας.

Ο 21ος αιώνας βρίσκει την Κύπρο σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι. Τη βρίσκει να αγωνίζεται για εθνική και φυσική επιβίωση, να επιδιώκει σε συνεργασία με την Ελλάδα έναν ρόλο σταθεροποιητικού παράγοντα ειρήνης στην Ανατολική Μεσόγειο. Κοινός παρονομαστής αυτών των στόχων είναι η διασφάλιση της κυριαρχίας και της διεθνούς προσωπικότητας της Κύπρου και η επίτευξη μιας μόνιμης λύσης που θα την απαλλάσσει από την κατοχή και θα αποκαθιστά την ενότητα του κράτους. Είναι ορθό ότι η επιλογή μας είναι η ειρηνική επίλυση του Κυπριακού μέσα από διάλογο και διπλωματία. Κεφαλαιώδης προσπάθεια, ωστόσο, είναι η αμυντική ισχυροποίηση, με θεμελίωση ενός ρωμαλέου δόγματος αποτροπής. Μόνο έτσι θα διασφαλίσουμε και ισχυρή διαπραγματευτική ικανότητα.

Σημ: Το ρεσιτάλ αδιαλλαξίας και επιθετικότητας του Ταγίπ Ερντογάν από το βήμα της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ υπήρξε εξόχως διδακτικό για τις αμετακίνητες τουρκικές προθέσεις.

*Τέως Πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων