Αναλύσεις

Δημόσιος κίνδυνος τα κτήρια-ερείπια

Ετοιμόρροπα σε όλες τις πόλεις - Τρύπα στη νομοθεσία

Σε παγκύπρια κλίμακα εντοπίζεται το πρόβλημα με τα επικίνδυνα ή ακόμα και ετοιμόρροπα κτήρια. Το κενό που υπάρχει στη νομοθεσία επιτρέπει στους ιδιοκτήτες να κάνουν πως δεν βλέπουν το ζήτημα που υπάρχει με το υποστατικό τους ή ακόμα και να αποφεύγουν να το επιλύσουν, με αποτέλεσμα να δημιουργείται θέμα δημόσιας ασφάλειας.


Κάτι παρόμοιο είδαμε να συμβαίνει πριν από λίγες ημέρες, όταν διώροφο εγκαταλελειμμένο κτήριο κατέρρευσε σε πολυσύχναστο δρόμο στην καρδιά της πρωτεύουσας, ευτυχώς χωρίς να θρηνήσουμε θύματα και περιουσίες. Το εν λόγω κενό στη νομοθεσία επιχειρεί να καλύψει το Υπουργείο Εσωτερικών, το οποίο, σε συνεργασία με το ΕΤΕΚ, ετοιμάζει σχετικό νομοσχέδιο, που θα υποχρεώνει τους ιδιοκτήτες να προβαίνουν σε συχνές επιθεωρήσεις των υποδομών τους.
Το νομοθετικό κενό


Σε δηλώσεις του στη «Σημερινή» ο Πρόεδρος του ΕΤΕΚ, Στέλιος Αχνιώτης, σημείωσε ότι ένας σημαντικός αριθμός κτηρίων στην Κύπρο έχουν ανεγερθεί πριν από την εφαρμογή του κυπριακού σεισμικού κώδικα και τη θεσμοθέτηση της υποχρεωτικής επίβλεψης. Αυτό, σημείωσε, σε συνδυασμό με την έλλειψη της κουλτούρας συντήρησης των οικοδομών, θα αυξάνει τις επικίνδυνες οικοδομές και θα κάνει συχνότερη την απροειδοποίητη κατάρρευσή τους θέτοντας σε κίνδυνο περιουσίες και ανθρώπινες ζωές.


Σύμφωνα με τον ίδιο, τα υφιστάμενα νομοθετικά εργαλεία για τις επικίνδυνες οικοδομές είναι πυροσβεστικά και ανεπαρκή, καθώς αφορούν το στάδιο στο οποίο η οικοδομή έχει ήδη καταστεί επικίνδυνη, σημείο όπου συχνά ο ιδιοκτήτης, εν απουσία αποτελεσματικών μέτρων επιβολής, δεν έχει κίνητρο για να λάβει μέτρα προς άρση της επικινδυνότητας. Όπως μας εξήγησε, το 2016 έγινε μία τροποποίηση της νομοθεσίας, ωστόσο το κενό παραμένει.


Σήμερα, όπως είπε, δεν υποχρεώνεται ο ιδιοκτήτης να ελέγχει προληπτικά την οικοδομή του, ενώ όταν κριθεί από την αρμόδια τοπική Αρχή ότι υπάρχει πρόβλημα, ενημερώνεται ο ιδιοκτήτης για να προχωρήσει στις ανάλογες επιδιορθώσεις. Αν δεν το πράξει, τότε του θέματος επιλαμβάνεται η τοπική Αρχή, η οποία επωμίζεται το κόστος της επιδιόρθωσης. Απ' εκεί και πέρα το κόστος μετατρέπεται σε αστικό χρέος του ιδιοκτήτη προς την τοπική Αρχή.
Η πρόταση του ΕΤΕΚ


Ο κ. Αχνιώτης ανέφερε πως εδώ και χρόνια το ΕΤΕΚ έχει καταθέσει πρόταση για θεσμοθέτηση της τακτικής επιθεώρησης οικοδομών, έτσι ώστε να ελέγχονται έγκαιρα και να προλαμβάνονται καταστάσεις όπου οι οικοδομές καθίστανται επικίνδυνες. Σύμφωνα με τον ίδιο, η πρόταση προνοεί ότι η κάθε οικοδομή, ανάλογα με το είδος της -δηλαδή αν είναι πολυκατοικία, ή κατοικία ή μη κατοικήσιμος χώρος- και με τη χρονολογία κατασκευής της, θα τυγχάνει επιθεώρησης ανά συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Τα χρόνια επιθεώρησης καθορίζονται με βάση την κατηγορία του κάθε κτηρίου και, βάσει της πρότασης, κυμαίνονται από τα 5 μέχρι τα 15. Για παράδειγμα, αν ένα κτήριο κτίστηκε πρόσφατα -δηλαδή από το 2012 και μετά που υιοθετήθηκαν ευρωπαϊκά πρότυπα- θα επιθεωρείται κάθε 15 χρόνια, ενώ αν ένα κτήριο κατασκευάστηκε πριν καθοριστούν τα αντισεισμικά πρότυπα -δηλαδή πριν από το 1994- θα επιθεωρείται κάθε 5 χρόνια.
Στα σκαριά ρύθμιση


Από πλευράς του το Υπουργείο Εσωτερικών, σε ανακοίνωσή του με αφορμή την κατάρρευση της διώροφης οικοδομής στη Λευκωσία, σημειώνει πως ο περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών Νόμος ενισχύθηκε σημαντικά για τις περιπτώσεις των επικίνδυνων οικοδομών, έπειτα από σχετική τροποποίηση το 2016, ωστόσο αναφέρει πως θα καλέσει όλες τις Οικοδομικές Αρχές και την Ένωση Δήμων να του διαβιβάσουν τυχόν απόψεις για περαιτέρω τροποποίηση της νομοθεσίας.


Περαιτέρω, αναφορικά με την πρόταση του ΕΤΕΚ για τακτική επιθεώρηση οικοδομών, το Υπουργείο θεωρεί ότι μπορεί να αποτελέσει ένα θετικό εργαλείο. Γι’ αυτό, όπως προσθέτει, αυτό το διάστημα εξετάζεται το πλαίσιο της περιοδικής επιθεώρησης σε συνεργασία με το ΕΤΕΚ. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το Υπουργείο, εξετάζονται θέματα όπως η κατηγοριοποίηση των οικοδομών για τις οποίες θα πραγματοποιείται η επιθεώρηση, η διαδικασία που θα ακολουθείται, τα προσόντα των ατόμων που θα προβαίνουν στους ελέγχους καθώς και οι τρόποι επιβολής.
Πονοκέφαλος για όλους τους δήμους


Το πρόβλημα με τα επικίνδυνα κτήρια επεκτείνεται σε όλους τους δήμους παγκυπρίως, ωστόσο οι πλείστες περιπτώσεις που προκύπτουν κατά καιρούς αφορούν οικοδομές που βρίσκονται στα ιστορικά κέντρα των πόλεων.


Ο Δήμος Λευκωσίας, όπως μας ανέφερε ο δημοτικός σύμβουλος, Χρύσανθος Φάκας, από το 2012 μέχρι σήμερα έχει εντοπίσει 194 επικίνδυνες οικοδομές, εκ των οποίων έχει άρει την επικινδυνότητα σε 169 (από αυτές οι 39 επιδιορθώθηκαν από τους ιδιοκτήτες). Σήμερα, όπως σημείωσε, βρίσκονται σε εξέλιξη εργασίες από τον Δήμο σε 8 οικοδομές και από την Επαρχιακή Διοίκηση Λευκωσίας σε 5 τ/κ οικοδομές, ενώ οι υπόλοιπες 13 οικοδομές, που δεν έχουν κριθεί υψηλού κινδύνου, παρακολουθούνται από τον Δήμο και βρίσκονται σε διάφορα στάδια της διαδικασίας και οι ιδιοκτήτες έχουν ενημερωθεί σχετικά.


Πολύ στενά παρακολουθεί το ζήτημα και ο Δήμος Λεμεσού, που μας ενημέρωσε ότι αυτήν τη στιγμή υπάρχουν 5-6 περιπτώσεις οικοδομών που κηρύχθηκαν επικίνδυνες και ήδη έγιναν από πλευράς του δήμου οι απαραίτητες ενέργειες για να επιδιορθωθούν. Σε όλες τις περιπτώσεις, ο Δήμος ενημέρωσε τους ιδιοκτήτες και τους επέστησε την προσοχή για να προχωρήσουν με τις υποχρεώσεις τους όπως αυτές προνοούνται στον νόμο.


Άλλος ένας δήμος με ιστορικό κέντρο, είναι ο Στρόβολος, ο δήμαρχος του οποίου, Ανδρέας Παπαχαραλάμπους, σε δηλώσεις του στη «Σ», ανέφερε πως δεν υπάρχουν ετοιμόρροπα κτήρια, ωστόσο υπάρχουν 2-3 περιπτώσεις οικοδομών που κρίθηκαν επικίνδυνες και ο Δήμος προχώρησε με βάση τη νομοθεσία.


Ερωτηθείς σχετικά, ο δήμαρχος εξήγησε πως τα εν λόγω κτήρια βρίσκονται στον παλιό Στρόβολο, στον πυρήνα δηλαδή της πόλης. Όπως μας είπε, οι ιδιοκτήτες ενημερώθηκαν σχετικά και σε περίπτωση που δεν προχωρήσουν οι ίδιοι για επιδιόρθωση των οικοδομών τους, τότε θα επέμβει ο δήμος.


Σοβαρό πρόβλημα με τις επικίνδυνες οικοδομές αντιμετωπίζει και ο Δήμος Πάφου, το οποίο σύμφωνα με τον δήμαρχο, Φαίδωνα Φαίδωνος, προκύπτει κατά κύριο λόγο από τα τουρκοκυπριακά κτήρια λόγω κακής συντήρησης, αλλά και από κάποια κτήρια που δεν έχουν συντηρηθεί καθόλου και είναι εγκαταλελειμμένα.


Μιλώντας στη «Σ», ο κ. Φαίδωνος εξήγησε πως σε κάποιες εκ των περιπτώσεων, ο δήμος προχωρεί και κατεδαφίζει αρκετά από αυτά τα κτήρια, αφού βέβαια εξασφαλίσει τη συγκατάθεση του κηδεμόνα τ/κ περιουσιών. Περαιτέρω, όπως είπε, υπάρχουν επίσης γύρω στα είκοσι κτήρια που δεν είναι τ/κ και έχουν κηρυχθεί επικίνδυνα, των οποίων οι ιδιοκτήτες είναι μετανάστες στο εξωτερικό και τα έχουν εγκαταλείψει εδώ και μερικές δεκαετίες.


Σε αυτές τις περιπτώσεις, όπως σημείωσε, είναι λίγο πιο πολύπλοκα τα πράγματα, ώστε να επέμβει ο δήμος, ωστόσο γίνονται διάφορες ενέργειες προς αυτήν την κατεύθυνση. Όσον αφορά τις κατοικήσιμες επικίνδυνες οικοδομές, σύμφωνα με τον κ. Φαίδωνος, έχουν εντοπιστεί δύο πολυκατοικίες, εκ των οποίων για τη μία -που βρίσκεται πλησίον της Μητρόπολης Πάφου- ο δήμος προχώρησε στην έκδοση διατάγματος για κατεδάφιση, καθώς έχει διαπιστωθεί ότι στην εν λόγω οικοδομή έγιναν και κάποιες παράνομες επεκτάσεις.
Πιο σεισμογενείς οι παράλιες περιοχές


Τα παράλια που εκτείνονται από την Πάφο μέχρι και την Αμμόχωστο θεωρούνται, με βάση τους χάρτες σεισμικής επικινδυνότητας, πιο επικίνδυνα σε περιπτώσεις σεισμού. Βέβαια, ολόκληρη η Κύπρος θεωρείται σεισμογενής, γεγονός που θα έπρεπε να προβληματίζει τις αρμόδιες Αρχές, ώστε να καθορίζουν πιο αυστηρούς κανονισμούς σχετικά με την επικινδυνότητα των κτηρίων. Στον χάρτη που δημοσιεύουμε διαφαίνονται οι τρεις ζώνες της Κύπρου όπως έχουν εκδοθεί από την Επιτροπή Αναθεώρησης των Ζωνών του Κυπριακού Αντισεισμικού Κώδικα τον Οκτώβριο του 2004. Οι πιο επικίνδυνες περιοχές σε περίπτωση σεισμού είναι εκείνες που εμπίπτουν στη ζώνη με τον αριθμό 3, ενώ μεσαίας επικινδυνότητας κρίνονται οι περιοχές στη ζώνη 2 και λιγότερο επικίνδυνες θεωρούνται οι περιοχές στη ζώνη 1.