Αναλύσεις

Κομματικός ρεβανσισμός και πολιτικός αμοραλισμός

Ο πολιτικός αμοραλισμός είναι ο προθάλαμος του ολοκληρωτισμού και ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για την αυξανόμενη άνοδο σε Ευρώπη και Κύπρο ακροδεξιών και νεοναζιστικών κινημάτων

Όταν ένα κόμμα διακηρύττει πως λειτουργεί στη βάση αρχών, οφείλει, τουλάχιστον αυτές τις αρχές, να τις τηρεί και όχι αναλόγως καιρού και πολιτικών συνθηκών να λειτουργεί όπως λειτούργησαν ή συμπεριφέρθηκαν οι πολιτικοί του αντίπαλοι.


Τι παρατηρούμε σήμερα, μετά τα τραγικά περιστατικά των κατά συρροήν δολοφονιών, πρωτόγνωρων σε μέγεθος και έκταση για την κυπριακή κοινωνία;
Υποτίμηση και απαξίωση αυτών των αρχών, μ’ έναν κομματικό ρεβανισμό να βγαίνει στο «σεριάνι» της πολιτικής «αρένας» και να επαναλαμβάνει σχεδόν τα ίδια που είχε υποστεί όταν βρισκόταν στην εξουσία. Ένα πνεύμα αντεκδίκησης, το οποίο νομίζουν πως τους βολεύει, ενόψει και των ευρωεκλογών.


Πριν από τις γιορτές του Πάσχα, καθημερινά και με εμμονή ο Γ.Γ. του ΑΚΕΛ επέρριπτε ευθύνες στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και ζητούσε τις παραιτήσεις του Υπουργού Δικαιοσύνης και του Αρχηγού της Αστυνομίας. Είναι βέβαιο πως, μόλις τελειώσουν οι ευχές με τα «Χριστός Ανέστη και Αληθώς Ανέστη ο Κύριος» και λήξει η περίοδος «εκεχειρίας», λόγω γιορτών, θα επανέλθει δριμύτερος, τώρα που επέστρεψε από το ταξίδι του στην Κίνα ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας.


Είναι θλιβερό, γιατί ο Γ.Γ. του ΑΚΕΛ επιχειρεί να επαναλάβει ό,τι έκανε η Συναγερμική ηγεσία όταν βρισκόταν στην αντιπολίτευση και το ΑΚΕΛ στην εξουσία.
Τώρα ο τροχός έχει γυρίσει εναντίον του κ. Ιωνά Νικολάου και μας θυμίζει τη ρεβανσιστική ρήση των Ευαγγελίων «μάχαιραν έδωσες, μάχαιραν θα λάβεις»...


Δεκάδες ζήτησαν την παραίτηση του Υπουργού Δικαιοσύνης στην εκδήλωση έξω από το Προεδρικό, το απόγευμα της Μεγάλης Παρασκευής.
Επτά χρόνια πίσω...


Με τη μνήμη να γυρίζει επτά χρόνια πίσω, όταν διαδήλωναν οι λεγόμενοι αγανακτισμένοι έξω από το Προεδρικό Μέγαρο για την τραγωδία στο Μαρί και ζητούσαν την παραίτηση Χριστόφια. Ο νυν Υπουργός Δικαιοσύνης και τότε «σκιώδης υπουργός Δικαιοσύνης» του ΔΗΣΥ πρωτοστατούσε στις διαμαρτυρίες και «συντόνιζε» έμπλεος ιεράς αγανάκτησης, επειδή ο τότε Πρόεδρος δεν τους έκανε τη χάρη να παραιτηθεί.


Ο κ. Ιωνάς, καθημερινά, ήταν «κρεμασμένος» στα κάγκελα και κλωθογύριζε από κανάλι σε κανάλι και ραδιοσταθμούς, ζητώντας την παραίτηση της τότε Κυβέρνησης.


Έξω από το Προεδρικό τότε -με συχνά πυκνά έκτροπα να σημειώνονται- όλοι σχεδόν οι βουλευτές και τα στελέχη του ΔΗΣΥ, του ΕΛΑΜ, μέλη των κομμάτων τους και πολίτες που δεν είχαν αντιληφθεί πως κάποιοι κινούσαν παρασκηνιακά τα νήματα για να φορτωθεί ο τραγικός θάνατος των 11 του Μαρί στις πλάτες αποκλειστικά και μόνο στον επικεφαλής του κράτους - ζητούσαν με τηλεβόες την παραίτηση του Προέδρου. Κανένας δεν αναφερόταν σε αυτούς που γνώριζαν, αλλά δεν έδρασαν στον ουσιώδη χρόνο. Ούτε και διαμαρτυρήθηκε κανένας εκ των πολιτικών, γιατί ένας στρατιωτικός, από κατηγορούμενος, έγινε, αίφνης, μάρτυρας κατηγορίας.
Ο κομματικός ρεβανσισμός και ο πολιτικός αμοραλισμός κτυπούν σήμερα ξανά τα ρέστα τους και ζητούν ευθύνες από εκείνους που δεν ευθύνονται άμεσα.


Στην εκδήλωση διαμαρτυρίας έξω από το Προεδρικό το απόγευμα της Μεγάλης Παρασκευής συμμετείχαν, πέραν των μελών της πρωτοβουλίας που οργάνωσε την εκδήλωση, μέλη του Π.Γ. του ΑΚΕΛ, στελέχη, βουλευτές και απλά μέλη, ακόμα και πρώην αξιωματούχοι επί διακυβέρνησης Χριστόφια με πλακάτ και συνθήματα, «Ιωνά, παραιτήσου», «Ζούμε καθημερινά έναν Επιτάφιο», και άλλα τινά.


Στην εκδήλωση συμμετείχαν και υποψήφιοι ευρωβουλευτές άλλων κομμάτων -όχι του ΔΗΣΥ, ασφαλώς- μπας και καταφέρουν να αλιεύσουν καμιά ψήφο, με τόσο μεγάλο συνωστισμό που παρατηρείται για μια έδρα στο Ευρωκοινοβούλιο.


Ήταν σχεδόν όλοι αυτοί που ούτε από μακριά δεν τολμούσαν να περάσουν από τις τότε κινητοποιήσεις των λεγόμενων αγανακτισμένων για την τραγωδία στο Μαρί, που εξαγριωμένοι και βίαιοι ζητούσαν την κεφαλή επί πίνακι του Χριστόφια.


Βλέπουμε, δηλαδή, την εικόνα να επαναλαμβάνεται, σε ηπιότερη, βέβαια, μορφή και να διαχέει μια ρεβανσιστική στάση σαδιστικής χαιρεκακίας πως «τώρα ήλθε η σειρά σας».


Ένα εύλογο ερώτημα είναι γιατί πήγαν οι διαμαρτυρόμενοι για τα κατά συρροήν εγκλήματα έξω από το Προεδρικό και όχι μπροστά από το Υπουργείο Δικαιοσύνης ή στο Αρχηγείο της Αστυνομίας. Είναι οι συγκεκριμένοι αστυνομικοί που επέδειξαν ολιγωρία, όπως καταγγέλθηκε, και δεν ερεύνησαν ενδεχομένως τις καταγγελίες εξαφάνισης γυναικών; Ο Πρόεδρος πού να ήξερε ποιοι χάθηκαν και ποιοι δεν ερεύνησαν;
Αρνητική εικόνα


Παράλληλα, δόθηκε μια αρνητική εικόνα, καθότι ανήμερα τη Μεγάλη Παρασκευή ο Πρόεδρος Αναστασιάδης είχε σημαντικές επαφές στο Πεκίνο -στο περιθώιο της συνόδου όπου συμμετείχε- και συζήτησε το Κυπριακό με δύο ηγέτες χωρών μονίμων μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας. Τον Ρώσο Πρόεδρο και τον Κινέζο ηγέτη. Συζήτησε τις εξελίξεις στο Κυπριακό, καθότι, όπως φημολογείται, η προσπάθεια της Λουτ δεν αναμένεται να καρποφορήσει και είναι πολιτικά ορθό να φροντίζεις να έχεις τη στήριξη δύο ισχυρών χωρών στο Συμβούλιο Ασφαλείας πριν εκδηλωθούν άλλες «πρωτοβουλίες».


Όπως δεν ευθύνεται ο Χριστόφιας για την τραγωδία στο Μαρί, αλλά οι στρατιωτικοί, άλλο τόσο δεν ευθύνεται ο Αναστασιάδης για την αμέλεια που επιδείχθηκε στη διερεύνηση των καταγγελιών εξαφάνισης γυναικών, κάποιες εκ των οποίων είχαν τραγικό τέλος στα χέρια του καθ’ ομολογίαν κατά συρροήν δολοφόνου.
Το έγραψα τότε, το έγραψα μετά, το επαναλαμβάνω και σήμερα. Δεν νοείται, όσοι κατέχουν εξουσία και διαχειρίζονται ανθρώπινες ζωές, όταν κληθούν να λογοδοτήσουν για λάθη και εγκληματικές απώλειες, να ρίχνουν τις ευθύνες σε άλλους. Είτε στη Βουλή, όπως επιχειρείται σήμερα από την ηγεσία της Αστυνομίας, είτε στην Προεδρία, όπως επιμένει σήμερα η αντιπολίτευση, με το ΑΚΕΛ να πρωτοστατεί.


Δηλαδή, δεν έχουν ευθύνες οι αποδέκτες των καταγγελιών εξαφάνισης προσώπων; Δεν έχουν ευθύνες οι γενικοί διευθυντές, που ο ρόλος τους είναι να δίνουν οδηγίες και να ασκούν έλεγχο; Ο ρόλος τους περιορίζεται μόνο στο να είναι προϊστάμενοι, αλλά, όταν έλθει η στιγμή να λογοδοτήσουν, μεταθέτουν αλλού τις ευθύνες;


Όπως και στην περίπτωση απώλειας του σήματος του χαλλουμιού στη Βρετανία, ζητούσαν κάποια κόμματα την παραίτηση του Υπουργού Εμπορίου και Ενέργειας, αλλά δεν ζητούσαν την παραίτηση διευθυντών αρμόδιων τμημάτων, που όφειλαν να ελέγχουν και να ενημερώνονται, αν ασκείται σωστά η πολιτική του Υπουργείου.


Έτσι, λοιπόν, οι πολιτικοί ηγέτες και δυστυχώς οι νεαρότεροι που μπαίνουν στην πολιτική ξεγράφουν αρχές όταν τους συμφέρει και αντικαθιστούν την πολιτική ηθική με τη σκοπιμότητα και τον καιροσκοπισμό.


Οι πολιτικές διακηρύξεις των πλείστων κομμάτων, ιδιαίτερα των μαζικότερων σε μέλη και ψήφους, διαπνέονται από έναν φλύαρο ιδεαλισμό, με λόγια κενά περιεχομένου, και υποτάσσονται συχνά σε «κανόνες» του πολιτικού αμοραλισμού.


Πόσες και πόσες μεγαλόστομες διακηρύξεις δεν έχουμε ακούσει περί «μηδενικής ανοχής», «το μαχαίρι θα φτάσει μέχρι το κόκκαλο» ή για διεφθαρμένους που θα λογοδοτήσουν και στο τέλος τίποτε δεν γίνεται; Μόλις καβαλήσουν την εξουσία, ξεχνούν και υποσχέσεις και διακηρύξεις.


Αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής πρακτικής, που τείνει να γίνει ο κανόνας, είναι η εδραιωμένη αντίληψη των πολιτών ότι «όλοι το ίδιο είναι». Και ότι ο πολιτικός αμοραλισμός είναι ταυτόσημος με τη μακιαβελική συμβουλή «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα.


Έγινε, πλέον, κανόνας όχι μόνο στην Κύπρο, αλλά ανά το παγκόσμιο, η επίσης «συμβουλή» του Μακιαβέλι, ότι «σ’ έναν ηγεμόνα δεν λείπουν ποτέ οι νόμιμοι λόγοι για να παραβεί μια υπόσχεση».


Η πολιτική του καιροσκοπισμού, της ίντριγκας, της «ανθρωποφαγίας», της αναξιοκρατίας απομακρύνει συνεχώς τους πολίτες από τα κόμματα, πράγμα πολύ επικίνδυνο για τη δημοκρατία. Είναι αυτές τις κρίσιμες στιγμές που αναδεικνύονται δυνάμεις που καραδοκούν και θέλουν να επιβάλουν πολιτικές ολοκληρωτισμού και φίμωσης.


Ο πολιτικός αμοραλισμός είναι ο προθάλαμος του ολοκληρωτισμού και ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για την αυξανόμενη άνοδο σε Ευρώπη και Κύπρο ακροδεξιών και νεοναζιστικών κινημάτων. Κλαίνε και οδύρονται οι κομματικοί ταγοί για το κατάντημα ανάδειξης ρατσιστικών, λαϊκίστικων και άλλων εθνικιστικών κινημάτων.
Δεν κατανοούν, ωστόσο, πως είναι η δική τους πολιτική που στέλνει τους πολίτες σε ακραίες και επικίνδυνες επιλογές.


Αν, λοιπόν, ο Υπουργός Δικαιοσύνης ήταν ειλικρινής, τότε, όταν ζητούσε παραιτήσεις Προέδρων, Υπουργών και Αρχηγών Αστυνομίας, και εν μέρει τότε το πέτυχε, οφείλει σήμερα να παραιτηθεί και μαζί του και ο Αρχηγός της Αστυνομίας, για λόγους πολιτικής ευθιξίας.


Όπως έγραψε και ένας πολύ καλός φίλος, ο γιατρός Σταύρος Νεοφύτου, η Σρι-Λάνκα δείχνει τον δρόμο.