Και πάλι ο ρόλος της Παιδείας και της Εκκλησίας

«Εκείνος που ανοίγει την πόρτα ενός σχολείου, κλείνει μια φυλακή»
Βίκτωρ Ουγκώ

Αναλογιζόμενος τα κακά που συμβαίνουν καθημερινά στον Τόπο μας, σε μια εποχή που μάχεται για την επιβίωσή του, διερωτάται κανένας γιατί δεν αξιοποιούμε σωστά θεσμούς όπως η Παιδεία κι η Εκκλησία, που θα μπορούσαν να βοηθήσουν τα μέγιστα. Δυστυχώς και στις δυο περιπτώσεις εξαντλούμε τις συζητήσεις μας σε ήσσονος σημασίας θέματα κι όχι στο πώς θα βοηθήσουν να φτιάξουμε μια καλύτερη κοινωνία. Κι οι δυο θεσμοί θα μπορούσαν να επενεργήσουν σωστά στις διανοητικές, ψυχικές και σωματικές ικανότητες των ατόμων. Όμως το θέμα δεν είναι τόσο απλό όπως το παρουσίασε ο μεγάλος Ουγκώ.

Πρόσφατα ανακοινώθηκε συμφωνία μεταξύ Κυβέρνησης κι εκπαιδευτικών οργανώσεων για ζητήματα που αποτέλεσαν σημεία τριβής για αρκετό καιρό. Κανένα από τα θέματα δεν αφορούσε την ουσία της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης, που ο Τόπος χρειάζεται. Ας ελπίσουμε ότι τώρα που βρέθηκε ‘η χρυσή τομή’ στα εκκρεμούντα αιτήματα των εκπαιδευτικών, με τον ίδιο ζήλο θα βρεθούν σύντομα κι οι χρυσές τομές στα ‘μεγάλα εκπαιδευτικά θέματα που το Υπουργείο Παιδείας έχει ενώπιόν του, την αξιολόγηση του εκπαιδευτικού και του εκπαιδευτικού έργου και την αξιολόγηση των μαθητών’, ή ‘τώρα θα προχωρήσουμε σε πιο σημαντικά θέματα της δημόσιας εκπαίδευσης, του δημόσιου σχολείου, που θα οδηγήσουν και το δημόσιο σχολείο ακόμη πιο ψηλά, που είναι ο τελικός μας στόχος’ όπως αναφέρθηκαν μετά τη συμφωνία. Ελπίζω αυτήν τη φορά οι εκπαιδευτικές οργανώσεις να τηρήσουν τις υποσχέσεις τους.

Top of Form

Για να διευκολύνω το έργο αυτό θα επαναλάβω μερικά από τα κυριότερα εκπαιδευτικά θέματα που θα πρέπει να ρυθμιστούν. Για πολλές δεκαετίες οι διοριζόμενοι εκπαιδευτικοί προέρχονταν από ένα κατάλογο, που μοναδικό κριτήριο είχε τον χρόνο που πήραν το πτυχίο τους κι όχι την καταλληλότητά τους για το έργο. Προσπάθειες που έγιναν για να γίνει ο κατάλογος αξιοκρατικός (απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου του 1988/89) δεν ευδοκίμησαν λόγω αντίδρασης, κυρίως, των εκπαιδευτικών οργανώσεων και προφανώς των Κομμάτων, που ήταν οι εισηγητές του συστήματος αυτού. Τελικά έγινε κατορθωτή πρόσφατα η δημιουργία ενός αξιοκρατικού καταλόγου διορισμού εκπαιδευτικών, που πρέπει να υλοποιηθεί προσεκτικά. Όμως μια άλλη εισήγησή μας, η εισαγωγή του συστήματος ολοήμερου σχολείου, που έγινε δεκτή από την Κυβέρνηση Βασιλείου (πάλι το 1988/89), τώρα άρχισε να προβληματίζει κάπως τους αρμοδίους.

Διερωτήθηκα κι άλλοτε ποια ζημιά έγινε στην Παιδεία μας από την καθιέρωση του χρονολογικού καταλόγου διορισίμων εδώ και δεκαετίες και τη λειτουργία των σχολείων μας μόνο για λίγες ημέρες τον χρόνο και λίγες ώρες την ημέρα! Είναι ασφαλώς αδύνατο να επιμετρηθεί. Μπορεί να ‘ναι κι ανυπολόγιστη!

Η υιοθέτηση του ολοήμερου σχολείου το 1988/89 υπολογίστηκε ότι θα στοίχιζε 25 εκ. λίρες. Σήμερα ασφαλώς θα στοιχίζει πολύ περισσότερα. Γι’ αυτό θα πρέπει να εξετάσουμε άλλους τρόπους επέκτασης του χρόνου που τα παιδιά μας βρίσκονται κάτω από τα νάματα της Παιδείας, όπως τον συνδυασμό του θεσμού των κέντρων ημερήσιας φροντίδας παιδιών προσχολικής ηλικίας υπό την επίβλεψη του Τμήματος Ευημερίας, που προωθήσαμε τη δεκαετία του 1980 για υποβοήθηση της εργαζόμενης μητέρας, ώστε τα Κέντρα αυτά να φροντίζουν και μικρά παιδιά σχολικής ηλικίας μετά τη λήξη του κανονικού σχολικού προγράμματος. Θα πρέπει όμως να οργανωθούν κατά τέτοιο τρόπο, ώστε τα παιδιά ‘να εκπαιδεύονται’.

Σαν ένας κοινωνικός επιστήμονας, που ενδιαφέρεται, όχι μόνο για την οικονομική, αλλά πάνω απ’ όλα για την κοινωνική ανάπτυξη, έχω και σε άλλες περιπτώσεις αναφερθεί στον καταλυτικό ρόλο που μπορεί η Εκκλησία να διαδραματίσει προς αυτήν την κατεύθυνση. Όλη η χριστιανική διδασκαλία αναφέρεται στον σωστό τρόπο ζωής του ατόμου. Διδάσκει με πολλούς τρόπους όλες εκείνες τις αξίες που πρέπει να διέπουν τη ζωή και συμπεριφορά του ανθρώπου: την αγάπη προς τον πλησίον, τη μεγαλοψυχία, τη συγχώρεση, την αλληλοβοήθεια, την ισότητα, τη δικαιοσύνη. Η Εκκλησία θα πρέπει να ανασκοπήσει τον ρόλο της στο θέμα αυτό.

Ξεκινώντας από τον θεσμό των κατηχητικών σχολείων, τα μηνύματα που εκπέμπουν πρέπει να απευθύνονται περισσότερο προς τη διαμόρφωση του χαρακτήρα των παιδιών ώστε να γίνουν ‘καλοί κ’αγαθοί’ αυριανοί πολίτες. Το ίδιο θα πρέπει να γίνεται στο μάθημα των Θρησκευτικών στα σχολεία. Η Εκκλησία θα πρέπει να αναθέσει σε ειδικούς θεολόγους/κοινωνιολόγους/ ψυχολόγους σε συνεργασία με τις Εκπαιδευτικές Αρχές την ανάπτυξη των αναγκαίων αναλυτικών προγραμμάτων και τη συγγραφή των κατάλληλων βοηθημάτων.

Η Εκκλησία θα πρέπει επιπλέον να ενισχύσει τον ρόλο της στα καθημερινά προβλήματα των πολιτών κάνοντας πράξη τα διδάγματα του Χριστιανισμού. Ενώ έχει να επιδείξει πολλά φιλανθρωπικά έργα, η γενικότερη εντύπωση είναι ότι γενικά ενεργεί σαν ένας άλλος οικονομικός οργανισμός. Δεν είμαι εναντίον της οικονομικής ευρωστίας της Εκκλησίας, όπως κι οποιουδήποτε οργανισμού ή ατόμου. Όμως είναι απαραίτητο τα μέσα, που διαθέτουν, να χρησιμοποιούνται για σωστούς σκοπούς.

Όπως κι οι κοινωνικοί Λειτουργοί του Κράτους έτσι κι οι Λειτουργοί της Εκκλησίας θα πρέπει να προσεγγίζουν όσους έχουν ανάγκη για να βοηθήσουν στην επίλυση των προβλημάτων τους είτε με μεσολάβηση προς τις κρατικές υπηρεσίες είτε παρέχοντάς τους άμεση βοήθεια. Το γεγονός ότι τώρα υπάρχει η Κρατική Κοινωνική Μέριμνα δεν πρέπει να θεωρείται ότι απαλλάσσει την Εκκλησία από το έργο αυτό.

*Πρώην Υπουργός, πρώην Γενικός Διευθυντής Γραφείου Προγραμματισμού