Διεθνή

Οι «εχθροί» του Ιράν ναρκοθετούν τις προοπτικές επαναπροσέγγισης με τις ΗΠΑ

Ο δολοφονηθείς επιστήμονας, για μια δεκαετία τουλάχιστον, ήταν ο άνθρωπος που συντόνιζε το πρόγραμμα, έπαιρνε τις αποφάσεις, διατηρούσε τη μυστικότητά του, ενώ εξασφάλιζε ταυτόχρονα, την ικανότητα της χώρας να συνεχίζει το έργο της, παρά τις όποιες εξαγγελίες για το αντίθετο

Η δολοφονία του Ιρανού πυρηνικού επιστήμονα, Μοχσέν Φαχριζαντέχ, λίγο πριν από την εκπνοή του έτους, ξύπνησε τις μνήμες της κλιμάκωσης που παρατηρήθηκε την τρίτη μόλις ημέρα του 2020, με την εκτέλεση του στρατηγού Κασέμ Σουλεϊμανί με εντολή της Ουάσιγκτον. Καταγράφοντας σχεδόν έναν τέλειο κύκλο, η ιστορία επαναλήφθηκε για το Ιράν, ίσως στη χειρότερη χρονική συγκυρία για τη χώρα. Η χρονική στιγμή όμως της δολοφονίας μόνο τυχαία δεν είναι. Χωρίς να έχει προσδιοριστεί επίσημα ποιος βρίσκεται πίσω από την επίθεση, οι υποψίες πέφτουν εύλογα στους «εχθρούς» του Ιράν, όπως τους χαρακτηρίζει ο Ιρανός Πρόεδρος, Χασάν Ρουχανί, οι οποίοι ανησυχούν με την προοπτική αλλαγής της διακυβέρνησης των ΗΠΑ και την ενδεχόμενη επιστροφή στην πυρηνική συμφωνία του 2015. Με την εισαγωγή στο κάδρο της Διοίκησης Τραμπ, του Ισραήλ και της Σαουδικής Αραβίας, η εικόνα μοιάζει να γίνεται ολοένα και πιο ξεκάθαρη. Από την άλλη, λιγότερο σαφής είναι η απάντηση που δύναται να δώσει το Ιράν, κάτω και από το βάρος της εσωτερικής πίεσης για αντίποινα στις δυτικές αυτές προκλήσεις.

Τα κίνητρα της δολοφονίας

Αν και σχεδόν άγνωστος στους περισσότερους Ιρανούς μέχρι την ημέρα της δολοφονίας του, ο κορυφαίος Ιρανός πυρηνικός επιστήμονας ήταν μια γνώριμη φιγούρα σε αυτούς που παρακολουθούσαν από κοντά το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης. Αναλυτές, αναζητώντας τα κίνητρα των δραστών, καταλήγουν σε δύο πιθανά σενάρια. Αρχικά, οι εκτελεστές σκοπό είχαν να εξανεμίσουν την όποια προοπτική για βελτίωση των σχέσεων του Ιράν με τη νέα Διοίκηση Μπάιντεν. Κατά δεύτερο, με την ενέργειά τους φαίνεται να στόχευαν σε ενθάρρυνση αντιποίνων από πλευράς του Ιράν. Ο Ρουχανί στην πρώτη του τοποθέτηση για τη δολοφονία σχολίασε ότι «οι εχθροί μας βιώνουν εβδομάδες άγχους, αφού γνωρίζουν ότι η διεθνής κατάσταση αλλάζει και επιδιώκουν αυτές τις ημέρες να δημιουργήσουν κατάσταση αστάθειας στην περιοχή». Οι «εχθροί» αυτοί, σύμφωνα με ειδικούς, είναι οι συνήθεις ύποπτοι: Η διοίκηση Τραμπ, το Ισραήλ και η Σαουδική Αραβία. Τόσο το Ισραήλ όσο και η Σαουδική Αραβία ανησυχούν για την αλλαγή που ίσως επέλθει στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ, μόλις αναλάβει ο εκλελεγμένος Πρόεδρος, Τζο Μπάιντεν. Ο τελευταίος είναι καλά γνωστό ότι εξέφρασε τη βούλησή του να σώσει ό, τι μπορεί να σωθεί από τη διεθνή συμφωνία για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα που επιτεύχθηκε το 2015. Επιπρόσθετο παράγοντα ανησυχίας και για τις δύο χώρες αποτελεί η επιλογή του νέου Υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ, Άντονι Μπλίνκεν, ο οποίος υπήρξε υπέρμαχος αυτής της συμφωνίας. Επιπλέον, σύμφωνα με αμερικανικά ΜΜΕ, ο Τραμπ πριν από δύο εβδομάδες ζήτησε να μάθει από τους συμβούλους του εάν υπήρχε επιλογή για στρατιωτικό κτύπημα εναντίον του Ιράν και συγκεκριμένα στον τομέα του πυρηνικού προγράμματος, ως ένα είδος επιλόγου με το καθεστώς πριν από την αποχώρησή του από την εξουσία. Επίσημα, το Ιράν κατηγόρησε τη Μοσάντ, την ισραηλινή μυστική υπηρεσία, για τη δολοφονία, μια κατηγορία που μόνον εντύπωση δεν προκαλεί. Ο Ισραηλινός Πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου είχε παρουσιάσει το 2018 τον «άγνωστο» επιστήμονα ως τον επικεφαλής ενός μυστικού στρατιωτικού πυρηνικού προγράμματος, του οποίου το Ιράν αρνείτο πάντα την ύπαρξη.

Πώς επηρεάζεται το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν

Το Ιράν έχει κατηγορήσει το Ισραήλ για τέσσερεις συνολικά θανάτους Ιρανών πυρηνικών επιστημόνων μεταξύ 2010 και 2012. Ένας πέμπτος επιστήμονας, ο Fereydoon Abbasi, επιβίωσε απόπειρας δολοφονίας του το 2010. Αν και το Ισραήλ ποτέ δεν είχε παραδεχθεί ότι βρίσκεται πίσω από τις δολοφονίες, ο πρώην Υπουργός Άμυνας της χώρας, Moshe Ya’alon, το 2015 εξέφρασε τη θέση ότι «είναι ξεκάθαρον ότι, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, το στρατιωτικό πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν πρέπει να σταματήσει». Ειδικοί συμφωνούν ότι ο θάνατος του Φαχριζαντέχ αφαιρεί από το ενεργητικό του Ιράν έναν επιστήμονα καλό γνώστη του πυρηνικού προγράμματος, ο οποίος έχαιρε πλήρους εμπιστοσύνης του καθεστώτος. Οι δυτικές υπηρεσίες πληροφοριών θεωρούν ότι ο δολοφονηθείς επιστήμονας, για μια δεκαετία, τουλάχιστον, ήταν ο άνθρωπος που συντόνιζε το πρόγραμμα, έπαιρνε τις αποφάσεις, διατηρούσε τη μυστικότητά του, ενώ εξασφάλιζε ταυτόχρονα την ικανότητα της χώρας να συνεχίζει το έργο της, παρά τις όποιες εξαγγελίες για το αντίθετο. Από την άλλη, θεωρείται βέβαιον ότι ο θάνατός του δεν θα επηρεάσει με κάποιον τρόπο την εξέλιξη του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν, ενώ πιθανολογείται ότι έχει αφήσει πολλούς ικανούς διαδόχους για να συνεχίσουν το έργο του. Έτσι κι αλλιώς, το πρόγραμμα της χώρας έχει ξεπεράσει προ πολλού το στάδιο, κατά το οποίο η εξέλιξή του ήταν συνδεδεμένη με ένα μόνο πρόσωπο. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των ισραηλινών Αρχών, το Ιράν εμπλουτίζει σε ποσοστό 4% ποσότητα 100 με 180 κιλών ουρανίου τον μήνα, κάτι το οποίο, σε αυτόν τον ρυθμό, θα επιτρέψει στην Τεχεράνη να έχει στην κατοχή της έως το τέλος του έτους 25 κιλά ουρανίου υψηλά εμπλουτισμένου, όριο που απαιτείται για την κατασκευή πυρηνικής βόμβας.

Περιπλέκονται οι προοπτικές προσέγγισης ΗΠΑ - Ιράν

Η δολοφονία πάντως αναμένεται ότι θα περιπλέξει τις προοπτικές για να γίνει μια νέα αρχή μεταξύ ΗΠΑ και Ιράν, αφού ουσιαστικά αναγκάζει την Τεχεράνη να απαντήσει αναλογικά γι’ αυτήν την ενέργεια, ναρκοθετώντας έτσι τις όποιες διπλωματικές προσπάθειες. Αν και το καθεστώς του Ιράν χρειάζεται ασφυκτικά μια ελάφρυνση από τις κυρώσεις, η οποία μπορεί να επιτευχθεί κυρίως μέσω της επιστροφής των ΗΠΑ στη συμφωνία για τα πυρηνικά, δεν παραβλέπεται η εσωτερική πίεση που δέχεται από τις προκλήσεις της Δύσης. Οι πληγές είναι ακόμα νωπές από τη δολοφονία του Κασέμ Σουλεϊμανί, διοικητή της Δύναμης Quds της ισλαμικής Επαναστατικής Φρουράς, τον Ιανουάριο και την έκρηξη σε πυρηνική εγκατάσταση την Ιούλιο. Αυτές οι ενέργειες αφήνουν μικρό περιθώριο ελιγμών για την Τεχεράνη, την ώρα που φτάνουν στη χώρα πληροφορίες για μυστική συνάντηση μεταξύ Ισραήλ, Σαουδικής Αραβίας και ΗΠΑ αλλά και πρόθεση του Τραμπ για ένα άμεσο κτύπημα. Πάντως το Ιράν έχει την ικανότητα τόσο να απορροφήσει κτυπήματα όσο και να πραγματοποιήσει επιθέσεις, συμβολικού κυρίως χαρακτήρα, εναντίον των ΗΠΑ. Με πεδίο μάχης το Ιράκ, για παράδειγμα, όπως έπραξε και τον Ιανουάριο στο πλαίσιο των αντιποίνων για τον θάνατο του Σουλεϊμανί, μπορεί να κινητοποιήσει παραστρατιωτικές οργανώσεις για επιθέσεις με ρουκέτες με ελεγχόμενες ζημιές. Εντούτοις, ο ηττημένος από τις εκλογές και απερχόμενος Πρόεδρος Τραμπ αποτελεί αστάθμητο παράγοντα και η απάντησή του θα μπορούσε να προκαλέσει μεγαλύτερη ένταση. Εναλλακτικά, θα μπορούσε να παίξει στο γήπεδο των συμμάχων των ΗΠΑ, όπως τις χώρες του Κόλπου, με προληπτικά κτυπήματα, αν και υπάρχουν φόβοι ότι οι κινήσεις τέτοιου μεγέθους θα προκαλέσουν μιαν ανεπιθύμητη αντεπίθεση, ένα ρίσκο που το Ιράν στην κατάσταση που βρίσκεται, δύσκολα θα αναλάμβανε. Να σημειωθεί ότι η αντιτρομοκρατική υπηρεσία του Ισραήλ, σε προειδοποίηση που εξέδωσε, εκτίμησε ότι το Ιράν ενδέχεται να επιχειρήσει να εξαπολύσει επιθέσεις σε γειτονικές χώρες, όπως στη Γεωργία, το Αζερμπαϊτζάν, την Τουρκία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και το Μπαχρέιν.

Η αναποτελεσματικότητα της διπλωματικής οδού

Από την άλλη, όμως, τα διπλωματικά εργαλεία που έχει η Τεχεράνη στη διάθεσή της για να απαντήσει, είναι πέρα για πέρα αναποτελεσματικά. Μόλις μερικές ώρες μετά τη δολοφονία του πυρηνικού επιστήμονα σε ενέδρα, το Ιράν αξίωσε όπως το Συμβούλιο Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών να καταδικάσει την ενέργεια και να λάβει μέτρα σε βάρος των δραστών. Καλοί γνώστες του αντικειμένου γνωρίζουν όμως ότι το αίτημα αυτό θα μείνει ανικανοποίητο. Αν και υπάρχει δυνατότητα το θέμα να συζητηθεί από το κορυφαίο όργανο του ΟΗΕ στην περίπτωση που ζητηθεί από κάποιο από τα δεκαπέντε μέλη του, ή θα μπορούσε να δώσει στη δημοσιότητα μιαν ανακοίνωση για το θέμα, εάν διαμορφωθεί συναίνεση για κάποιο κείμενο, εντούτοις, οι ΗΠΑ πολύ δύσκολα θα άφηναν να προχωρήσει η οποιαδήποτε ενέργεια του Συμβουλίου Ασφαλείας εναντίον του Ισραήλ. Σε συμβολικό και κατ’ επέκτασιν μη ουσιαστικό επίπεδο, παραλήπτης της επιστολής του Ιράν που επιδόθηκε μετά τη δολοφονία ήταν, εκτός του Συμβουλίου Ασφάλειας, και ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες, οποίος απηύθυνε μια γενικόλογη έκκληση για αυτοσυγκράτηση και καταδίκασε «κάθε δολοφονία και εξωδικαστική εκτέλεση».