Φτωχοποίηση και Χλιδή ΙΙΙ

Το Τμήμα Ευημερίας έπρεπε να έχει λόγο στον συντονισμό των ενεργειών κοινωνικής ευημερίας, αφού διαρθρωθεί και στελεχωθεί κατάλληλα. Με βάση σχετικούς δείκτες βιοτικού επιπέδου, κατανομής του εθνικού εισοδήματος, έπρεπε να παρακολουθείται η εξέλιξη της κοινωνικής ευημερίας, παράλληλα με τις διεργασίες αύξησης της παραγωγής/ανάπτυξης. Κι ανάλογα με τα ευρήματα να καθορίζονται οι κατευθύνσεις και οι τομείς στους οποίους θα δινόταν μεγαλύτερη έμφαση.

Αυτήn τη διάσταση προσπαθήσαμε να εισαγάγουμε στις εργασίες του Τμήματος από τις αρχές της δεκαετίας του 1970. Χαρακτηριστικό είναι το πιο κάτω απόσπασμα από το Τρίτο Σχέδιο, 1972-1976. Στο πλαίσιο της μεγαλύτερης έμφασης στις κοινωνικές υπηρεσίες που έδιδε το Σχέδιο, ύστερα από μια δεκαετία ραγδαίας κι απρόσκοπτης οικονομικής ανάπτυξης, ο εκπεφρασμένος στόχος ήταν «η τοποθέτηση του προγραμματισμού της κοινωνικής ανάπτυξης γενικότερα και της κοινωνικής ευημερίας ειδικότερα πάνω σε καλύτερη βάση, με την επεξεργασία ενός συνεκτικού προγράμματος κοινωνικών αντικειμενικών σκοπών και στόχων, καθώς και μέτρων πολιτικής ως μέρος της συνολικής προσπάθειας ανάπτυξης. Κάτι τέτοιο θα προωθήσει περισσότερο την ενσωμάτωση του κοινωνικού και οικονομικού προγραμματισμού». Η εφαρμογή του Τρίτου Σχεδίου διακόπηκε, ως γνωστόν, από την τουρκική εισβολή. Όμως στις αρχές της δεκαετίας του 1980 μετακαλέσαμε ειδικό εμπειρογνώμονα, ο οποίος υπέβαλε έκθεση για την ανάπτυξη των υπηρεσιών του Τμήματος Ευημερίας στους τομείς της έρευνας, αξιολόγησης, συγκέντρωσης κι επεξεργασίας στατιστικών στοιχείων και προγραμματισμού κοινωνικής ανάπτυξης. Αυτό είχαμε επίσης κατά νουν όταν κηρύξαμε τη δεκαετία 1990-2000 ως δεκαετία κοινωνικής ευημερίας. Δυστυχώς, το Τμήμα Ευημερίας παλινδρόμησε προς εκείνα τα πράγματα που παραδοσιακά έμαθε να κάνει καλύτερα και ούτε πήρε την ανάλογη στήριξη. Όμως η ανάπτυξη κατά κανόνα απαιτεί σπάσιμο με την παράδοση και διάνοιξη νέων δρόμων.

Ένα τέτοιο άλμα έγινε με τα Προγράμματα Κοινοτικής Ανάπτυξης. Από τα τέλη της δεκαετίας του 1960 συμφωνήσαμε με το Τμήμα Ευημερίας τη συμπερίληψη στον Προϋπολογισμό Ανάπτυξης ενός μικρού ποσού (ΛΚ3.000) για ενίσχυση εθελοντικών οργανισμών πολιτών για προώθηση διαφόρων προγραμμάτων στις κοινότητές τους. Σιγά-σιγά το σχέδιο αυτό μεγάλωσε και καθιερώθηκε αφού έγιναν οι απαραίτητες οργανωτικές δομές και διοικητικές διευθετήσεις. Ολοένα και μεγαλύτερος αριθμός εθελοντών παρουσιάζονταν, οι οποίοι οργανώθηκαν κάτω από μια πυραμίδα, τα Συμβούλια Κοινοτικής Ευημερίας (ΣΚΕ). Σιγά-σιγά ο θεσμός επεκτάθηκε και κάλυψε μεγάλο αριθμό προβλημάτων που αντιμετώπιζαν οι κοινότητες: ημερήσια φροντίδα παιδιών και ηλικιωμένων, περίθαλψη ατόμων με ειδικές ανάγκες, παροχή βοήθειας σε εργαζόμενες μητέρες στο σπίτι κ.ά.

Όταν το 1990 ανέλαβα το Υπουργείο Εργασίας, το κονδύλι αυτό ήταν της τάξης των ΛΚ60.000. Σε επισκέψεις που έκανα σε διάφορες κοινότητες διαπίστωσα από τη μια την τεράστια απήχηση που είχε το πρόγραμμα στο να κινητοποιήσει τους τοπικούς παράγοντες και τον κόσμο γενικά για να προσφέρουν στους συνανθρώπους τους κι από την άλλη τις πολύ μεγάλες δυνατότητες επέκτασής του για να καλύψει πρόσθετες ανάγκες. Μέχρι να λήξει η θητεία μου κατάφερα να ανεβάσω το ετήσιο ποσό του Προϋπολογισμού στις ΛΚ800.000. Ο Υπουργός Οικονομικών, ο συμπαθέστατος Γιώργος Συρίμης, δεν μπορούσε να αντισταθεί στο επιχείρημά μου για συνεχή αύξηση του κονδυλίου, όταν ισχυριζόμουν στο Υπουργικό Συμβούλιο ότι η επένδυση αυτή της Κυβέρνησης ήταν η πιο αποδοτική από όλες: Για κάθε μία λίρα που έβαζε η Κυβέρνηση η ιδιωτική/εθελοντική πρωτοβουλία κατάφερνε να μαζεύει άλλες πέντε από εράνους, εθελοντικές συνεισφορές κι εκδηλώσεις. Μάλιστα το όφελος για την Κυβέρνηση ήταν ακόμη πιο μεγάλο, αν ελάμβανε κανένας υπόψη ότι πολλά απ' αυτά τα προγράμματα, αν δεν υπήρχαν τα ΣΚΕ, θα έπρεπε να τα αναλάβει εξολοκλήρου η Κυβέρνηση. Για να επαυξήσουμε ακόμη περισσότερο την αποτελεσματικότητα των ΣΚΕ, υιοθετήσαμε κι εδώ μια πρακτική που εφαρμόζαμε στην περίπτωση της χρηματοδότησης δημοτικών έργων, δηλαδή την ανάληψη από μέρους των ΣΚΕ δανείου από τα Συνεργατικά Πιστωτικά Ιδρύματα για την εκτέλεση συμφωνημένων σχεδίων και την καταβολή εκ μέρους μας της ετήσιας δόσης που μας αναλογούσε. Πρέπει να σημειώσω με ιδιαίτερη ικανοποίηση ότι το πρόγραμμα αυτό όχι μόνο δεν περιστάληκε από τις μετέπειτα Κυβερνήσεις αλλά απεναντίας ενισχύθηκε ακόμη περισσότερο. Το 2003 το σχετικό κονδύλι ήταν της τάξης των ΛΚ 3.900.000 και το 2006 ανήλθε σε ΛΚ 4.640.000. Δυστυχώς με την υπαγωγή του ευρύτερου θέματος του εθελοντισμού από το Τμήμα Ευημερίας στον νέο θεσμό του Επιτρόπου Εθελοντισμού η ουσιαστική αυτή πτυχή της κοινωνικής ευημερίας, τόσο από πλευράς μεγέθους όσο κι από πλευράς γεωγραφικής κατανομής, ουσιαστικά καθηλώθηκε.

Πέραν των σημαντικών οικονομικών πόρων που συγκεντρώθηκαν με τον τρόπο αυτό, η μεγάλη επέκταση των κοινοτικών προγραμμάτων σε πλείστους όσους τομείς και σε όλη την επικράτεια, καθώς κι η κινητοποίηση κι οργάνωση της κοινοτικής κι εθελοντικής πρωτοβουλίας, δημιούργησαν άριστες προυποθέσεις για την ανάπτυξη του τομέα της κοινωνικής οικονομίας στην Κύπρο. Ως γνωστόν, η Ε.Ε. με τον Κανονισμό με αριθμό 1086/2006 (Α.3(1)(γ)), που αφορά την ενίσχυση της κοινωνικής ένταξης μειονεκτούντων ατόμων και καταπολέμηση των διακρίσεων κάθε μορφής στην αγορά εργασίας, εισηγείται την αναζήτηση τρόπων προώθησης των δυνατοτήτων απασχόλησης, μεταξύ άλλων στον τομέα της κοινωνικής οικονομίας, καθώς και πρόσβασης στην επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση. Στην Κύπρο, οι μη κερδοσκοπικές οργανώσεις, αν και επιτελούν σημαντικό κοινωνικό έργο, δεν παρουσιάζουν ιδιαίτερη δραστηριότητα στα θέματα αυτά. Ο τομέας της κοινωνικής οικονομίας είναι σχεδόν άγνωστος.

*Πρώην Υπουργός, πρώην Γενικός Διευθυντής Γραφείου Προγραμματισμού