Είναι ο μισθός προστατευόμενη από το Σύνταγμα ιδιοκτησία;

Το πολύκροτο θέμα της περικοπής ποσοστού των μισθών και των συντάξεων των δημοσίων υπαλλήλων ξεκίνησε με το ερώτημα, αν ο μισθός και η σύνταξη είναι οποιουδήποτε είδους ιδιοκτησία, όπως περιγράφεται στο άρθρο 23(1) του Συντάγματος. Οι νομικοί αναζήτησαν την απάντηση στο ερώτημα μέσα σε ένα λαβύρινθο αναλύσεων, νομικών απόψεων και συγγραμμάτων, προηγούμενων αποφάσεων δικαστηρίων, νομικής βιβλιογραφίας και κατέληξαν σε διφορούμενες και αντικρουόμενες απόψεις. Στο τέλος επικράτησε η απόφαση της πλειοψηφίας των δικαστών της ολομέλειας του Α.Δ.

Οι νομικοί και η νομική επιστήμη μπαίνουν σε δύσβατα μονοπάτια νομικής επιχειρηματολογίας, όπου οι απόψεις είναι πολλές φορές αντίθετες, ανάλογα με τα επιχειρήματα και την οπτική γωνία της κάθε άποψης. Για τούτο τις περισσότερες φορές και οι αποφάσεις του Ανωτάτου λαμβάνονται με πλειοψηφία, δηλαδή η μειοψηφία συνήθως υποστηρίζει το αντίθετο.

Θα προσπαθήσω να διατυπώσω μερικές σκέψεις, χωρίς να έχω νομική εκπαίδευση και κατάρτιση, ή να στηριχτώ σε βιβλιογραφία, ή νομολογία για το θέμα, στηριζόμενος στην κοινή λογική, με την οποία η νομική πολλές φορές δεν συμφωνεί.

Νομίζω ότι ο νομοθέτης, κατά τον καταρτισμό του Συντάγματος, δεν θεωρούσε τους μισθούς ή τις συντάξεις ως ιδιοκτησία. Αν συνέβαινε τούτο, νομίζω ότι θα το ανέφερε με σαφήνεια ή θα περιελάμβανε δεσμεύσεις και περιορισμούς, όπως έπραξε και για την «κλασική» ιδιοκτησία, που κοινώς είναι αποδεκτή ως ιδιοκτησία γης, οικοπέδων, οικοδομών, βιομηχανικών εγκαταστάσεων κ.ά. Φυσικά υπάρχει και η κινητή ιδιοκτησία, που αναφέρεται στο άρθρο 23.

Πριν απαντήσουμε στο ερώτημα αν ο μισθός αποτελεί ιδιοκτησία του μισθωτού, πρέπει να καθορίσουμε τα χαρακτηριστικά της ιδιοκτησίας. Η κοινή λογική θεωρεί ότι το αντικείμενο της ιδιοκτησίας έχει τίτλο επ’ ονόματι του ιδιοκτήτη, μπορεί κάποιος να το αγοράσει και να το πωλήσει, μπορεί να το δωρίσει, να το κληροδοτήσει και κάποιος να το διεκδικήσει ως κληροδότημα. Η ιδιοκτησία έχει διαχρονική ισχύ και ο ιδιοκτήτης μπορεί να το στερηθεί μόνο ύστερα από φυσική ή άλλη καταστροφή, π.χ. αν η ιδιοκτησία είναι είδος οικοδομής. Ο μισθός όμως και η σύνταξη δεν έχει ούτε τίτλο ιδιοκτησίας, ούτε μπορεί κάποιος να τον αγοράσει από τον μισθωτό, ή ο μισθωτός να τον πωλήσει, να τον κληροδοτήσει ή να τον μεταβιβάσει. Ο μισθός όμως δεν έχει διαχρονική ισχύ και, εκτός από τον δεδουλευμένο μισθό, μπορεί ο μισθωτός να απολέσει τον μισθό του για πολλούς λόγους. Μόνο η σύνταξη είναι για τον συνταξιούχο κατοχυρωμένη εφ’ όρου ζωής.

Με την πιο πάνω λογική θεωρώ ότι ο μισθός και η σύνταξη δεν είναι ιδιοκτησία, η οποία να έχει την κατοχύρωση της ιδιοκτησίας που καταγράφεται στο άρθρο 23 του Συντάγματος. Επομένως ο μισθός και η σύνταξη δεν μπορεί να έχουν την προστασία την οποία ορίζει το άρθρο 23 του Συντάγματος σε «οιανδήποτε κινητήν ή ακίνητον ιδιοκτησίαν» και επομένως ο μισθωτός δεν μπορεί να «απαιτεί» για τον μισθό του και ο συνταξιούχος για τη σύνταξή του «τον σεβασμόν του τοιούτου δικαιώματος αυτού», σύμφωνα με το άρθρο 23 του Συντάγματος.

Αν ο μισθός αποτελούσε ιδιοκτησία, σύμφωνα με το άρθρο 23 του Συντάγματος, και αυτή ήταν και η άποψη του νομοθέτη, θα έπρεπε να υπάρχει στο Σύνταγμα και επεξήγηση ή περιορισμός, ότι ο μισθός του δημόσιου και του ημιδημόσιου τομέα αποτελούσε ιδιοκτησία για τον μισθωτό, για να μπορεί να θεωρηθεί ΜΟΝΟΝ ο μισθός των δημοσίων υπαλλήλων ως ιδιοκτησία και ο μισθωτός να έχει δικαίωμα «να απαιτή τον σεβασμόν του τοιούτου δικαιώματος αυτού».

Με την κοινή λογική αλλά και με τη νομική λογική θα μπορούσε κάποιος να πει ότι το Ανώτατο Δικαστήριο αποφάσισε μόνο για τους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων, επειδή ΜΟΝΟ δημόσιοι υπάλληλοι προσέφυγαν στη δικαιοσύνη και διεκδίκησαν τα δικαιώματα της ιδιοκτησίας του μισθού και της σύνταξής των. Επομένως, αν προσφύγουν στη Δικαιοσύνη και ιδιωτικοί υπάλληλοι, θα υπάρχει η νομολογία από την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου κι έτσι θα θεωρηθεί και ο δικός τους μισθός ως ιδιοκτησία με προστασία του Συντάγματος.

Στο σημείο αυτό θα αφήσω κατά μέρος τη νομική λογική. Σύμφωνα με την κοινή λογική στο άκουσμα μιας τέτοιας δικαίωσης των ιδιωτικών υπαλλήλων θα αρχίσει να γελά μέχρι και το παρδαλό κατσίκι, ενώ οι «δικαιωμένοι» ιδιωτικοί υπάλληλοι θα κλαίνε και θα οδύρονται για την απώλεια της εργασίας των και όχι μόνο του μισθού των που θα έχει «τον σεβασμό», όπως προνοεί το Σύνταγμα.