Η τουρκική πολιτική κάτω από τον κ. Ερντογάν

Η πανδημία και η τραγική κατάσταση απ’ αυτήν κυριαρχούν σήμερα στη διεθνή πολιτική σκηνή σε τρόπον ώστε κλασικές περιπτώσεις στις διεθνείς σχέσεις να περάσουν σε δεύτερη μοίρα. Εντούτοις, βρίσκονται πάντα εκεί σε υποβόσκουσα κατάσταση.

Τα τελευταία χρόνια και κάτω από τον κ. Ερντογάν η πολιτική της Τουρκίας απασχολεί τους ειδικούς στη διεθνή πολιτική.

Η Τουρκία είναι από τα βασικά μέλη του ΝΑΤΟ στην περιοχή από το 1952. Προσπαθεί δε από χρόνια με αρχήν τον δημιουργό της, Μουσταφά Κεμάλ, να προσεταιρισθεί τη Δύση. Από χρόνια δε στη σύγχρονη εποχή προσπαθεί να εισέλθει στην ΕΕ, μέχρι σήμερα ανεπιτυχώς.

Τελευταία, όμως, ακολουθεί μιαν αλλοπρόσαλλη πολιτική, που μερικοί παρατηρητές αποκαλούν «οππορτουνιστική», φτάνοντας μέχρι του σημείου να διερωτηθούν αν η Τουρκία θα άλλαζε στρατόπεδο (βλ. Luis Lema, “Et si la Turquie changeait du camp?”, Le Temps, 6 Ιουλίου 2019, Κύριον Άρθρον, σελ. 1).

Στην πραγματικότητα, για μια εποχή η Τουρκία πλησίασε τη Ρωσίαν του κ. Πούτιν και έκαμε την πολύκροτη αγορά των ρωσικών πυραύλων S-400 για περίπου 2,5 δισεκατομμύρια δολάρια, που εξόργισε τους Αμερικανούς. Κατά τους τελευταίους, αφού η Τουρκία είναι μέλος του ΝΑΤΟ, δεν μπορεί να αγοράζει πυραύλους από τη Ρωσία.

Οι ρωσο-τουρκικές σχέσεις περνούν από διάφορα στάδια, το ίδιο και οι αμερικανο-τουρκικές. Είναι η πολιτική του «οππορτουνισμού».

Ο κ. Ερντογάν κάνει ό,τι κατά τη γνώμη του είναι προς το συμφέρον της χώρας του χωρίς να λαμβάνει υπόψη κανένα φραγμό. Κάποτε παρατραβά το σχοινί. Η Ελλάδα και η Κύπρος έχουν να αντιμετωπίσουν αυτήν την πολιτική, το ίδιο και ο κ. Αλ-Άσαντ.

Θα δούμε πού θα καταλήξει αυτή.

*Δικηγόρος, Διδάκτωρ Πολιτικών Επιστημών & Διεθνών Σχέσεων (Η.Ε.Ι,. Γενεύης Ελβετίας), Πρόεδρος του Ιδρύματος Θεοδούλου, Πρώην Μέλος της Γραμματείας του ΟΗΕ