Αναλύσεις

Η ευρωπαϊκή πρωτοβουλία

«Οι Ευρωπαίοι ηγέτες ενέκριναν πρόγραμμα ύψους 750 δισεκατομμυρίων ευρώ, προς αντιμετώπιση των οικονομικών συνεπειών της πανδημίας»

Σημαντικές είναι οι αποφάσεις που λήφθηκαν, αφότου ολοκληρώθηκαν οι διαπραγματεύσεις μεταξύ των αρχηγών των κρατών-μελών αναφορικά με τον νέο πολυετή προϋπολογισμό της Ένωσης για την περίοδο 2021-2027 (Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο), αλλά και τη δημιουργία του Ταμείου Ανάκαμψης. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες ενέκριναν πρόγραμμα ύψους 750 δισεκατομμυρίων ευρώ, προς αντιμετώπιση των οικονομικών συνεπειών της πανδημίας. Στα θετικά καταγράφεται ότι για πρώτη φορά στην ιστορία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) υπάρχει έκδοση κοινού ευρωπαϊκού χρέους με εγγυήσεις που παρέχονται από τα κράτη-μέλη, κάτι που καταδεικνύει την αποφασιστικότητα για κοινή δράση προς αντιμετώπιση των προβλημάτων.

Το γεγονός ότι η πανδημία έχει επηρεάσει οικονομικά την Ευρώπη στο σύνολό της αλλά και την κάθε χώρα ξεχωριστά, οδήγησε σε αυτήν τη συλλογική απόφαση. Το Ταμείο Ανάκαμψης θα έχει διάρκεια τρία συν τρία χρόνια (τρία χρόνια μέχρι το 2023 για τη δέσμευση των χρημάτων και άλλα τρία μέχρι το 2026 για την ολοκλήρωση των δράσεων).

Σημειώνεται ότι η αναλογία χορηγήσεων προς δάνεια έχει αλλάξει σημαντικά, με τα δάνεια που στον αρχικό σχεδιασμό αφορούσαν το ένα τρίτο, να αυξάνονται περίπου στο μισό που αποφασίστηκε. Αυτό, σε συνδυασμό με τη διαδικασία που προϋποθέτει την εκταμίευση χρημάτων και τις «εκπτώσεις» (rebates: πληρωμές/αντιστάθμισμα σε συγκεκριμένες χώρες του σκληρού πυρήνα της ΕΕ για την παραχώρηση των εγγυήσεων), έδωσαν τη δυνατότητα για θετική κατάληξη των συζητήσεων.

Tα κράτη-μέλη θα πρέπει να καταθέσουν στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή προγράμματα ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, τα οποία θα αξιολογούνται πριν να πραγματοποιείται οποιαδήποτε εκταμίευση, ενώ θα υπάρχει και έλεγχος μετά την εκταμίευση. Το 30% των κεφαλαίων θα πρέπει να προορίζονται για προγράμματα που αφορούν την κλιματική αλλαγή και τους στόχους της Συμφωνίας του Παρισιού.

Αν υπάρξει οποιαδήποτε εκτροπή των δαπανών από την υλοποίηση των στόχων του εθνικού σχεδίου που εγκρίθηκε, τότε οι εκταμιεύσεις αναστέλλονται και το θέμα θα συζητείται στο πλαίσιο των συναντήσεων του Eurogroup, ώστε να λαμβάνονται τα ανάλογα διορθωτικά μέτρα.

Σίγουρα η απόφαση είναι ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση. Οι αλλαγές όμως στον αρχικό σχεδιασμό και οι διαφωνίες που υπήρξαν, ανέδειξαν το γεγονός ότι απέχουμε πολύ από αυτό που λέμε ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Η Κύπρος θα παραχωρήσει τις ανάλογες εγγυήσεις και συνεισφορές σε ό,τι αφορά το πρόγραμμα και θα μπορεί να αντλήσει τα ανάλογα κεφάλαια.

Το πρόγραμμα το οποίo θα κατατεθεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα πρέπει να σχεδιαστεί προσεκτικά, ώστε να διασφαλίζεται η μεγαλύτερη δυνατή άντληση πόρων για ενίσχυση των παραγωγικών δυνάμεων του τόπου, χωρίς να παρεισφρήσουν πρόνοιες οι οποίες ενδεχομένως να δημιουργούν ζητήματα σε συγκεκριμένους τομείς της οικονομίας, όπως είναι οι ενιαίες φορολογικές πολιτικές.

Η συζήτηση των αποφάσεων μεταφέρεται τώρα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Ο μεγάλος χαμένος είναι ο ευρωπαϊκός προϋπολογισμός, ο οποίος συρρικνώνεται σημαντικά τα επόμενα χρόνια, ώστε να καλυφθεί το ποσό των χορηγήσεων, κάτι που θα επηρεάσει μελλοντικά τις πολιτικές της ΕΕ.

Ενδεχομένως, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να αναζητήσει νέες πηγές χρηματοδότησης και να δούμε επαναφορά προτάσεων όπως ο φόρος στις χρηματοπιστωτικές συναλλαγές και οι περιβαλλοντικοί δασμοί, και να διεκδικήσει ενεργότερο ρόλο στον έλεγχο της ροής των κεφαλαίων, καθιστώντας παράλληλα ισχυρότερη τη διασύνδεση του προγράμματος με τον σεβασμό των αρχών της Ένωσης.

Την ίδια στιγμή, ανοικτό είναι το ενδεχόμενο η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) να επαναξιολογήσει τα προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης, λαμβάνοντας υπόψη το εύρος του πακέτου στήριξης που αποφασίστηκε. Αυτό μπορεί να συνδυαστεί με το γεγονός ότι πλησιάζει η ημερομηνία που το Συνταγματικό Δικαστήριο της Καρλσρούης θα αποφανθεί για τις αγορές ομολόγων από την ΕΚΤ.

H προηγούμενη οικονομική κρίση βρήκε απροετοίμαστη την Ευρωζώνη, καθώς δεν υπήρχαν οι μηχανισμοί άμεσης αντίδρασης για την αντιμετώπισή της. Οι μεγάλες αλλαγές και τα όποια μέτρα (Μηχανισμοί Στήριξης, Σύμφωνο Σταθερότητας κ.λπ) ήρθαν ετεροχρονισμένα, μετά το 2008, σε μια προσπάθεια να διασφαλιστεί η δημοσιονομική πειθαρχία των κρατών-μελών και να αποφευχθούν νέα περιστατικά υπερβολικών ελλειμμάτων.

Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι όταν η Ελλάδα ζήτησε στήριξη, ως πρώτη χώρα, οι Ευρωπαίοι Υπουργοί Οικονομικών και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο έτρεχαν να «εφεύρουν» τον μηχανισμό στήριξης, ενώ είναι κοινώς αποδεκτό ότι υπήρξαν σημαντικά λάθη στα προγράμματα που εφαρμόστηκαν στη χώρα, οδηγώντας τη σε βαθιά ύφεση.

Σημειώνεται ότι το οικοδόμημα του ευρώ δεν είχε εξαρχής συνδυαστεί με παράλληλη δημοσιονομική ένωση. Αντίθετα, επιχειρήθηκε η συνύπαρξη οικονομιών με πολύ διαφορετικά χαρακτηριστικά και αντοχές. Η βιομηχανική Γερμανία, για παράδειγμα, και η Κύπρος των υπηρεσιών, εφαρμόζουν κοινή νομισματική πολιτική, χωρίς όμως να υπάρχει ενιαίος ευρωπαϊκός προϋπολογισμός, κάτι το οποίο είναι πολύ δύσκολο να συνυπάρξει.

Η εφαρμογή του Δημοσιονομικού Συμφώνου είχε σκοπό τη διασφάλιση της βιωσιμότητας των εθνικών οικονομιών αλλά και της ευρωπαϊκής οικονομίας, θέτοντας συγκεκριμένους στόχους για τους κύριους δημοσιονομικούς δείκτες, όπως το δημόσιο χρέος και το έλλειμμα, και μηχανισμούς «τιμωρίας» και επαναφοράς οικονομιών εντός των στόχων. Φυσικά, υπήρχαν περιπτώσεις, όπως αυτές της Ισπανίας και της Γαλλίας, όπου η Ευρώπη δεν προχώρησε στην επιβολή κυρώσεων όταν οι οικονομίες τους τέθηκαν εκτός δημοσιονομικών στόχων. Σε ό,τι αφορά το Σύμφωνο, με την εξάπλωση του κορωνοϊού υπήρξαν σημαντικές χαλαρώσεις, με προσωρινό χαρακτήρα.

Και ενώ απέχουμε πολύ από την ευρωπαϊκή ενοποίηση, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προετοιμάζει το έδαφος (μέσα από το άρθρο 116 της συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης που παρέχει τη δυνατότητα διόρθωσης στρεβλώσεων - ποτέ δεν έχει χρησιμοποιηθεί στο παρελθόν) για την επιβολή κανόνων φορολογίας σε όλα τα κράτη-μέλη, μόνο με ενισχυμένη πλειοψηφία, αποφεύγοντας το δικαίωμα αρνησικυρίας που έχουν τα κράτη μέλη σε ό,τι αφορά τα φορολογικά τους θέματα.

Φυσικά, η τελευταία απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου σε σχέση με την Apple επιβεβαιώνει ότι τα θέματα φορολογίας αποτελούν κυρίαρχο δικαίωμα κάθε χώρας, με τις εταιρείες να πρέπει να προβαίνουν στους ανάλογους φορολογικούς σχεδιασμούς. Αυτό έρχεται να συμπληρώσει την πρόθεση της Γερμανικής Προεδρίας να υιοθετήσει την ενιαία εταιρική φορολογική βάση. Γίνεται αντιληπτό ότι τα πιο πάνω αναμένεται να επηρεάσουν τον τομέα των υπηρεσιών, ο οποίος ήδη αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις.

Υπενθυμίζεται ότι υπήρξε η δρομολόγηση ενός Ευρωπαϊκού Συστήματος Εγγύησης Καταθέσεων (EDIS), το οποίο θα μπορούσε να συσταθεί υπό τη μορφή συστήματος αντασφάλισης σε ευρωπαϊκό επίπεδο για τα εθνικά καθεστώτα εγγύησης καταθέσεων. Εντούτοις, ακόμη υπάρχουν σημαντικές διαφωνίες μεταξύ των κρατών-μελών.

Είναι σημαντικό να υπάρξει μια ολοκληρωμένη μελέτη σε ό,τι αφορά την οικονομία κάθε κράτους-μέλους της Ευρωζώνης, ώστε η μεταφορά οποιωνδήποτε αρμοδιοτήτων κεντρικά να μην οδηγεί σε χώρες δύο ταχυτήτων. Εν αντιθέσει με τις βιομηχανικές οικονομίες, το φορολογικό σύστημα αποτελεί σημαντικό οικονομικό εργαλείο για τις χώρες που αποτελούν χρηματοοικονομικά κέντρα. Συνεπώς, γίνεται αντιληπτό ότι η νομισματική ολοκλήρωση θα πρέπει να προσφέρει δυνατότητες διαφοροποίησης των εθνικών φορολογικών πολιτικών ανά περίπτωση, πάντοτε εντός του πλαισίου των ευρωπαϊκών αρχών.