Διεθνή

Κινδυνεύει να μείνει στο «κόκκινο» λόγω πανδημίας ο «φωτεινός σηματοδότης»

Στο ζήτημα της υποχρεωτικότητας των εμβολιασμών καταγράφηκε η πρώτη επίσημη «τούμπα» του 'Ολαφ Σολτς, οποίος είχε αντιταχθεί σε αυτό το μέτρο κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας

Μετά από εβδομάδες διαπραγματεύσεων ο συνασπισμός «φωτεινός σηματοδότης» άναψε πράσινο για δημιουργία νέας κυβέρνησης στη Γερμανία. Κάτω από το αβάσταχτο βάρος της πανδημίας ο ηγέτης των Σοσιαλδημοκρατών (SPD), Όλαφ Σολτς, με συνοδοιπόρους τους Πράσινους και τους Ελεύθερους Δημοκράτες (FDP), αναλαμβάνει να γεμίσει τα μεγάλα παπούτσια που του κληροδότησε η Άγκελα Μέρκελ. Οι προκλήσεις πολλές. Παρόλο που η συμφωνία συνασπισμού περιλαμβάνει τολμηρά επενδυτικά σχέδια με περιβαλλοντικές ανησυχίες και μια πιο προοδευτική ατζέντα, δεν είναι βέβαιο ότι ο αστάθμητος παράγοντας της πανδημίας θα τα αφήσει να προχωρήσουν. Πριν καν αναλάβει την καγκελαρία ο Σολτς είναι αναγκασμένος να αθετήσει προεκλογικές υποσχέσεις σε σχέση με τους εμβολιασμούς. Την ίδια ώρα, οι τρεις εταίροι έχουν σημαντικές εκκρεμότητες στη διεθνή αρένα, με κάποιες από αυτές να βρίσκονται ήδη στο κατώφλι της χώρας τους. Τέλος, τίθεται το ερώτημα πώς τα τρία αυτά φιλοευρωπαϊκά κόμματα δύνανται να εμβαθύνουν την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση.

Οι προκλήσεις της νέας κυβέρνησης

Η κυβέρνηση υπό τον σοσιαλδημοκράτη μελλοντικό καγκελάριο αναλαμβάνει την εξουσία σε μια εξαιρετικά κρίσιμη χρονική συγκυρία για τη χώρα. Δίχως αμφιβολία, την ατζέντα θα μονοπωλήσει ο τρόπος διαχείρισης της πανδημίας. Αύξηση κρουσμάτων και θανάτων, υποχρεωτικότητα εμβολιασμών και σύστημα υγείας περιμένουν να τύχουν διαχείρισης από τον «φωτεινό σηματοδότη», ενώ την πόρτα της χώρας έχει ήδη περάσει η παραλλαγή «Όμικρον».

Στο ζήτημα της υποχρεωτικότητας των εμβολιασμών καταγράφηκε η πρώτη επίσημη «τούμπα» του 'Ολαφ Σολτς, οποίος είχε αντιταχθεί σε αυτό το μέτρο κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας, εντούτοις, πριν ακόμα αναλάβει επίσημα τα καθήκοντα ως καγκελάριος, ανακοίνωσε ότι θα αποτελέσει αντικείμενο πρότασης νόμου που θα κατατεθεί στο κοινοβούλιο πριν από το τέλος της χρονιάς, σε μια προσπάθεια να αναχαιτιστεί η έξαρση των μολύνσεων.

Η σύμπραξη με τους Πράσινους αλλά και η ανάδειξη της κλιματικής αλλαγής σε μείζον θέμα κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας «καταδίκασαν» τη νέα κυβέρνηση να «κοστολογεί» την όποια νομοθεσία με βάση τον αντίκτυπό της στο περιβάλλον. Έτσι αναμένεται μια μεγαλύτερη στροφή στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας με εγκαταστάσεις ηλιακής ενέργειας, δημιουργία αιολικών πάρκων και νέα «πράσινα» κτήρια. Ο φιλόδοξος στόχος που τέθηκε είναι μέχρι το 2030 το 80% της ηλεκτρικής ενέργειας να προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και η χρήση άνθρακα να καταργηθεί σταδιακά.

Επίσης, σχεδιάζουν μια σειρά μεταρρυθμίσεων για τη διευκόλυνση της απόκτησης γερμανικής υπηκοότητας. Οι αλλαγές προνοούν την πολιτογράφηση μετά από πέντε χρόνια ή ακόμα και τρία κάτω από συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Παιδιά που θα γεννιούνται στη Γερμανία από μη Γερμανούς γονείς θα λαμβάνουν αυτόματα υπηκοότητα εάν ένας από τους γονείς αποδεικνύει ότι διαμένει στη χώρα για πάνω από πέντε χρόνια. Η συνθήκη του νέου συνασπισμού επιδιώκει με αυτόν τον τρόπο να κάνει από τη μια θελκτική τη μετανάστευση στη χώρα, περιορίζοντας ταυτόχρονα τους παράτυπους μετανάστες.

Στο θέμα της ασφάλειας, οι τρεις εταίροι συμφωνούν ότι πρέπει να επενδύσουν στα drones, ώστε να χρησιμοποιηθούν «για την προστασία των μελών του στρατού στις διεθνείς αποστολές», λαμβάνοντας όμως υπόψη τα ζητήματα ηθικής και ασφάλειας.

Τέλος, σχεδιάζουν την «ελεγχόμενη διάθεση της κάνναβης από αδειοδοτημένα καταστήματα σε ενηλίκους για λόγους κατανάλωσης». Έτσι «θα ελέγχεται η ποιότητα, θα εμποδίζεται η διάθεση μολυσμένων ουσιών και θα διασφαλίζεται η προστασία των ανηλίκων». Πάντως, τα σχέδια για τη νομιμοποίηση της κάνναβης διχάζουν την κοινή γνώμη, αφού σύμφωνα με τα όσα καταγράφει δημοσκόπηση, το 43% τάσσεται υπέρ της σχεδιαζόμενης νομιμοποίησης, ενώ οι υπόλοιποι απορρίπτουν το σχέδιο.

Τι σημαίνει για τον κόσμο

Οι επιδόσεις του «φωτεινού σηματοδότη» θα πρέπει να έχουν αντίστοιχες αποδόσεις και στην εξωτερική πολιτική. Σε πρώτο πλάνο βρίσκονται οι σχέσεις της Γερμανίας με τη Ρωσία. Παραδοσιακά οι σχέσεις των δύο χωρών χαρακτηρίζονταν ως «βαθιές αλλά ευέλικτες», ενώ η νέα κυβέρνηση προανήγγειλε ότι θα έχει έναν «εποικοδομητικό διάλογο» βασισμένο στο «διεθνές δίκαιο, τα ανθρώπινα δικαιώματα και την ειρηνική συνύπαρξη με την Ευρώπη». Φυσικά, κανείς δεν εξηγεί πώς θα γίνει με ρεαλιστικό τρόπο μια τέτοια συζήτηση με φόντο την κράτηση του Αλεξέι Ναβάλνι και την κλιμακούμενη ένταση στην Ουκρανία. Στο ίδιο πλαίσιο το Βερολίνο θα πρέπει να καταφέρει να συγκεράσει τις ανησυχίες των χωρών της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης για τη ρωσική απειλή με τις προσπάθειες χαλάρωσης των κυρώσεων κατά της Μόσχας, έχοντας το βλέμμα στραμμένο στον αγωγό φυσικού αερίου Nord Stream 2.

Στο ζήτημα των σχέσεων με το ΝΑΤΟ, πριν από τη δημιουργία του συνασπισμού υπήρχε ο κίνδυνος να τερματιστεί η συμφωνία για τα αμερικανικά πυρηνικά όπλα και τα αεροσκάφη Tornado. Ορισμένοι στελέχη των Σοσιαλδημοκρατών και των Πρασίνων είχαν ασκήσει έντονη κριτική στο ρόλο της Γερμανίας για τη συμφωνία των πυρηνικών, υποστηρίζοντας ότι το Βερολίνο θα πρέπει να ανοίξει τον δρόμο για έναν κόσμο χωρίς πυρηνικά όπλα. Εντούτοις, με την άνοδο στην εξουσία το λεκτικό έχει αλλάξει. Η μόνη «σκιά» εντοπίζεται στην αναφορά για τη Μεγάλη Βρετανία, όπου καταγράφεται μεν ότι είναι μια χώρα στενός σύμμαχος έξω από την ΕΕ, αλλά υπάρχουν αυστηρές συστάσεις για πλήρη εφαρμογή των διατάξεων της συμφωνίας για το Brexit, με ειδική αναφορά στο Σύμφωνο για τη Βόρεια Ιρλανδία και την προοπτική για «αντίποινα» σε αντίθετη περίπτωση.

Σε «ενδοοικογενειακό» επίπεδο, η νέα κυβέρνηση εμφανίζεται πιο αυστηρή από την προκάτοχό της όσον αφορά τις συστηματικές παραβιάσεις του κράτους δικαίου από την Πολωνία και την Ουγγαρία. Και τα τρία μέρη του συνασπισμού είναι φιλοευρωπαϊκά, με τους ειδικούς να προεξοφλούν ότι το Βερολίνο θα επιδιώξει περαιτέρω εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.

Περισσότερη ένωση;

Μερίδα αναλυτών εκτιμούν ότι ο συνασπισμός υπό την ηγεσία του Σολτς ίσως είναι το τελευταίο κομμάτι του παζλ που θα μπορούσε να ενοποιήσει σε μεγαλύτερο βαθμό το ευρωπαϊκό οικοδόμημα.

Από τις προγραμματικές δηλώσεις φαίνεται ότι ο νέος καγκελάριος σχεδιάζει να κρατήσει τον ηγεμονικό ρόλο της Γερμανίας εντός του μπλοκ των 27, «με στόχο να αναδειχθεί η ΕΕ ένας δυνατός παίκτης σε έναν κόσμο που χαρακτηρίζεται από την αβεβαιότητα και ένα ανταγωνιστικό πολιτικό σύστημα». Μάλιστα, υπενθυμίζει στους Γερμανούς ότι η χώρα τους έχει ρόλο και υποχρεώσεις που ξεπερνούν το στενό εθνικό επίπεδο.

Σε ρητορικό τουλάχιστον επίπεδο, υπάρχει δέσμευση να προχωρήσει σε τέτοιο βαθμό η ΕΕ, ώστε να γίνει ένα «ομοσπονδιακό ευρωπαϊκό κράτος». Αυτό θα μπορούσε να επιτευχθεί σε πρώτο στάδιο με την υιοθέτηση αποφάσεων για την εξωτερική πολιτική με πλειοψηφία και όχι με ομοφωνία, όπως γίνεται σήμερα. Αυτήν τη στιγμή, θεωρείται ότι η ΕΕ δεν μπορεί να έχει μια ενιαία φωνή σε θέματα εξωτερικής πολιτικής, αφού συχνά οι μεγάλοι παγκόσμιοι παίκτες εκμεταλλεύονται μεμονωμένα κράτη μέλη και τα «πείθουν» να ασκήσουν βέτο σε συγκεκριμένες προτάσεις.

Ωστόσο, η αλλαγή των συνθηκών της ΕΕ για να περάσει μια τέτοια πρόταση θα είναι πολύ δύσκολη, εάν ληφθούν υπόψη τα αντικρουόμενα συμφέροντα σε σειρά ζητημάτων μεταξύ των κρατών μελών. Πώς θα συμφωνήσει Γαλλία και Ιταλία για το ζήτημα της Λιβύης; Ή πώς θα μπορούσε Κύπρος και Ελλάδα να υιοθετήσουν τη φιλοτουρκική στάση της Γερμανίας στα ζητήματα της Ανατολικής Μεσογείου;