H εφαρμογή του νόμου περί προσωπικών δεδομένων

Από την αρχή δεν έβλεπα με καλό μάτι τον νόμο περί προσωπικών δεδομένων και ιδιαίτερα την εφαρμογή του με τους περιορισμούς που επιβάλλει. Πολλές φορές σκέφτηκα ότι ο νόμος δεν προσφέρει ουσιαστική προστασία των προσωπικών δεδομένων μας. Αντίθετα, προστατεύει εκείνους που επιδιώκουν να αποκρύψουν παράνομες πράξεις ή να προστατεύσουν τον εαυτό τους από τις συνέπειες μιας πράξης τους. Εκτός τούτου, στην εφαρμογή του νόμου παρουσιάζονται διάφορες αντινομίες, που δυσκολεύουν και την καθημερινή ζωή, αλλά και διάφορες ενέργειες για διεκπεραίωση κάποιων θεμάτων.

Η άποψή μου αυτή ενισχύθηκε, όταν διάβασα ένα άρθρο του κ. Αντώνη Π. Λοiζου, που περιέγραφε διάφορες περιπτώσεις, όπου η εφαρμογή του νόμου εμπόδιζε πράξεις και ενέργειες, που ήταν απαραίτητες να γίνουν. Παρουσίαζε και διάφορες αντινομίες, όπου ήταν επιτρεπτή η παρουσίαση προσωπικών δεδομένων, ενώ μπορούσε να ήταν παράβαση του νόμου των προσωπικών δεδομένων. Από τις περιπτώσεις που παρουσίασε ο κ. Αντώνης Π. Λοΐζου, ενισχύθηκε η άποψή μου για τον νόμο και την εφαρμογή του. Έτσι θα παρουσιάσω κι εγώ μερικές παράλογες περιπτώσεις, που έχουν σχέση με τη δομή και τη λειτουργία του Γε.Σ.Υ.

Θα αρχίσω με μιαν αντινομία. Ο ΟΑΥ εφαρμόζει με πολλή αυστηρότητα τον νόμο περί προσωπικών δεδομένων, σε βαθμό που δυσκολεύει αφάνταστα τους δικαιούχους. Όμως, από το πρώτο βήμα της εξυπηρέτησης, παρουσιάζεται μια αντινομία. Ο δικαιούχος που θα αποταθεί σε φαρμακείο για εκτέλεση συνταγής μπορεί να παρουσιάσει τη γραπτή συνταγή ή να αναφέρει στον φαρμακοποιό τον αριθμό της ταυτότητάς του και την ημερομηνία γεννήσεώς του. Και στις δυο περιπτώσεις προσωπικά δεδομένα του δικαιούχου γίνονται γνωστά στον φαρμακοποιό ή/και όσους θα ακούσουν τον δικαιούχο να τα λέει. Κι αν ο αριθμός της ταυτότητας δεν είναι πολύ σημαντική αποκάλυψη, η ημερομηνία γεννήσεως είναι κάτι, που πολλοί το θεωρούν αυστηρά προσωπικό δεδομένο και δεν επιθυμούν να το ανακοινώνουν. Εγώ δεν έχω πρόβλημα να πω ότι έκλεισα τα 77.

΄Ερχομαι τώρα στα στοιχεία των παρόχων υγείας, ιδιαίτερα στους ειδικούς γιατρούς. Ο ΟΑΥ, επικαλούμενος των νόμο περί προσωπικών δεδομένων, παρουσιάζει στην κάρτα του παρόχου μόνο τον όνομα και τη ειδικότητά του. Κανένα άλλο στοιχείο. Ούτε ηλικία, ούτε αρ. εγγραφής στο μητρώο ιατρών, ούτε προσόντα συνηθισμένα και επιπρόσθετα. Έτσι ο δικαιούχος ασθενής βλέπει μόνο το όνομα και την ειδικότητα, π.χ. γενική χειρουργική, καρδιολογία, κ.λπ. Ούτε από ποιο πανεπιστήμιο πήρε το δίπλωμα και την ειδικότητα, ούτε επιμέρους ειδικεύσεις που απέκτησε, ούτε πείρα εργασίας σε ιατρικά κέντρα του εξωτερικού, ούτε ημερομηνία γεννήσεως ή αρ. μητρώου, για να μπορεί ο ασθενής να υπολογίσει αν είναι νέος ή ηλικιωμένος, άπειρος ή έμπειρος. Με την πρακτική αυτή η εφαρμογή του νόμου για τα προσωπικά δεδομένα εξισώνει όλους τους γιατρούς της ίδιας ειδικότητας και στερεί από τον ασθενή το δικαίωμα επιλογής γιατρού. Γιατί πώς μπορεί να κάμει επιλογή γιατρού γνωρίζοντας μόνο όνομα και ειδικότητα;

Η προστασία των προσωπικών δεδομένων είναι πολύ σημαντική, όσο και το δικαίωμα του κάθε πολίτη να τυγχάνουν προστασίας και να μην ανακοινώνονται δεδομένα, που πρέπει να είναι εμπιστευτικά ή προστατευμένα. Όμως υπάρχει και η κοινή λογική, που λέει ότι η εφαρμογή του νόμου είναι πολλές φορές τόσο άκαμπτη, που προξενεί δυσκολίες. Είναι πολύ λογικό τα εισοδήματα, η οικονομική κατάσταση, η κατάσταση της υγείας και αρκετές προσωπικές πληροφορίες ή ενέργειες να είναι προστατευόμενα προσωπικά δεδομένα. Αλλά γιατί μερικές πληροφορίες, που βοηθούν τον ασθενή να κάμει επιλογή γιατρού, να μην περιλαμβάνονται στην κάρτα του γιατρού του Γ.ε.Σ.Υ. Ακόμα κι αν είναι προστατευόμενα δεδομένα, θα πρέπει ο γιατρός να δίνει τη γραπτή συγκατάθεσή του για περίληψή τους στις πληροφορίες του Γε.Σ.Υ.

Νομίζω πως είναι αναγκαία μια επανεξέταση της εφαρμογής του νόμου περί προσωπικών δεδομένων και εν ανάγκη αλλαγής του νόμου, ώστε να είναι σύμφωνος και με την προστασία των πολιτών, αλλά και με την κοινή λογική.