Διεθνή

Το αίνιγμα Ραϊσί: Εμπόδιο ή ελπίδα για τα πυρηνικά του Ιράν;

Εάν η εκλογή του μετριοπαθούς Χασάν Ρουχανί το 2013 ήταν απαραίτητη για την ολοκλήρωση μιας συμφωνίας για τα πυρηνικά, οκτώ χρόνια μετά ίσως χρειάζεται ένας συντηρητικός για τη μετάβαση σε μία καινούργια

Η εκλογική αναμέτρηση, η οποία χαρακτηρίστηκε από σκιώδεις διαδικασίες αποκλεισμού υποψηφίων και υψηλή αποχή, ανέδειξε νικητή τον υπερσυντηρητικό επικεφαλής της Δικαστικής Αρχής του Ιράν, Εμπραχίμ Ραϊσί. Η άνοδός του συνοδεύτηκε από σφοδρές αντιδράσεις από τους Δυτικούς, οι οποίοι τον κατηγόρησαν, μεταξύ άλλων, για παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η συζήτηση δεν άργησε να στραφεί στη συμφωνία για τα πυρηνικά της χώρας, με μερίδα αναλυτών να σκιαγραφούν με μελανά χρώματα τις εξελίξεις που θα έχουν οι διπλωματικές προσπάθειες με τον συντηρητικό Πρόεδρο στην ηγεσία της χώρας. Εντούτοις, δεν ενστερνίζονται όλοι αυτές τις ανησυχίες, αλλά αντίθετα βλέπουν την άνοδο του συντηρητισμού ως την ιδανική ευκαιρία για συνομολόγηση μιας νέας συμφωνίας. Την ίδια ώρα ο τρόπος εκλογής του Ραϊσί σε καμιά περίπτωση δεν προοικονομεί ηρεμία σε μια χώρα που ασφυκτιά από οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα.

Οι φόβοι των Δυτικών

Μεγάλη μερίδα των Δυτικών εκφράζουν φόβους ότι ο νέος Πρόεδρος του Ιράν δεν θα προχωρήσει σε αλλαγές μόνο στην εσωτερική πολιτική της χώρας του, αλλά θα δημιουργήσει προσκόμματα στην αμερικανική επιδίωξη για να τεθεί ένα πλαίσιο ελέγχου των πυρηνικών υπό τη μορφή μιας συμφωνίας με αντάλλαγμα ίσως την ελάφρυνση των κυρώσεων.

Από την άλλη, όμως, ο σκληροπυρηνικός ηγέτης δεν θα είναι ο κύριος ρυθμιστής της εξωτερικής πολιτικής του Ιράν. Αντίθετα, αυτή αποτελεί προϊόν συναίνεσης μεταξύ των θεσμών ασφαλείας και εξωτερικής πολιτικής, ενώ τον τελευταίο λόγο έχει ο ανώτατος ηγέτης, Αλί Χαμενεΐ. Σε κάθε περίπτωση, όμως, ο Πρόεδρος εξακολουθεί να παίζει σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της εξωτερικής πολιτικής.

Παρά την επικριτική του στάση στο παρελθόν, ξεκαθάρισε κατά τη διάρκεια τηλεμαχίας ότι θα σεβαστεί τη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα της χώρας που «εγκρίθηκε από τον ανώτατο ηγέτη». Στην πρώτη του δημοσιογραφική διάσκεψη, όμως, έκανε πίσω σε δύο βασικά ζητήματα που αφορούν στις ΗΠΑ. Συγκεκριμένα, ξεκαθάρισε ότι δεν θα διαπραγματευτεί το βαλλιστικό πρόγραμμα της χώρας και δεν θα αποδεχθεί μια «υποθετική» συνάντηση με τον Μπάιντεν.

Σύμφωνα με αναλυτές, όποια κυβέρνηση και να εκλεγόταν στο Ιράν, το αποτέλεσμα λίγο πολύ θα ήταν το ίδιο, προεξοφλώντας την αποδοχή μιας ενδεχόμενης συμφωνίας για το πυρηνικό πρόγραμμα, αφού θα είχε πολιτικό όφελος από την ελάφρυνση των κυρώσεων και την οικονομική ανάσα της χώρας.

Εντούτοις, τίθεται υπό εξέταση εάν η Διοίκηση Μπάιντεν επιδιώκει μόνο την επιστροφή στη συμφωνία του 2015. Ειδικοί, έχοντας ως αφετηρία τις δηλώσεις του Υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ, Άντονι Μπλίνκεν, για μια συμφωνία «που θα περιορίζει το Ιράν όχι για χρόνια αλλά για πολλές γενιές», θεωρούν ότι δύσκολα ο Ραϊσί θα συμφωνήσει με αυτούς τους όρους. Έτσι η μοναδική ελπίδα είναι η συμφωνία να περάσει πριν αναλάβει επίσημα ο νέος Πρόεδρος του Ιράν τον Αύγουστο, με τις πιθανότητες να είναι πάρα πολύ μικρές.

Από τη στιγμή που θα πάρει τα ηνία της χώρας, υπάρχει η άποψη ότι θα είναι δύσκολο υπό διαπραγματευτική άποψη να αντιμετωπιστεί, αφού αναμένεται ότι θα είναι πιο «εσωστρεφής» με τις δυτικές χώρες και ειδικά τις ΗΠΑ.

Γιατί μπορεί να διευκολυνθεί η διαδικασία

Από την άλλη υπάρχει η άποψη ότι η στροφή του Ιράν στον συντηρητισμό δεν είναι απαραίτητα κακό για τις δυτικές επιδιώξεις για μια συμφωνία στο πυρηνικό πρόγραμμα. Αντίθετα, μπορεί να κάνει τα πράγματα ευκολότερα, με τους αναλυτές αυτής της σχολής να κάνουν ιστορικούς παραλληλισμούς με εκ διαμέτρου αντίθετες ιδεολογικά προσωπικότητες που έφτασαν σε μεγάλες συμφωνίες.

Εάν η εκλογή του μετριοπαθούς Χασάν Ρουχανί το 2013 ήταν απαραίτητη για την ολοκλήρωση μιας συμφωνίας για τα πυρηνικά, οκτώ χρόνια μετά ίσως χρειάζεται ένας συντηρητικός για τη μετάβαση σε μια καινούργια. Σύμφωνα με τον Vali Nasr, καθηγητή Μεσανατολικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Johns Hopkins, ο Μπάιντεν γνώριζε πολύ καλά ότι θα γύριζε μπούμερανγκ η ένταξη της συμφωνίας για τα πυρηνικά στην προεκλογική εκστρατεία των υποψηφίων στο Ιράν. Αντίθετα, με το να αποφύγει να αυτοπαγιδευτεί σε μια προθεσμία με ορίζοντα τις προεδρικές εκλογές, «ανάγκασε» τον Χαμενεΐ να υποστηρίξει τις διαβουλεύσεις στη Βιένη.

Έτσι κι αλλιώς ο ρόλος του ανώτατου ηγέτη είναι κομβικός για το μέλλον τής οποιασδήποτε προσπάθειας. Σύμφωνα με τον Nasr, ο Χαμενεΐ, παρά την έντονη ρητορική του κατά των ΗΠΑ, συνέχισε να υποστηρίζει ότι το Ιράν θα πρέπει να τηρήσει τη συμφωνία που έχει υπογράψει. Μάλιστα, έθεσε το πλαίσιο για το πού θα κινούνταν οι όποιες συνομιλίες, ενώ δημόσια στήριξε τις διαπραγματεύσεις, κλείνοντας τα στόματα των επικριτών αυτής της οδού.

Τώρα ο Χαμενεΐ βρισκόταν ενώπιον της δύσκολης απόφασης για το εάν θα δεχθεί ή όχι μια συμφωνία, η οποία σε τεχνοκρατικό επίπεδο έχει προχωρήσει αρκετά στη Βιένη. Από τη μια γνωρίζει ότι δεν μπορεί να απορρίψει μια συμφωνία, η οποία θα αναιρούσε τις κυρώσεις κατά της χώρας του. Από την άλλη, όμως, δεν θέλει να ανάψει το πράσινο φως, έχοντας στην προεδρία κάποιον μετριοπαθή, αφού δεν θα μπορέσει να διαχειριστεί τις έντονες αντιδράσεις των πιο σκληροπυρηνικών.

Τώρα όμως με τον Ραϊσί στο τιμόνι της χώρας οι ισορροπίες είναι διαφορετικές, αφού ένας δικός τους όχι μόνο θα συμμετέχει στη λήψη αποφάσεων, αλλά και θα κληθεί να εφαρμόσει μια ενδεχόμενη συμφωνία. Σύμφωνα με τον ειδικό, ο δεσμός εμπιστοσύνης και η σύγκλιση συμφερόντων μεταξύ του νέου Προέδρου και των σκληροπυρηνικών ανοίγει τον δρόμο για τη συγκατάθεσή τους σε μια συμφωνία.

Η εσωτερική πολιτική σκηνή

Την ίδια ώρα, Ιρανοί πολιτικοί αναλυτές προειδοποιούν ότι τα πράγματα στο εσωτερικό της χώρας δεν θα είναι καθόλου εύκολα για τον νέο Πρόεδρο.

Ενδεικτικό είναι ότι το ποσοστό αποχής σε αυτές τις εκλογές ξεπέρασε το 50%, το οποίο ενισχύθηκε από το παρασκήνιο της εκλογής του νέου Προέδρου του Ιράν. Ο Ραϊσί κατηγορείται ότι επικράτησε των αντιπάλων του στην κούρσα για την προεδρία, όχι λόγω του οράματός του αλλά κυρίως επειδή οι πολιτικές του συμμαχίες τού άνοιξαν τον δρόμο για την κορυφή. Στα τέλη Μαΐου μάλιστα η Εθνική Εκλογική Επιτροπή, πολλά μέλη της οποίας πρόσκεινται στον Ραϊσί, απέκλεισε μετριοπαθείς υποψηφίους προέδρους. Όταν παρενέβη ο Χαμενεΐ, κάλεσε μεν τη 12μελη Επιτροπή να επανορθώσει για τα λάθη της, χωρίς όμως να απαιτεί την αναίρεση των αποφάσεων για τους υποψηφίους.

Την ίδια ώρα ειδικοί εξηγούν ότι εάν συνεχιστεί η παραγνώριση του οικονομικά εξαθλιωμένου λαού και η προώθηση συντηρητικών πολιτικών, δεν αποκλείεται να οδηγηθεί η χώρα σε ένα αυξανόμενο κύμα βίας.

Το βασικό ερώτημα είναι κατά πόσον ο Ραϊσί θα μπορέσει να βρει την ισορροπία ανάμεσα στους συντηρητικούς υποστηρικτές του, ώστε να παραμείνει στην εξουσία, και τις ανάγκες της κοινωνίας που επιζητεί όχι μόνο οικονομική αλλά και κοινωνική αλλαγή.

Πάντως, ακόμα και εάν βελτιωθεί η οικονομία και ηρεμήσει σε κάποιο βαθμό η ιρανική κοινωνία, αναλυτές προβλέπουν ότι θα δημιουργηθούν νέες διαφοροποιήσεις ανάμεσα στο συντηρητικό τόξο, αφού η κάθε ομάδα θα επιζητεί τη μερίδα του λέοντος από τους οικονομικούς πόρους. Σε αυτό προστίθεται το γεγονός ότι από τη φύση του το ιρανικό καθεστώς δεν είναι ενοποιημένο πολιτικό σώμα και νομοτελειακά θα φέρει σε ρήξη κάποιες από τις συντηρητικές δυνάμεις.