Η αφαίρεση διαβατηρίων και η συνέχεια

Αρχές της δεκαετίας του 1990 βρισκόμουν ως μέλος Κυπριακής Κοινοβουλευτικής Αντιπροσωπίας στο Παρίσι. Μαζί με τους υπόλοιπους συναδέλφους βρισκόμασταν σε εστιατόριο στη Μονμάρτη. Λίγη ώρα μετά την είσοδό μας μπήκε στο εστιατόριο μια ομάδα Τουρκοκυπρίων. Ανάμεσά τους ο μετέπειτα ηγέτης της τ/κ κοινότητας, Μουσταφά Ακιντζί, ο οποίος τότε ηγείτο τ/κ κόμματος σοσιαλδημοκρατικής ιδεολογικής κατεύθυνσης. Του Κόμματος «Ειρήνης και Δημοκρατίας». Ανταλλάξαμε χαιρετισμό και ο κ. Ακιντζί μού ανέφερε ότι θέλει να μου διαβιβάσει κάποια παράκληση. Τον άκουσα πρόθυμα. Μου εξήγησε ότι το κόμμα του, αν και σοσιαλδημοκρατικής ιδεολογίας, αντιμετωπίζει δυσκολίες να ενταχθεί σε διεθνείς και ευρωπαϊκούς οργανισμούς με όμορη ιδεολογία. Κι αυτό, λόγω των ενστάσεων της ΕΔΕΚ που ήταν -και είναι- μέλος της Σοσιαλιστικής Διεθνούς και του Ευρωπαϊκού Σοσιαλιστικού Κόμματος. Μου ζήτησε λοιπόν να άρουμε τις ενστάσεις μας για να μπορέσει το κόμμα του να ενταχθεί απρόσκοπτα στους δύο αυτούς πολιτικούς οργανισμούς.

Του εξήγησα ότι δεν θα είχαμε καμιά απολύτως ένσταση να συναινέσουμε στη συμμετοχή του κόμματός του υπό μία προϋπόθεση. Ότι θα δηλώσουν και θα καταγραφεί στα πρακτικά τόσο της Σοσιαλιστικής Διεθνούς όσο και του Ευρωπαϊκού Σοσιαλιστικού Κόμματος ότι αναγνωρίζουν την Κυπριακή Δημοκρατία. Του εξήγησα δε ότι και οι δύο αυτοί πολιτικοί οργανισμοί υιοθετούν για όλα τα διεθνή ζητήματα τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Δεδομένου δε ότι, σε ό,τι αφορά την Κύπρο, τα ψηφίσματα 186/1964, 541/1983 και 550/1984 αναγνωρίζουν ως μοναδικό υποκείμενο Διεθνούς Δικαίου την Κυπριακή Δημοκρατία, θα ήταν αδιανόητο να δεχθούν στους κόλπους τους, ως τακτικό μέλος, ένα κόμμα που αντιμάχεται αυτά τα ψηφίσματα.

Χρόνια αργότερα, την ίδια επιχειρηματολογία ανέπτυξα και ενώπιον της ολομέλειας του τακτικού συνεδρίου της Σοσιαλιστικής Διεθνούς στο Σάο Πάολο της Βραζιλίας, ενώπιον μάλιστα του τότε Προέδρου της και σημερινού Γραμματέα του ΟΗΕ,Αντόνιο Γκουτέρες, όταν αντιπροσωπία του Τουρκικού Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, του οποίου ηγείτο ο Μεχμέτ Αλί Ταλάτ, ζήτησε την ένταξη στην παγκόσμια αυτή σοσιαλιστική οργάνωση.

Παραθέτω αυτά τα γεγονότα για να αναφερθώ στην πρόσφατη απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου για αφαίρεση ή μη ανανέωση των διαβατηρίων σε 14 αξιωματούχους του παράνομου μορφώματος των κατεχομένων επειδή «λόγοις και έργοις», όχι μόνο δεν αναγνωρίζουν την Κυπριακή Δημοκρατία, αλλά εργάζονται ακατάπαυστα για τη διάλυση και τη διεθνή της απαξίωση.

Ορθή λοιπόν η απόφαση και πλήρως συμβατή με το περιεχόμενο των πιο πάνω ψηφισμάτων περί Κύπρου του Συμβουλίου Ασφαλείας, ιδιαίτερα του 541 και του 550. Γιατί θα ήταν αντιφατικό να ζητούμε την εφαρμογή αυτών των ψηφισμάτων από τη διεθνή κοινότητα, δηλαδή να αναγνωρίζει ως μόνο υποκείμενο διεθνούς δικαίου την Κυπριακή Δημοκρατία και να μην αναγνωρίσει το παράνομο μόρφωμα των κατεχομένων, αλλά η Κυπριακή Δημοκρατία με τη συμπεριφορά της να επιτρέπει τη μη αναγνώρισή της και την απαξίωσή της από τους ίδιους τους πολίτες της.

Ως εκ τούτου οι διαφωνίες και οι επιφυλάξεις που διατυπώνονται, αν και θεμιτές, δεν φαίνεται να στηρίζονται και πολύ περισσότερο να τεκμηριώνονται σε πολιτικά ορθολογικά επιχειρήματα.

Ωστόσο, η απόφαση των διαβατηρίων θα παραμείνει μετέωρη και χωρίς ουσιαστικό αποτέλεσμα, αν δεν συνδεθεί με συγκεκριμένες πρωτοβουλίες για την προώθηση λύσης.

Έχω κατ’ επανάληψιν διατυπώσει την εισήγηση ότι θα πρέπει με τον πιο επίσημο τρόπο να κατατεθεί ενώπιον της διεθνούς και της ευρωπαϊκής κοινότητας περίγραμμα λύσης, έστω βασικών αρχών λύσης του Κυπριακού. Στη βάση των ομόφωνων αποφάσεων του Εθνικού Συμβουλίου και ιδιαίτερα του κοινού ανακοινωθέντος του Σεπτεμβρίου του 2009, των αρχών του Διεθνούς Δικαίου και των αρχών και αξιών της Ε.Ε. Μια τέτοια κίνηση θα εξουδετερώσει τον συκοφαντικό ισχυρισμό ότι δήθεν μας ικανοποιείi το status quo και, συνεπώς, δεν ενδιαφερόμαστε για λύση. Ταυτόχρονα με αυτόν τον τρόπο και όχι με την ατυχή πρόταση του Προέδρου της Δημοκρατίας περί επιστροφής στις συμφωνίες και το Σύνταγμα του 1960, θα δώσουμε το μήνυμα της αξιοπιστίας, της συνέπειας, της διαφύλαξης της οντότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας και της απαρασάλευτης εμμονής μας σε λύση που θα διασφαλίζει τη μετεξέλιξη και όχι την κατάργηση της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Η επικείμενη σύνοδος της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ αποτελεί μια πρώτης τάξεως ευκαιρία γι’ αυτήν την πρωτοβουλία.