Φωτεινές επέτειοι

Το 2021 σηματοδότησε τη συμπλήρωση 200 χρόνων από την εθνικοαπελευθερωτική Επανάσταση της 25ης Μαρτίου 1821.

Το 2022 στη σκιά της πανδημίας και της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, οι όπου γης Έλληνες θα τιμήσουν αυτήν τη μεγάλη στιγμή της Ελληνικής Ιστορίας, όπως και τη δική μας 1η Απριλίου. Στην Ελλάδα, στην Κύπρο και στον Ελληνισμό της διασποράς.

Η απόδοση τιμής για τις μεγάλες αγωνιστικές στιγμές της Ιστορίας και για τους επώνυμους και τους ανώνυμους πρωταγωνιστές της αποτελεί αναμφίβολα επιτακτικό χρέος. Και για λαούς σαν τον δικό μας, που περνά ακόμα στιγμές εθνικής δοκιμασίας και αντιμετωπίζει κινδύνους επιβίωσης, αυτό το χρέος αποτελεί μια κορυφαία αναγκαιότητα.

Γιατί, πέρα από την οφειλόμενη απόδοση τιμής, μπορούμε και πρέπει να αντλούμε διδάγματα για τη συνέχιση και καταξίωση ενός αγώνα που δεν έχει ακόμα δικαιωθεί. Οι εθνικές εκκρεμότητες, τα ανοικτά εθνικά προβλήματα, επιβάλλουν την αναδρομή στο παρελθόν ως ενέργεια αγωνιστικής αφύπνισης, ως βήμα εθνικής ανάτασης και ως έμπνευση για τις διαχρονικά άφθορες αξίες της ελευθερίας, της δικαιοσύνης και της αξιοπρέπειας του ανθρώπου.

Άλλωστε το 1821 αποτέλεσε ακριβώς ως ιστορική στιγμή αμφισβήτησης της δουλείας, της ξένης τυραννίας και της καταπίεσης, το μεγάλο και ρωμαλέο άλμα ενατένισης του Ελληνισμού προς την ίδια την ιδέα της ύπαρξής του. Χωρίς την εθνικοαπελευθερωτική Επανάσταση της 25ης Μαρτίου, ο Ελληνισμός ως εθνική οντότητα θα αποτελούσε υπόθεση ιστορικής αναδίφησης, μελέτης γλωσσολογικής, εθνολογικής έρευνας, εγκυκλοπαιδικής και αρχειακής καταγραφής. Όχι όμως υπαρκτή εθνική οντότητα τού σήμερα.

Ο αείμνηστος πρώην Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας, Κωνσταντίνος Τσάτσος, γράφει:

«Στον Ελληνισμό υπάρχουν πολλές επέτειοι που θεωρούνται εθνικές. Αυτό οφείλεται στο ότι συνέβησαν, κατά τη διάρκεια των τελευταίων αιώνων, πολλά μεγάλα ιστορικά γεγονότα, εθνικής όμως σημασίας, καθώς η Ελλάδα ελευθερωνόταν σταδιακά και κάθε τόπος είναι φυσικό να γιορτάζει τη μέρα της απελευθέρωσής του.

»Μέσα στο πλήθος αυτό των εθνικών γιορτασμών, μοναδική και πρώτη μένει η 25η Μαρτίου. Κάθε χώρα, όσες πολλές και μεγάλες και αν είναι οι ιστορικές της ώρες, διαλέγει μια μοναδική στιγμή, μια μοναδική μέρα, μέσα στην οποία ενσαρκώνει όλο το μεγαλείο της, όλα τα ιδανικά της. Και αυτή είναι η μοναδική της Εθνική Γιορτή.

»Στην 25η Μαρτίου συμπυκνώνεται η βούληση ενός λαού να αποκτήσει την πολιτική ελευθερία ύστερα από την κατάπνιξη της Γαλλικής Επανάστασης. Πρώτοι οι Έλληνες -μέσα σε μια Ευρώπη κυριαρχημένη από μοναρχικά φέουδα- προέβαλαν την αρχή ότι κάθε λαός, που έχει αληθινή και όχι κατασκευασμένη, εθνική συνείδηση, έχει και το δικαίωμα να διεκδικήσει την πολιτική του αυτονομία».

Η 25η Μαρτίου έθεσε τα θεμέλια μέσα σε επώδυνες συνθήκες για τη γέννηση του νέου ελληνικού κράτους. Αποτέλεσε ακόμα την αφετηρία, με την παράδοση που δημιούργησε, για τη μετέπειτα απελευθέρωση και άλλων ελληνικών εδαφών.

Υπήρξε ακόμα το φωτεινό παράδειγμα και για τον δικό μας αντιαποικιακό αγώνα του 1955-59, την τελευταία εθνικοαπελευθερωτική επανάσταση του Ελληνισμού. Έναν υπέροχο αγώνα που οδήγησε σε μια φαλκιδευμένη, δυστυχώς, εν πολλοίς ανεξαρτησία και που αργότερα με το προδοτικό πραξικόπημα και την τουρκική εισβολή οδηγήθηκε στη μέχρι σήμερα συνεχιζόμενη κατοχή της πατρίδας. Κάτι που, σε καμιά περίπτωση, δεν αναιρεί και δεν μειώνει το νόημα του αγώνα και το μεγαλείο της θυσίας των αγωνιστών.

Δίπλα στον Διάκο παρατάξαμε τον Αυξεντίου, τον Μάτση, τον Παλληκαρίδη, δίπλα στο Αρκάδι και τη Γραβιά το Δίκωμο, το Λιοπέτρι και τον Μαχαιρά.

Το μεγάλο βήμα του Κυπριακού Ελληνισμού, να κινηθεί από το τέλμα και τις δύσκαμπτες και ηττοπαθείς αντιλήψεις, που παρέμειναν ως προϊόν της πίκρας των αποτυχημένων δειλών βημάτων του παρελθόντος, προς μια κατεύθυνση ριζοσπαστική που συνιστούσε μια πραγματική ιστορική τομή ως προς τις συμπεριφορές και τις πρακτικές που διαχρονικά είχε ακολουθήσει ο Κυπριακός Ελληνισμός, είναι το βασικό επίτευγμα του 1955-59.

Ο εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας εναντίον της αποικιοκρατικής δύναμης «εν όπλοις» αποτελούσε πράξη αναίρεσης κάθε προηγούμενης στάσης και απόρριψης της λογικής των ισορροπιών δυνάμεων και των ισοζυγίων με αποφασιστική υπέρβαση των δήθεν ρεαλιστικών εκτιμήσεων που, αν επικρατούσαν, θα οδηγούσαν αναπόφευκτα στην καθήλωση και απονέκρωση κάθε κίνησης για δυναμική αντιπαράθεση προς την αποικιοκρατική δύναμη.

Ανεξάρτητα, λοιπόν, από λάθη, παραλείψεις και κενά, που έως ένα βαθμό ήταν φυσικό να υπάρξουν, ο αγώνας της ΕΟΚΑ, που αναμφίβολα εξελίχθηκε σε ένα λαϊκό κίνημα αντιαποικιακό, αντιιμπεριαλιστικό και γνήσια εθνικοαπελευθερωτικό, συνέτεινε στην αποφασιστική αποδέσμευση του λαού από τις συντηρητικές αναστολές και τα σύνδρομα ενός υποβόσκοντος μακροχρόνια συμβιβασμού με τη «μοίρα των αδύναμων και μικρών», που θα πρέπει αγόγγυστα να συμφιλιώνονται με την κάθε μορφής δουλεία και καταπίεση.

Ο συμβιβασμός του 1959, ως προϊόν και αποτέλεσμα της συμβιβαστικής αντίληψης και νοοτροπίας που χαρακτήριζε τις μετεμφυλιακές κυβερνήσεις των Αθηνών, δεν μπορεί να μετατοπίζεται ως ιστορική ευθύνη και εθνικό ανόμημα στο κίνημα του 1955-59. Βάρυνε και βαρύνει την ανεπαρκή και όχι μόνο, τότε, ελληνική ηγεσία, που, όπως επιβεβαιώθηκε αργότερα, λειτουργούσε σε αρμονία με τα συμφέροντα της υπερατλαντικής δύναμης.

Χρέος μας σε αυτές τις ιστορικές επετείους να δώσουμε το μήνυμα ότι ο Κυπριακός Ελληνισμός δεν θα γονατίσει. Ναι, με σωφροσύνη. Ασφαλώς με υπευθυνότητα. Αλλά και με απόρριψη της λογικής της αποδοχής της υπέρτερης δύναμης του κατακτητή. Και με άρνηση συνεχών υποχωρήσεων στις πιέσεις ξένων που, αντί να στρέφονται προς την πλευρά του κατακτητή και παραβάτη του διεθνούς δικαίου, εξακολουθούν, υιοθετώντας κυνικά πολιτική δύο μέτρων και δύο σταθμών, να ανατρέπουν καθημερινά κάθε έννοια ηθικής και δικαιοσύνης.

Το καθήκον μας σήμερα απέναντι στην ιστορία και τον πολιτισμό μας είναι η με κάθε κόπο και κάθε θυσία αποτροπή των κινδύνων που απεργάζονται στην πατρίδα μας οι εχθροί της ελευθερίας. Θα πρέπει να καταστήσουμε σαφές ότι δεν είμαστε διατεθειμένοι να ξεγράψουμε δικαιώματα και να ξεχάσουμε δίκαια. Κανένας εκβιασμός, καμιά απειλή, καμιά δυσκολία και καμιά πίεση δεν πρέπει να μας οδηγήσει στην ταπεινωτική συνθηκολόγηση, που δεν θα διασφαλίζει μακροχρόνια τη φυσική και εθνική επιβίωση του Ελληνισμού στην Κύπρο και την αρμονική συμβίωση με τους Τ/κ συμπατριώτες μας.

Να επιμένουμε στην κατοχύρωση των δικαίων ολόκληρου του κυπριακού λαού, την αποχώρηση των κατοχικών στρατευμάτων και των εποίκων, τη διασφάλιση της εύρυθμης και αποτελεσματικής λειτουργίας της Πολιτείας, την ευημερία και πρόοδο ολόκληρου του λαού της Κύπρου.