Διεθνή

Το αδιέξοδο του Πούτιν και ο κίνδυνος της πλήρους ταύτισης ΝΑΤΟ με Ουκρανία

Όσο αυξάνονται οι νεκροί, τόσο πιο δύσκολο γίνεται για το Κρεμλίνο να συνεχίσει να προσποιείται ότι η «επιχείρηση» προχωράει σύμφωνα με το σχέδιο

Μετά από τρεις μήνες πολέμου, οι τεράστιες απώλειες για τη Ρωσία οδηγούν σε αδιέξοδο τον Βλαντιμίρ Πούτιν και περιορίζουν σημαντικά τις επιλογές του. Δυτικοί ειδικοί εντοπίζουν ότι το κύριο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η Μόσχα είναι η έλλειψη στρατιωτικών δυνάμεων και η αδυναμία αναπλήρωσής τους. Έτσι, ο χρόνος μετράει εις βάρος της Ρωσίας και υπέρ της Ουκρανίας, η οποία μέρα με τη μέρα ενισχύεται σημαντικά με δυτικό στρατιωτικό εξοπλισμό. Με βάση αυτά τα δεδομένα, οι Δυτικοί όχι μόνο θέτουν υπό αμφισβήτηση την ικανότητα του Πούτιν να θέσει υπό τον έλεγχό του ολόκληρη την επικράτεια του Ντονμπάς, αλλά θεωρούν ότι τελικά θα ηττηθεί στην ανατολική Ουκρανία. Την ίδια ώρα, αναλυτές της Politico προειδοποιούν για τους κινδύνους της πλήρους εναρμόνισης των στοχεύσεων των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ με αυτές της Ουκρανίας, εξηγώντας ότι αυτή η στρατηγική μπορεί να έχει αρνητικό αντίκτυπο τόσο για τους Δυτικούς όσο και για το ίδιο το Κίεβο.

Σε αδιέξοδο ο Πούτιν

Ο Πούτιν «ξεμένει» από επιλογές και δύσκολα μπορεί να αποφύγει την ήττα, υποστηρίζουν Δυτικοί αναλυτές. Μάλιστα, η Βρετανία εκτιμά ότι μέχρι τώρα η Ρωσία έχει χάσει περίπου το ένα τρίτο των στρατιωτικών δυνάμεων εισβολής τον Φεβρουάριο του 2022.

Μία επιλογή, όπως αναφέρουν, είναι να κλιμακώσει τη σύγκρουση, μετατρέποντας την «ειδική στρατιωτική επιχείρηση» σε κήρυξη πολέμου κατά της Ουκρανίας. Αυτό θα βοηθούσε μεν στην αναπλήρωση των απωλειών που αντιμετωπίζει ο ρωσικός στρατός, αλλά θα είχε υψηλό πολιτικό κόστος, καθώς η λαϊκή δυσαρέσκεια μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την αποσταθεροποίηση του εσωτερικού της χώρας. Εντούτοις, μια τέτοια κίνηση θεωρείται ότι θα ήταν δίκοπο μαχαίρι για τον Ρώσο Πρόεδρο, αφού η κήρυξη πολέμου δεν θα παρήγαγε την επιθυμητή στρατιωτική δύναμη που χρειάζεται τώρα το Κρεμλίνο. Στρατιωτικοί αναλυτές εξηγούν ότι ο Πούτιν θα κατέληγε με έναν ανεκπαίδευτο και μη αποτελεσματικό στρατό απέναντι στις ουκρανικές δυνάμεις, οι οποίες πλέον είναι εξοπλισμένες με δυτικά όπλα και ανεβασμένο ηθικό.

Δυσμενείς προβλέψεις θέλουν μέχρι τον Σεπτέμβριο τη Ρωσία να ξεπερνάει τους 50.000 νεκρούς στρατιώτες. Τέτοιοι αριθμοί θεωρούνται «απαγορευτικοί» για μια υπερδύναμη στο πλαίσιο ενός μοντέρνου πολέμου. Μάλιστα, όσο αυξάνονται οι νεκροί, τόσο πιο δύσκολο γίνεται για το Κρεμλίνο να συνεχίσει να προσποιείται ότι η «επιχείρηση» προχωράει σύμφωνα με το σχέδιο. Την ίδια ώρα, έχει ν’ αντιμετωπίσει την αυξανόμενη άρνηση των Ρώσων στρατιωτών να πολεμήσουν στο μέτωπο της Ουκρανίας. Δυτικοί επικαλούνται αναφορές που θέλουν αύξηση περιστατικών άρνησης εκτέλεσης διαταγών από στρατιώτες και μαζικές παραιτήσεις, με πολλούς να ισχυρίζονται ότι τα συμβόλαια προβλέπουν παροχή υπηρεσιών μόνο εντός των συνόρων της Ρωσικής Ομοσπονδίας.

Η προοπτική ήττας στη Μαριούπολη

Ακόμα και αν ο Πούτιν προετοιμάζεται να πάρει τον πλήρη έλεγχο της Μαριούπολης, ή ό,τι έμεινε από τα συντρίμμια της, υπάρχει ο κίνδυνος να ηττηθεί στην προσπάθειά του να καταλάβει ολόκληρη την περιοχή του Ντονμπάς. Ο λόγος είναι ότι ο στρατός του έχει υποστεί σοβαρές απώλειες, με αποτέλεσμα να αδυνατεί να προχωρήσει περισσότερο. Έτσι, θα βρεθεί στο δίλημμα εάν θα στείλει περισσότερα στρατεύματα και εξοπλισμό την ώρα που η εισροή σύγχρονων δυτικών όπλων ενισχύει τη μαχητική ισχύ της Ουκρανίας. Από την άλλη, οι ρωσικές δυνάμεις είναι απίθανο να νικηθούν γρήγορα, ακόμα και εάν δεν σταλούν τελικά ενισχύσεις, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για μια ακόμα πιο παρατεταμένη στρατιωτική σύγκρουση. Σε κάθε περίπτωση, ο χρόνος λειτουργεί ενάντια στους Ρώσους, αφού καταγράφουν σημαντικές απώλειες την ώρα που οι Ουκρανοί δυναμώνουν μέρα με τη μέρα.

Επίσης, αναμένεται η θέση του Πούτιν να χειροτερεύσει τους επόμενους μήνες και η εισβολή στην Ουκρανία να γίνει ακόμα πιο ασύμφορη. Το επιχείρημα είναι ότι οι κυρώσεις μέχρι το τέλος του καλοκαιρού θα αρχίσουν να έχουν πιο σοβαρό αντίκτυπο στη ρωσική οικονομία εξαιτίας της αδυναμίας της Μόσχας να βρει εναλλακτικές στις δυτικές εισαγωγές προϊόντων, την ώρα που οι αποταμιεύσεις των Ρώσων πολιτών άρχισαν να μειώνονται δραστικά. Επικαλούμενοι οικονομικές προβλέψεις, εκτιμούν ότι οι δείκτες της ανεργίας θα φτάσουν σε επίπεδα ρεκόρ και το οικονομικό κλίμα θα επιδεινωθεί, καθώς το κόστος της επικαλούμενης διεθνούς απομόνωσης θα συνεχίσει να αυξάνεται.

Γιατί δεν είμαστε όλοι Ουκρανοί

Αναλυτές της Politico προειδοποιούν ότι η πλήρης εναρμόνιση των στοχεύσεων των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ με την Ουκρανία κρύβει σοβαρούς κινδύνους. Σε άρθρο οι Patrick Porter, Benjamin H. Friedman και Justin Logan θεωρούν ότι αυτή η εμμονή των Δυτικών όχι μόνο αυξάνει τις πιθανότητες διάχυσης της σύγκρουσης, ακόμα και με πυρηνικά, αλλά επίσης δίνει στην Ουκρανία ψεύτικες ελπίδες και καθυστερεί μια διπλωματική διευθέτηση.

Όπως είναι φυσικό, για την Ουκρανία το διακύβευμα είναι η ανεξαρτησία και η ακεραιότητά της, έτσι ζητάει όση περισσότερη βοήθεια γίνεται, με την κλιμάκωση προς το παρόν να εξυπηρετεί τα συμφέροντά της. Οι χώρες του ΝΑΤΟ, από την άλλη, ανησυχώντας για τη Ρωσία και το πυρηνικό της οπλοστάσιο, δικαίως αντιστέκονται στην ικανοποίηση όλων των αιτημάτων του Κιέβου. Σύμφωνα με την ανάλυση, αυτός είναι ένας από τους λόγους που δημιουργήθηκε χάσμα μεταξύ των Δυτικών όσον αφορά το όριο εμπλοκής στον πόλεμο στην Ουκρανία.

Αν και οι Δυτικοί ηγέτες παραφουσκώνουν το διακύβευμα για να προωθήσουν πολιτικές που ενέχουν μεγάλο ρίσκο, για τους αναλυτές δημιουργείται ένα επικίνδυνο κενό. Από τη μια αυτό το κενό αυξάνει τις φωνές στο εσωτερικό των χωρών για περαιτέρω εμπλοκή στον πόλεμο. Από την άλλη, ειδικά για τις ΗΠΑ, υπονομεύεται η ίδια τους η άρνηση είτε για επιβολή ζώνη απαγόρευσης πτήσεων ή ακόμα και ανάπτυξη αμερικανικών στρατευμάτων στο έδαφος της Ουκρανίας. Εάν οι συνέπειες αυτής της εισβολής ήταν τόσο βαριές όσο της Ουκρανίας και εάν αυτή η σύγκρουση μπορούσε όντως να ανατρέψει σε ολοκληρωτικό βαθμό την παγκόσμια τάξη, διερωτώνται γιατί το ΝΑΤΟ δεν ήταν και δεν εμφανίζεται πρόθυμο να εμπλακεί στη σύγκρουση.

Για τους ειδικούς το πρόβλημα δεν είναι η βοήθεια στην Ουκρανία αλλά το γεγονός ότι οι Δυτικοί προσποιούνται ότι παρέχουν αυτήν τη βοήθεια άνευ όρων και στο πλαίσιο μιας ιδεολογικής σύγκρουσης μεταξύ δημοκρατίας και απολυταρχισμού. Έτσι κι αλλιώς κανείς δεν μπορεί να παραβλέψει ότι μερίδιο ευθύνης για την επιτάχυνση αυτής της σύγκρουσης φέρουν εν μέρει οι ψευδείς και οι παραπλανητικές διαβεβαιώσεις από την Ουάσιγκτον προς το Κίεβο, οι οποίες έδιναν την εντύπωση της πλήρους ευθυγράμμισης συμφερόντων.

Σύμφωνα με την Politico, μπορεί αυτοί που εξοπλίζουν την Ουκρανία να μην βρίσκονται σε «άμεσο» κίνδυνο, εντούτοις η απειλή των ρωσικών αντιποίνων παραμένει. Ας μην ξεχνάμε ότι οι κυρώσεις συνεπάγονται οικονομικό κόστος τόσο για όσους τις επιβάλλουν όσο και για όσους τις δέχονται, ένα μάθημα, το οποίο μαθαίνει πολύ καλά η Ευρώπη. Επίσης, μια άλλη πτυχή που δεν συζητείται ευρέως είναι το δικαίωμα αλλά και η ευθύνη που έχουν οι Ευρωπαίοι ηγέτες απέναντι στους ψηφοφόρους τους, ώστε να διαχειρίζονται με τέτοιο τρόπο τη στρατιωτική βοήθεια και τις οικονομικές κυρώσεις, που να εξυπηρετεί επίσης τα συμφέροντα των πολιτών και όχι μόνο της Ουκρανίας.