Θέλουν να περάσουν στον β’ γύρο των Προεδρικών;

Στις τρεις τελευταίες προεδρικές εκλογές το ΑΚΕΛ δεν επεδίωκε, ούτε και τώρα επιδιώκει, τη νίκη δικού του ΠτΔ ή ανάδειξή του σε συνεργασία με άλλο κόμμα. Το «βαθύ κόμμα», λοιπόν, αποφάσισε το ΑΚΕΛ να περιοριστεί στη θέση της αντιπολίτευσης με μόνο στόχο τη συσπείρωση των οπαδών του και τη διατήρηση ή/και αύξηση των ποσοστών του. Το συνέδριο της 5ης Ιουνίου αυτό επικύρωσε με την απόφασή του.

Το 2013 μπορούσε να στηρίξει την υποψηφιότητα Γιώργου Λιλλήκα, που ανήκε στις Νέες Δυνάμεις του ΑΚΕΛ και σε συνεργασία με το ΔΗΚΟ και την ΕΔΕΚ να κερδίσουν τις προεδρικές εκλογές και να συγκυβερνήσουν. Το ίδιο και το 2018. Θα μπορούσε να στηρίξει την υποψηφιότητα Νικόλα Παπαδόπουλου και, σε συνεργασία με τα κόμματα του κεντρώου χώρου, να τον αναδείξει ΠτΔ και να συγκυβερνήσει με τις δυνάμεις του κέντρου. Και οι δύο υποψήφιοι του κέντρου είχαν εκλεξιμότητα και μεγάλη πιθανότητα να κερδίσουν τις εκλογές με αντίπαλο τον Νίκο Αναστασιάδη.

Και στις δύο αυτές αναμετρήσεις το ΑΚΕΛ δεν μπορούσε να στηρίξει υποψήφιο που θα ακολουθούσε την πολιτική Τάσσου Παπαδόπουλου στο Κυπριακό. Η γραμμή που χάραξε το βαθύ κόμμα ήταν ακριβώς αντίθετη. Αυτό φαίνεται από τις υποχωρήσεις και τις συγκλίσεις Χριστόφια - Ταλάτ, τις οποίες αποδέχτηκε και ο ΔΗΣΥ, και από τις συγκλίσεις Αναστασιάδη - Έρογλου, τις οποίες αποδέχεται και επιδιώκει και το ΑΚΕΛ. Σ’ αυτές προστέθηκε τώρα και το πλαίσιο Γκουτέρες, που αποτελεί ευαγγέλιο της λύσης και το οποίο το ΑΚΕΛ αποδέχεται να υπογραφεί ως ενδιάμεση συμφωνία, που θα στερήσει από τον λαό το δικαίωμα να αποφασίσει με δημοψήφισμα για τη λύση που αποδέχεται.

Το ίδιο συμβαίνει και τώρα στις Προεδρικές του 2023. Η κυβέρνηση που έκανε την Κύπρο συνώνυμη με τη διαφθορά, με το πλύσιμο μαύρου χρήματος και την έκδοση διαβατηρίων ευκαιρίας και την αξιοποίηση των «αρίστων», θα ήταν πολύ εύκολο να ηττηθεί και να επέλθει η αλλαγή. Όμως και αυτήν τη φορά το ΑΚΕΛ υπέσκαψε τη βέβαιη νίκη, δηλώνοντας ότι η βάση του ΑΚΕΛ δεν αποδεχόταν τον Νικόλα Παπαδόπουλο ως κοινό υποψήφιο. Η δήλωση αυτή είναι ύβρις προς τον κόσμο του ΑΚΕΛ, ιδιαίτερα αν σκεφτεί κάποιος ότι έχει προτείνει στη βάση και το συνέδριο έχει αποδεχτεί έναν υποψήφιο που υπήρξε από τους στενότερους συνεργάτες και εκφραστής της πολιτικής του Νίκου Αναστασιάδη, με τον οποίο ουδέποτε διαφώνησε.

Μόνο με συνεργασία του με το ΔΗΚΟ και άλλες δυνάμεις του κεντρώου χώρου μπορούσε βάσιμα το ΑΚΕΛ να ελπίζει σε εκλογική νίκη στις Προεδρικές. Όμως, το βαθύ κόμμα, που ελέγχει την Κ.Ε., φρόντισε έγκαιρα να τορπιλίσει αυτήν τη συνεργασία. Ο Γ.Γ. του ΑΚΕΛ, ενεργώντας με εντολή και απόφαση του Π.Γ., απέρριψε πρώτα την υποψηφιότητα του Νικόλα, ως προέδρου του ΔΗΚΟ, και, ακολούθως, κάθε υποψηφιότητα που πρότεινε ή μπορούσε να αποδεχτεί το ΔΗΚΟ. Μετά τον τερματισμό των διαβουλεύσεων για συνεργασία ΑΚΕΛ και ΔΗΚΟ βρέθηκαν σε θέση αδυναμίας να πετύχουν νίκη στις προεδρικές εκλογές. Έτσι, το μεν ΑΚΕΛ απέδειξε ότι δεν ενδιαφέρεται για συμμετοχή στη νέα κυβέρνηση και το ΔΗΚΟ πειθαναγκάζεται να οδηγηθεί σε ανώμαλες συνεργασίες, είτε να κατέλθει με υποψήφιο τον Νικόλα με μεγάλη πιθανότητα να μην περάσει στον β’ γύρο. Είναι κοινά παραδεκτό, πως κανένα κόμμα, χωρίς συνεργασία με ένα από τα μεγάλα κόμματα, δεν μπορεί να κερδίσει προεδρικές εκλογές.

Αυτήν την πραγματικότητα γνωρίζει και το ΑΚΕΛ. Μόνο που αυτό δεν επιδιώκει να περάσει στον β’ γύρο και να διεκδικήσει την Προεδρία. Επιδιώκει μόνο τη συσπείρωση και την αύξηση των ποσοστών του. Θεωρεί ότι στην αντιπολίτευση ασκεί καλύτερα τον ιδεολογικό του στόχο. Θέλει να υπερασπίζεται αποτελεσματικά τα δικαιώματα των εργαζομένων και να αντιπολιτεύεται τις μεθοδεύσεις του κεφαλαίου. Ασκώντας την εκτελεστική εξουσία, κατανοεί ότι δεν μπορεί να εφαρμόσει όσα επαγγέλλεται. Από την άλλην, η εξουσία έχει δραστηριότητες για τις οποίες δεν διαθέτει τις ικανότητες να φέρει εις πέρας. Και φυσικά δεν μπορεί να συναγωνιστεί τις νεοφιλελεύθερες τάσεις του κεφαλαίου και παραμένει εκτεθειμένο, χάνοντας και την αξιοπιστία του.

Από την άλλη, είναι η επίλυση του Κυπριακού. Οι θέσεις και οι απόψεις του ταυτίζονται πλήρως με τις θέσεις του Αβέρωφ και του ΔΗΣΥ. Αλλά προτιμά την ευθύνη της λύσης να φέρει μια κυβέρνηση της δεξιάς και το ίδιο να την στηρίξει, με την ελπίδα να την περάσουν στο δημοψήφισμα. Αυτός είναι και ο λόγος που δεν υπήρξε περίπτωση στήριξης του Νικόλα. Το ΑΚΕΛ ξέρει πως το ΔΗΚΟ δεν θα αποδεχτεί τις πρόνοιες του πλαισίου Γκουτέρες και τις συγκλίσεις Χριστόφια και Αναστασιάδη. Ούτε θα αποδεχτεί λύση που υποβιβάζει την Κ.Δ. σε συνιστώσα πολιτεία. Έτσι, δεν ήταν δυνατή η συνεργασία ΑΚΕΛ - ΔΗΚΟ για ΠτΔ.

Οι εξελίξεις είναι παράλογες και περιπλεγμένες. Η θέληση των ψηφοφόρων αδιευκρίνιστη προς το παρόν, αλλά παράξενη, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις. Και τα κόμματα του κέντρου, έχοντας επίγνωση της αδυναμίας των ποσοστών τους και της δύναμης της πελατειακής σχέσης της εξουσίας, φαίνεται ότι θα ακολουθήσουν τις δημοσκοπήσεις. Θα τα καταφέρουν, άραγε;