Αναλύσεις

Τουρκική προκλητικότητα: Η στροφή στην αποτροπή και η κυπριακή εξαίρεση

Το ενδεχόμενο ενός θερμού επεισοδίου δεν επιτρέπει εφησυχασμό και ειδικότερα για τη Λευκωσία, καμία δικαιολογία για συνέχιση των αφελών και αναποτελεσματικών πολιτικών του κατευνασμού

Κινήσεις προσάρτησης της κατεχόμενης Κύπρου μέσω Τύμπου, «ταφόπλακα με το μέτρο» στο θέμα της Αμμοχώστου, χάρτες που γκριζάρουν το μισό Αιγαίο, εμπρηστικές δηλώσεις από την Κυβέρνηση και την αντιπολίτευση, ευθείες απειλές κατά Ελλάδας και Κύπρου, προσβλητικές δηλώσεις έναντι Ελλήνων αξιωματούχων… Πρόκειται για μερικές μόνο εκδηλώσεις της τουρκικής επιθετικότητας που κλιμακώθηκε επικίνδυνα τις τελευταίες μέρες έναντι Ελλάδας και Κύπρου.

Στον αντίποδα, οι κινήσεις της Αθήνας, που συνιστούν μετακίνηση από την πολιτική του κατευνασμού σε αυτήν της αποτροπής της τουρκικής επιθετικότητας, φαίνεται πως αποδίδουν. Αυτό μαρτυρούν, εξάλλου, η ενίσχυση των αμυντικών δυνάμεων της Ελλάδας, που ανατρέπει το τουρκικό προβάδισμα στο Αιγαίο, αλλά και η αλλαγή του διπλωματικού κλίματος με τις δηλώσεις υποστήριξης των ελληνικών θέσεων από τις Δυτικές Δυνάμεις.

«Παραφωνία» στην όλη υπόθεση δείχνει να αποτελεί η στάση της Λευκωσίας, η οποία όχι απλώς δεν προσανατολίζεται στην εκμετάλλευση του δυσμενούς κλίματος για τις αναθεωρητικές πρακτικές που υιοθετεί η Άγκυρα, αλλά ρίχνει νερό στον μύλο τής τουρκικής βουλιμίας με ξαναδοκιμασμένες και αποτυχημένες συνταγές. Καθιστώντας μάλιστα την Κύπρο, ως το μοναδικό σημείο που ο τουρκικός επεκτατισμός εφαρμόζει τα σχέδιά του ανεμπόδιστα.

Τι επιδιώκει με το γκριζάρισμα του Αιγαίου

Στην αρχή της εβδομάδας ο Τούρκος ΥΠΕΞ, μιλώντας στο πρακτορείο Αnadolou, δείχνοντας μάλιστα και σχετικούς χάρτες, ουσιαστικά ανήγγειλε το status αμφισβήτησης της κυριαρχίας των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου, που υιοθετεί πλέον ανοιχτά και επίσημα η Τουρκία. Αν δεν αποστρατιωτικοποιηθούν τα νησιά του Αιγαίου, λέει ο Τσαβούσογλου -απέναντι στα οποία οι Τούρκοι έχουν παρατάξει τη στρατιά του Αιγαίου- «θα ανοίξουμε προς συζήτηση το θέμα κυριαρχίας τους». Επικαλείται, μάλιστα, τις Συνθήκες της Λωζάννης και του Παρισιού, τις οποίες έχει η ίδια η Τουρκία τσαλαπατήσει και «κάνοντας γαργάρα» παράλληλα τον Καταστατικό Χάρτη του ΟΗΕ που υπερισχύει των Συνθηκών και αναφέρεται ρητά στο άρθρο 51 για το δικαίωμα κάθε κράτους στην άμυνα.

Ο Ερντογάν ξέρει ότι καμία (;) κυβέρνηση στην Ελλάδα δεν πρόκειται να αποστρατιωτικοποιήσει τα νησιά, γιατί απλώς κάτι τέτοιο θα συνιστούσε «αυτοκτονία». Πού αποσκοπεί τότε;

Σε έναν πρώτο βαθμό στην εύνοια του εκλογικού σώματος ενόψει μάλιστα και των εκλογών που θα γίνουν σε έναν χρόνο. Ακολούθως στη δημιουργία πλαισίου, εντός του οποίου να φανεί σαν «υποχώρηση» η όποια παραδοχή της πραγματικότητας από μέρους της Άγκυρας, δημιουργώντας έτσι ευνοϊκό κλίμα για ανταλλάγματα σε άλλα ανοιχτά μέτωπα, όπως επί παραδείγματι το ενεργειακό. Επιπλέον στοχεύει και στη «μερική αποστρατιωτικοποίηση», την οποία επιδιώκει να πετύχει και πάλι με τη γνωστή μέθοδο «ζητώ πολλά για να πάρω όσο περισσότερα γίνεται». Ωστόσο και με δεδομένες τις αυτοκρατορικές ονειρώξεις που διαπερνά όλο σχεδόν το πολιτικό φάσμα της Τουρκίας, δεν μπορεί να υποτιμάται η ευθεία και διακηρυγμένη επιδίωξη: η «Γαλάζια Πατρίδα».

Εκνευρισμός και αμετροέπεια Ερντογάν

Με τις δηλώσεις υποστήριξης των ελληνικών θέσεων από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, την Κομισιόν, τον Γάλλο Πρόεδρο Εμμανουέλ Μακρόν αλλά και τον Γερμανό Καγκελάριο, Όλαβ Σολτς, ο οποίος μετακινήθηκε -άγνωστο για πόσο- από την προσφιλή στο Βερολίνο πολιτική των ίσων αποστάσεων, η Άγκυρα φαίνεται να βρίσκεται σε κατάσταση διπλωματικής αμηχανίας.

Αυτό μαρτυρούν εξάλλου και οι δηλώσει Ερντογάν, ο οποίος επανέλαβε την περασμένη Τετάρτη, σχολιάζοντας το ταξίδι του Έλληνα Πρωθυπουργού στις ΗΠΑ, πως «από σήμερα, για εμένα δεν υπάρχει πια ο Μητσοτάκης. Δεν θα δεχθώ να συναντηθώ ποτέ μαζί του». Μάλιστα σε ένα κρεσέντο προκλητικότητας και πολεμοχαρών υπονοουμένων, ο κ. Ερντογάν ανέφερε πως «εμείς κάνουμε εξωτερική πολιτική μόνο με αξιοπρεπείς συνομιλητές. Μας κάνουν επίδειξη δύναμης με τα πολεμικά τους αεροπλάνα. Εσείς δεν πήρατε κανένα μάθημα από την ιστορία σας; Και μετά κάθεστε και κλαίγεστε».

Καμία διαφορά στα ελληνοτουρκικά μεταξύ Ισλαμιστών και Κεμαλικών

Πέρα όμως από τον Ερντογάν και τους συγκυβερνήτες του, την ίδια ρητορική της πρόκλησης και του επεκτατισμού υιοθετεί και η τουρκική αντιπολίτευση, καθιστώντας σαφές πως καμία διαφορά δεν υπάρχει αναφορικά με τα εθνικά μας ζητήματα, αν βρίσκονται στην ηγεσία της γείτονος Ισλαμιστές ή Κεμαλικοί.

«Η στάση μας είναι ξεκάθαρη. Είναι επιτακτική ανάγκη να αυξήσουμε την πίεση σε Μεσόγειο και Αιγαίο. Δεν γίνεται δουλειά όταν λες “βγάζω το πλοίο” και μετά το τράβας πίσω ή όταν παρακαλάς όπως “μακάρι να με καλούσε ο Μπάιντεν”. Αν βαστά η καρδιά σου, κάνε βήμα για τα κατεχόμενα οπλισμένα νησιά (σ.σ. νησιά του Αιγαίου). Θα σε στηρίξουμε», δήλωσε ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, απευθυνόμενος στον Πρόεδρο Ερντογάν.

Η εξαίρεση της Κύπρου

Απ’ όλο το φάσμα των ελληνοτουρκικών σχέσεων, όπου καταγράφεται από μέρους της ελληνικής μεριάς η μετατόπιση από την πολιτική του κατευνασμού στην πολιτική της αποτροπής, εξαίρεση αποτελεί η Κύπρος: Είναι μάλλον το μοναδικό πεδίο στο οποίο η Άγκυρα εφαρμόζει χωρίς εμπόδια και προσκόμματα το επεκτατικό πλάνο της· δυστυχώς καταρρίπτοντας μάλιστα και τις θεωρίες που ήθελαν την Τουρκία να ρίχνει τους τόνους υπό τον φόβο μην της επιβληθούν κυρώσεις όπως συμβαίνει με τη Μόσχα.

Δένει ανεμπόδιστη τα κατεχόμενα

Όπως έγινε γνωστό πριν από περίπου δύο εβδομάδες, οι κατοχικές δυνάμεις προχώρησαν σε εργασίες προκειμένου να καταστήσουν προσβάσιμο άλλο ένα κομμάτι του παραλιακού μετώπου της περίκλειστης Αμμοχώστου, συγκεκριμένα μπροστά από το ξενοδοχείο King George. Η κίνηση αυτή έρχεται σε συνέχεια των εργασιών διάνοιξης των παραλιακών σημείων στον Άγιο Μέμνονα και τη Χρυσή Ακτή, τον εξωραϊσμό του Δημοτικού Κήπου κ.ά..

Επιπλέον την περασμένη Πέμπτη με εντολή του Τούρκου Αντιπροέδρου Φουάτ Οκτάι η Άγκυρα τροποποίησε το καθεστώς λειτουργίας του παράνομου αεροδρομίου της Τύμπου. Συγκεκριμένα, «ο Τούρκος αντιπρόεδρος Φουάτ Οκτάι έδωσε εντολή στον υφυπουργό Οικονομικών της Τουρκίας να μεταφέρει την ‘‘ΤΔΒΚ’’ (σσ: το παράνομο αεροδρόμιο της κατεχόμενης Τύμπου) σε καθεστώς εγχώριων πτήσεων». Η «επίσημη» θέση της τουρκικής πλευράς είναι ότι η αλλαγή καθεστώτος του αεροδρομίου της Τύμπου γίνεται προκειμένου να μειωθούν οι τιμές των αεροπορικών εισιτηρίων…

Ωστόσο, επί της ουσίας, η κίνηση αυτή αποτελεί μια «εμφατική» απάντηση της Άγκυρας στις προθέσεις της Λευκωσίας να επαναφέρει με προτάσεις για Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης την Τουρκία στο τραπέζι των συνομιλιών: Τα ΜΟΕ Αναστασιάδη - Κασουλίδη, που απέρριψε ο ηγέτης των Τουρκοκυπρίων χαρακτηρίζοντάς τα ως «προσπάθεια εντυπώσεων», μεταξύ άλλων προέβλεπαν την υπαγωγή του αεροδρομίου της Τύμπου στη διοίκηση του ΟΗΕ.

Το κεντρικό συμπέρασμα από τις κινήσεις της τουρκικής πλευράς στην Αμμόχωστο και στο αεροδρόμιο της Τύμπου είναι ακριβώς ότι δεν προτίθεται σε καμία περίπτωση να τηρήσει τα σχετικά ψηφίσματα του ΟΗΕ ή να φρενάρει τις επεκτατικές της βλέψεις, επειδή πολύ απλά γνωρίζει πως δεν θα έχει κανένα κόστος για τα τετελεσμένα που δημιουργεί. Επιπλέον, όσο η Άγκυρα βλέπει ότι δεν υπάρχει πρόθεση από την ελληνική πλευρά να ασκηθούν πιέσεις για επιβολή κυρώσεων, κατ’ αναλογία με αυτές που επιβάλλονται στη Μόσχα, δεν έχει κανένα λόγο να διαφοροποιήσει την πολιτική της.

Πόσο κοντά είναι ένα θερμό επεισόδιο;

Η ρητορική και οι κινήσεις στις οποίες προβαίνει η Τουρκία φανερώνουν ότι δεν ξέρει κανείς, και κυρίως η ίδια, πού είναι τα όριά της. Το ερώτημά είναι πόσο ακόμα θα τραβήξει το σχοινί και πιο συγκεκριμένα αν προτίθεται να στήσει σκηνικό θερμού επεισοδίου. Στο Αιγαίο -ειδικότερα όσο περνά ο χρόνος και η Ελλάδα εξοπλίζεται- δεν είναι απλή υπόθεση για την Άγκυρα να προκαλέσει κάποιο επεισόδιο, αφού η ισορροπία δυνάμεων μεταξύ των δύο χωρών δεν εξασφαλίζει σε καμία περίπτωση την επικράτησή της. Από την άλλη, ακριβώς επειδή το εξοπλιστικό πρόγραμμα της Αθήνας τρέχει σε υψηλούς ρυθμούς, η Άγκυρα γνωρίζει πως στο άμεσο μέλλον δεν θα την παίρνει ούτε να σκεφτεί να προχωρήσει σε μια επιθετική ενέργεια έναντι της Ελλάδας. Αυτό εξάλλου επισημαίνουν και αρκετοί Τούρκοι αναλυτές, που θεωρούν πως η «ευκαιρία» της Τουρκίας έναντι της Ελλάδας είναι στο όριο τού να χαθεί.

Παράλληλα υπάρχει και το θέμα του τουρισμού που και η Ελλάδα και η Τουρκία, έχοντας τις οικονομίες τους υπό πίεση, δεν θέλουν να κάψουν, αφού οι απώλειες και για τις δύο χώρες θα είναι τεράστιες.

Ωστόσο, όπως σημειώνουν διάφοροι αναλυτές, σε συνθήκες όπως αυτή που διανύουμε, το ενδεχόμενο ενός ατυχήματος που μπορεί να οδηγήσει σε μεγαλύτερης κλίμακας εντάσεις, δεν είναι καθόλου απομακρυσμένο. Γι’ αυτό δεν επιτρέπεται κανένας εφησυχασμός, και ειδικότερα για τη Λευκωσία, καμία δικαιολογία για συνέχιση των αφελών και αντιπαραγωγικών πολιτικών.