Αναλύσεις

Τα «ανεξερεύνητα» ποινικά αδικήματα και το κρυφτούλι

Η δημοκρατία πρέπει να λειτουργεί χωρίς σκιές και σκοπιμότητες

Το σκάνδαλο στην Ελλάδα με τις τηλεφωνικές παρακολουθήσεις ήταν λογικό να προκαλέσει αναταράξεις και να αναβιώσει τις αντιδράσεις που είχαν ξεσπάσει πριν από μερικά χρόνια στην Κύπρο, όταν αποκαλυπτόταν η πολύκροτη υπόθεση του κατασκοπευτικού βαν στην οποία ενέχονταν Ισραηλινοί πρώην πράκτορες. Η Κύπρος σχετίζεται με το εν λόγω σκάνδαλο, καθώς η συγκεκριμένη εταιρεία που έκανε χρήση του λογισμικού Predator έχει ως έδρα της την Κύπρο και σχετίζεται άμεσα με το κατασκοπευτικό βαν, το οποίο εντοπίστηκε στη χώρα μας το 2019.

Ο Κυβερνητικός Εκπρόσωπος σε δηλώσεις του την Τρίτη υποστήριξε ότι «τα όσα τεκταίνονται στην Ελλάδα δεν έχουν καμία σχέση με την Κύπρο», ενώ έκανε λόγο για προσπάθεια πολιτικής εκμετάλλευσης. «Στην Κύπρο -είπε- υφίσταται ένα υγιές νομικό πλαίσιο προστασίας της ιδιωτικής ζωής και του αδιάβλητου των επικοινωνιών των πολιτών», το οποίο, «σε συνεργασία με τη Βουλή των Αντιπροσώπων, συνεχώς ενισχύουμε και αναβαθμίζουμε…».

Εάν δεν ζούσαμε στην Κύπρο, θα τα πιστεύαμε όλα αυτά. Γιατί όλοι οι πολίτες έγιναν μάρτυρες του τρόπου με τον οποίον έκλεισε η αυλαία της πολύκροτης υπόθεσης του κατασκοπευτικού βαν, με το Μόνιμο Κακουργιοδικείο στη Λάρνακα να επιβάλλει, ως ποινή, συνολικό πρόστιμο €76.000 στην κατηγορούμενη εταιρεία Ws Wispear Systems Limited.

Επίσης, η Επίτροπος Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, στις 4 Νοεμβρίου 2021, ασκώντας τις εξουσίες που της παρέχει ο Νόμος, επέβαλε στην εταιρεία «Ws Wispear Systems Ltd» διοικητικό πρόστιμο ύψους €925.000 αναφορικά με την παράνομη επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ως αυτή διαπιστώθηκε κατά την αστυνομική έρευνα. Η εταιρεία αποδέχτηκε πλήρως την ευθύνη της και κατέβαλε το χρηματικό πρόστιμο στην Κυπριακή Δημοκρατία.

Αν και αρχικά κατηγορούμενοι στην υπόθεση ήταν και τρία διευθυντικά στελέχη της εταιρείας, απαλλάχτηκαν απ’ όλες τις κατηγορίες που αντιμετώπιζαν, έπειτα από απόφαση του Γενικού Εισαγγελέα.

Η εταιρεία αντιμετώπιζε αρχικά 91 κατηγορίες, οι 49 εκ των οποίων αποσύρθηκαν από τον Γενικό Εισαγγελέα. Έπειτα από δική της παραδοχή, κρίθηκε ένοχη σε 42 κατηγορίες, που αφορούσαν, μεταξύ άλλων, σε παρακολούθηση συνδιαλέξεων ιδιωτικής επικοινωνίας και παράνομη υποκλοπή δημοσίων διαβιβάσεων ηλεκτρονικών δεδομένων.

Η εταιρεία είχε κατασκευάσει ηλεκτρονικά μηχανήματα παρακολούθησης, που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για υποκλοπή ιδιωτικής επικοινωνίας, το ένα εκ των οποίων τοποθετήθηκε τον Απρίλιο του 2019 στο βαν και τα άλλα σε βαλίτσες.

Σύμφωνα με τα γεγονότα της υπόθεσης, έναυσμα για την έναρξη της διερεύνησης αποτέλεσε η συνέντευξη ενός εκ των διευθυντών της εταιρείας, η οποία αναμεταδόθηκε στην Κύπρο. Ακολούθησε αστυνομική έρευνα, η οποία κατέδειξε πως η εταιρεία είχε εγκαταστήσει στο Αεροδρόμιο Λάρνακας τρία σημεία πρόσβασης wi-fi, με ενσωματωμένες κεραίες οι οποίες ήταν συνδεδεμένες με τον server της εταιρείας.

Η επιστημονική εξέταση του εξοπλισμού που κατασχέθηκε, κατέδειξε ότι τόσο στο κτήριο, όσο και εντός του επίδικου βαν, υπήρχαν εγκατεστημένα συστήματα παρακολούθησης και ότι, μεταξύ Μαΐου και Νοεμβρίου του 2019, υπεκλάπησαν 626 διεθνείς ταυτότητες συνδρομητών κινητών τηλεφώνων. Όπως διαπιστώθηκε, η εταιρεία, τον Οκτώβριο του 2018, είχε δηλώσει στο Τμήμα Τελωνείων, πως το βαν που εισήγαγε, θα χρησιμοποιείτο για μετεωρολογικούς σκοπούς.

Βέβαια, αυτά ήταν ανάμεσα σε πολλά άλλα που έγιναν γνωστά, καθότι η υπόθεση έκλεισε και κανένας δεν έμαθε ποτέ ποια ήταν τα θύματα των παρακολουθήσεων/υποκλοπών τηλεφωνικών συνδιαλέξεων. Ποιοι έχουν προμηθευτεί ή έχουν στην κατοχή τους συστήματα παρακολουθήσεων από την εν λόγω εταιρεία ή από άλλες που ειδικεύονται σε συστήματα υποκλοπών.

Όταν είχε ξεσπάσει το σκάνδαλο με το βαν παρακολουθήσεων που ανήκε στην εταιρεία του Ταλ Ντίλιαν (διευθυντή σε WiSpear και Intellexa), ο τελευταίος, σύμφωνα με την Αστυνομία, συνεργαζόταν με τον Αβραάμ Σαχάκ Άβνι που βρισκόταν πίσω από την NCIS Intelligence Services Ltd (συστεγάζονταν στο ίδιο κτήριο και «μοιράζονταν» υπαλλήλους).

Η τελευταία επιχειρηματική οντότητα, σύμφωνα με εσωτερικό σημείωμα της Αστυνομίας, πωλούσε «κατασκοπευτικά όργανα», ενώ στο πελατολόγιό της συμπεριλαμβανόταν ο Δημοκρατικός Συναγερμός και τμήματα της Αστυνομίας Κύπρου. Τότε ο πρόεδρος του κυβερνώντος κόμματος, Αβέρωφ Νεοφύτου, είχε υποστηρίξει ότι η εταιρεία του κ. Άβνι είχε τοποθετήσει σύστημα ασφαλείας στις κτηριακές εγκαταστάσεις του κόμματος. «Βάλαμε σύστημα ασφάλειας για το κτήριο του Συναγερμού. Υπήρχε και πριν, βελτιώθηκε και σήμερα έχουμε και ένα άλλο σύστημα, όπως έχει το κάθε κτήριο», είχε δηλώσει στις 26/11/2019.

Οι πάντες παρακολουθούνται

Για τις πληροφορίες συνεργασίας κομμάτων με εταιρείες που έχουν ως αντικείμενο τις παρακολουθήσεις είχε τοποθετηθεί και ο βουλευτής της ΕΔΕΚ, Κωστής Ευσταθίου. Στις 23/11/2019 είχε πει ότι «τα κόμματα αγοράζουν τέτοιες υπηρεσίες» και ότι στα υπόγειά τους υπάρχουν τέτοιου είδους εγκαταστάσεις.

Όσοι ομολογούν και πληρώνουν πρόστιμα την σκαπουλάρουν;

Ο Β.Γ. Εισαγγελέας Σ. Αγγελίδης σήκωσε το γάντι που έριξε το ΑΚΕΛ, το οποίο κάλεσε τη Γ. Εισαγγελία να απαντήσει: «Γιατί δύο πρώην υπουργοί της κυβέρνησης Συναγερμού αποφάσισαν να απαλλαγεί ο Ταλ Ντίλιαν από όλες τις κατηγορίες; Ως πότε θα συγκαλύπτουν την σκανδαλώδη σύνδεση του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα με τον Ντίλιαν, τον οποίο απάλλαξε από κατηγορίες;».

Ο κ. Αγγελίδης, αφού χαρακτήρισε ως αήθεις τους χαρακτηρισμούς που φτάνουν στα όρια της λασπολογίας, έδωσε τις δικές του απαντήσεις σχετικά με την έκβαση (αναστολή ποινικής δίωξης) της υπόθεσης, λέγοντας: «Αξιολογώντας, αφενός, το αβέβαιον της έκβασης μιας ακροαματικής διαδικασίας -ιδιαίτερα όταν εγείρονται πολύπλοκα νομικά, αλλά ιδίως τεχνικά ζητήματα- και, αφετέρου, λαμβάνοντας υπόψη την ανάληψη πλήρους ευθύνης εκ μέρους της «Ws Wispear Systems Ltd», ελήφθη η συγκεκριμένη απόφαση.

Δηλαδή, όσοι αναλαμβάνουν την ευθύνη και πληρώνουν πρόστιμο για σοβαρά ποινικά αδικήματα δεν διώκονται και αποφασίζεται αναστολή ποινικής δίωξής τους;

Αυτό έρχεται σε αντίθεση με το κράτος δικαίου, τη δημοκρατία και τη διαφάνεια. Καταρρακώνει τους θεσμούς που οφείλουν να προστατεύουν την ιδιωτική ζωή των πολιτών, καθώς και τα προσωπικά τους δεδομένα. Με όλα όσα επανέρχονται ξανά στο προσκήνιο, ο φάκελος των παρακολουθήσεων και δη η υπόθεση με το κατασκοπευτικό βαν επιβάλλεται να ανοίξει ξανά. Αποδεικνύεται ότι ο τρόπος με τον οποίο χειρίστηκε η Πολιτεία το όλο ζήτημα όχι μόνο δεν έπεισε, αλλά άφησε και σοβαρά ρήγματα στην ήδη κλονισμένη εμπιστοσύνη των πολιτών. Ιδιαίτερα όταν υπήρξε παραδοχή ότι η ενεχόμενη εταιρεία στο σκάνδαλο των παρακολουθήσεων συνεργαζόταν με τμήματα της Αστυνομίας. Η Αστυνομία, με άλλα λόγια, καλείτο να ελέγξει μια εταιρεία που ασχολείτο με προϊόντα κατασκοπίας και με την οποία είχε πάρε-δώσε.

Η υποκρισία στο απόγειο

Τη δεκαετία του 1990, επί διακυβέρνησης Γλ. Κληρίδη, η εφημερίδα ΧΑΡΑΥΓΗ αποκάλυπτε με φωτογραφικά τεκμήρια πως στο ρετιρέ της αμερικανικής πρεσβείας στη Λευκωσία υπήρξαν εγκαταστάσεις παρακολουθήσεων. Όχι του δρόμου και των διερχομένων για την προστασία των κτηριακών της εγκαταστάσεων. Υπήρχαν εγκατεστημένα συστήματα για υποκλοπές τηλεφωνικών συνδιαλέξεων και κάθε είδους ηλεκτρονικών μηνυμάτων.

Τότε, ούτε έρευνες διατάχθηκαν, ούτε και προκλήθηκε σάλος. Τα κόμματα τήρησαν μια περίεργη ανοχή, ενώ, όταν ρωτήθηκε επί τούτου ο τότε Κυβερνητικός Εκπρόσωπος και νυν ΥΠΕΞ, Ι. Κασουλίδης, απάντησε μειδιώντας: «Αφού το ξέρουμε ότι μας παρακολουθούν…».

Ανεξάρτητα αν γνωρίζουμε ότι μας παρακολουθούν, η Πολιτεία οφείλει να τηρήσει τα αυτονόητα και τα κόμματα να ξηλώσουν τα συστήματα παρακολουθήσεων, προφανώς και των οπαδών τους.

Η δημοκρατία πρέπει να λειτουργεί χωρίς σκιές και σκοπιμότητες. Οι ισχυρισμοί «ότι στην Κύπρο υφίσταται ένα υγιές νομικό πλαίσιο προστασίας της ιδιωτικής ζωής και του αδιάβλητου των επικοινωνιών των πολιτών», δεν πείθουν κανένα. Και όσοι τα λένε, εκτίθενται.