Ειδήσεις

Έφυγε από τη ζωή η αδερφή του Γρ. Αυξεντίου, Χρυσταλλού

Έφυγε από τη ζωή η μοναδική αδελφή του ήρωα και υπαρχηγού της ΕΟΚΑ Γρηγόρη Αυξεντίου

Έφυγε από τη ζωή η Χρυσταλλού Αυξεντίου-Σουρουλλά, αδερφή του Γρηγόρη Αυξεντίου. Την είδηση του θανάτου της, ανακοίνωσε στο facebook ο δημοσιογράφος Ανδρέας Καουρής.

Πιο κάτω είναι μια ραδιοφωνική συνέντευξη της αδελφής του Γρηγόρη Αυξεντίου που δόθηκε το 1987.

Πρόκειται για ιστορικό ντοκουμέντο το οποίο εκτός των άλλων είναι σημαντικό, επειδή δείχνει ακριβώς πώς ένα καθημερινό παιδί, ο Γρηγόρης Αυξεντίου, ένας κανονικός άνθρωπος στην πορεία «έβγαλε φτερά».

Χωρίς να το επιδιώκει η Χρυσταλλού, με την αυθεντικότητά της και τον μεστό νοήματος λόγο της, αποκαλύπτει επίσης το υλικό από το οποίο ήταν καμωμένες οι ψυχές των ανθρώπων του τόπου μας που ξεσηκώθηκαν και θυσιάστηκαν για την ελευθερία. Ταπεινή και συνάμα μαγαλειώδης...

Η Χρυσταλλού μιλά για τα παιδικά τους χρόνια, για τη σχέση του Γρηγόρη με την Οικογένεια του, για διάφορες εκφάνσεις της ζωής του και για την περίοδο του αγώνα της ΕΟΚΑ.


Υ.Γ: «Ας έσιει τες ευτζιές μου. Καλλύτερα που εν επαραδόθηκεν, να τον πιάσουν ζωντανόν. Που εν αξιωθήκαν να δουν την μορφήν του...
Αυτα ηταν τα λογια που ειπε η μανα τους, σύμφωνα με τη Χρυσταλλού, μολις εμαθε οτι τον σκότωσαν. Ο Ριτσος στο ποιημα "αποχαιρετισμός" που αναφέρεται στις τελευταίες στιγμες του Αυξεντίου, απέδωσε μερικώς την εν λόγω σκηνή με την αντίδραση της μανας του. Η πραγματικοτητα ομως με αυτο το "να έσιει τες ευτζιές μου που εν αξιωθήκαν να δουν τη μορφη του", ξεπέρασε κατα πολύ την ποίηση...

ΜΠΑΡ ΑΥΞΕΝΤΙΟΥ...

Απομαγνητοφωνημένες δύο στιγμές της συνέντευξης, που δείχνουν ακριβώς ότι το καθημερινό και το ηρωικό μένουν στο ίδιο σώμα...

-Δεν είχατε υποψιαστεί οτιδήποτε; Ότι ήταν ανακατωμένος σε οργάνωση για την απελευθέρωση της Κύπρου, δηλαδή στην ΕΟΚΑ; Δεν είχατε καμιάν υποψία από τις κινήσεις του;

-Ε, εν είχαμεν. Η μάνα μου, επειδή εν τζιαι έστεκεν έσσω, επήαιννεν ποτζιεί ποδά (σ.σ. ο Γρηγόρης), εθυμώννετουν πως εβουρούσαν στες διασκεδάσεις τζιαι εξοθκιάζαν τα ριάλλια τους, τζιαι εν τα φυλάουν να χτίσουν σπίτι… Θαυμάζω τούντον τζιύρην σου, ελάλεν μου, είντα πλάσμαν εγίνικεν τζιαι εν θυμώννεται… Ενώ ο τζιύρης μου έξερεν τζιαι εν ελάλεν τίποτε.

-Τον θάνατό του Γρηγόρη Αυξεντίου, πώς τον πληροφορηθήκατε;

-Ε, τον θάνατον επληροφορηθήκαμέν τον… Ήρτεν ο παπά Ηρώδης, παπάς εις το χωρκόν μας, άκουσέν το που το BBC. Ήτουν η Σήκωση, εγιώ ήμουν εις το κρεβάτιν, ήτουν η Βασιλού (σ.σ. σύζυγος του Γρηγόρη), ο τζιύρης μου, η μάνα μου, ο άντρας μου, εφάασιν τζιαι εξεκινήσαν να παν κάτω. Μόλις επήεν νάκκον τόπον, εστράφην ο τζιύρης μου. Ήβρεν φυλλάδιον έξω που το σπίτι μας. Έπιαν τα τζιείνα τα φυλλάδια, ήρτεν έσσω να δει, έβαλέν τα πας στην λάμπα ψηλά… Έδειγνεν έναν… «ΜΠΑΡ ΑΥΞΕΝΤΙΟΥ» έγραφε. Ερίξαν τα οι Εγγλέζοι με το ελικόπτερο. Καμπόσες καρέκλες όφτζιερες, έτσι, θαμώνες ούτε έναν, τζιαι δκυο νεκροκεφαλές, μιαν που την μιαν τζιαι μιαν που την άλλην… τζιαι ήταν το «ΜΠΑΡ ΑΥΞΕΝΤΙΟΥ»… «Ω! Εν’ ωραίον τούτον», λαλεί ο τζιύρης μου. «Να το φυλάξω πον’ να ’ρτει ο Γληόρης, να του το δείξω…» Έβαλέν το μες στην πούγκαν του τζιαι επήεν πάρακατω. Μα εν τζιαι επεράσαν δκυο τρια λεπτά, έρκουνται… Εδώκαν μιαν της πόρτας, σαν πο’ ’ρκουνταν οι Εγγλέζοι να κάμουν έρευναν, έτσι. «Παναΐα μου, α Βασιλού», λαλεί η μάνα μου, «είντα ττακκουρκά εν’ τούτη;» Επήεν, άννοιξεν, εμπήκαν μέσα τζιαι οι δκυο, μα σαν τους φονιάες… Τζιαι ο παπά Ηρώδης τζιαι ο τζιύρης μου, έτσι θυμωμένοι… Έμπην που την πόρταν τζιαι ήρτεν ως το κρεβάτιν που ήμουν εγιώ… Τζιαι εξαναστράφην τζιαι επήεν τζιαι εστάθην εις την πόρταν… Εσταθήκαν τζιαι οι θκυο έτσι αμίλητοι τζειαμαί… Ε, κάτι εκαταλάβαμεν. Επαγώσαμεν. Είπεν η μάνα μου: «Παναΐα μου, είντα μπο’ γίνηκεν;» Τζιαι έπιασεν έναν ύφος ο τζιύρης μου, ο Θεός μακαρίσει τον, έτσι… Τζιαι λαλεί: «Εσκοτώθηκεν στην μάχη....» Ε, τζειαμαί πκιον… Η Βασιλού έγυρεν πας στον παπά Ηρώδην… Εγιώ ελάλουν τους τάχα: «Μα ποιος σας το είπεν; Εν’ πολλές φορές που το είπαν τούτο τζιαι ήτουν ψέματα…» «Δυστυχώς, Γρυσταλλού», λαλεί μου ο παπά Ηρώδης, «είπεν το το BBC τζιαι εν’ αλήθκεια τωρά». Ε… Τζι η μάνα μου είπεν την κουβένταν τούτην… «Ας έσιει τες ευτζιές μου», λαλεί… «Καλλύτερα που εν επαραδόθηκεν, να τον πιάσουν ζωντανόν. Που εν αξιωθήκαν να δουν την μορφήν του… Γιατί το αποτέλεσμαν πάλε είσιεν να τον ισκοτώσουν τζιαι να τον βασανίσουν θέμας… Καλλύτερα. Παρά φυλακισμένον τζιαι βασανισμένον…» Είπεν τα τούντα λόγια…