Τα «Eπτά Προεδρικά Πορτραίτα» του Κωστή Χατζηκωστή

Το να γράψεις ένα βιβλίο με όσα θεώρησες χρήσιμα για να φωτίσεις την ιστορία της διακυβέρνησης του τόπου με βάση τις διαδοχικές και διαχρονικές συνομιλίες / συναντήσεις με τους επτά προηγούμενους Προέδρους της Κυπριακής Δημοκρατίας, αποτελεί από μόνο του πρωτόγνωρο δημοσιογραφικό κατόρθωμα.

Ανεξάρτητα εάν ο αναγνώστης συμφωνεί ή διαφωνεί με επιμέρους θέματα, το βέβαιο είναι ότι πρόκειται για μια εξαιρετικά δύσκολη προσπάθεια, που κάλυψε αρχικά τους έξι Προέδρους με την πρώτη έκδοση του 2015, και τώρα υπάρχει ως προέκταση η δεύτερη έκδοση μετά τις προεδρικές εκλογές του 2023 και την ολοκλήρωση της δεκαετούς θητείας του Προέδρου Αναστασιάδη.

Προφανώς ο συγγραφέας δεν απέβλεψε μόνο ως δημοσιογραφική αναζήτηση να εξυπηρετήσει το καθήκον ενημέρωσης του κοινού κατά την ελευθερία της γνώμης. Ούτε τα όσα περιγράφει αφορούν ως μορφή αντιπολιτευτικής ή απλής επικριτικής διάθεσης. Κυρίως επεδίωξε και πέτυχε να συνομιλήσει με τους επτά Προέδρους σε κρίσιμες στιγμές της πολιτικής ιστορίας του τόπου, έχοντας ήδη ο ίδιος διατυπωμένη μέσα από την αρθρογραφία του, άποψη και θέση περί το εθνικό μας θέμα. Τους έκρινε αυστηρά και ιδιαίτερα για τους ίδιους ενοχλητικά. Τούτο ως άποψη και θέσεις που δεν απευθύνονται προφανώς μόνο προς την πολιτική ηγεσία, αλλά κυρίως προς την κοινή γνώμη. Έχοντας ο ίδιος θέσεις, διατυπωμένες και γνωστές, συνομίλησε άλλοτε με δική του πρωτοβουλία ή μετά από πρόσκληση ειδική περί τούτου. Δεν άκουσε μόνο τους επτά Προέδρους. Είναι γι’ αυτό που δεν κατέγραψε μόνο όσα άκουσε αλλά και όσα συζητήθηκαν ως διαφωνίες, ώστε να αξιολογηθούν και να κριθούν. Κατέγραψε απόψεις και αλήθειες, που, όμως ως παραδέχεται ο ίδιος, στον πρόλογο της δεύτερης έκδοσης, απέτυχε να διαμορφωθεί διαχρονικά μια ελπιδοφόρα πολιτική φιλοσοφία για δίκαιη επίλυση του κυπριακού προβλήματος.

Προφανέστατα αυτό που ο αναγνώστης θα διαπιστώσει και θα πρέπει να κρίνει, είναι η σειρά των μοιραίων και καταστροφικών αποφάσεων και υποχωρήσεών μας. Ιδιαίτερα δεν αντιμετωπίστηκε ποτέ, ως ο ίδιος σταθερά και επίμονα υποδείκνυε με τη δημοσιογραφική γραφίδα του, αλλά και όπως ανέπτυσσε στις συναντήσεις του με τον εκάστοτε Πρόεδρο, η συνέπεια της Τουρκίας για εφαρμογή της καθιερωμένης, από πολλά χρόνια πριν και από την έκθεση του Νιχάτ Ερίμ, προφανούς στρατηγικής της για τουρκοποίηση της Κύπρου. Η προσπάθεια της ηγεσίας μας αναλωνόταν στο να πετύχει λύση μέσα από τις συνομιλίες, πάντα με βάση τη συλλογιστική ότι, δήθεν, η Τουρκία είναι και παραμένει αδιάλλακτη, οπότε θα καμφθεί, τάχα, με δικές μας υποχωρήσεις, που υπεδείκνυαν (χάριν των δικών τους συμφερόντων) φίλοι και εχθροί!

Ουδέποτε δηλαδή έγινε πεποίθηση ότι ήμασταν αντιμέτωποι προς μιαν αμετακίνητη συγκεκριμένη τουρκική στρατηγική, με αφετηρία τα δεσμά της Ζυρίχης και τα όσα τότε συμφωνήθηκαν μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας για το κυπριακό πρόβλημα. Δεσμά και υποχωρήσεις που, όπως προειδοποιεί ο συγγραφέας, οδηγούν με γεωμετρική ακρίβεια στην επανάκτηση της Κύπρου από την Τουρκία.

Αυτό προέβαλε στον πρόλογο της πρώτης έκδοσης και ο Βάσος Λυσσαρίδης, ο οποίος τόνισε την άλλη μεγάλη διαχρονική αδυναμία της πλευράς μας περί την ανύπαρκτη «κοινή δράση». Έγραψε χαρακτηριστικά: «Το Κυπριακό βρίσκεται σε εκτροπή. Χρειαζόμαστε κοινή δράση για να αποφύγουμε τους σαφείς και άμεσους κινδύνους τουρκοποίησης της Κύπρου που εκκρεμούν».

Το ερώτημα, όμως, παραμένει: είναι κατανοητός έστω σήμερα αυτός ο κίνδυνος; Θα τύχει εφαρμογής η ανάγκη αντιμετώπισης της στρατηγικής επιδίωξης της Τουρκίας, με κοινή δράση, συναντίληψη και παραμερισμό των επιμέρους κομματικών και άλλων διαφωνιών; Χρειάζεται πίεση προς πραγμάτωση τούτου; Εδώ και ο ρόλος της κοινής γνώμης, που πρέπει, επιτέλους, κυρίαρχα, να απαιτήσει να υπάρξει αποφασιστικά μια νέα κοινή σε σχεδιασμό και εφαρμογή, πορεία προς λύτρωση. Τα δίκαια και τα δικαιώματά μας ως λαού και κράτους δεν θα τα διεκδικήσουν άλλοι για εμάς. Αυτό είναι δικό μας καθήκον, του καθενός. Ανάγκη λοιπόν για λαϊκή αφύπνιση και ανάταση με βάση τις τόσες θυσίες και την ιστορική μνήμη. Ανάγκη με βάση τη μελέτη και τη γνώση όσων προηγήθηκαν (όπως την προσφέρει και το υπό αναφορά νέο βιβλίο) για διαμόρφωση μιας κοινής και αποτελεσματικής διεκδίκησης.