Η Βρετανική Δημοκρατία, παρά την πίεση, αποδεικνύεται ευέλικτη στην παραγωγή λύσεων, αλλά και ακλόνητη. Προσωπικά, δεν έχω καμία αμφιβολία ότι θα περάσει και αυτήν την κρίση. Τώρα, αν το Brexit ενδείκνυται ή όχι, αυτό είναι μια άλλη, εξίσου ενδιαφέρουσα, ιστορία Όλοι οι πολιτικολογούντες είναι σε πλήρη εγρήγορση. Παρακολουθούν την πορεία της Βρετανίας προς την έξοδο. Brexit κατά τη διάσημη και διαγλωσσική συντομογραφία. Οι περισσότεροι παρατηρούν την εξέλιξη κατάπληκτοι. Με μια ειρωνική διάθεση. Δεν είναι δυνατόν μια χώρα με τέτοια δημοκρατική παράδοση, πρώτον, να επιλέγει την πορεία που επέλεξε και, δεύτερον, να επιδεικνύει αυτήν τη χαώδη εικόνα.
Δεν είμαι εξ εκείνων που ιεροποιούν την αγγλική δημοκρατία. Ούτε είμαι εξ εκείνων που θεωρούν αυτόματα θετική την παραμονή του Ηνωμένου Βασιλείου στην Ευρώπη.
Από κυπριακής σκοπιάς, ο πρωταγωνιστικός ρόλος της Βρετανίας εντός Ευρώπης ήταν πάντα πηγή προβλημάτων για την Κύπρο. Αυτοί οδηγούσαν τον χορό υπέρ της άρσης του δήθεν αποκλεισμού των Τουρκοκυπρίων. Αυτοί ενθάρρυναν τον ευρωπαϊκό αρνητισμό μετά το δημοψήφισμα του 2004. Και, βεβαίως, πολλά άλλα. Άρα, η απουσία της βρετανικής επιρροής στους ευρωπαϊκούς θεσμούς μόνο βελτίωση μπορεί να επιφέρει στην ευρωπαϊκή πολιτική περί το Κυπριακό.
Από ευρωπαϊκής σκοπιάς, η Βρετανία ήταν πάντα υπέρ της ρηχής Ένωσης. Ένας πολύ γνωστός Άγγλος συντηρητικός πολιτικός μού είχε πει κάποτε «αγαπητέ μου, αν εξαρτιόταν από μας θα βάζαμε και την Αίγυπτο στην Ένωση». Αυτό δεν ήταν απλός αστεϊσμός. Οι Βρετανοί θα έκαναν ό,τι περνούσε από τα χέρι τους για να φρενάρουν την ομογενοποίηση της Ευρώπης. Προτεραιότητά τους, πάντα, ήταν η διατλαντική σχέση.
Συνεπώς, για να προσπελάσουμε το πρώτο ζήτημα, δεν ήταν και τέτοια έκπληξη η απόφαση εξόδου. Μπορεί να υπήρξαν παραπλανητικές τοποθετήσεις κατά το βρετανικό δημοψήφισμα. Δεν αναιρείται, όμως, ένα γεγονός: Υπήρχε και υπάρχει μια ισχυρή μερίδα του πληθυσμού που προκρίνει την αποχώρηση. Ιδίως μεταξύ των Άγγλων. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι ακόμα και οι Σκώτοι, που ψήφισαν συντριπτικά παραμονή, δεν το έπραξαν τόσο από ευρωλατρία, αλλά περισσότερο από αγγλοφοβία, αναζητώντας ένα αντίβαρο εναντίον του κεντρικού κράτους του Γουέστμινστερ.
Brexit δοθέντος, άρχισε να μπαίνει στο παγκόσμιο μικροσκόπιο η διαχείριση, πλέον, της διαδικασίας εξόδου. Όπως παλαιότερα η μιντιακή κάλυψη του πολέμου στον Κόλπο, τώρα οι ξένοι παρακολουθούν περιδεείς τις συνεδρίες του βρετανικού Κοινοβουλίου. Τον γραφικό Μπέργκοου, τις αποτυχίες της πανθομολογουμένως όχι ιδιαίτερα λαμπρής πολιτικού κυρίας Μέι και τη διελκυστίνδα μεταξύ Κυβέρνησης και Κοινοβουλίου. Ανεπίλυτος γρίφος...
Κατ' αρχάς, δεν πρέπει να διαφεύγει ότι το ζήτημα που έχει κληθεί να χειριστεί η βρετανική Δημοκρατία δεν είναι αμελητέο. Η Βρετανία επιχειρεί να διαπραγματευθεί και να ολοκληρώσει τον ριζοσπαστικότερο πολιτειακό αναπροσανατολισμό που επιχειρήθηκε ίσως ποτέ εν καιρώ ειρήνης και χωρίς επανάσταση. Η Βρετανία, προς εφαρμογή της λαϊκής ετυμηγορίας, καλείται να ξηλώσει πολλαπλές στρώσεις ευρωπαϊκής νομοθεσίας, να απαγκιστρωθεί από θεσμούς στους οποίους βυθίζεται ανεπιφύλακτα τις τελευταίες δεκαετίες. Και όλα αυτά, ενώ ταυτόχρονα επιχειρεί να κρατήσει τη Βόρεια Ιρλανδία τόσον εντός Ηνωμένου Βασιλείου, όσο και σε ένα ασύνορο καθεστώς με τη Δημοκρατία της Ιρλανδίας και, κατ’ επέκτασιν, την ΕΕ. Ανεπίλυτος γρίφος.
Να μην υποτιμά κανείς, λοιπόν, τις θεσμικές προκλήσεις. Αυτή η θεσμική απαγκίστρωση είναι σαφώς πιο δύσκολη και πιο περίπλοκη από την αποχώρηση από το ευρώ. Όταν χώρες όπως η Ελλάδα, αλλά ακόμα και η Κύπρος, στάθμιζαν μια τέτοια κίνηση, μία σοβαρή παράμετρος δεν ήταν μόνον τα υπέρ και κατά τού ‘μέσα’ και του ‘έξω’. Κυρίως σταθμιζόταν η δυνατότητα ομαλής μετάβασης από το ‘μέσα’ στο ‘έξω’. Είναι αυτό που χειρίζονται τώρα οι βρετανικοί θεσμοί. Και έχουν τεντωθεί στο έπακρον. Το Κοινοβούλιο ανέκτησε την πρωτοβουλία από την Μέι σε μια πρωτοφανή συνταγματική κίνηση προγραμματίζοντας διερευνητικές ψηφοφορίες πέραν των ορίων που έθεταν οι προτάσεις της Κυβέρνησης. Δεν πέτυχαν. Τουλάχιστον, προς το παρόν. Βλέπουμε, όμως, τους Βρετανούς να αντλούν από τα συνταγματικά τους αποθέματα χωρίς να κλυδωνίζεται η Δημοκρατία.
Βεβαίως, πρόβλημα παραμένει το γεγονός ότι το Brexit τέμνει κάθετα το ιδεολογικό φάσμα. Αυτό, όντως, έχει δυσκολέψει τα πράγματα, καθώς το πλειοψηφικό σύστημα που ισχύει στη Βρετανία και οι, συνήθως, μονοκομματικές Κυβερνήσεις δεν ευνοούσαν μέχρι σήμερα συναινετικές προσεγγίσεις. Και αυτό, όμως, φαίνεται να ξεπερνιέται. Σε επίπεδο βουλευτών, ήδη άρχισαν διαπαραταξιακές συνεννοήσεις ή ακόμα και ανακοινώσεις νέων κομματικών σχημάτων. Ακόμη όμως και τα δύο μεγάλα κόμματα, των Συντηρητικών και Εργατικών, υποχρεώθηκαν να μιλήσουν σε επίπεδο ηγεσίας για ανίχνευση πιθανής συμπόρευσης.
Βλέπουμε, λοιπόν, ότι η Βρετανική Δημοκρατία, παρά την πίεση, αποδεικνύεται ευέλικτη στην παραγωγή λύσεων, αλλά και ακλόνητη. Προσωπικά, δεν έχω καμία αμφιβολία ότι θα περάσει και αυτήν την κρίση. Τώρα, αν το Brexit ενδείκνυται ή όχι, αυτό είναι μια άλλη, εξίσου ενδιαφέρουσα, ιστορία.