Παιδεία

«Test» για γερά νεύρα στα σχολεία

Σε εφαρμογή το test to stay εν μέσω αντιδράσεων των εκπαιδευτικών οργανώσεων, που κάνουν λόγο για επικίνδυνο πείραμα στις σχολικές κοινότητες

Πρεμιέρα για το test to stay αύριο στα σχολεία, με τους εκπαιδευτικούς να συνεχίζουν να εκφράζουν τις έντονες ανησυχίες τους για το μέτρο αυτό. Μάλιστα οι δάσκαλοι ανακοίνωσαν τη λήψη μέτρων, και συγκεκριμένα στάση εργασίας στις 7 Φεβρουαρίου, αν αποδειχθεί το ανεφάρμοστο του μέτρου αυτού. Ένα μέτρο που χαρακτηρίζεται ως παράταιρο από τους εκπαιδευτικούς, εφόσον θα αφορά μόνο τους μαθητές που χαρακτηρίζονται ως στενές επαφές και μόνο εντός της σχολικής κοινότητας, γεγονός που θεωρούν ότι αναιρεί τα υφιστάμενα πρωτόκολλα που αφορούν στο υπόλοιπο μέρος της κοινωνίας, συμπεριλαμβανομένων των εκπαιδευτικών.

Όλα έτοιμα για το test to stay

Έτοιμες οι κινητές μονάδες διενέργειας διαγνωστικών ελέγχων για να επιχειρήσουν από αύριο στοχευμένα στα σχολεία που έχουν μαθητές οι οποίοι χαρακτηρίζονται ως στενές επαφές. Το νέο μέτρο test to stay αρχή κάνει από τα σχολεία, ενώ δεν αποκλείεται να το δούμε να εφαρμόζεται σύντομα και σε άλλους τομείς. Αν και με παράταση μιας εβδομάδας, το επιπρόσθετο αυτό μέτρο τίθεται σε εφαρμογή από αύριο, χωρίς όμως τη σύμφωνη γνώμη των εκπαιδευτικών, οι οποίοι θεωρούν ότι ένα τέτοιο μέτρο δεν θα μπορούσε να εμποδίσει τη διασπορά του ιού.

Η ΟΕΛΜΕΚ, από τη μία μεριά, θεωρεί ότι το μέτρο αυτό, όχι μόνο δεν μπορεί να προσφέρει τίποτα απολύτως στην επίτευξη του στόχου, που δεν είναι άλλος από τη διατήρηση των ανοιχτών σχολείων, αλλά αντίθετα προκαλεί κινδύνους, όπως αναφέρουν σε ανακοίνωση τους, ανησυχία και αχρείαστη αναστάτωση, ενώ παράλληλα βρίθει αντιφάσεων. Ο Πρόεδρος της Οργάνωσης, Κώστας Χατζησάββας, σε δηλώσεις του στη «Σημερινή» ανέφερε ότι «οι προβληματισμοί μας εκφράστηκαν ξεκάθαρα στην τελευταία συνάντηση που είχαμε με τους αρμόδιους Υπουργούς Υγείας και Παιδείας. Ακόμη, ωστόσο, αναρωτιόμαστε γιατί διαφοροποιείται η διαχείριση των μαθητών που θεωρούνται στενές επαφές, από όλη την υπόλοιπη κοινωνία. Στο σχολείο οι μαθητές που είναι στενές επαφές μπορούν να έρχονται κανονικά, ενώ όταν φύγουν από το σχολείο θα πρέπει να μπαίνουν σε αυτοπεριορισμό, εξαιτίας ενός άλλου πρωτοκόλλου».

Κίνδυνος αύξησης κρουσμάτων;

Με την εφαρμογή της απόφασης αυτής αυξάνεται ο κίνδυνος ανόδου του αριθμού των κρουσμάτων εντός των σχολείων, όπως αναφέρουν οι εκπαιδευτικές οργανώσεις. «Η υπερμεταδοτικότητα της συγκεκριμένης μετάλλαξης αυξάνει τον κίνδυνο νόσησης των μαθητών αλλά και του εκπαιδευτικού προσωπικού. Οι τελευταίοι δε, εφόσον θεωρηθούν στενή επαφή, θα πρέπει να ακολουθήσουν το υφιστάμενο πρωτόκολλο και να αυτοπεριοριστούν, την ώρα που οι αντικαταστάσεις γίνονται με δυσκολία ή δεν μπορούν να ολοκληρωθούν», όπως εξήγησε ο κ. Χατζησάββας.

Σωρεία προβλημάτων προβλέπει και η ΠΟΕΔ, η οποία ήδη ανακοίνωσε τη λήψη μέτρων σε περίπτωση που διαφανεί ότι το μέτρο αυτό δεν βοηθά την κατάσταση. Στις 7 Φεβρουαρίου οι δάσκαλοι θα κατέλθουν σε μονόωρη στάση εργασίας, ως ένδειξη διαμαρτυρίας για τον τρόπο διαχείρισης της πανδημίας εντός των σχολείων. Ο Γενικός Γραμματέας της Οργάνωσης, Χάρης Χαραλάμπους, δήλωσε στη «Σ» ότι η κατάσταση φτάνει σε αδιέξοδο. «Ήδη αντιμετωπίζουμε θέματα με τους αντικαταστάτες, ζητούμε αναθεώρηση και αυστηροποίηση των πρωτοκόλλων».

Μέτρο που στερείται λογικής;

Η έντονη δυσαρέσκεια των καθηγητών συνοψίζεται στο γεγονός ότι θεωρούν την εφαρμογή του test to stay ένα διαφορετικό μέτρο, που δεν συνάδει με την πολιτική της εφαρμογής των υγειονομικών πρωτοκόλλων. «Άλλο υγειονομικό πρωτόκολλο το πρωί και άλλο το απόγευμα», όπως χαρακτηριστικά ανέφερε ο κ. Χατζησάββας. Μέχρι την υστάτη, οι καθηγητές ζητούν την απόσυρση της απόφασης για την εφαρμογή του test to stay, οι οποίοι μέχρι το απόγευμα της Παρασκευής δεν είχαν λάβει οποιαδήποτε εγκύκλιο σχετικά με τις οδηγίες εφαρμογής του μέτρου αυτού στα σχολεία. «Πραγματικά παραμένουμε έκπληκτοι με την ασυνεννοησία που παρατηρείται μεταξύ των δύο υπουργείων, εφόσον μέχρι αυτήν τη στιγμή που μιλούμε, προσπαθούμε να καταλάβουμε με ποιον τρόπο θα λειτουργήσει και θα εφαρμοστεί το συγκεκριμένο μέτρο στα σχολεία», δήλωσε ο κ. Χατζησάββας, ο οποίος εξήγησε ότι από το πρωί της Παρασκευής μέχρι και το απόγευμα οι αρμόδιοι του Υπουργείου Παιδείας δεν μπορούσαν να απαντήσουν σε βασικές ερωτήσεις που αφορούν διαδικασίες του μέτρου.

«Προσπαθούμε να μάθουμε τι θα γίνει με τις στενές επαφές, πού θα συγκεντρώνονται, αν θα έχει μια κινητή μονάδα το κάθε σχολείο, μας παίρνουν γονείς τηλέφωνο επίσης και ζητούν διευκρινίσεις και δεν ξέρουμε τι θα πούμε. Για παράδειγμα, μητέρα ρωτά αν το παιδί της είναι ήδη στενή επαφή, μπορεί αύριο να έρθει σχολείο; Ε, ακόμη δεν έχουμε απάντηση γι’ αυτό», εξήγησε ο κ. Χατζησάββας.

Τις αντιδράσεις προσπαθεί να κατευνάσει το Υπουργείο Υγείας, που βλέπει με θετικό μάτι την εφαρμογή του μέτρου, ώστε να μπορέσουν να κρατηθούν τα σχολεία ανοικτά. Σε πρόσφατες δηλώσεις του ο Σύμβουλος Επικοινωνίας του Υπουργού Υγείας, Κωνσταντίνος Αθανασίου, ανέφερε ότι το μέτρο αυτό δεν αναιρεί το πρωτόκολλο. «Όταν ένας μαθητής θεωρηθεί στενή επαφή, εφαρμόζεται το πρωτόκολλο και τίθεται σε περιορισμό. Απλώς με το μέτρο αυτό, δίνεται η ευκαιρία στον μαθητή να παραμείνει στο σχολείο και να παρακολουθεί διά ζώσης μαθήματα. Θα μπορεί να εισέρχεται στην τάξη, αφού κάνει rapid test από την κινητή μονάδα που θα είναι ήδη στο σχολείο για τον σκοπό αυτό».

Ο κ. Αθανασίου εξήγησε γι’ ακόμη μια φορά ότι το μέτρο αυτό είναι προαιρετικό για τους μαθητές. «Αν κάποιος δεν θέλει, μπορεί να περιοριστεί σπίτι του για 10 ημέρες. Δεν υπάρχει διαφοροποίηση πρωτοκόλλου, απλώς επικαιροποίηση των πρωτοκόλλων. Οι κινητές μονάδες θα μεταφέρονται στοχευμένα στα σχολεία που έχουν δηλωμένους μαθητές ως στενές επαφές».

Την ίδια ώρα κάποιοι γράφουν…

Σε ένα παράλληλο σύμπαν στο ίδιο νησί, οι μαθητές του Λυκείου και Τεχνικών Σχολών διανύουν την πρώτη εξεταστική περίοδο της χρονιάς. Αν και οι διαδικασίες κυλούν χωρίς ιδιαίτερες εκπλήξεις, εντούτοις πολλοί είναι οι μαθητές που δεν είχαν την ευκαιρία να παρακαθίσουν στις εξετάσεις λόγω COVID-19. Αυτοί αναμένουν τη β’ σειρά εξετάσεων, η οποία θα ξεκινήσει στις 31 Ιανουαρίου, ενώ οι υπόλοιποι μαθητές θα βρίσκονται στις τάξεις για επαναλήψεις.

Ο κ. Χατζησάββας ανέφερε ότι, μετά τη σύσκεψη που είχαν με τον Υπουργό, αποφασίστηκε όπως το β’ τετράμηνο ξεκινήσει στις 7 Φεβρουαρίου. «Όπως μας ειπώθηκε όλοι οι μαθητές επιστρέφουν στα θρανία στις 31 Ιανουαρίου, απλώς όσοι δεν παρακάθισαν στις εξετάσεις θα γράψουν, ενώ όταν ολοκληρώνουν την εξέτασή τους, θα επιστρέφουν στο πρόγραμμα μάθησής τους».

Σύμφωνα λοιπόν με τα νέα χρονοδιαγράμματα, η λήξη των μαθημάτων ορίστηκε για τις 13 Μαΐου, ενώ η έναρξη των Παγκύπριων Εξετάσεων αναμένεται στις 10 Ιουνίου και θα διαρκέσει μέχρι το τέλος του μήνα. Σε ερώτησή μας αν θα υπάρχει ευκαιρία για τους μαθητές που είναι επαφή ή νοσούν για να γράψουν εξετάσεις σε διαμορφωμένο χώρο, ώστε να μη χρειαστεί β’ σειρά, ο κ. Χατζησάββας απάντησε πως δεν υπάρχει ακόμη απάντηση σε αυτό από το αρμόδιο Υπουργείο.

Επιτακτική ανάγκη για μείωση της ύλης

Όσο για την ύλη, ένα ζήτημα που καίει τόσο τους μαθητές όσο και τους εκπαιδευτικούς, ο κ. Χατζησάββας ανέφερε ότι θα υπάρξουν εισηγήσεις για αναπροσαρμογή της ύλης από τους επιθεωρητές, οι οποίες θα σταλούν στους συνδέσμους ειδικοτήτων και εφόσον είναι σύμφωνοι θα προχωρήσουν με την αναθεωρημένη ύλη, πριν από την έναρξη του β’ τετραμήνου.

Την ανησυχία τους για την ύλη εκφράζουν και οι μαθητές, οι οποίοι βλέπουν τον χρόνο να τρέχει. Ο Πρόεδρος της ΠΣΕΜ, Γρηγόρης Γρηγορίου, μιλώντας στη «Σ» ανέφερε ότι με τις υφιστάμενες συνθήκες και χρονοδιαγράμματα δεν υπάρχει η δυνατότητα για κάλυψη της ύλης. «Θα έχουμε περίπου τρεις εβδομάδες τον Φεβρουάριο, θα έχουμε τον Μάρτιο και μισό περίπου Απρίλη. Άρα είναι άμεση η ανάγκη να μειωθεί η ύλη ειδικά για τη Γ’ Λυκείου, που για πρώτη φορά παρακάθεται σε τρεις εξετάσεις».

Ο Πρόεδρος της ΠΣΕΜ ανέφερε, επίσης, ότι με το πέρας των εξετάσεων θα ακολουθήσει μια σειρά συναντήσεων με διάφορους φορείς και κόμματα, ώστε να προωθήσουν σημαντικά ζητήματα που τους απασχολούν, όπως είναι τα διάφορα προβλήματα που προέκυψαν λόγω πανδημίας. «Για παράδειγμα η τεχνολογική υποστήριξη των σχολείων. Μετά από δύο χρόνια πανδημίας, δεν καταφέραμε να έχουμε την υλικοτεχνική και τεχνολογική υποδομή που θα θέλαμε στα σχολεία».