Κυπριακό: επιτόπιο τροχάδην
Με την ανάληψη της προεδρίας από τον Νίκο Χριστοδουλίδη υπήρξε μια νέα κινητικότητα. Προλαμβάνω, όμως: Κινητικότητα από τον νέο Πρόεδρο της Δημοκρατίας και μεταξύ των ξένων, οι οποίοι επιθυμούν διακαώς να τελειώνει το Κυπριακό. Όχι από την Τουρκία. Η Τουρκία διατηρεί πάγιες, πλην, όμως, κλιμακούμενες θέσεις. Δεν συγκινείται από τον εκάστοτε κάτοχο του προεδρικού θώκου στην Κύπρο. Όχι μόνο αυτό αλλά από το Κραν Μοντανά και εντεύθεν έθεσε και ζητήματα καθεστωτικής εξίσωσης κατεχομένων και ΚΔ.
Αυτό το τελευταίο δεν είναι τυχαίο: Η Τουρκία το ζητά άμεσα και προκαταβολικά. Όχι στο πλαίσιο μιας λύσης. Αυτό γίνεται για ποικίλους λόγους: Για να διαπραγματευτούν πλήρως εξισωμένα πλέον τα δύο κυπριακά κράτη μια λύση χωρίς να συζητούνται ζητήματα πλειοψηφίας - μειοψηφίας. Για να μην μονοπωλεί η ΚΔ τη γεωγραφική επικράτεια της Κύπρου, αλλά να υπάρχει μια τουρκική αναγνωρισμένη, επιτέλους, τουρκική οντότητα. Για να ξεχαστεί οριστικά πλέον το ζήτημα της εισβολής και της κατοχής μιας και θα υπερκεραστεί από τη νομιμότητα με την οποία θα περιβληθεί το ψευδοκράτος.
Πάντως ένα πράγμα είναι σίγουρο. Η Τουρκία δεν ζητεί την καθεστωτική εξίσωση κατεχομένων - ΚΔ για να υπάρχουν ένα τουρκικό και ένα ελληνικό κράτος στην Κύπρο. Θα είναι μια αποτυχία -έστω και πρόσκαιρη- η ύπαρξη οιονεί ελληνοτουρκικού συνόρου στην Κύπρο. Διότι αυτό που επιθυμεί η Τουρκία είναι είτε πλήρη ενσωμάτωση της Κύπρου είτε, κατ’ ελάχιστον, την ύπαρξη ενός υποτυπώδους κράτους, το οποίο να λειτουργεί υπό τουρκική κηδεμονία.
Μέσα σε αυτόν τον ορυμαγδό τουρκικών απαιτήσεων τι κάνουμε εμείς; Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας εκλιπαρεί για έναρξη διαπραγματεύσεων. Αποδέχθηκε να κινηθεί προκαταρκτικά στη λογική των Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης (ΜΟΕ), προσφέροντας νέα ανταλλάγματα προς την τουρκική πλευρά προκειμένου να δεήσει να προσέλθει σε διαπραγμάτευση. Αυτά τα ελληνικά δώρα, όχι μόνο απέτυχαν να κερδίσουν τις εντυπώσεις, αλλά πέρασαν απαρατήρητα. Το μόνο που πέτυχαν ήταν να εδραιώσουν την αρχή ότι η ελληνική πλευρά είναι ο δότης και η τουρκική ο λήπτης, προκειμένου να εξασφαλιστεί η εμπιστοσύνη της τουρκικής. Τελικά ποιος είναι ο θύτης; Μα, βέβαια, η ελληνική πλευρά, που καταδυνάστευε τους Τουρκοκυπρίους και υποχρέωσε την Τουρκία, παρά τη δεδηλωμένη ειρηνοφιλία της, να επέμβει το ’74 και να αποκαταστήσει την ειρήνη. Η οποία Τουρκία, προκειμένου να σταματήσει την ελληνική επιβουλή, αναγκάστηκε να εκδιώξει όλα τα εν δυνάμει εχθρικά στοιχεία από τα κατεχόμενα… δηλαδή τον σύνολο ελληνικό πληθυσμό.
Πέραν των ΜΟΕ, όμως, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας προέβη και σε επικίνδυνες ενέργειες ή και τοποθετήσεις. Αναζητεί, δηλώνει, όχι μια δίκαιη λύση, αλλά μια βιώσιμη λύση. Αλήθεια, πόσο ευφυές είναι διαπραγματευτικά να λες μετ’ επιτάσεως ότι εγκαταλείπεις το έρεισμα του δικαίου, όταν το μόνο σου όπλο, που σε κρατά ακόμη ζωντανό, είναι ακριβώς το δίκαιό σου;
Λέει ο Πρόεδρος ότι είναι μια ευκαιρία οι ήρεμες συνθήκες στα Ελληνοτουρκικά, όπως και η παρουσία Ερντογάν στην προεδρία της Τουρκίας. Μα, αν υπάρχουν ήρεμες συνθήκες στα Ελληνοτουρκικά δεν είναι διότι η Τουρκία έχει μετριάσει τις, ούτως ή άλλως, απαράδεκτες απαιτήσεις της. Είναι διότι η ελληνική πλευρά κάνει πίσω κατά σύστημα. Ίδε επεισόδιο Κάσου. Σε συνάφεια, είναι πράγματι ευκαιρία ο Ερντογάν; Αυτός που έχει χάσει την εμπιστοσύνη των συμμάχων του; Αυτός που έχει μπει στη Λιβύη και έχει επιβάλει το τουρκολιβυκό σύμφωνο; Αυτός που έχει εισβάλει στη Συρία, επιτίθεται στο Ιράκ, κατακρεουργεί τους Κούρδους της επικράτειάς του, τη Δημοκρατία στη χώρα του και έχει βάλει και το δάκτυλό του στο Αζερμπαϊτζάν και στη σύγκρουση με την Αρμενία; Αυτός είναι η ευκαιρία; Θα πει ο Πρόεδρος ότι αυτό είναι άδικο, διότι αυτό που εννοεί είναι ότι ο Ερντογάν ως παντοδύναμος που είναι μπορεί να επιβάλει τη λύση. Και αυτό όμως αφελές, διότι αυτό που μετρά είναι η στοχοθεσία του Ερντογάν. Διότι την όποια παντοδυναμία του θα την επιστρατεύσει για την εφαρμογή των στόχων του. Και η στόχευσή του δεν είναι άλλη από την πλήρη επικράτηση στην Κύπρο, στο Αιγαίο, στην Ανατολική Μεσόγειο. Διότι, όπως ο ίδιος ανέφερε πλειστάκις, τα σημερινά σύνορα της Τουρκίας αδικούν τα σύνορα της τουρκικής καρδιάς (είναι άκρως ενδιαφέρον πώς ωμός επεκτατισμός περιβάλλεται συναισθηματικό μανδύα). Με αυτόν τον Ερντογάν θα βρούμε λύση; Με τέτοιες στοχεύσεις, καλύτερα χίλιες φορές να μην ήταν παντοδύναμος.
Είπε όμως και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ότι πρέπει να υπάρξει διαπραγμάτευση, αν μη τι άλλο για να προστατεύσουμε το υπάρχον κεκτημένο των συνομιλιών. Ξέρει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας τι απεδέχθη μέχρι την αποχώρησή του ο τέως Πρόεδρος Νίκος Αναστασιάδης; Προφανώς θα ξέρει μιας και ήταν Υπουργός Εξωτερικών του προκατόχου του. Παρεμπιπτόντως, γιατί δεν δίνει τα έγγραφα της διαπραγμάτευσης στη δημοσιότητα μιας και μιλά για διαφάνεια; Είναι κάτι που πολλοί ορθώς ζήτησαν. Δεν υπάρχει λογική να γνωρίζουν οι Τούρκοι τις θέσεις μας σε διάφορα ζητήματα αλλά όχι ο λαός. Αλλά και τι έννοια μπορεί να έχει η οποιαδήποτε επαναδιαπραγμάτευση των 6 σημείων Γκουτέρες (δεν έχω καταλάβει ακόμη αν έχει τέτοια πρόθεση ή όχι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας) αν αποδέχεται ο Πρόεδρος το αμαρτωλό διαπραγματευτικό κεκτημένο που επισώρευσαν στον τόπο Χριστόφιας και Αναστασιάδης; Δηλαδή ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης αναζητά τρόπους προδέσμευσής μας επί όλων των συμφωνηθέντων Χριστόφια, Αναστασιάδη; Και πώς θα γίνει αυτό; Μήπως με ενδιάμεση συμφωνία, που θα αιχμαλωτίζει τον λαό ακόμη περισσότερο στην προδιαγραφόμενη τερατώδη λύση;
Με όλα τα πιο πάνω, πολλοί διερωτώνται ποιες είναι οι πραγματικές θέσεις Χριστοδουλίδη και περιμένουν να δουν... Δικαίως διερωτώνται. Το πρόβλημα βρίσκεται στο ‘‘περιμένουν να δουν’’. Διότι αυτή η εντύπωση ακινησίας στο Κυπριακό είναι απατηλή. Όπως απατηλή ήταν η εντύπωση ακινησίας πριν από την παρουσίαση του τότε Σχεδίου Ανάν. Διότι όλες εκείνες οι αθόρυβες ελληνικές παραχωρήσεις, που γίνονταν εκ κρυπτώ αλλά και επί σκηνής, αποτέλεσαν το υλικό διαμόρφωσης του τελικού σχεδίου Ανάν. Και τώρα, όπως και τότε, γίνονται έντονες συζητήσεις στο παρασκήνιο. Εξωθείται η ελληνική πλευρά να δώσει κάποια έστω στοιχεία καθεστωτικής εξίσωσης, προκειμένου να προσέλθουν οι Τούρκοι σε διαπραγμάτευση. Και προσέξτε το σχιζοφρενικό της υπόθεσης: Συζητείται η απόδοση στοιχείων αναγνώρισης του ψευδοκράτους προκειμένου να αρχίσει διαπραγμάτευση λύσης του Κυπριακού, που να αποτρέπει τη διχοτόμηση!! Αυτά είναι τα τρελά. Πιο τρελό όμως και όχι με την έννοια του αστείου, αλλά περισσότερο με την έννοια του παράφρονος, είναι η στάση των υποστηριζόντων ή και ανεχομένων τον κ. Χριστοδουλίδη. Όπως είναι οι ηγεσίες του ΔΗΚΟ και της ΕΔΕΚ αλλά και των αξιωματούχων και βουλευτών τους. Αντί ‘‘να περιμένουν να δουν’’, έπρεπε να κινητοποιούν τον κόσμο τους, έπρεπε να απαιτούν εξηγήσεις, έπρεπε να απαιτούν δημοσιοποίηση των εγγράφων της διαπραγμάτευσης, έπρεπε να απαιτούν να μάθουν πού βασίζεται η εκτίμηση του Προέδρου περί βελτίωσης ελληνοτουρκικών σχέσεων, τι εννοεί όταν λέει ο Πρόεδρος ότι ο μακροχρόνιος ήταν ένα λάθος. Έπρεπε, έπρεπε… Το ζήτημα είναι ότι οι απαιτήσεις των συνεργαζομένων με τον Πρόεδρο κομμάτων έχουν ήδη εξαντληθεί αλλού. Σε τομείς άμεσης κομματικής χρησιμότητας (είναι αξιοθαύμαστο πόση κομψότητα επιτρέπει η ελληνική γλώσσα!).