20 Ιουλίου 1974: Ο τουρκικός Αττίλας πλήττει την Κύπρο
Η εμπλοκή Αραπάκη και ο δύσκολος ρόλος του.

Από αριστερά προς δεξιά:
- Ο Αντιναύαρχος Πέτρος Αραπάκης.
- Ο Πρωθυπουργός της Χούντας, Αδαμάντιος Ανδρουτσόπουλος.
- Ο Χένρι Κίσινγκερ.
- Ο Στρατηγός Μπονάνος.
Μέρος Ε΄
Χωρίς να χάνει καιρό, την ίδια νύχτα και συγκεκριμένα κατά την 1.30 πρωινή, ο Σίσκο επικοινωνεί με τον αρχηγό του Ναυτικού, Πέτρο Αραπάκη, του οποίου ο ρόλος ήταν ύποπτος από την αρχή της κρίσης, και του ζητεί επίμονα να τον βοηθήσει για την κατάπαυση του πυρός στην Κύπρο. Σε έκθεσή του στον Καραμανλή αναφέρει σχετικά ο Αραπάκης: «Κατά τη νύχτα, ενώ κοιμόμουν στην παρά το γραφείον μου κλίνην εκστρατείας, εζητήθην εις το τηλέφωνον υπό του κ. Σίσκο, όστις μού είπεν: ‘‘Επιμόνως επεζήτησα να επικοινωνήσω τηλεφωνικώς με όλους τους αρμοδίους, δυστυχώς, δεν ηδυνήθην να εύρω κανέναν. Είμαι ευτυχής που ευρίσκω εσάς και παρακαλώ να με βοηθήσετε εις την προσπάθειάν μου προς κατάπαυσιν του πυρός εις Κύπρον’’. Του είπα ότι θα προσπαθούσα να συνεννοηθώ μετά των αρμοδίων και θα τον έπαιρνα εις το τηλέφωνον.
»Πράγματι, τηλεφώνησα διαδοχικώς εις τους Μπονάνο, Ανδρουτσόπουλο και Κυπραίο, εκ των οποίων ο μεν πρώτος εις τον οποίον ανέφερα το συμβάν μού εδήλωσε ότι δεν επεθύμει να έλθει εις επαφήν μετ’ αυτών, διότι εθεώρει εαυτόν αναρμόδιον.
»Εν συνεχεία ήλθον εις επαφήν μετά του Πρωθυπουργού κ. Ανδρουτσοπούλου, τον οποίον ενημέρωσα σχετικώς. Η προς εμέ απάντησίς του ήτο: ‘‘Άφησέ τους, κύριε Αρχηγέ, αυτοί μας κοροϊδεύουν. Δεν είναι ειλικρινείς. Και χθες εζήτησαν να κάνουμε κατάπαυση του πυρός, την οποίαν και δεν επραγματοποίησαν. Αφήστε τους. Αύριο βλέπουμε’’.
»Κύριε Πρωθυπουργέ, του είπα, νομίζω ότι θα πρέπει να συζητήσουμε μαζί του. Αι συνθήκαι της Κύπρου το επιβάλλουν.
»‘‘Συζητήστε, εάν νομίζετε’’, μου είπε.
»Πιστεύων ότι έπρεπε να ενημερωθεί και ο Υπουργός Εξωτερικών, επικοινώνησα μαζί του και του ανέφερα το περιεχόμενο τής μετά του Σίσκο συζητήσεώς μας.
»Εκείνος μού είπε: ‘‘Γνωρίζω την προσπάθειαν των Αμερικανών. Υπάρχουν αμφιβολίαι διά την ειλικρίνειάν των. Εσείς, πάντως, κάνετε την προσπάθειάν σας’’.
»Εγώ του είπα ότι θα δω τον Σίσκο και ότι θα τον τηρήσω ενήμερον.
»Ακολούθως κατέβαλα προσπάθειαν να έλθω εις επαφήν μετά του ταξιάρχου Ιωαννίδη, πράγμα που κατέστη αδύνατον».
Και για να δικαιολογήσει την απόφασή του να συναντηθεί μόνος με τον Σίσκο, προκειμένου να καταλήξουν σε συμφωνία για την κατάπαυση του πυρός, αναφέρει στο υπόμνημά του προς τον Καραμανλή ο Αραπάκης: «Κατόπιν τούτου, ενόψει της κρισιμότητος της καταστάσεως, ιδία μετά τας εκ Κύπρου αναφοράς, περί του ότι εστερούντο πυρομαχικών και τας αιτήσεις αποστολής τούτων, προσέτι των μετά το πραξικόπημα συνθηκών, αίτινες ήσαν παν άλλο ή εγγυώμεναι επιτυχείς στρατιωτικαί εξελίξεις, εθεώρησα επιβαλλομένην την ανακωχήν, ως υπαγορευομένην υπό του υψίστου εθνικού συμφέροντος, πριν οι Τούρκοι αντιληφθούν την αμέσως ανωτέρω αναφερομένην κατάστασιν και πριν εξατμισθεί η εντύπωσις εκ της μέχρι τότε σθεναράς αντιστάσεως…».
Στη συνέχεια του υπομνήματός του, ο Αραπάκης αναφέρει ότι, μόλις συνάντησε τον Σίσκο, εκείνος τον ρώτησε αν εκπροσωπεί την κυβέρνηση και αν είναι εξουσιοδοτημένος να μιλήσει εκ μέρους της και απάντησε καταφατικά. Το ίδιο έκανε και όταν τον ρώτησε αν είναι σύμφωνος και ο Ταξίαρχος Ιωαννίδης, οπότε τον ρώτησε αν μπορούσε να τον πάρει στο τηλέφωνο ο Κίσινγκερ, τον οποίον είχε σε άλλη γραμμή. Του απάντησε ότι, εφόσον βρισκόταν σε άμεση επικοινωνία με τον Κίσινγκερ, θα μπορούσε να του μεταβιβάσει τη συνομιλία τους και να έχει τις απόψεις του. Από τη στιγμή εκείνη η συζήτηση διεξαγόταν με αυτόν τον τρόπο. Δηλαδή, καθετί που συζητείτο μεταξύ Αραπάκη - Σίσκο μεταβιβαζόταν στον Κίσινγκερ και εξέφραζε αμέσως τη γνώμη του. Έτσι κατέληξαν σε συμφωνία, και προτάθηκε να ανακοινώσει η Ελλάδα την κατάπαυση του πυρός στις 8 της ίδιας ημέρας, ενώ τη στιγμή εκείνη ήταν 2.10 η ώρα. Και επειδή τούτο, λόγω της ώρας, ήταν ανέφικτο, ο Αραπάκης ρώτησε αν ήταν βέβαιος ο Σίσκο ότι και η Τουρκία είχε συμφωνήσει, και εκείνος του απάντησε ότι είχε βολιδοσκοπηθεί ο Ετζεβίτ και είχε ήδη αποδεχθεί. Και επειδή, αναφέρει ο Αραπάκης, ήθελε να δεσμευθούν και η Τουρκία και η Αμερική, η συμφωνία να εξαγγελθεί πρώτα από την Ουάσιγκτον. Σίσκο και Αραπάκης συμφώνησαν, όπως συμφώνησαν και στο κείμενο της ανακοίνωσης, που έχει ως εξής: «Οι κυβερνήσεις Ελλάδας και Τουρκίας συμφωνούν για την κατάπαυση του πυρός, όπως ορίζεται στην απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας της 20ής Ιουλίου 1974. Η κατάπαυση του πυρός ισχύει στις 14.00 ώρα Γκρίνουϊτς της 22ας Ιουλίου. Αύτη η ανακοίνωση θα επιβεβαιωθεί από την ελληνική και την τουρκική κυβέρνηση στις 9 π.μ. ώρα Αθήνας».
Το κείμενο της αμερικανικής κυβέρνησης, όπως διατυπώθηκε με επέμβαση του Αραπάκη, είναι: «Η κυβέρνηση των ΗΠΑ πληροφορήθηκε ότι οι κυβερνήσεις της Ελλάδας και της Τουρκίας συμφωνούν για την κατάπαυση του πυρός, όπως ορίζεται στην απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας της 20ής Ιουλίου, στις 14.00 ώρα Γκρίνουϊτς. Αυτή η ανακοίνωση θα επιβεβαιωθεί από την ελληνική κυβέρνηση στις 9 π.μ. ώρα Αθήνας».
Στις 6 η ώρα το πρωί της 22ας Ιουλίου το Στέιτ Ντιπάρτμεντ ανακοίνωσε την είδηση για τη συμφωνία κατάπαυσης του πυρός, ως αναγγελία της κυβέρνησης των ΗΠΑ.
Στη συνέχεια, η Τουρκία εξήγγειλε την κατάπαυση του πυρός όχι την ώρα που είχε συμφωνηθεί, αλλά με σχετική καθυστέρηση.
Απόφαση 354 (1974) Συμβουλίου Ασφαλείας
Η απόφαση 354 του Συμβουλίου Ασφαλείας, που υιοθετήθηκε στην 2783 σύνοδό του στις 23 Ιουλίου 1974, αναφέρει:
Το Συμβούλιο Ασφαλείας, ανανεώνοντας τους όρους της απόφασής του 353 (1974) της 20ής Ιουλίου 1974, ζητεί όπως: Όλες οι πλευρές που βρίσκονται σε εμπόλεμη κατάσταση, συμμορφωθούν αμέσως με την παράγραφο 2 της απόφασης 353 (1974) του Συμβουλίου Ασφαλείας, που ζητεί την άμεση κατάπαυση του πυρός στην περιοχή και παρακαλεί όλα τα κράτη να ασκήσουν τη μεγαλύτερη δυνατή επιρροή και να αναχαιτίσουν κάθε άλλη πράξη, που θα μπορούσε να επιδεινώσει την κατάσταση.
* Την επόμενη Κυριακή το Στ΄ Μέρος