Αναλύσεις

Το μαύρο χρονικό του Μάρτη του 2013

Από το ηρωικό «όχι» της Βουλής για κούρεμα, από 6,75% μέχρι 9,9%, στο κλείσιμο της Λαϊκής και στο τεράστιο 47,5% bail in στην Τράπεζα Κύπρου
Τι έγινε από το καλοκαίρι του 2012, όταν η Τρόικα ήρθε και μας άφησε πακέτο μέτρων προς υλοποίηση, μέχρι τον Μάρτη του 2013 και τις οδυνηρές αποφάσεις που μας τσάκισαν


Τεράστιες προσπάθειες για να αποτραπεί κούρεμα 60% στις καταθέσεις στην Τράπεζα Κύπρου
Οι μέρες και οι νύκτες μας ήταν εφιαλτικές τον Μάρτη του 2013. Ο εφιάλτης φυσικά δεν είχε αρχίσει τον μήνα εκείνο αλλά πολύ πριν, όταν αρχίσαμε να τα κάνουμε θάλασσα στην οικονομία. Στη συνέχεια τα καταστρέψαμε όλα εντελώς και υποχρεωθήκαμε να απευθυνθούμε στον Μηχανισμό Στήριξης για να ζητήσουμε δανεικά. Όταν απευθύναμε, όμως, το αίτημα για βοήθεια δεν είχαμε πλήρη επίγνωση των επιπτώσεων, μιας και ο καθένας μας ζούσε, ψηλά-χαμηλά, με αξιοπρέπεια, εργαζόταν κι απολάμβανε τους κόπους της δουλειάς του.


Το καλοκαίρι του 2012 είχε έρθει στην Κύπρο η Τρόικα και μίλησε μαζί μας, μας εξήγησε μα το νι και με το σίγμα τι ανέμενε να κάνουμε για να μας δανείσει κι έφυγε. Η τότε κυβέρνηση έβαλε τις προτάσεις της Τρόικας σε ένα συρτάρι και, μια και ήταν τέλος Ιουλίου, πήγε διακοπές. Μάλιστα, η κυβέρνηση τότε είπε πως δεν υπήρχε λόγος ούτε για συσκέψεις ούτε για συζητήσεις, αφού η Τρόικα ήρθε, μας είδε κι έφυγε. Δεν μας έδωσε οποιαδήποτε δεδομένα τα οποία θα έπρεπε να μελετήσουμε και να χαράξουμε οικονομική αλλά και πολιτική πορεία.


Η βόμβα των προτάσεων


Το δυσάρεστο ξάφνιασμα ήρθε στα μέσα Σεπτεμβρίου, όταν έσκασε σαν βόμβα ότι η Τρόικα, όταν ήρθε το καλοκαίρι, δεν είδε απλώς και απήλθε. Η Τρόικα ήρθε, μας άφησε ένα πακέτο γεμάτο μέτρα, τα οποία έπρεπε να πάρουμε αν θέλαμε να ακούσει το αίτημά μας για δανεισμό, κι αφού συμμορφωνόμασταν τότε και μόνον τότε θα αποφάσιζε αν θα μας δάνειζε. Η δημοσίευση, έπειτα από διαρροή, στα ΜΜΕ των συστάσεων που μας άφησε η Τρόικα για να μελετήσουμε και να απαντήσουμε κατέρριψε τις δηλώσεις των κυβερνώντων, ότι δεν υπήρχε τίποτε στο τραπέζι.


Από τότε, σιγά-σιγά και με το μαλακό, αρχίσαμε να ασχολούμαστε με τις συστάσεις της Τρόικας κι αφήναμε τον χρόνο να κυλά, λες και δεν συνέβαινε τίποτα. Ποιος, άλλωστε, είχε τη διάθεση να ασχοληθεί με τις παράλογες απαιτήσεις των τροϊκανών, που το μόνο που ήθελαν ήταν το κακό μας; Αυτή ήταν η προσέγγιση που καλλιεργείτο τότε.


Όταν έπειτα από μήνες -και συγκεκριμένα στις αρχές Νοεμβρίου του 2013- επιτέλους δηλώσαμε πως είμαστε έτοιμοι για διαπραγματεύσεις, η Τρόικα μάς πλήρωσε με το ίδιο νόμισμα. Άρχισε να μας ψήνει το ψάρι στα χείλη με καθυστερήσεις και αναβολές. Δεν είχαν αυτοί τότε τον χρόνο να ασχοληθούν μαζί μας πια, κι όταν τον βρήκαν ήταν τέλος Νοεμβρίου. Στο μεταξύ, χάναμε τη μια μετά την άλλη τις συνεδρίες του Γιούρογκρουπ, του Σώματος εκείνου που θα συζητούσε το αίτημά μας για δανεισμό και θα αποφάσιζε το «ναι» ή το «όχι». Στο κάτω-κάτω το Γιούρογκρουπ και οι Ευρωπαίοι δεν καίγονταν για δανεικά. Εμείς ήμασταν εκείνοι που βλέπαμε με κομμένη την ανάσα τα κρατικά ταμεία να αδειάζουν επικίνδυνα και τις τράπεζες -είχαμε δύο μεγάλες τότε- να ψυχομαχούν για να εξασφαλίσουν ρευστότητα.


Όπως ένας τραπεζίτης


Όταν, επιτέλους, ήρθαν εδώ οι τροϊκανοί για να συμφωνήσουμε, συμπεριφέρθηκαν όπως ακριβώς θα συμπεριφερόταν ένας τραπεζίτης σε έναν πελάτη της τράπεζάς του. Ας φανταστούμε ότι η Κύπρος δεν ήταν ένα κράτος, αλλά ένας απλός πολίτης που χρειάζεται εδώ και τώρα δάνειο. Πάει, λοιπόν, σε μια τράπεζα και ζητά επειγόντως δανεικά.


Πρώτο μέλημα της τράπεζας, φυσικά, είναι να εξασφαλίσει ότι τα χρήματα που θα του δώσει θα τα πάρει πίσω, σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα και με τόκους. Ζητά εγγυήσεις, υποθήκες και δεσμεύσεις για να πει «ναι» στο αίτημα για δανεικά. Ο απελπισμένος πελάτης αποδέχεται όσα του ζητούν: Θα πρέπει να κόψει τα αχρείαστα έξοδα, θα πρέπει να περιορίσει τις ανάγκες του στα απολύτως απαραίτητα, θα πρέπει, με λίγα λόγια, να κάνει μεγάλες θυσίες, ώστε να μπορεί να αποπληρώνει τις δόσεις του. Αν όσα δεσμευθεί πως θα κάνει ο πελάτης υπογράψει ότι θα τα κάνει, υποθηκεύοντας και ακίνητα, τότε η τράπεζα του δίνει το δάνειο.
Η ορθή απόφαση του ΑΚΕΛ


Όταν λοιπόν στο παρά πέντε, όταν η Λαϊκή Τράπεζα πέρασε την πρώτη μεγάλη τρομάρα, αυτήν της κατάρρευσης, μέσα στο πρώτο δεκαήμερο Νοεμβρίου του 2013, η κυβέρνηση συμφώνησε στο μνημόνιο. Το μνημόνιο το οποίο περιελάμβανε έναν σωρό μέτρα αλλά και μια πρόνοια ορθή, ορθότατη, για την εξυγίανση τράπεζας η οποία θα κρινόταν μη βιώσιμη: Την πρόνοια 1.9, η οποία περιγράφει ακριβώς τον τρόπο που η Τρόικα ήθελε να προχωρήσουμε σε διάλυση της τράπεζας αυτής: Διαχωρισμό των κακών από τις καλές εργασίες της και, στο τέλος, διάλυση της κακής τράπεζας.


Το ΑΚΕΛ αποποιήθηκε των ευθυνών για την πρόνοια αυτήν, κατ’ ακρίβειαν την αναθεμάτιζε, χάριν της αντιπολιτευτικής πολιτικής που έπρεπε να ασκήσει, άσχετο αν, ορθά τότε, τη δέχθηκε. Μάλιστα, ο εκπρόσωπος Τύπου του κόμματος Γιώργος Λουκαΐδης κατηγόρησε τους βουλευτές του ΔΗΣΥ, ότι γύριζαν από κανάλι σε κανάλι και έλεγαν πως το νομοσχέδιο για τη Λαϊκή περιλαμβάνεται στο μνημόνιο Νοεμβρίου.
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 15 ΜΑΡΤΙΟΥ
Όλα τα πιο πάνω αποτελούν καταγεγραμμένα γεγονότα των μηνών που προηγήθηκαν του κουρέματος των καταθέσεων, ή bail in ή διάσωσης με ίδια μέσα. Ας πάμε όμως στις μέρες και τις ώρες των μεγάλων αποφάσεων που άρχισαν την Παρασκευή, 15η Μαρτίου. Αργά τη μέρα εκείνη ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Νίκος Αναστασιάδης μαζί με την συνοδεία του, δηλαδή τον Υπουργό Οικονομικών, τον κυβερνητικό εκπρόσωπο και όλους τους τεχνοκράτες που κρίθηκε αναγκαίο να βρίσκονται μαζί του, πήγαν στη συνεδρία του Γιούρογκρουπ.


Εμπροσθοφυλακή ήταν ο τότε Υπουργός Οικονομικών Μιχάλης Σαρρής, ο οποίος ήταν ο μόνος που εδικαιούτο να παρίσταται στη συνεδρία. Κάθε τρεις και μία ο κ. Σαρρής αποχωρούσε από την αίθουσα του Γιούρογκρουπ, ενημέρωνε τον Πρόεδρο κι έπαιρνε οδηγίες.


Οι ενδείξεις για το αποτέλεσμα της συνεδρίας περνούσαν από όλες τις εκφάνσεις αλλαγών συναισθημάτων και προσεγγίσεων: Τη μια στιγμή η κυπριακή αντιπροσωπία εισέπραττε ενδείξεις ότι η οικονομική βοήθεια προς τη χώρα μας θα εδίδετο χωρίς περισσότερες ή τουλάχιστον πολύ λιγότερες απαιτήσεις από όσες διεφάνη ότι έθετε η Τρόικα τις προηγούμενες μέρες, και την άλλη άκουγαν δηλώσεις ότι θα έπρεπε να διασφαλιστούν πολλές ακόμη προϋποθέσεις πριν η Ευρώπη ανοίξει τα ταμεία της για να στηρίξει την Κύπρο.


Ο Πρόεδρος Αναστασιάδης χρειάστηκε να δει τρεις φορές τους σκληρούς πυρήνες της Τρόικας και ειδικά την Κριστίν Λαγκάρντ, για να τους πει πως δεν είναι δυνατόν να αποδεχθεί όσα ζητούσαν και τα οποία ακούγονταν παράλογα.


Οι περισσότεροι εκείνο το βράδυ πήγαμε για ύπνο χωρίς να υποψιαζόμαστε τι θα ξημέρωνε η επόμενη μέρα.


Στην τρίτη συνάντηση, που έγινε τα χαράματα του Σαββάτου, 16 Μαρτίου, η Κριστίν Λαγκάρντ, ο Πιέρ Μοσκοβισί και ο Γιορκ Άσμουσεν ζήτησαν από τον Πρόεδρο Αναστασιάδη κούρεμα των καταθέσεων στις τράπεζες της Κύπρου. Ο Πρόεδρος εξεμάνη και, με οργίλο ύφος, είπε πως δεν επρόκειτο να δεχθεί κάτι τέτοιο και ότι θα έφευγε από το Γιούρογκρουπ.


Η απάντηση που πήρε από τον Άσμουσεν έμοιαζε με πιστόλι στον κρόταφο του Προέδρου:


-Μπορείς να φύγεις, μην είσαι όμως σίγουρος ότι θα βρεις τράπεζες μέχρι να επιστρέψεις στην Κύπρο.
ΣΑΒΒΑΤΟ 16 ΜΑΡΤΙΟΥ, ΧΑΡΑΜΑΤΑ
Με μιαν αιφνιδιαστική καταδρομική κίνηση, που άφησε άναυδη την κυπριακή αποστολή στις Βρυξέλλες, οι Ευρωπαίοι εταίροι μας και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο μάς υποχρέωσαν να δεχθούμε μια πολιτική συμφωνία χωρίς όρους και ουσιαστικές διαπραγματεύσεις, με τη μορφή «take it or leave it», βάζοντάς μας θηλιά στον λαιμό με τη μορφή της άτακτης χρεοκοπίας και υποχρεώνοντάς μας να αποδεχθούμε άμεσα τους όρους τους για κούρεμα 6,75% των καταθέσεων μέχρι 100.000 ευρώ και 9,9% των καταθέσεων άνω των 100.000 ευρώ.


Κανείς δεν πίστευε όσα άκουγε να μεταδίδονται από το ραδιόφωνο και την τηλεόραση και διάβαζε από τα διεθνή πρακτορεία.


Όλοι ήμασταν σίγουροι ότι κάποιο λάθος είχε γίνει. Δεν είχε γίνει όμως. Αυτή ήταν η κατάσταση.


Την ίδια μέρα ανακοινώθηκε ότι η επίσκεψη την οποία προγραμμάτιζε για την επόμενη μέρα ο Υπουργός Οικονομικών στη Μόσχα αναβάλλεται για μερικές μέρες. Η επίσκεψη είχε στόχο να ζητηθεί οικονομική βοήθεια από τη Ρωσία.
ΚΥΡΙΑΚΗ 17 ΜΑΡΤΙΟΥ
Μετά το πρώτο σοκ, κι αμέσως μετά την άφιξή του στην Κύπρο τα χαράματα της Κυριακής, 17ης Μαρτίου 2013, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης άρχισε να συγκαλεί αλλεπάλληλες συσκέψεις στο προεδρικό με τα κόμματα, με οικονομολόγους, με τραπεζίτες και με τον τότε διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας. Οι προσπάθειες για να σωθεί οτιδήποτε μπορούσε να σωθεί ήταν συνεχείς. Ακόμα και έκτακτο Γιούρογκρουπ μέσω τηλεδιάσκεψης συνεκλήθη. Οι στόχοι ήταν πολλοί:


-Να κερδηθεί χρόνος, ώστε να γίνουν κινήσεις εξασφάλισης βοήθειας και από άλλους πόρους ή με άλλους τρόπους, αλλά και να μεταπεισθεί η Τρόικα να μειώσει τις απαιτήσεις της,


-Να πεισθούν τα κόμματα να ψηφίσουν την πρόταση για κούρεμα καταθέσεων, τροποποιημένη και σχεδιασμένη από την ίδια την Κύπρο, με το ποσόν όμως που θα έπρεπε να συλλεγεί να παραμένει, σύμφωνα με τις απαιτήσεις της Τρόικας, στα 5,8 δισεκατομμύρια και


-Να μελετηθούν σενάρια επιβίωσης μετά τη χρεοκοπία.


Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας απηύθυνε και διάγγελμα προς τον κυπριακό λαό, με το οποίο εξήγησε τι ακριβώς έγινε στις Βρυξέλλες και είπε πως θα ήταν ανεύθυνος αν διάλεγε τον εύκολο δρόμο κι έφευγε από τις Βρυξέλλες αρνούμενος να αποδεχθεί το κούρεμα. Είπε πως διάλεξε τον δύσκολο δρόμο και ζήτησε από τους πολίτες να παραμείνουν ψύχραιμοι ενόσω συνεχίζονταν οι προσπάθειες για το καλύτερο.
ΔΕΥΤΕΡΑ 18 ΜΑΡΤΙΟΥ
Το Υπουργείο Οικονομικών ετοιμάζει διάταγμα ώστε να παραμείνουν κλειστές οι τράπεζες για δύο μέρες για να αποτραπεί αναταραχή και απόσυρση καταθέσεων (bank run) από τον φόβο του κουρέματος.


Ταυτόχρονα, ετοιμάζεται νομοσχέδιο για το κούρεμα ώστε να ικανοποιηθεί το αίτημα του Eurogroup για εξεύρεση 5,8 δις, το οποίο αποφασίζεται να τεθεί την επομένη στην Κοινοβουλευτική Επιτροπή Οικονομικών για συζήτηση.


Στο μεταξύ, οι αντιδράσεις κατά του κουρέματος καταθέσεων από το σύνολο σχεδόν των κομμάτων κορυφώνονταν, προδιαγράφοντας την απόφαση της Βουλής για το «όχι» στο νομοσχέδιο.


ΤΡΙΤΗ 19 ΜΑΡΤΙΟΥ
Στην Επιτροπή Οικονομικών δεκάδες ήταν οι ερωτήσεις που έθεσαν οι βουλευτές στον διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας αλλά και στον γενικό διευθυντή του Υπουργείου Οικονομικών, σε σχέση και με το νομοσχέδιο για κούρεμα των καταθέσεων αλλά και γενικά για την κατάσταση της οικονομίας, τις πληροφορίες για εκροή καταθέσεων, για όσα έγιναν στη συνεδρία του Γιούρογκρουπ της 15ης Μαρτίου, αλλά και για τα περί δημιουργίας δύο νέων τραπεζών-γεφυρών, στις οποίες θα μεταφέρονταν όλα τα υγιή στοιχεία των υφιστάμενων.
Από τη συνεδρία διεφάνη ότι το νομοσχέδιο δεν επρόκειτο να περάσει από την ολομέλεια, η οποία συνεδρίασε το ίδιο βράδυ.


Η πλειοψηφία των βουλευτών το απέρριψε, με τους βουλευτές του ΔΗΣΥ να τηρούν «βελούδινη στάση» με αποχή.


Το βράδυ εκείνο ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είχε μακρά τηλεφωνική επικοινωνία με τον Ρώσο ομόλογο του Βλαντίμιρ Πούτιν. Η συνομιλία τους ανακοινώθηκε ότι ήταν «γόνιμη και εποικοδομητική συζήτηση για τις οικονομικές σχέσεις των δύο χωρών».
ΤΕΤΑΡΤΗ 20 ΜΑΡΤΙΟΥ
Ανακοινώνεται ότι οι τράπεζες θα παραμείνουν κλειστές για άλλες δύο μέρες, ενώ ο Υπουργός Οικονομικών και ο Υπουργός Εμπορίου βρίσκονται στη Μόσχα με πολυμελή συνοδεία, αποτελούμενη από τεχνοκράτες αλλά και στελέχη της Λαϊκής Τράπεζας, σε μια προσπάθεια να πωληθεί η τράπεζα σε Ρώσους επενδυτές, αλλά και να εξασφαλισθεί επιμήκυνση της αποπληρωμής του δανείου των 2,5 δις που είχε δώσει στην Κύπρο έναν χρόνο πριν, το 2012, η Ρωσία. Επιπλέον στόχος ήταν να εξασφαλισθεί οποιαδήποτε άλλη βοήθεια μπορούσε να ληφθεί από τους Μοσχοβίτες.


Στο μεταξύ, στο τραπέζι έπεσε και η ιδέα για τη δημιουργία ενός ταμείου αλληλεγγύης στο οποίο θα εκαλούντο να συνεισφέρουν όλοι οι πολίτες, όλα τα ταμεία, η Εκκλησία, οι απόδημοι, όσοι τέλος πάντων επιθυμούσαν, για να μαζευτούν τα χρήματα που χρειαζόταν η Κύπρος αμέσως: 5,8 δισεκατομμύρια. Έναντι των εισφορών, η κυβέρνηση θα έδινε ομόλογα συνδεδεμένα με τα έσοδα από το φυσικό αέριο. Η πρόταση γίνεται δεκτή με ενθουσιασμό από πολλούς πολίτες και απόδημους που δηλώνουν πρόθυμοι να βοηθήσουν.
ΠΕΜΠΤΗ 21 ΜΑΡΤΙΟΥ
Κάποιες δεύτερες σκέψεις που άρχισαν να γίνονται φάνηκε πως οδηγούσαν στο συμπέρασμα ότι ίσως το «όχι» της Βουλής ελέχθη υπό το κράτος συναισθηματικής φόρτισης και πως ίσως θα έπρεπε αλλιώς να είχε αντιμετωπισθεί η κατάσταση. Ήταν όμως αργά πια, διεμήνυσε ο τότε διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας στους βουλευτές του ΔΗΣΥ, του ΔΗΚΟ και της ΕΔΕΚ, που του είπαν πως ήταν έτοιμοι να ψηφίσουν το κούρεμα, αν ξαναπήγαινε το νομοσχέδιο στη Βουλή.


Στο προεδρικό συνεχίζονταν στο μεταξύ οι αλλεπάλληλες συσκέψεις με δεκάδες αξιωματούχους κομμάτων, οικονομολόγους τραπεζίτες, κρατικούς αξιωματούχους και τους Υπουργούς να προσπαθούν να βρουν λύσεις, μια και είχε προηγηθεί προειδοποίηση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ότι, από την Τρίτη 26 Μαρτίου, θα σταματούσε η τροφοδότηση των κυπριακών τραπεζών με ρευστότητα από τον Μηχανισμό Έκτακτης Ρευστότητας (ELA).


Αυτό σήμαινε χρεοκοπία της Λαϊκής Τράπεζας και, κατ’ επέκτασιν, του ιδίου του κράτους, στο οποίο ανήκε η τράπεζα αυτή. Το κράτος, λοιπόν, θα ήταν υποχρεωμένο να αποζημιώσει αμέσως όλους όσοι είχαν καταθέσεις στην Λαϊκή, μέχρι 100.000 ευρώ, με βάση ευρωπαϊκή οδηγία. Ο λογαριασμός της αποζημίωσης αυτής ανερχόταν στα 7 δισεκατομμύρια ευρώ. Πέραν της χρεοκοπίας του κράτους, η χρεοκοπία της Λαϊκής θα παρέσυρε και τις υπόλοιπες τράπεζες στην καταστροφή.


Η προειδοποίηση σήμανε συναγερμό και ο διοικητής της Κεντρικής παρουσίασε στην κυβέρνηση το νομοσχέδιο για την εξυγίανση της Λαϊκής, το οποίο προνοούσε τη δημιουργία μιας καλής και μιας κακής τράπεζας. Το νομοσχέδιο οδηγήθηκε στη Βουλή, η οποία όμως ζήτησε χρόνο να το μελετήσει.
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 22 ΜΑΡΤΙΟΥ
Οι συσκέψεις συνεχίσθηκαν και την Παρασκευή, αυτήν τη φορά όμως το ενδιαφέρον εστιάσθηκε στη Βουλή, όπου τα μέλη της Επιτροπής Οικονομικών συνεδρίαζαν μέχρι αργά το απόγευμα για το νομοσχέδιο για εξυγίανση της Λαϊκής. Στη διάρκεια της ημέρας έσκασε σαν βόμβα ότι σε κίνδυνο βρίσκεται και η Τράπεζα Κύπρου και ότι η Τρόικα ζήτησε κούρεμα και στις καταθέσεις στην τράπεζα αυτήν.


Εναλλακτικά, η κυβέρνηση πρότεινε κούρεμα της τάξης του 10%-11% στις καταθέσεις σε όλες τις τράπεζες και τα συνεργατικά, η απόφαση όμως δεν είχε ληφθεί μέχρι και μετά τα μεσάνυκτα. Εκείνο που είχε γίνει γνωστό, πάντως, ήταν ότι η όποια απόφαση θα πήγαινε στη Βουλή πριν από την αναχώρηση του Προέδρου της Δημοκρατίας εκτάκτως για τις Βρυξέλλες, όπου θα μετέβαινε συνοδευόμενος από όλους τους αρχηγούς των κομμάτων.


Το βράδυ της Παρασκευής συνήλθε και η ολομέλεια της Βουλής, η οποία ψήφισε εννέα νομοσχέδια που είχαν σχέση με τη διόρθωση της οικονομικής κατάστασης του κράτους γενικά και των τραπεζών ειδικότερα.


Το ΑΚΕΛ τήρησε στάση αποχής, δηλώνοντας ότι στηρίζει τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας κι επιφυλάχθηκε να μιλήσει όταν ολοκληρώνονταν οι συζητήσεις για τη διάσωση της οικονομίας.


Στην ολομέλεια ακούσθηκαν βαριές κατηγορίες από το ΔΗΚΟ, την ΕΔΕΚ και τους Οικολόγους κατά του διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας για ενέργειες στις οποίες είχε προβεί τις τελευταίες μέρες και όχι μόνον, ερήμην και της κυβέρνησης και της πολιτικής ηγεσίας. Οι Οικολόγοι, μάλιστα, ζήτησαν την παραίτηση τόσο του Διοικητή όσο και του Υπουργού Οικονομικών.


25η Μαρτίου 2013 - Η τελική συμφωνία


Μετά το «ηρωικό όχι στο κούρεμα» της Βουλής στις 19 Μαρτίου, στις 25 Μαρτίου 2013 στις Βρυξέλλες, έπειτα από έντονες συζητήσεις, η Τρόικα αποδέχθηκε την ακόλουθη φόρμουλα για τις δυο τράπεζες στην Κύπρο:


Μεταφορά των καλών στοιχείων της Λαϊκής στην Τράπεζα Κύπρου, μαζί με άλλες δύο υποχρεώσεις: Το δάνειο προς τον ELA και τις εξασφαλισμένες καταθέσεις. Στη Λαϊκή θα απέμεναν τα κακά και τα μετρίως κακά δάνεια, με την υποχρέωση να προσπαθήσει να τα εξασφαλίσει σε χρονικό διάστημα που θα καθοριζόταν, στην ουσία, από μόνο του. Στο στάδιο εκείνο που θα διαφαινόταν ότι δεν μπορούν να εισπραχθούν άλλα δάνεια, η Λαϊκή θα έμπαινε στη νομική διαδικασία της εκκαθάρισης και θα σταματούσε τις δραστηριότητές της (Αυτή θα ήταν και η τελική πράξη για την ύπαρξη της Λαϊκής. Η ώρα της διάλυσής της). Τα χρήματα που θα συλλέγονταν θα έπρεπε να διατεθούν προς όφελος των καταθετών της, με βάση τον περί εταιρειών νόμο.


Τι συμφωνήθηκε για την Τράπεζα Κύπρου


Για την Τράπεζα Κύπρου η φόρμουλα έδινε ανάσα ζωής τριών χρόνων στο συγκρότημα να βρει χρήματα ώστε να ανεβάσει το ποσοστό των βασικών ιδίων κεφαλαίων του στο 9%, σύμφωνα με τις απαιτήσεις της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Αρχής, την 31η Δεκεμβρίου 2016 αντί την 31η Δεκεμβρίου 2013.
Συγκεκριμένα, στις Βρυξέλλες αποφασίσθηκε όπως:


Η Τράπεζα Κύπρου αναλάβει το καλό κομμάτι της Λαϊκής και πωλήσει τις εργασίες της στην Ελλάδα, στην Τράπεζα Πειραιώς. Το δικό της κακό κομμάτι δεν μπορούσε όμως να το μεταφέρει στην «κακή» Λαϊκή, αφού μια τέτοια κίνηση θα επιβάρυνε ακόμη περισσότερο τη θέση της τράπεζας αυτής, αλλά και γιατί, φυσιολογικά, οι ζημιές της Τράπεζας Κύπρου ανήκουν σ’ αυτήν.


Μετά τις διευθετήσεις αυτές και για να μπορέσει να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις προς τον ELA, αλλά και στις κεφαλαιακές της ανάγκες, προέκυψε με βάση τους αριθμούς ότι η Τράπεζα Κύπρου θα έπρεπε να υποστεί ένα τεράστιο κούρεμα, κοντά στο 60% ή λίγο κάτω από αυτό.
Ανάσα ζωής τριών χρόνων


Η Τρόικα δέχθηκε ότι στα επόμενα δύο χρόνια η Τράπεζα Κύπρου θα είχε κέρδη δυο δισεκατομμυρίων, ποσό που ισούται με ποσοστό 10% επί του κουρέματος του 60% που βρέθηκε ότι έπρεπε να γίνει. Η φόρμουλα αυτή μείωνε το 60%, στο 50%. Θα έπρεπε, όμως, να βρεθούν τρόποι ώστε το κούρεμα να μειωθεί πολύ πιο κάτω και η Τρόικα δέχθηκε όπως αυτό γινόταν με την αναζήτηση κεφαλαίων. Τέλος, η Τρόικα δέχθηκε, έπειτα από εισήγηση της δικής μας πλευράς, ότι το ποσόν θα ήταν τόσο ώστε το κούρεμα των καταθέσεων να έπεφτε στο 30%.