Πολιτισμός

Ο Ελ Γκρέκο με τα μάτια μεγάλων λογοτεχνών

Το έτος Ελ Γκρέκο, που σηματοδότησε τέσσερεις αιώνες από την εκδημία του οικουμενικού Έλληνα ζωγράφου, βαίνει προς το τέλος του. Όσα, ωστόσο, και αν ήταν τα εικαστικά, καλλιτεχνικά και τεχνοκριτικά δρώμενα, που μας έφεραν πιο κοντά στη ζωή και το έργο του, δεν εξαντλούν το ύψος μιας απαράμιλλης τέχνης και το βάθος του νοήματός της.


Ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος, ο εμπνευσμένος αγιογράφος, αρχικά, της ενετοκρατούμενης Κρήτης, που δεν έμεινε προσκολλημένος στον μανιερισμό και στις τεχνοτροπικές επιδράσεις της ιταλικής και ισπανικής Αναγέννησης, όσο κι αν επηρεάστηκε από το Βυζάντιο στις αισθητικές και φιλοσοφικές του αναζητήσεις, αποτύπωσε την προσωπική του σφραγίδα, αναδεικνύνοντας την πρωτοτυπία μιας αυτόνομης προδρομικής δημιουργίας.


Οι προσωπογραφίες του, που αποπνέουν με τις επιμήκεις αποστεωμένες μορφές την ιδιοτυπία μιας πνευματικής εξαΰλωσης μαζί με τις μοναδικές θρησκευτικές του συνθέσεις της τρισδιάστατης μεταφυσικής προοπτικής και της αντιστικτικής εναρμόνισης των έντονων φωτεινών χρωμάτων, υπερβαίνοντας σχολές, ρεύματα και καθιερωμένους κανόνες, άνοιξαν τους δρόμους από τον εξπρεσιονισμό και τον κυβισμό, μέχρι τον μοντερνισμό και τον μεταμοντερνισμό.
Ο ασυναγώνιστος, εντούτοις, αυτός πλαστουργός και μύστης της ανώτερης και επέκεινα δημιουργικής έκφρασης δεν υπήρξε πρότυπο και «πατέρας» στον Πικάσο και σε άλλους μείζονες ζωγράφους στους σημαντικότερους σταθμούς της Ιστορίας της σύγχρονης Τέχνης, αλλά ενέπνευσε και το έργο μεγάλων λογοτεχνών. Οι άγγελοί του αποτελούν το οπτικό έναυσμα της ποίησης και της ποιητικής του Ρίλκε στο ποίημά του «Στον Άγγελο» και στις «Ελεγείες» του, όπως και η «Ανάληψη της Παρθένου», ομότιτλη πηγή έμπνευσης των δύο ποιημάτων του «Ανάληψη της Μαρίας Ι και ΙΙ».
Δεν θα μπορούσαν, επίσης, να μείνουν ασυγκίνητοι από την ιδιοφυΐα μιας τέχνης με ελληνικές καταβολές οι δυο Νομπελίστες ποιητές μας. Ο Σεφέρης, συναντώντας τον μεγάλο Έλληνα μέσα από ένα μικρό μουσειακό δείγμα του χαρισματικού του χρωστήρα, επισημαίνει με υποβλητική παραστατικότητα:


«...Είναι στην Εθνική Πινακοθήκη του Λονδίνου ένας μικρός πίνακας του Θεοτοκόπουλου, μια προσωπογραφία αγίου, που δεν είναι πιο ψηλή από τριάντα εκατοστά του μέτρου. Πέρασαν περισσότερα από δέκα χρόνια από την εποχή που την είδα για πρώτη φορά. Δεν μπορώ να λησμονήσω τη συγκλονιστική εντύπωση «ελληνισμού» που μου είχε δώσει αυτό το πάρεργο του μεγάλου τεχνίτη. Θυμούμαι ακόμη τώρα δυο πινελιές στους ώμους. «Σαν κρητικοί δεκαπεντασύλλαβοι» συλλογίστηκε ο φίλος που ήταν μαζί μου...».


Ενώ ο Ελύτης μέσα από τη δική του ποιητική αλληγορία αποτυπώνει την εκστασιακή μέθεξη μιας τέτοιας ελληνικότητας: «Kει που ανέβαινα το στενό, βρεμένο καλντερίμι -πάνε κάπου τρακόσια τόσα χρόνια- ένιωσα ν’ αναρπάζομαι “δια χειρός” Ισχυρού Φίλου, και πραγματικά, όσο να συνέλθω, έβλεπα να μ’ ανεβάζει με τις δύο γιγάντιες φτερούγες του ο Δομήνικος, ψηλά στους ουρανούς του τη φορά τούτη γιομάτους πορτοκαλιές και νερά μιλητικά της πατρίδας».
Toν μέγιστο, όμως, φόρο τιμής, ευγνωμοσύνης και περηφάνιας στον ομοπάτριο και ζυμωμένο με το καρπερό χώμα της γης τους αποτίει ο Καζαντζάκης, όταν «Ταξιδεύοντας Ισπανία» ακολουθεί τα χνάρια του στο «Τολέδο». Κι έτσι μας το περιγράφει, καθρεφτίζοντας την κρητική του ματιά στο βλέμμα μιας άλλης διεισδυτικής όρασης και μιας υπεραισθητής θείας έλλαμψης. Και όταν θαυμάζει τις προσωπογραφίες του, το αντίκρισμα τούτο δεν το ξεπερνά κανενός ειδήμονος το πιο έμπειρο και γνωστικό αισθητήριο:


«Τα πορτρέτα του Γκρέκο έχουν τόση ένταση που ανατριχιάζεις, σα να βλέπεις μέσα από το μαύρο φόντο να ’ρχεται, συμπύκνωση φασματική του αθέρα, ο παλιός ιππότης ή καρδινάλιος... νιώθεις να σε κυριεύει μεταφυσικός τρόμος. Οι σκοτεινές έννοιες: αλχημιστής, μάγος, γόης, ξορκιστής, έρχουνται στο νου σου». Οριακά συμβολική είναι η τελευταία συγγραφική πράξη του Καζαντζάκη με την «Αναφορά στον Γκρέκο», για να συνομιλήσει μαζί με τον πιο κοντινό του πρόγονο, ως στρατιώτης προς στρατηγό, ως εγγονός προς αγαπημένο παππού.


Η φωτιά που πυρπολεί τα σπλάχνα του κορυφαίου συγγραφέα γίνεται στο στόμα του άλλου μεγάλου Έλληνα δημιουργού η πύρινη γλώσσα της αλήθειας και της πνευματικής ελευθερίας, της ανάστασης και της απαθανάτισης του ανθρώπου:
«...ξύπνησε τη φωτιά, να το χρέος του ανθρώπου. Μια φλόγα διαπερνάει τις πέτρες, τους ανθρώπους, τους αγγέλους, αυτή θέλω να ζωγραφίσω, δε θέλω να ζωγραφίσω τη στάχτη, είμαι ζωγράφος, δεν είμαι θεολόγος, τη στιγμή που καίγονται τα πλάσματα του Θεού, τη στιγμή αυτή θέλω να ζωγραφίσω, λίγο προτού γίνουν στάχτη».