Γιατί επιβάλλεται μια κυβέρνηση ευρύτερης δυνατής αποδοχής

Ο Πρόεδρος δηλώνει «έτοιμος και αποφασισμένος» να συζητήσει με τα πολιτικά κόμματα
Οι «ειλικρινέστατες προθέσεις» του Ν. Αναστασιάδη και οι αντιδράσεις, επιφυλάξεις και θέσεις των πολιτικών - Γιατί οι πολίτες ελπίζουν σε μια τέτοια κυβέρνηση και ποιες είναι οι προοπτικές της
ΟΙ ΠΟΛΙΤΕΣ αξιώνουν από τον Πρόεδρο και τα κόμματα να κατανοήσουν, επιτέλους, πως «πρώτιστη προτεραιότητά τους δεν είναι τα κομματικά ή τα προσωπικά τους οφέλη, αλλά του λαού το συμφέρον και γενικότερα της πατρίδας»

Σε ανύποπτο χρόνο ο γράφων είχε, διά ζώσης και ενυπογράφως, υποβάλει στον τότε υποψήφιο για την Προεδρία της Δημοκρατίας, Ν. Αναστασιάδη, τρία τινά.


Πρώτον, ότι θα παρελάμβανε χάος και καταστροφή.
Δεύτερον, όφειλε έγκαιρα να γνωρίζει πώς θα αντιμετωπίσει τη θεομηνία που προκάλεσε η διακυβέρνηση Χριστόφια. Τρίτον, όφειλε να επιλέξει τους καλύτερους και τους ικανότερους και να σχηματίσει μια κυβέρνηση ως επί το πλείστον τεχνοκρατών, ανεξαρτήτως κομματικής, πολιτικής ή ιδεολογικής προέλευσης. Άλλωστε, δεν ήταν ο Ν. Αναστασιάδης που είχε διαβεβαιώσει τους πολίτες ότι ήταν ο Πρόεδρος που θα ίππευε την κρίση; Δεν ήταν αυτός που θα έφερνε νέες νοοτροπίες και θα αξιοποιούσε τους αξιότερους;
Τι είδαμε; Δυστυχώς για τον ίδιο και δυστυχέστατα για τον τόπο, σχημάτισε μιαν αναιμική, καθαρά κομματική κυβέρνηση με υποστηρικτές του σχεδίου Ανάν. Αποτέλεσμα; Η συγκυβέρνηση ΔΗΣΥ, ΔΗΚΟ και ΕΥΡΩΚΟ διερράγη. Το ΔΗΚΟ κατηγόρησε τον Πρόεδρο ότι αθέτησε πληθώρα δεσμεύσεων, επί των οποίων οικοδομήθηκε το εύθραυστο κτίσμα ακόμα μιας περιστασιακής συγκυβέρνησης. Ιδού, όμως, που μια προσωπική δοκιμασία φαίνεται να έχει αλλάξει τον Πρόεδρο. Μετά την εγχείρησή του στη Ν. Υόρκη, φαίνεται να ανέλυσε σε βάθος την πολιτική και τα λάθη του.
Αυτοκριτική
Σε δηλώσεις του, την περ. Τρίτη, είπε πως είχε την ευκαιρία να κάνει «μια εις βάθος ανασκόπηση της μέχρι σήμερα πορείας, αλλά και με αυστηρότητα μιαν αυτοκριτική και να επανεξετάσω πολλά των θεμάτων, για τα οποία είχα αποφασίσει ή για τα οποία είχα τροχοδρομήσει κάποιες πολιτικές και να λάβω αποφάσεις, που να σηματοδοτούν μια νέα αρχή.


Κατά τη διάρκεια της ενδοσκόπησης υπήρξε το στοιχείο της αυτοκριτικής και διαπίστωσα ότι, κατά τη διάρκεια των πρώτων 22 μηνών, δεν υπήρξαν μόνο θετικά από πλευράς Κυβερνήσεως, αλλά υπήρξαν και τα αρνητικά, για τα πλείστα των οποίων την ευθύνη και πλήρως αναλαμβάνω». Ο Ν. Αναστασιάδης προέβη σε μια σημαντική τοποθέτηση. «Έχω ξεκαθαρίσει», είπε, «πως θα πρέπει να επανακαθοριστούν πολιτικές και να ενισχυθεί η προσπάθεια για υλοποίηση των τεσσάρων πυλώνων, επί των οποίων εδράζεται το πρόγραμμα διακυβέρνησης».
Αυτός ο επανακαθορισμός πολιτικών αφορά την οικονομία, τον εκσυγχρονισμό του κράτους, τη μηδενική ανοχή στη διαφθορά και στην πάταξη της ατιμωρησίας και, φυσικά, το Κυπριακό. Μίλησε ξανά για συλλογική διαχείριση «προκειμένου να προστατεύσουμε τον κυπριακό Ελληνισμό και να μην επιτρέψουμε τη δημιουργία τετελεσμένων εις βάρος του κυπριακού Ελληνισμού, είτε μέσω εκβιασμών είτε μέσω άλλων μεθοδεύσεων».
Διάλογος και συναίνεση
Για να γίνουν αυτά και πολλά άλλα, ο Ν. Αναστασιάδης διαβεβαίωσε πως, «με υψηλό αίσθημα ευθύνης απέναντι στις πολλαπλές προκλήσεις, που έχουμε να αντιμετωπίσουμε τα επόμενα τρία χρόνια, επέστρεψα έτοιμος και αποφασισμένος να συζητήσω εξαντλητικά με όλες τις πολιτικές δυνάμεις, να προτείνω και να ακούσω εισηγήσεις κατά πόσον είναι εφικτή σε κλίμα διαλόγου, συναίνεσης, συνεννόησης και πάντοτε με γνώμονα το συμφέρον του κυπριακού λαού, η δυνατότητα σχηματισμού μιας Κυβέρνησης κατά το δυνατόν είτε κοινής αποδοχής είτε της ευρύτερης δυνατής αποδοχής».
Για να μη υπάρχουν παρανοήσεις ή παρερμηνείες, ο Πρόεδρος υπογράμμισε πως «μιλώ με γνησιότητα, ευθύτητα και ειλικρίνεια - τα προβλήματα που ο τόπος αντιμετωπίζει ούτε οι ώμοι του ενός μπορούν να τα αντιμετωπίσουμε αλλά ούτε και η αρνητικότητα ή οι οποιεσδήποτε άλλες σκοπιμότητες μπορούν να βοηθήσουν και να συμβάλουν στο να μας κατανοήσει και ο λαός ότι, επιτέλους, πρώτιστη προτεραιότητά μας δεν είναι τα κομματικά ή τα προσωπικά μας οφέλη, αλλά του λαού το συμφέρον και γενικότερα της πατρίδας.


Οι προθέσεις μου είναι ειλικρινέστατες». Οι καλές προθέσεις, όμως, δεν οδηγούν στον Παράδεισο ούτε φαίνονται να πείθουν τις περισσότερες πολιτικές δυνάμεις για τη σύμπηξη μιας κυβέρνησης ευρύτερης δυνατής αποδοχής.
ΑΚΕΛικός εκβιασμός
ΑΚΕΛ και ΔΗΚΟ, κατά κύριο λόγο, εξέφρασαν ήδη τις διαφωνίες τους, που εστιάζονται στην οικονομία και στο Κυπριακό, κατά κύριο λόγο. Το ΑΚΕΛ θεωρεί ανέφικτη μια τέτοια κυβέρνηση και επιμένει σε συναινετικές λύσεις. Το ΔΗΚΟ προειδοποιεί πως αν ο Πρόεδρος «επιδιώκει να εξεύρει επικυρωτικά όργανα ή χειροκροτητές που θα συναινούν στη συνέχιση της αποτυχημένης στρατηγικής στο Κυπριακό και της αδιέξοδης πορείας στην οικονομία, τότε το ΔΗΚΟ δεν μπορεί να είναι μέρος αυτής της προσπάθειας».


Ήδη ο Πρόεδρος βρίσκεται ενώπιον προβλημάτων στην πρότασή του για σχηματισμό μιας κυβέρνησης ευρύτερης δυνατής αποδοχής. Αν ερωτηθεί ο μέσος πολίτης, που υφίσταται τις επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης και της τουρκικής επιθετικότητας στο Κυπριακό, θα υποβάλει έντονα πως μια τέτοια κυβέρνηση όχι μόνο επιβάλλεται υπό τις περιστάσεις και τους κινδύνους αλλ’ είναι και εφικτή.
Οι πολίτες, όμως, δεν πρέπει να παραβλέπουν ότι τα κόμματα και οι ηγεσίες απέδειξαν πλειστάκις ότι πρώτη έγνοια είναι το κόμμα και οι παρατρεχάμενοί του και όχι η πατρίδα. Άρα, ο Ν. Αναστασιάδης καλείται να προτείνει στα κόμματα συγκεκριμένες προτάσεις και εισηγήσεις.


Αίφνης, πώς είναι δυνατόν να ικανοποιήσει το ΑΚΕΛ στην οικονομία, όταν το κόμμα αυτό τάσσεται ανένδοτα κατά του μνημονίου και της Τρόικας και απορρίπτει τη φιλελεύθερη οικονομική φιλοσοφία; Πώς θα το πείσει στο Κυπριακό, όταν το ΑΚΕΛ απαιτεί συμμόρφωσή του στις συγκλίσεις Χριστόφια με Ταλάτ και Έρογλου και εκβιάζει, ουσιαστικά, τον Πρόεδρο να επιστρέψει στις συνομιλίες, ως εάν να μη συνέβη η τρίτη τουρκική εισβολή στην κυπριακή ΑΟΖ;
«Δεν πρόκειται να δεχθώ ως συνεταίρους τους Τούρκους»
Εκ προοιμίου, η πρόταση Αναστασιάδη για σχηματισμό κυβέρνησης ευρύτερης δυνατής αποδοχής φαίνεται να ναυαγεί, αν ληφθούν υπόψη οι αντιδράσεις ΑΚΕΛ και ΔΗΚΟ. Όμως, είναι και η ΕΔΕΚ, που αναμένει διευκρινίσεις όπως και οι Οικολόγοι καθώς και το ΕΥΡΩΚΟ.


Το άθροισμά τους, σε περίπτωση συναίνεσής τους, δεν οδηγεί σε μια τέτοια κυβέρνηση. Είναι δυνατόν ο Πρόεδρος να αλλάξει πολιτική στην οικονομία; Απίθανο, αν ληφθούν υπόψη οι πολλές δηλώσεις του, πρώτον, ότι πρέπει να είμαστε αξιόπιστοι και συνεπείς έναντι των ξένων πιστωτών και εταίρων μας. Δεύτερον, διά της πιστής εφαρμογής του μνημονίου θα βγούμε μια ώρα γρηγορότερα από τη μέγκενη της Τρόικας. Στο Κυπριακό, επίσης οι προοπτικές δεν είναι ευοίωνες, αφού το ΑΚΕΛ επιμένει στη γνωστή πολιτική του. Όμως, μια σημαντική δήλωση του Προέδρου ανοίγει διαύλους συνεργασίας με τα περισσότερα κόμματα.
Ο Ν. Αναστασιάδης είπε: «Εκείνο που θέλω να ξεκαθαρίσω είναι ένα: Συνέταιροι -σε ένα κράτος που δεν συμμετέχουν, αλλά και με απειλές για σχέδια β’- δεν πρόκειται ποτέ να δεχθώ να γίνουν εκείνοι, οι οποίοι απεργάζονται την υπόσκαψη της Κυπριακής Δημοκρατίας».


Ξεκάθαρο μήνυμα προς την τουρκική πλευρά αλλά και ξεκάθαρο άνοιγμα προς το ΔΗΚΟ, που εδώ και καιρό επιμένει, όπως η ΕΔΕΚ, οι Οικολόγοι, το ΕΥΡΩΚΟ και η Συμμαχία Πολιτών, σε αλλαγή στρατηγικής και αντιμετώπιση της τουρκικής επιθετικότητας με κυρώσεις, πολιτικά, διπλωματικά μέτρα και συμμαχίες συμφερόντων με Ισραήλ, Ρωσία, Κίνα, Γαλλία, κτλ. Επίσης, τα περισσότερα κόμματα καταγγέλλουν τη μονοδιάστατη εξωτερική πολιτική Αναστασιάδη, που έχει προσδέσει την Κυπριακή Δημοκρατία στο αμερικανικό άρμα χωρίς, μέχρι στιγμής, ορατά και απτά αποτελέσματα προς την πλευρά μιας διαρκώς επιτιθέμενης Τουρκίας, παρά τις γνωστές διθυραμβικές διακηρύξεις Μπάιντεν.
Δυο επιλογές
Άρα, πέραν της ειλικρίνειας των προθέσεών του, τα κόμματα αναμένουν από τον Πρόεδρο να δουν και να μελετήσουν συγκεκριμένες προτάσεις. Θα αλλάξει άλογα την ώρα που διαβαίνει το αφρίζον ποτάμι πολλών και δυσχερών προβλημάτων; Αυτό προϋποθέτει ανατροπή της πολιτικής του στην οικονομία και στο Κυπριακό με το ανάλογο, επαχθές και δυσβάστακτο κόστος - για τον ίδιο και για τον τόπο. Είναι σε θέση να το πράξει;
Μόνος δεν μπορεί. Εξάλλου είναι σιδηροδέσμιος με την καταστροφική Κοινή Δήλωση της 11/2/2014 και με την προηγηθείσα συμφωνία Χριστόφια-Ταλάτ (23/5/2008). Τα κόμματα, από την άλλη, δέσμια μιας κενολόγου και φλύαρης πλην ανέξοδης ρητορείας, δεν πείθουν ότι βάζουν την πατρίδα πάνω από τα στενόκαρδα μικροκομματικά, ιδιοτελή, μικροπολιτικά ή και ψηφοθηρικά συμφέροντά τους. Η απαξίωσή τους εξαιτίας και της διαφθοράς και της διαπλοκής, τα καθιστά περισσότερο αναξιόπιστα στα μάτια των πολιτών. Αδιέξοδο; Ο Πρόεδρος φαίνεται να έχει δύο επιλογές:
Πρώτον, με σαρωτικό ανασχηματισμό να κτίσει, επιτέλους, μια κυβέρνηση αξίων, ικανών ή και τεχνοκρατών, πέραν κομμάτων. Αυτοί μπορεί να προέρχονται και από τη μεγάλη δεξαμενή των πολλών Ελλήνων Κυπρίων που διαπρέπουν, τιμώνται και αναγνωρίζονται στην αλλοδαπή.
Δεύτερον, να επιδιωχθεί όσο το δυνατόν ευρύτερη συναίνεση και συνέργεια μεταξύ Κυβέρνησης και κομμάτων σε πολιτικές και ενέργειες στην οικονομία, στο Κυπριακό και στην εξωτερική πολιτική, διότι αυτό επιτάσσουν οι φοβεροί κίνδυνοι που απειλούν τη βιολογική και εθνική επιβίωση του κυπριακού Ελληνισμού. Όλοι να ενώσουν δυνάμεις, μυώνες, μυαλά, δυνατότητες, ικανότητες.
Με απλά λόγια: Οι πολίτες αξιώνουν από τον Πρόεδρο και τα κόμματα να κατανοήσουν, επιτέλους, πως «πρώτιστη προτεραιότητά τους δεν είναι τα κομματικά ή τα προσωπικά τους οφέλη, αλλά του λαού το συμφέρον και γενικότερα της πατρίδας».