Συνεντεύξεις

ΟΜΗΡΟΥ Κίνδυνος αποσύνθεσης του πολιτεύματος

Ο Γενικός Εισαγγελέας οφείλει να προχωρήσει μέχρι τέλους για την κάθαρση
Ισχυρά κέντρα εξουσίας, τα οποία διαπλέκονται με σκάνδαλα και εγκληματικές ενέργειες, παρενέβαιναν γι' αποτροπή εφαρμογής των νόμων και του Συντάγματος, καταγγέλλει ο Γιαννάκης Ομήρου
ΠΡΕΠΕΙ να ενημέρωσουμε τα ΗΕ και την ΕΕ ότι τυχόν εμμονή της τ/κ πλευράς σε θέσεις συνομοσπονδίας, θα οδηγήσει σε διακοπή των συνομιλιών με υπαιτιότητα της τουρκικής πλευράς

Τον κίνδυνο να υπάρξει αποσάθρωση των θεμελίων της κυπριακής πολιτειακής συνταγματικής τάξης, με ό,τι αυτό συνεπάγεται, εάν δεν ολοκληρωθεί η διαδικασία της κάθαρσης, με τιμωρία όλων των υπευθύνων για την οικονομική καταστροφή της Κύπρου, επισημαίνει ο Πρόεδρος της Βουλής και Πρόεδρος της ΕΔΕΚ Γιαννάκης Ομήρου, υπογραμμίζοντας ότι αυτό αποτελεί ένα από τα κύρια διακυβεύματα των επικείμενων Ευρωεκλογών.
Τονίζει, παράλληλα, ότι επιβάλλεται η άμεση σύγκληση του Εθνικού Συμβουλίου από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, ώστε να ενημερωθούν οι πολιτικές δυνάμεις για τις προτάσεις που κατατίθενται από τις δύο πλευρές στην τράπεζα των διαπραγματεύσεων, ενώ θεωρεί επιβαλλόμενη την καταγγελία της διαδικασίας, εάν συνεχιστεί η τουρκική προκλητικότητα των τελευταίων εβδομάδων και η εμμονή των Τούρκων σε θέσεις συνομοσπονδιακού χαρακτήρα, με την υπόδειξη ότι αυτό θα οδηγήσει σε διακοπή των συνομιλιών με υπαιτιότητα της τουρκικής πλευράς.
Πιστώνω τον Γεν. Εισαγγελέα με ειλικρινή πρόθεση
Επισημαίνοντας, σε πρόσφατες δηλώσεις σας, την ανάγκη διαλεύκανσης του σκανδάλου για την οικονομία και απόδοσης ευθυνών όπου δει, υπογραμμίσατε τον κίνδυνο ακόμη και πολιτειακής εκτροπής, εάν κάτι τέτοιο δεν συμβεί. Τι εννοούσατε ακριβώς;

Θέλω να είμαι σαφής: Όταν οι θεσμοί δεν λειτουργούν, και δεν λειτουργούν κατά συρροήν και κατ’ εξακολούθησιν, υπάρχει κίνδυνος αποσύνθεσης και αποσάθρωσης του πολιτεύματος. Δεδομένου ότι η ατιμωρησία υπήρξε για μακρό χρονικό διάστημα το κύριο χαρακτηριστικό γνώρισμα της κυπριακής πολιτειακής τάξης, θέλω να υπενθυμίσω ως ένα εκ των κορυφαίων παραδειγμάτων το σκάνδαλο του χρηματιστηρίου και το αεροπορικό δυστύχημα της «Ήλιος».


Εάν αυτό επαναληφθεί μετά το οικονομικό κατάντημα στο οποίο έχει περιέλθει η χώρα, μετά τα φαινόμενα διαπλοκής, διαφθοράς και λεηλασίας του δημοσίου χρήματος, χρηματισμού πολιτικών κομμάτων από εκείνους που λεηλάτησαν στη συνέχεια το κυπριακό τραπεζικό σύστημα, τότε φόβος μου είναι -που ισχυρίζομαι ότι είναι βάσιμος- ότι, όχι μόνον επειδή δεν θα ικανοποιηθεί το περί δικαίου αίσθημα του λαού, αλλά και γιατί θα υπάρξει αποσάθρωση των θεμελίων της κυπριακής πολιτειακής συνταγματικής τάξης, ο τόπος θα αντιμετωπίσει φοβερούς κινδύνους.


Είναι γι’ αυτό που θεωρώ ότι ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, ο οποίος περιβέβληται εκ του Συντάγματος ισχυρότατες εξουσίες, θα πρέπει να προχωρήσει μέχρι τέλους. Εγώ και ως θεσμικός πολιτειακός παράγοντας, πέραν της ιδιότητάς μου ως Πρόεδρος της ΕΔΕΚ, θέλω να πιστώσω τον Γεν. Εισαγγελέα με ειλικρινή πρόθεση να προχωρήσει ώς το τέλος. Αυτή είναι η πεποίθησή μου και θέλω να πιστεύω ότι δεν θα διαψευστώ.
Μηχανισμοί συγκάλυψης
Θεωρείτε ότι αυτή η κατάσταση, όπως την περιγράψατε, οφείλεται σε δομικές δυσλειτουργίες του ίδιου του συστήματος, ή σε κρύφιους, πλην όμως αποτελεσματικούς μηχανισμούς συγκάλυψης;

Το δεύτερο. Θεωρώ ότι ισχυρά κέντρα εξουσίας, τα οποία διαπλέκονται με σκάνδαλα, με εγκληματικές ενέργειες, παρενέβαιναν με διάφορους τρόπους, γι' αποτροπή εφαρμογής των νόμων και του Συντάγματος. Δεν μπορώ να βρω οποιαδήποτε άλλη επαρκή δικαιολογία.
Αναφέρεστε σε δομές οικονομικής εξουσίας ή και σε δομές πολιτικής εξουσίας;
Κοιτάξτε, έχω μιλήσει και για αιμομικτικές σχέσεις χρήματος και πολιτικής. Και νομίζω ότι, τα όσα αποκαλύφθηκαν τους τελευταίους μήνες και τις τελευταίες εβδομάδες, επιβεβαιώνουν του λόγου το αληθές. Γιατί μια εταιρεία ελληνική, η οποία είχε άμεση σχέση με το κυπριακό τραπεζικό σύστημα και που στη συνέχεια οφθαλμοφανέστατα λεηλάτησε το χρηματοπιστωτικό σύστημα της Κύπρου, χρηματοδοτούσε με θηριώδη ποσά κυπριακά πολιτικά κόμματα; Υπάρχει άλλη λογική εξήγηση, παρά το ότι ο στόχος ήταν, μέσω αυτών των αδιαφανών και υπόγειας διαδρομής χρηματοδοτήσεων, να εξασφαλίσει ανταλλάγματα;
Πείσαμε τους Ευρωπαίους σοσιαλιστές για το Κυπριακό
Χαρακτηρίσατε κρίσιμες τις Ευρωεκλογές της 25ης Μαΐου, υπογραμμίζοντας πως «είναι οι πρώτες εκλογές που πραγματοποιούνται μετά την οικονομική κατάρρευση». Ως τέτοιες, προσκτώνται ένα σαφές ιδεολογικό χρώμα, όπου συγκρούονται δύο κυρίαρχες οικονομικές θεωρήσεις, αυτή του ΕΛΚ, της λιτότητας δηλαδή, και αυτή του Ευρωπαϊκού Σοσιαλιστικού Κόμματος, της ανάπτυξης. Για την Κύπρο, ωστόσο, ένα από τα κυρίαρχα διακυβεύματα παραμένει το Κυπριακό, όπου εδώ φαίνεται να αντιστρέφονται οι όροι. Έχετε καταφέρει, ως σοσιαλδημοκρατικό κίνημα, να καταστήσετε κατανοητές τις θέσεις μας στην ευρωπαϊκή πολιτική οικογένεια όπου ανήκετε;

Εν πολλοίς, ναι. Είναι γεγονός ότι κατά καιρούς μπορεί να υπήρξαν και παρεκβάσεις, όμως η παρουσία μας εκεί, και στο Ευρωπαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα αλλά και στη σοσιαλιστική ομάδα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, στοχεύει ακριβώς να υπάρχει μια συνεχής επαγρύπνηση, γιατί μιλάμε για πολυεθνικές πολιτικές ομάδες και για πολυεθνικό πολιτικό κόμμα, όπου υπάρχουν και διαβαθμίσεις και διαφοροποιήσεις. Συνεπώς, είμαστε εκεί για να προβάλλουμε τις σωστές θέσεις για το Κυπριακό, και νομίζω ότι στα βασικά θέματα, δηλαδή τη μορφή της λύσης -ότι πρέπει να στηρίζεται στα ψηφίσματα των ΗΕ, στο ευρωπαϊκό κεκτημένο και τις αξίες της ΕΕ-, έχουμε τη στήριξη των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών.
Τα διακυβεύματα των Ευρωεκλογών
Τις διαβεβαιώσεις Γιούνκερ για το Κυπριακό, πώς τις σχολιάζετε;

Οποιαδήποτε ορθή θέση για το Κυπριακό, από οποιαδήποτε πλευρά, πρέπει, πατριωτικά ομιλούντες, να την επιδοκιμάζουμε και να τη χαιρετίζουμε. Στον βαθμό που ο Ζ. Κ. Γιούνκερ δεσμεύεται ότι θα στηρίξει αυτές τις θέσεις, που είναι θέσεις που κινούνται στο σωστό πλαίσιο, δεν έχω κανένα λόγο να τις αντιμάχομαι.


Εμείς θέλουμε όλοι να δεσμευτούν σε ό,τι αφορά το Κυπριακό. Διότι άλλο είναι το Κυπριακό που πρέπει να υπάρχει ιδεολογική αχρωματοψία, κατά τον Βάσο Λυσσαρίδη, και άλλο το θέμα των κοινωνικών και οικονομικών πολιτικών, όπου χάσμα τεράστιο μας χωρίζει από την ευρωπαϊκή δεξιά, το ΕΛΚ, που είναι υπεύθυνο για τη σημερινή βαθιά οικονομική ύφεση στην Ευρώπη, αλλά και γι’ αυτά που συνέβησαν στην Κύπρο, με την ανάλγητη συμπεριφορά του Γιούρογκρουπ. Δύο είναι, κατά τη γνώμη μου, τα βασικά διακυβεύματα των εκλογών.


Πέραν από το Κυπριακό, όπου πρέπει να προσπαθήσουμε να δεσμεύσουμε όλες τις πλευρές, το πρώτο είναι, επειδή είναι οι πρώτες Ευρωεκλογές μετά την κρίση, οι Κύπριοι Ευρωπαίοι πολίτες να τοποθετηθούν σε ό,τι αφορά τις πολιτικές ευθύνες για τις οποίες φτάσαμε ώς εδώ, ευθύνες και της προηγούμενης αλλά και της τωρινής κυβέρνησης, και δεύτερον για την ανάγκη τιμωρίας των ενόχων. Αυτό θα πρέπει να είναι ένα ισχυρό μήνυμα διαμέσου της ψήφου των πολιτών.


Επιπλέον, οι Κύπριοι πολίτες καλούνται να τοποθετηθούν απέναντι στις πολιτικές που ακολουθούνται στην ΕΕ. Αν συμφωνούν με τις πολιτικές που ακολουθεί η ευρωπαϊκή δεξιά τα τελευταία δέκα χρόνια, όπου έχει την πλειοψηφία στα συλλογικά ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα - δηλαδή της λιτότητας, της περικοπής μισθών, συντάξεων, επιδομάτων, απουσίας ανάπτυξης κ.λπ., που οδήγησαν στη μαζική ανεργία και την κοινωνική δυστυχία - τότε θα πρέπει να ψηφίσουν για τη συνέχιση αυτής της πολιτικής.


Αν διαφωνούν, όμως, μία είναι η επιλογή, υπό την έννοια της αντίρροπης δύναμης. Να ψηφίσουν το ισχυρότατο ευρωπαϊκό σοσιαλιστικό κόμμα, που σήμερα είναι η δεύτερη μεγάλη πολιτική δύναμη στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, και που σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις αυτήν τη στιγμή παρουσιάζεται ισοδύναμη με το ΕΛΚ. Δεν θέλω να υποτιμήσω άλλες πολιτικές ομάδες, άλλωστε εμείς συνεργαζόμαστε στην Κύπρο με το Κίνημα Οικολόγων, που ανήκει στους Πράσινους της Ευρώπης, και ευελπιστώ ότι θα συμμαχήσουν με τους σοσιαλιστές σ’ αυτές τις πολιτικές.


Αλλά βεβαίως δεν μπορεί να θεωρηθεί μια πολιτική ομάδα των 200 ή των 250 ευρωβουλευτών το ίδιο με μια των 30, των 25 ή των 20 ευρωβουλευτών. Γι’ αυτό καλούμε τους πολίτες να ψηφίσουν. Μπορεί εμείς να μην είμαστε η μεγάλη πολιτική δύναμη στην Κύπρο, αλλά μεγιστοποιείται η ψήφος που θα δώσουν οι Κύπριοι πολίτες, λόγω του ότι ψηφίζουν το ΕΣΚ με τις συγκεκριμένες πολιτικές.
Θεωρείτε, με άλλα λόγια, ότι είναι πολιτικές με πολλαπλά σημαινόμενα. Ωστόσο, παρατηρείται μία αύξουσα τάση αποστροφής του εκλογικού σώματος, με αφορμή τις Ευρωεκλογές, προς το ίδιο το πολιτικό σύστημα...
Αυτή η αποστροφή είναι απολύτως δικαιολογημένη. Απολύτως δικαιολογημένος και ο θυμός και η οργή των πολιτών για το σημερινό οικονομικό κατάντημα. Όμως, ούτε η ισοπέδωση ωφελεί ούτε πολύ περισσότερο η αποχή, γιατί η αποχή δεν σημαίνει απλώς ανοχή, σημαίνει επιβράβευση των ενόχων της οικονομικής τραγωδίας. Αν δεν αισθανθούν όλοι εκείνοι που, είτε σε πολιτικό είτε σε ποινικό επίπεδο, ευθύνονται, αυτήν την οργή του λαού, πώς θα υπάρξουν αλλαγές; Άρα, λοιπόν, αν οι πολίτες ενδιαφέρονται, και είμαι βέβαιος ότι ενδιαφέρονται να υπάρξουν αλλαγές πολιτικής, τόσο στην Κύπρο όσο και στην Ευρώπη, η δική μου ισχυρή προτροπή είναι να συμμετάσχουν στις Ευρωεκλογές.
Απαραίτητες ιδεολογικές συγκλίσεις για συνεργασίες
Ποιες προοπτικές διανοίγει, τόσο για τα δύο κόμματα, όσο και για τον ευρύτερο ενδιάμεσο χώρο, η εκλογική συνεργασία ΕΔΕΚ-Οικολόγων; Θα θέλατε και άλλους συμπαίκτες σ’ αυτό το εγχείρημα;

Σε ό,τι αφορά το Κυπριακό, είμαστε σταθερά υπέρ της συνεργασίας όμορων δυνάμεων, και δεν εννοώ κατ’ ανάγκην ιδεολογικά, αλλά εθνικά. Γιατί και οι εξελίξεις στο Κυπριακό είμαι βέβαιος ότι πολύ σύντομα θα επιβάλουν την ανάγκη ευρύτερων συνεργασιών, στη βάση ασφαλώς συγκλίσεων, για να αποτρέψουμε τις επικίνδυνες εξελίξεις που ήδη δρομολογούνται. Απ’ εκεί και πέρα, σε ό,τι αφορά τα κοινωνικο-οικονομικά θέματα, προϋποτίθεται η ύπαρξη συγκλίσεων ιδεολογικών. Δεν είμαστε υπέρ της δημιουργίας μετώπων ή συνεργασιών σε ιδεολογικοπολιτικό κενό, ούτε πολιτικών πειραματισμών χωρίς εδραίες βάσεις. Προϋποτίθεται λοιπόν η ύπαρξη ιδεολογικοπολιτικών συγκλίσεων.
Εννοείτε, ενδεχομένως, ότι αυτήν τη στιγμή δεν υπάρχουν;
Πιθανόν, μέσα από διάλογο, ο οποίος είναι απαραίτητο δομικό στοιχείο της δημοκρατίας, να υπάρξουν. Εμείς έχουμε μια σταθερή ιδεολογική κατεύθυνση. Για παράδειγμα, όταν μιλούσαμε στο παρελθόν για ενδιάμεσο χώρο, δεν θεωρούσαμε ότι μπορεί να γίνει δυνατή μια πολιτική ενοποίηση, χωρίς ένα σταθερό ιδεολογικό υπόβαθρο. Ούτε είμαστε της άποψης ότι υπάρχει η έννοια του Κέντρου, χωρίς ιδεολογικό θεμέλιο. Σήμερα οι κυρίαρχες πολιτικές ιδεολογίες στον χώρο της Ευρώπης είναι η ευρωπαϊκή δεξιά, το ευρωπαϊκό σοσιαλιστικό κόμμα, οι φιλελεύθεροι, που είναι μια εκδοχή ακόμη πιο δεξιά από το ΕΛΚ, η αριστερά, κ.λπ. Συνεπώς, υπάρχει αυτή η διάταξη δυνάμεων και εμείς έχουμε μια σαφή τοποθέτηση, είμαστε δημοκράτες σοσιαλιστές και πορευόμαστε με αυτήν την ιδεολογία.
Αναγκαία η επανατοποθέτηση του Κυπριακού
Τι θα σήμαινε σήμερα, και πόσο εφικτή είναι, υπό τα διαμορφούμενα δεδομένα, η επανατοποθέτηση του Κυπριακού την οποία επαγγέλλεστε;

Όταν εμείς, μετά την κατάρρευση των απευθείας διαπραγματεύσεων Χριστόφια -Ταλάτ, Χριστόφια - Έρογλου, θέσαμε την ανάγκη για επανατοποθέτηση του Κυπριακού, η απάντηση ήταν ότι θα πρέπει να είμαστε ρεαλιστές, το ίδιο μας είπε και η σημερινή κυβέρνηση όταν διαφωνήσαμε με τη συμφωνία της 11ης Φεβρουαρίου, που είναι ένα κάκιστο κείμενο, η χειρότερη συμφωνία των τελευταίων 40 χρόνων στο Κυπριακό.
Ακριβώς γιατί είμαστε ρεαλιστές, εν αντιθέσει προς όσους υποστηρίζουν την αντίθετη άποψη, φρονούμε ότι αποτελεί επιταγή η χάραξη μιας νέας εθνικής στρατηγικής. Μας είπαν ότι με τη συμφωνία της 11ης Φεβρουαρίου, θα ανοίξει ο δρόμος για τη λύση. Οι μεγάλοι μεσολαβητές, προεξαρχουσών των ΗΠΑ, δημιούργησαν ένα κλίμα τεχνητής ευφορίας και εντός αλλά και εκτός Κύπρου, δόθηκαν υποσχέσεις πως θα παρέμβουν προς την πλευρά της Τουρκίας να σταματήσει να παραβιάζει τα κυριαρχικά δικαιώματα της ΚΔ στην κυπριακή ΑΟΖ, να μπει σε μια λογική ΜΟΕ κ.τ.λ.


Ας δούμε λοιπόν τα μέχρι τώρα πεπραγμένα. Πρώτον, στις διαπραγματεύσεις κατέθεσαν προτάσεις, καθ’ ομολογίαν του ίδιου του Προέδρου της Δημοκρατίας, οι οποίες ουδόλως διαφέρουν σε αδιαλλαξία και κακοπιστία από τις προτάσεις που καταθέτουν τα τελευταία 40 χρόνια, προτάσεις συνομοσπονδιακές με εσαεί κηδεμονία της Τουρκίας. Δεύτερον, ενώ μας μιλούν για ΜΟΕ, είχαμε συνεχείς προκλήσεις εκ μέρους της Άγκυρας, ίδε «Μπαρμπαρός», ρηματική διακοίνωση για υφαλοκρηπίδα, δηλώσεις Έρογλου για εποίκους κ.λπ. Όλα αυτά είναι δείγματα τού πώς αντιλαμβάνεται η Τουρκία την καλή πίστη.
Άμεση σύγκληση του Εθνικού Συμβουλίου
Είναι ρεαλιστικό, αυτήν τη στιγμή, να αντιδράσουμε με τρόπο δραστικό στη διογκούμενη τουρκική προκλητικότητα, όπως για παράδειγμα με αποχώρηση της πλευράς μας από τις συνομιλίες ή καταγγελία στα ΗΕ;

Το πρώτο που θα πρέπει να πράξει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είναι να καλέσει σύγκληση του ΕΣ, για να εγκρίνει τις όποιες προτάσεις θα καταθέσει η κυπριακή πλευρά στη δεύτερη φάση των διαπραγματεύσεων. Είναι αδιανόητο να μην υπάρξει ενημέρωση, συζήτηση, αλλά και συγκατάθεση του Εθνικού Συμβουλίου.


Το δεύτερο που προτείνουμε είναι να ενημερώσουμε τα ΗΕ, την ΕΕ και τα πέντε μόνιμα μέλη του ΣΑ -και εδώ, ανοίγοντας μια παρένθεση, θέλω να επισημάνω ότι ανεπίτρεπτα αφήνουμε τη Ρωσία, την Κίνα και τη Γαλλία έξω από τη διαδικασία επίλυσης του Κυπριακού, και θα το πληρώσουμε κάποια στιγμή-, ότι


α) τυχόν εμμονή της τ/κ πλευράς σε θέσεις συνομοσπονδίας, όπως κατατέθηκαν στην τράπεζα των διαπραγματεύσεων, και


β) εμμονή στις προκλήσεις των τελευταίων εβδομάδων, θα οδηγήσει σε διακοπή των συνομιλιών με υπαιτιότητα της τουρκικής πλευράς. Αυτή θα πρέπει, κατά τη γνώμη μου, να είναι η πολιτική διαχείριση από την πλευρά της Κυβέρνησης.


Τυχόν παγίδευσή μας σ’ αυτήν τη διαδικασία, θα οδηγήσει σε μη αναστρέψιμες καταστάσεις. Και η έκκλησή μου είναι και προς τον λαό, γιατί μόνον ο λαϊκός παράγοντας μπορεί να εγγυηθεί την αλλαγή πορείας.
Άλλωστε, και η ενημέρωση της οποίας τύχαμε προσφάτως από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας επιβεβαίωσε πλήρως τους φόβους μας, και δεν επιχαίρουμε για τούτο. Και επειδή βαίνουμε προς Ευρωεκλογές, πρέπει να υπογραμμίσω πως χρειάζεται και ένα ξεκαθάρισμα από τους Ευρωπαίους εταίρους μας. Καθιστώντας σαφές ότι, ενόσω η Τουρκία συνεχίζει σκαιότατα να περιφρονεί τις αποφάσεις της ΕΕ, δεν θα επιτρέψουμε πλέον το άνοιγμα οιουδήποτε νέου κεφαλαίου, στον ενταξιακό διάλογο με την Τουρκία.