Έγκλημα

Το προφίλ ενός δολοφόνου

Μήπως όλοι μας, κάτω από μία διαβολική συγκυρία, είμαστε "φονιάδες";

Άκρως εντυπωσιακά τα αποτελέσματα έρευνας γύρω από το φύλο ενός δολοφόνου, την ταυτότητα των θυμάτων και τη βιαιότητα με την οποία διαπράττεται ένα έγκλημα
Αποτρόπαια εγκλήματα δύνανται να συμβούν και λόγω μακροχρόνιας καταπίεσης που εντέλει οδηγεί σε ψυχολογική έκρηξη, συναίσθημα αρκετά ικανό να οπλίσει το χέρι ενός εν δυνάμει δολοφόνου
Η συντριπτική πλειοψηφία των δραστών φρικτών εγκλημάτων είναι άντρες, με τις γυναίκες σπάνια να εμφανίζονται ως δολοφόνοι ή ηθικοί αυτουργοί
Τα δεδομένα καταρρίπτουν ακόμη έναν μύθο, αυτόν του «σχιζοφρενούς δολοφόνου», και μαζί καταρρίπτεται η ιδέα που πολλές φορές καταλήγει σε βεβαιότητα, ότι ο δολοφόνος παρουσιάζεται πάντοτε ως μια άξεστη και αμόρφωτη προσωπικότητα, με ζωώδη ένστικτα
Το τελευταίο έγκλημα της ειδεχθούς δολοφονίας τριών προσώπων, με κουζινομάχαιρο, στη Λεμεσό, συγκλόνισε την κοινή γνώμη ανά το παγκύπριο, όχι μόνο λόγω της πρωτοφανούς βιαιότητας με την οποία διαπράχθηκαν οι δολοφονίες, αλλά και λόγω της αδυναμίας του ανθρώπινου νου να κατανοήσει, πώς ένας άνθρωπος, που δεν είναι σχιζοφρενής, δύναται να ξεπεράσει τα όριά του και να φτάσει στην απόλυτη φρικαλεότητα, αφαιρώντας τη ζωή από τρεις νέους ανθρώπους, εν ώρα αιχμής, σε μιαν άκρως πολυσύχναστη περιοχή.
Και το ερώτημα που τίθεται είναι προφανές. Μήπως όλοι μας, κάτω από μια διαβολική συγκυρία, είμαστε «εν δυνάμει δολοφόνοι»; Σε μια προσπάθεια κατανόησης του λόγου που μπορεί να οπλίσει το χέρι ενός ανθρώπου, χωρίς καμιά αναστολή, και με τη βοήθεια διεθνών ερευνών στον τομέα της εγκληματολογίας, προσπαθούμε να σκιαγραφήσουμε το προφίλ ενός «φονιά» και να ανιχνεύσουμε το άγνωστο πρόσωπο των «παρανοϊκών δολοφόνων». Και ίσως το πιο ανησυχητικό στην όλη υπόθεση, από τα μέχρι στιγμής δεδομένα, είναι το γεγονός ότι στην πλειοψηφία τους τα ειδεχθή εγκλήματα δεν διαπράττονται πάντοτε από ψυχικά διαταραγμένες προσωπικότητες.
Στατιστικά δεδομένα
Σύμφωνα με παγκόσμια έρευνα που διενεργήθηκε από το Τμήμα Κοινωνιολογίας και Ανθρωπολογίας του καναδικού πανεπιστημίου του Guelph, και δημοσιεύτηκε σε διεθνές ηλεκτρονικό επιστημονικό περιοδικό κοινωνιολογίας, με τίτλο «Ερευνώντας κατά συρροήν δολοφόνους» (Researching Serial Killers), προκύπτουν άκρως εντυπωσιακά συμπεράσματα σχετικά με το φύλο των δολοφόνων, την ταυτότητα των θυμάτων τους, καθώς και τον τρόπο και την βιαιότητα που παρουσιάζουν κατά τη διάπραξη των εγκλημάτων τους.
Τα στατιστικά δεδομένα αποδεικνύουν ότι η συντριπτική πλειοψηφία των δραστών φρικτών εγκλημάτων είναι άντρες, με τις γυναίκες σπάνια να εμφανίζονται ως δολοφόνοι ή ηθικοί αυτουργοί, ενώ τα κυριότερα αίτια που οδηγούν στη διάπραξη ενός εγκλήματος είναι κυρίως ερωτικά-συναισθηματικά και εστιάζονται στα αισθήματα του ερωτικού πάθους, της απόρριψης ή της εγκατάλειψης.
Αποτρόπαια εγκλήματα δύνανται να συμβούν και λόγω μακροχρόνιας καταπίεσης, που εντέλει οδηγεί σε ψυχολογική έκρηξη, συναίσθημα αρκετά ικανό να οπλίσει το χέρι ενός εν δυνάμει δολοφόνου.
Όσον αφορά στην ταυτότητα των θυμάτων, τα στατιστικά στοιχεία αποδεικνύουν ότι το χέρι ενός φονιά, στις πλείστες των περιπτώσεων, στρέφεται κατά γνωστών και μερικές φορές αγαπητών προσώπων του, καθιστώντας έτσι τους δράστες δυνητικά μητροκτόνους, πατροκτόνους ή συζυγοκτόνους. Όπως μάλιστα αναφέρεται στα συμπεράσματα της εν λόγω έρευνας, «οι εγκληματίες της φρίκης σκοτώνουν με τόση αγριότητα τα θύματά τους, αγριότητα που πολλές φορές ξεπερνά τις ανάγκες της φυσικής εξόντωσης».
Δυστυχώς, τα δεδομένα καταρρίπτουν ακόμη έναν μύθο, αυτόν του «σχιζοφρενούς δολοφόνου» και μαζί καταρρίπτεται και η ιδέα που πολλές φορές καταλήγει σε βεβαιότητα, ότι ο δολοφόνος παρουσιάζεται πάντοτε ως μια άξεστη και αμόρφωτη προσωπικότητα, με ζωώδη ένστικτα. Διεθνείς έρευνες επιβεβαιώνουν ότι μόνο ένας στους δύο δολοφόνους που εγκληματεί είναι πραγματικά επικίνδυνος και ψυχολογικά διαταραγμένος έως και σχιζοφρενής.


Το υπόλοιπο ποσοστό πολλές φορές ενδέχεται να είναι καθημερινοί άνθρωποι, «άνθρωποι της διπλανής πόρτας», μορφωμένοι και καλλιεργημένοι, που για τον οποιοδήποτε λόγο έχουν ξεπεράσει τη νοητή γραμμή που χωρίζει τη λογική από την παράνοια. Εγκληματολόγοι υποστηρίζουν κάθετα ότι η μόρφωση σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί ασφαλιστική δικλείδα για την εμφάνιση ακραίας βίας, ενδέχεται όμως να λειτουργεί ως κατασταλτικός παράγοντας, πολλές φορές όμως ανίκανος να την καταπνίξει.
Στον αντίποδα, βέβαια, υπάρχει και μερίδα ειδικών που υποστηρίζουν ότι οι δράστες αποτρόπαιων εγκλημάτων ενδεχομένως να είναι άτομα με ψυχοπαθολογικές διαταραχές, κάτι όμως που δεν ακυρώνει το γεγονός ότι έχουν την επίγνωση και τον έλεγχο των πράξεών τους, την ώρα που τις διαπράττουν.
Τα τρία «πρόσωπα»
Όπως ήδη προαναφέρθηκε, δεν υπάρχουν συγκεκριμένα χαρακτηριστικά που να καθορίζουν ή να υποδεικνύουν το σχιζοφρενές στοιχείο ενός δολοφόνου, ούτε υπάρχει κάποια νόρμα ή καλούπι στο οποίο να εντάσσονται οι εγκληματικές φυσιογνωμίες. Ωστόσο, στατιστικά δεδομένα, αλλά και εγκληματολόγοι ανά το παγκόσμιο, μελετώντας ειδεχθή εγκλήματα, προσπάθησαν να τυποποιήσουν τους δράστες, κατηγοριοποιώντας σε τρεις ομάδες τους «μακελλάρηδες».
Η Φωτεινή Τσαλίκογλου, καθηγήτρια Ψυχολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, ομαδοποίησε τα τρία πρόσωπα ενός δολοφόνου, βάσει των χαρακτηριστικών της προσωπικότητας του καθενός, σε άρθρο της που δημοσιεύθηκε σε αθηναϊκή εφημερίδα.
· «Κλασικός Τύπος Δράστη» : Είναι ιδιόρρυθμος. Παρουσιάζει ασυνέπεια στη συναισθηματική ζωή του και υποτυπώδη κοινωνικότητα. Κινείται ανάμεσα στην άκρατη ευαισθησία και σε μια μειωμένη συναισθηματική αντίδραση, που πολλές φορές φθάνει ώς την ψυχρότητα. Τίποτα τις περισσότερες φορές δεν προδικάζει την επερχόμενη έκρηξη της φρίκης. Μπορεί να είναι ευφυής ή το αντίθετο. Πλούσιος ή φτωχός, μορφωμένος ή αγράμματος. Πάντως, εγκληματεί με εξαιρετικά βίαιο τρόπο. Μετά το έγκλημα συνήθως αποκαλύπτεται το μη ισορροπημένο της προσωπικότητάς του.
· «Ψυχοπαθητικός Δολοφόνος»: Διαθέτει μιαν εκπληκτικά καλή αναγνώριση της συμπεριφοράς του. Παρουσιάζει έντονη ανωριμότητα και έλλειψη προβλεπτικότητας, καθώς και παρορμητικές εκδηλώσεις. Αισθάνεται μόνος. Δεν βρίσκει κατανόηση. Είναι μόνιμα δυσαρεστημένος από τον εαυτό του. Δεν μπορεί να επικοινωνήσει με τους άλλους. Σκοτώνει συνήθως άτομα του περιβάλλοντός του από μίσος, που πολλές φορές δεν διαχωρίζεται από την αγάπη. Ως Ψυχοπαθητικός Δολοφόνος κάλλιστα χαρακτηρίζεται ο δράστης του αποτρόπαιου εγκλήματος, το οποίο διεπράχθη στην παραλία της Αχέλειας, στην Πάφο, με θύματα την 24χρονη Μολδαβή, Γιούλια Οπόροκ, η οποία ήταν έγκυος 4 μηνών και το 3χρονο κοριτσάκι της που, όπως κατέδειξε η πολύωρη νεκροψία της σορού της, ξεψύχησε από ασφυξία. Η 24χρονη βρέθηκε νεκρή μέσα στο αυτοκίνητό της, με τραύματα από σφαίρα στον θώρακα και την κοιλιακή χώρα, ενώ το παιδάκι βρέθηκε σε απόσταση 50 μέτρων περίπου από τη νεκρή μητέρα του, πάνω στην παραλία.
· «Υπερ-ελεγχόμενος Εγκληματίας»: Υπεραπασχολημένος, δραστήριος, δειλός. Δεν επιτρέπει στον εαυτό του εκτονώσεις και εκρήξεις. Φροντίζει να είναι παντού και πάντα συνεπής και αρεστός. Τον αφορά υπέρμετρα η γνώμη των άλλων. Καταπιέζεται αφάνταστα και κάποτε ξεσπά. Αν αυτό συμβεί, διότι μπορεί και να μην συμβεί, τα εγκλήματά του είναι αποτρόπαια. Είναι εκείνος που από υπέρμετρη καταπίεση συμπεριφέρεται σαν ηφαίστειο.


Τελικά ποια είναι η απάντηση στο ερώτημα αν «όλοι είμαστε εν δυνάμει δολοφόνοι»; Την απάντηση έδωσε ο εγκληματολόγος στο Πανεπιστήμιο Αθηνών Νέστωρ Κουράκης, ο οποίος με ρεαλισμό είπε ότι «τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Μηχανιστικές λογικές δεν μπορούν να αιτιολογήσουν μία τόσο απρόβλεπτη και αποτρόπαιη πράξη, όπως το ειδεχθές έγκλημα. Θα έλεγα πως όλοι μπορεί να κρύβουμε μέσα μας έναν δολοφόνο, με την έννοια όμως πως στον κάθε άνθρωπο υπάρχει μια προδιάθεση βίας, που παράγοντες, που για να εκδηλωθεί, και μάλιστα ακραία, πρέπει να συντρέχουν ορισμένοι άλλοι καθοριστικοί ποικίλλουν από άτομο σε άτομο. Συμπερασματικά, αυτή η εκδήλωση ακρότατης βίας συμβαίνει όταν η προδιάθεση είναι κατά πολύ ισχυρότερη των αναστολών».