70 χρόνια από το κλείσιμο του Άουσβιτς και την ήττα του ναζιστικού τέρατος, οι λαοί της Ευρώπης δεν θυμούνται απλώς τον εφιάλτη. Κυρίως θέλουν να διασφαλίσουν την αποφυγή επανάληψής του. Συμμετέχοντας την εβδομάδα που πέρασε σε ένα διεθνές φόρουμ στην Πράγα με τη συμμετοχή των Προέδρων Κοινοβουλίων των χωρών - μελών της Ε.Ε. και άλλων υποψηφίων για ένταξη χωρών, είχα την ευκαιρία να διαπιστώσω την ανησυχία που επικρατεί διεθνώς και ιδιαίτερα στην Ευρώπη από την αναβίωση φασιστικών και νεοναζιστικών φαινομένων και κινημάτων, όπως και των κινημάτων θρησκευτικής μισαλλοδοξίας. Το φόρουμ, που οργανώθηκε με αφορμή τη συμπλήρωση 70 χρόνων από τη συντριβή του ναζισμού, είχε ως τίτλο: «Ανατρέχοντας στο παρελθόν και διασφαλίζοντας το μέλλον - Διεθνής ημέρα μνήμης Ολοκαυτώματος». Όλα τα Κοινοβούλια δεσμεύτηκαν να εργαστούν στενά για την αντιμετώπιση και τον εξοβελισμό των απεχθούς μνήμης αιτίων που οδήγησαν στο Ολοκαύτωμα του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Εργαζόμενα για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της δημοκρατίας και της κληρονομιάς του Ολοκαυτώματος, ως πηγής ενός οδυνηρού μαθήματος. Αμείλικτη η ιστορία διδάσκει ότι, όποτε η διεθνής κοινότητα παραγνώρισε αυτές τις αρχές, η ανθρωπότητα υπήρξε θύμα νέων εγκλημάτων.
Ορθώς έχει λεχθεί ότι αν η Αρμενική Γενοκτονία του 1915 από τους οθωμανούς ετιμωρείτο, το Ολοκαύτωμα, πιθανότατα, δεν θα είχε συμβεί. Η ιστορία διδάσκει επίσης ότι, σε καιρούς οικονομικής ύφεσης και κοινωνικής δυστυχίας, οι εξτρεμιστικές ιδέες και τα πολιτικά κόμματα που υπηρετούν τέτοιες ιδεολογίες επικρατούν, επειδή οι λαοί περιπίπτουν στην απόγνωση και την απελπισία. Ασφαλώς δεν μπορεί να υπάρχει καμιά δικαιολογία για ακραίες συμπεριφορές που οδηγούν σε εγκλήματα και παραβιάσεις της νομιμότητας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Όμως, έχοντας κατά νουν αυτήν την οδυνηρή διαπίστωση, έχουμε ύψιστο χρέος να αντιμετωπίσουμε τις αιτίες. Την ανεργία, τη δυστυχία, τις ανισότητες, την κοινωνική περιθωριοποίηση και τις διακρίσεις. Με συνεπή προγραμματισμό πολιτικών, δίνοντας δικαίωμα στην ελπίδα και έχοντας όραμα για το μέλλον.
Οι πρόσφατες τρομοκρατικές επιθέσεις στη Γαλλία και το Βέλγιο καθιστούν την ανάγκη καθολικής επαγρύπνησης και δράσης μια επείγουσα αναγκαιότητα. Σε κοινοβουλευτικό επίπεδο επιβάλλεται η υιοθέτηση κανόνων που να απαγορεύουν ρατσιστικές ύβρεις και αναφορές τόσο σε εθνικά όσο και σε διεθνή κοινοβουλευτικά σώματα. Ρατσιστικές συμπεριφορές και συμπεριφορές άρνησης της ανεκτικότητας, θα πρέπει να εξοστρακιστούν μέσω δημοκρατικών διαδικασιών. Αντιμετωπίζοντας τις αιτίες που οδηγούν στον φανατισμό κάθε είδους και τον ακραίο εξτρεμισμό, θα οδηγηθούμε πιθανότατα στη ριζική θεραπεία.
Η οικονομική συνεργασία για επαρκείς χρηματοδοτήσεις κοινωνικών σχεδίων, τα εκπαιδευτικά προγράμματα και οι ανοικτές κοινωνίες των πολιτών, αποτελούν επίσης εργαλεία απαραίτητα για την οικοδόμηση ενός αμυντικού τείχους απέναντι στην ξενοφοβία, τον θρησκευτικό φανατισμό και τις θεωρίες της φυλετική καθαρότητας.
Η αποφυγή νεκρανάστασης του φασιστικού και ναζιστικού τέρατος δεν είναι απλώς μια οφειλή προς την ανθρωπότητα. Είναι χρέος προς τον οικουμενικό πολιτισμό και τις διαχρονικά άφθορες αξίες της ελευθερίας και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. ΓΙΑΝΝΑΚΗΣ Λ. ΟΜΗΡΟΥ Πρόεδρος Βουλής των Αντιπροσώπων