Ενέργεια

ΙΣΡΑΗΛ-ΚΥΠΡΟΣ Ο δρόμος προς τη συνεργασία

ΤΟ ΠΑΡΑΣΚΗΝΙΟ ΚΑΙ Η ΕΝΑΡΞΗ ΤΩΝ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ ΜΕΤΑΞΥ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΙΣΡΑΗΛ
Τα διλήμματα και οι διπλωματικοί ακροβατισμοί του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ' μεταξύ Ισραήλ, Αράβων, Αιγύπτου, Ελλάδας, και η στάση της Τουρκίας τη δεκαετία του ́60
«Η έναρξη της στενής συνεργασίας με αυτό το γενναίο έθνος, μας οδηγούν στο να πιστέψουμε ότι οι φιλικές και αμοιβαία επωφελείς σχέσεις θα συνεχίσουν να αναπτύσσονται», δήλωνε το 1961 η Γκόλντα Μέιρ
«Ο παράγοντας της ασφάλειας διαμετακόμισης στην περιοχή ωθεί στη συναντίληψη κοινού πλέγματος αξιών και στόχων», δήλωσε ο Υπ. Διδάκτωρ Ιωακείμ Αμπαρτζίδης
«Η ενεργειακή ασφάλεια ανάγεται πλέον σε κορυφαία πρόκληση των χωρών της Ανατολικής Μεσογείου, προκειμένου να αντιμετωπιστεί μια πλειάδα προκλήσεων και απειλών»

Ανέκαθεν το Ισραήλ θεωρούσε την Κύπρο ως ιδιαίτερα σημαντική χώρα. Οι απαρχές των σχέσεων μεταξύ των δυο λαών τοποθετούνται ήδη από την αρχαιότητα και πέρασαν διαμέσου των αιώνων από πολλές δοκιμασίες, εντάσεις, αλλά και περιόδους ηρεμίας και συνεννόησης. Είναι ευρέως γνωστό ότι πριν από την ίδρυση του κράτους του Ισραήλ στη γεωγραφική περιοχή που βρίσκεται σήμερα, υπήρξαν σκέψεις και προσπάθειες για τη δημιουργία εβραϊκής εστίας στην Κύπρο, κάτι που δεν καρποφόρησε για μια σειρά από λόγους. Παράλληλα, σημαντικός ήταν και ο ρόλος της Κύπρου ως διαμετακομιστικού σταθμού εβραίων προς την Παλαιστίνη μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.


Η γεωγραφική εγγύτητα της Κύπρου με το Ισραήλ, σε μιαν απόσταση μόνο 225 χιλιόμετρων από το βορειότερο λιμάνι της χώρας, τη Χάιφα, καθώς και το γεγονός ότι αποτελούσε το μόνο μη αραβικό-μουσουλμανικό κράτος που ιδρύθηκε το 1960 στο σύμπλεγμα των χωρών της Μέσης Ανατολής, εκλήφθηκε από τους εβραίους ως θετικό στοιχείο. Συγκεκριμένα, η τότε υπουργός Εξωτερικών του Ισραήλ Γκόλντα Μέιρ, σε ομιλία της επί του θέματος στην ισραηλινή Βουλή στις 20 Μαρτίου 1961, είπε: «Πέρυσι χαιρετίσαμε την ίδρυση της ανεξάρτητης Κυπριακής Δημοκρατίας και έχουμε δημιουργήσει διπλωματικές σχέσεις μαζί της. Η γεωγραφική εγγύτητα μεταξύ των δύο χωρών και η έναρξη της στενής συνεργασίας με αυτό το γενναίο έθνος, μας οδηγούν στο να πιστέψουμε ότι οι φιλικές, και αμοιβαία επωφελείς σχέσεις, θα συνεχίσουν να αναπτύσσονται, για το καλό και των δύο εθνών αλλά και ολόκληρης της περιοχής».
Διπλωματικά θεμέλια
Σημειώνεται πως το Ισραήλ είχε ήδη αρχίσει να θέτει τα θεμέλια για την ανάπτυξη διπλωματικών σχέσεων με την Κύπρο την Ελλάδα αλλά και την Τουρκία (εγγυήτριες δυνάμεις), από την περίοδο της βρετανικής κυριαρχίας στο νησί. Στη συνάντηση μάλιστα που είχε ο Ισραηλινός Γενικός Πρόξενος στη Λευκωσία Ζέεβ Λεβίν με τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο, στις 11 Ιανουαρίου 1960, του είπε ότι το Ισραήλ ελπίζει στην σύσφιγξη των σχέσεων με την Κύπρο, «τον κοντινό και φιλικό του γείτονα», όπως είπε, και θα ήταν πολύ ευτυχής, αν οι δεσμοί αυτοί θα μπορούσαν να λάβουν και επίσημη μορφή.


Σύμφωνα με έγγραφα της Εξωτερικής Πολιτικής του Ισραήλ, ο Μακάριος απάντησε ότι θα ήθελε η Κύπρος να δημιουργήσει στενές σχέσεις με το Ισραήλ, πράγμα που ήταν σίγουρος πως θα ωφελούσε και τις δύο πλευρές, παρά την πίεση από τρίτες χώρες. Ωστόσο, σύμφωνα με τα ίδια έγγραφα, σε μια νέα συνάντηση, που πραγματοποιήθηκε στις 13 Αυγούστου 1960, ο Μακάριος ήταν πιο επιφυλακτικός. Μετά την ανακοίνωση της πρόθεσης για άνοιγμα ισραηλινής Πρεσβείας από τον Λεβίν, ο Μακάριος ζήτησε από το Ισραήλ να κάνει υπομονή, καθυστερώντας τα σχέδια για έξι μήνες, εξαιτίας των πιέσεων που ασκούσαν πάνω του τα αραβικά κράτη.
Ισραήλ και «μητέρες πατρίδες»
Στα χρόνια που ακολούθησαν, παρατηρήθηκε μια έντονη διπλωματική «ανωμαλία» στις σχέσεις μεταξύ των «μητέρων πατρίδων» της Κύπρου (Ελλάδα, Τουρκία) και του Ισραήλ. Η Ελλάδα αναγνωρίζει το Ισραήλ μόνο de facto, ενώ από την πλευρά της η Τουρκία, η οποία είχε αναγνωρίσει το Ισραήλ de jure, είχε υποβαθμίσει το επίπεδο εκπροσώπησης μεταξύ των δύο χωρών τον Νοέμβριο του 1956, έπειτα από την εκστρατεία του Σινά. Ελλάδα και Τουρκία υποστήριξαν ότι η κατάσταση των σχέσεών τους με το Ισραήλ δεν ήταν ικανοποιητική, αλλά άφηναν ανοικτά τα παράθυρα βελτίωσης των σχέσεων. Οι Ισραηλινοί αντιπρόσωποι σε Ελλάδα και Τουρκία κλήθηκαν να μεταφέρουν, προς τους αντίστοιχους Υπουργούς Εξωτερικών, συστάσεις προς το νεοσύστατο κράτος της Κύπρου, να μην επαναλάβει το λάθος του, αλλά να συνάψει άμεσα διπλωματικές σχέσεις με το Ισραήλ σε επίπεδο πρεσβείας.
Το «μείζον συμφέρον»
Στις συνομιλίες μεταξύ του Ισραηλινού διπλωματικού εκπρόσωπου Γιεχονάταν Πράτο στην Αθήνα, με τον τότε Έλληνα υπουργό Εξωτερικών Ευάγγελο Αβέρωφ, στις 22 Ιουλίου 1960, ο τελευταίος είπε ότι είχε δώσει εντολή προς τον εκπρόσωπό του στη Λευκωσία να μεταφέρει συστάσεις προς τον Μακάριο, ώστε να μη συναινέσει στην οποιαδήποτε διάκριση εναντίον του Ισραήλ όσον αφορά το επίπεδο εκπροσώπησης του Ισραήλ στο νησί, λαμβάνοντας υπ' όψιν το «μείζον συμφέρον της Κύπρου». Ο Έλληνας υπουργός υποστήριξε μια στάση «συμπαθητικής ουδετερότητας» και όχι ενεργού πίεσης, ούτως ώστε να διασφαλιστεί ότι η Αθήνα δεν θα κατηγορηθεί ως υπαίτια για τις επιπτώσεις στην κυπριακή οικονομία από τα αντίποινα των αραβικών χωρών.
Η τουρκική στάση
Από την άλλη η Τουρκία, τον Δεκέμβριο του 1959, αποδέχθηκε πρόθυμα το αίτημα του Ισραήλ (για άνοιγμα πρεσβείας στην Κύπρο) το οποίο έγινε από τον πρέσβη του Ισραήλ στη Ρώμη Ελιαχού Σασών (ο οποίος είχε υπηρετήσει ως ο πρώτος Ισραηλινός υπουργός στην Άγκυρα, μεταξύ 1950 με 1953), προς τον Τούρκο υπουργό Εξωτερικών Φατίν Ρουστού Ζορλού. Αξίζει να σημειωθεί πως εκείνη την εποχή, το Ισραήλ και η Τουρκία διατηρούσαν στενούς δεσμούς, παρά την επίσημη ανωμαλία στις σχέσεις τους.


Και οι δύο χώρες ανησυχούσαν για τις ανατρεπτικές δραστηριότητες του Αιγύπτιου Προέδρου Νάσερ, που υποστηριζόταν από την ΕΣΣΔ. Οι ανησυχίες αυξήθηκαν μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα στη Βαγδάτη τον Ιούλιο του 1958, το οποίο κατέλυσε τη Χασεμιτική μοναρχία στο Ιράκ, ένα από τα τελευταία προπύργια της Δύσης στον αραβικό κόσμο. Το Ισραήλ, μετά την έκβαση των γεγονότων αυτών, κέρδισε την υποστήριξη της Τουρκίας αλλά και της τουρκικής κοινότητας στην Κύπρο.
Τα διλήμματα Μακαρίου
Στα πρώτα χρόνια της ανεξαρτησίας της Κύπρου, ο Μακάριος βρέθηκε ενώπιον μεγάλων διλημμάτων σχετικά με τη σύναψη σχέσεων με το Ισραήλ, αφού είχε να αντιμετωπίσει πιέσεις τόσο από το εσωτερικό μέτωπο όσο και από το εξωτερικό. Οι φωνές αυτές προέρχονταν κυρίως από τους Έλληνες Κυπρίους που διέμεναν τότε στην Αίγυπτο (περίπου 17.000), οι οποίοι ανησυχούσαν για την απέλασή τους από την αιγυπτιακή κυβέρνηση. Υπενθυμίζεται πως η Αίγυπτος έπαιξε ενεργό ρόλο στον αγώνα της Κύπρου για ανεξαρτησία από τον βρετανικό ζυγό.
Αίροντας το πολιτικό αδιέξοδο
Ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος κατάφερε, ωστόσο, να σπάσει το πολιτικό αδιέξοδο, προσπαθώντας με διπλωματικό τρόπο να κατευνάσει τις ανησυχίες της Αιγύπτου. Αυτό έγινε αφενός με το άνοιγμα κυπριακής πρεσβείας στο Κάιρο, και αφετέρου αφήνοντας τον Αιγύπτιο πρέσβη στην Κύπρο να παρουσιάσει τα διαπιστευτήριά του στον Μακάριο πριν από τον Ισραηλινό, παρά το γεγονός ότι ο τελευταίος είχε φτάσει νωρίτερα στη Λευκωσία. Η λύση αυτή έγινε αποδεκτή και από τις δυο χώρες. Ο Αιγύπτιος πρέσβης επέδωσε τα διαπιστευτήριά του στις 14 Ιανουαρίου 1961 και ο Πρέσβης του Ισραήλ στις 20 Ιανουαρίου του 1961. Με την έναρξη των ενδοκοινοτικών ταραχών στο νησί το 1963, το Ισραήλ επέλεξε να τηρήσει μια στάση ουδετερότητας και ίσων αποστάσεων μεταξύ των δυο κοινοτήτων.
Σημείο καμπής
Το σημείο καμπής των σχέσεων μεταξύ Κύπρου και Ισραήλ επήλθε κατά τη διάρκεια της ψηφοφορίας για την Κύπρο στη 18η σύνοδο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, στις 18 Δεκεμβρίου 1965. Είκοσι τέσσερα αδέσμευτα κράτη υπέβαλαν σχέδιο ψηφίσματος που καλούσε, μεταξύ άλλων, όλα τα κράτη να σέβονται την κυριαρχία, την ενότητα και εδαφική ακεραιότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας. Σαράντα επτά χώρες ψήφισαν υπέρ αυτής της πρότασης, πέντε αντιτάχθηκαν, πενήντα τέσσερεις, συμπεριλαμβανομένου και του Ισραήλ, απείχαν. Η αποχή του Ισραήλ εκλήφθηκε με σχετική ικανοποίηση αλλά και έκπληξη από την κυπριακή κυβέρνηση.
Διατήρηση σχέσεων
Σε γενικό πλαίσιο, μπορεί να ειπωθεί ότι, παρά τις δυσκολίες, οι δύο βασικοί παράγοντες που συνέβαλαν στη διατήρηση των σχέσεων Ισραήλ-Κύπρου ήταν οι επισκέψεις Ισραηλινών τουριστών στο νησί, αλλά και η τεχνική βοήθεια που παρείχε το Ισραήλ προς την Κύπρο μέσω του Τμήματος Διεθνούς Συνεργασίας του Υπουργείου Εξωτερικών την περίοδο των ταραχών. Μόνο μετά την υπογραφή της συνθήκης ειρήνης του Ισραήλ με την Αίγυπτο το 1979 και την de jure αναγνώριση του εβραϊκού κράτους από την Ελλάδα το 1990, η Κύπρος αποφάσισε να διορίσει (1993) ένα μη μόνιμο κάτοικο πρεσβευτή στο Ισραήλ, και το 1994 συστάθηκε μια πρεσβεία με επικεφαλής, πλέον, μόνιμο κάτοικο.
Μισό αιώνα μετά
Μισό περίπου αιώνα μετά, οι σχέσεις των δυο χωρών, με αφορμή κυρίως την ανακάλυψη φυσικού αερίου στη λεκάνη της Ανατολικής Μεσογείου το 2010, αναβαθμίζονται από γεωοικονομικό σε γεωπολιτικό επίπεδο, λαμβάνοντας πλέον στρατηγικές διαστάσεις. Μαζί με την Ελλάδα, αλλά και την Αίγυπτο, γίνεται μια προσπάθεια δημιουργίας ενός οριζόντιου άξονα σταθερότητας και ειρήνης σε μια ήδη ταραγμένη περιοχή. Η ιστορική, όπως χαρακτηρίστηκε, Τριμερής Σύνοδος Κορυφής από τους ηγέτες της Ελλάδας, της Κύπρου και του Ισραήλ στη Λευκωσία, την περασμένη Πέμπτη, αποτελεί, όπως όλα δείχνουν, την απαρχή μιας νέας συμμαχίας στην Ανατολική Μεσόγειο, που ενδέχεται να μεταβάλει την υφιστάμενη περιφερειακή ισορροπία ισχύος.
Η άμεση ανάγκη για ενεργειακή ασφάλεια
Σύμφωνα με δηλώσεις του υποψήφιου Διδάκτορος με μεταπτυχιακές σπουδές στην Ασφάλεια και τη Διπλωματία στο Πανεπιστήμιο του Τελ-Αβίβ Ιωακείμ Δ. Αμπαρτζίδη, στη «Σημερινή», στον απόηχο της κοινής απόφασης των ηγετών Κύπρου, Ελλάδος και Ισραήλ, για τη σύσταση τριμελούς ενεργειακής επιτροπής για την προώθηση κατασκευής κοινού αγωγού φ/α (East Med) και του Euroasia Interconnector, οφείλουμε να επικεντρωθούμε στο υφιστάμενο πλαίσιο ενεργειακής ασφάλειας, που τα τελευταία χρόνια δομείται στην ευρύτερη περιοχή της Ν/Α Μεσογείου. Η ενέργεια, σύμφωνα με τον ίδιο, καθίσταται πλέον βασικό εργαλείο προσδιορισμού και αναδιαμόρφωσης των διακρατικών σχέσεων στην περιοχή και διαμορφώνει την αδήριτη ανάγκη σχεδιασμού των ενεργειακών ροών (αγωγοί, τερματικά LNG) μεταξύ τους και προς τους ενδιαφερόμενους αγοραστές.
Συναντίληψη αξιών-στόχων
«Ο παράγοντας της ασφάλειας διαμετακόμισης (transit security) στην περιοχή ωθεί στη συναντίληψη κοινού πλέγματος αξιών (Διεθνές Δίκαιο) και στόχων (υπάρχοντα και υπό σχεδιασμόν δίκτυα) μεταφοράς υδρογονανθράκων μεταξύ των προαναφερθεισών χωρών, συμπεριλαμβανομένων και των Ελλάδας-Ιταλίας, με σκοπό ανάδειξης της περιοχής ως ενεργειακού κόμβου μεταξύ Δύσης και Ανατολής», δήλωσε ο κ. Αμπαρτζίδης, προσθέτοντας πως «παγιώνεται η αντίληψη μεταξύ των εμπλεκομένων μερών, πως μόνο συνεργατικού τύπου και σκοπού project είναι σε θέση να αντέξουν στις πιέσεις τρίτων μερών από υπερεθνικά κονσόρτια μέχρι ιδιωτικές επιχειρηματικές μεθοδεύσεις, που ναρκοθετούν τις όποιες προσπάθειες λαμβάνουν χώρα στη Ν/Α Μεσόγειο για εκμετάλλευση και διάθεση του ορυκτού πλούτου της περιοχής».
Ενεργειακές προκλήσεις
Επομένως, συνέχισε, η ασφάλεια της ενέργειας ανάγεται σε κορυφαία πρόκληση, που οφείλουν να αδράξουν οι χώρες της ανατολικής λεκάνης της Μεσογείου, ούτως ώστε να είναι σε θέση ισχύος απέναντι σε πλειάδα προκλήσεων και απειλών (ισλαμική τρομοκρατία, ένοπλες συρράξεις, μεταναστευτικό, οικονομική κρίση), που η ευρύτερη περιφέρεια βιώνει στις μέρες μας. «Διαφαίνεται πως δράσεις και πρωτοβουλίες, όπως αυτή της Πέμπτης μεταξύ Κύπρου, Ελλάδας και Ισραήλ, κινούνται προς τη σωστή κατεύθυνση ανάδειξης της Ν/Α Μεσογείου ως ενεργειακού κόμβου, πως συντελούν στη διαμόρφωση κλίματος αμοιβαιότητας και εμπιστοσύνης, ικανού να οδηγήσει στην κατασκευή ενεργειακών οδών, που θα μετασχηματίσουν τις γεωπολιτικές στρατηγικές περιφερειακών και παγκοσμίων δυνάμεων».