Ισότητα φύλων: Ουτοπία ή πραγματικότητα;
Σάββατο 01 Οκτ 2016

ΜΙΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΥΣΑ ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΣΤΗ ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΓΓΛΟΚΡΑΤΙΑ ΕΩΣ ΣΗΜΕΡΑ
Δεν υπάρχουν οι απαραίτητες υποδομές, αλλά ούτε και οι μηχανισμοί που θα βοηθήσουν στη συμφιλίωση της επαγγελματικής με την κοινωνική ζωή της γυναίκας, δηλαδή το πάντρεμα των πολλαπλών ρόλων που καλείται να διεκπεραιώσει, ως εργαζόμενη, σύζυγος και μητέρα
Ο παραδοσιακός ρόλος της γυναίκας ήταν να είναι υπεύθυνη για την οικογένεια, να είναι καλή μητέρα, καλή οικοκυρά και καλή σύζυγος, ενώ ο διαχωρισμός των φύλων ήταν ιδιαίτερα εμφανής
Η Κύπρος, σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία της Eurostat, παρουσιάζεται ως μια από τις τελευταίες χώρες στον χάρτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε ό,τι αφορά την ίση εκπροσώπηση των δύο φυλών
Η ισότητα ανδρών και γυναικών ήταν για εκατοντάδες χρόνια στην Κύπρο κάτι το «ουτοπικό», μιας και μόλις τον 19ο αιώνα ξεκίνησε να αποτελεί διαχρονικό αίτημα, κάτι που υφίσταται μέχρι και σήμερα. Παρά όμως τη σημαντική πρόοδο που έχει γίνει στον τομέα αυτό, η πλήρης ισότητα των δύο φύλων σε τομείς-κλειδιά της κοινωνίας δεν έχει ακόμη επιτευχθεί, τόσο σε διεθνές και ευρωπαϊκό επίπεδο όσο και σε κυπριακό.
Πιο συγκεκριμένα, πολλές είναι οι μελέτες που έχουν εκπονηθεί τα τελευταία χρόνια, και έχουν ως βασικό αντικείμενο τις διακρίσεις που υφίσταται το γυναικείο φύλο σε διάφορους τομείς, όπως η πολιτική, η εργασία, η επιχειρηματικότητα, η οικονομία και η εκπαίδευση, αλλά και διάφορες έμφυλες διακρίσεις που συντηρούνται ακόμη μέσα στην ίδια την κυπριακή οικογένεια και αποτελούν εμπόδιο στην ανέλιξη των γυναικών στη δημόσια ζωή.
Με αφορμή το πιο πάνω η «Σημερινή», με τη βοήθεια στοιχείων μελέτης που διενήργησε η Άννα Πηλαβάκη, για το Παρατηρητήριο Ισότητας Κύπρου, ανέτρεξε μερικές δεκάδες χρόνια πίσω και έκανε μια αναδρομή στη θέση των γυναικών στην Κύπρο, από την περίοδο της Αγγλοκρατίας μέχρι και τη σύγχρονη εποχή, και πόσο αυτή έχει καταφέρει να ξεφύγει από αναχρονιστικές συντηρητικές αντιλήψεις.
Στην Αγγλοκρατία
Οι Κύπριες γυναίκες, κάτοικοι ενός νησιού που είχε την ατυχία να την κυβερνήσουν πολλοί κατακτητές, δεν αποτέλεσαν ούτε και αποτελούν εξαίρεση στη διαχρονική θέση των γυναικών ευρωπαϊκά αλλά και διεθνώς, αφού μόλις τα τελευταία 30-40 χρόνια άρχισε να κάνει δυναμικά την εμφάνισή του το γυναικείο φύλο στη δημόσια ζωή της Κύπρου.
Η Κύπρος από το 1878 μέχρι το 1960 υπήρξε αποικία των Άγγλων. Άγγλος στρατιώτης που υπηρετούσε στην Κύπρο, σε μελέτη του, αναφέρει ότι το 1920 υπήρχε μια εσωτερική διαίρεση της εργασίας μέσα στην οικογένεια, όπου οι άντρες ήταν υπεύθυνοι για τις βαριές γεωργικές εργασίας και οι γυναίκες, βοηθούμενες από τα μεγαλύτερα παιδιά τους, για τις ελαφρύτερες εργασίες που ήταν τα χωράφια και η φροντίδα του σπιτιού. Συνήθως, ένα από τα μεγαλύτερα κορίτσια έμενε στο σπίτι να προσέχει τα μικρότερα παιδιά και να καθαρίζει το σπίτι.
Όπως εξάλλου αναφέρουν οι Markides, Nikita & Rangou (1978), ο παραδοσιακός ρόλος της γυναίκας ήταν να είναι υπεύθυνη για την οικογένεια, να είναι καλή μητέρα, καλή οικοκυρά και καλή σύζυγος, ενώ ο διαχωρισμός των φύλων ήταν ιδιαίτερα εμφανής και ευδιάκριτος στην παραδοσιακή κοινωνία, και πολύ περισσότερο στις αγροτικές περιοχές. Η γυναίκα έμενε μακριά από τον δημόσιο χώρο, όπου κυριαρχούσαν οι άντρες, ενώ ποτέ δεν έμπαιναν στα καφενεία ή αθλητικά σωματεία.
Όπως επίσης αναφέρεται και σε διάφορα βιβλία που πραγματεύτηκαν το θέμα, oι υφάντριες στην Κύπρο, οι οποίες ασχολήθηκαν επαγγελματικά με το μετάξι, προέρχονταν από οικογένειες πολύ φτωχές, ενώ καταγράφεται επίσης ότι μετά τις πρώτες δεκαετίες του εικοστού αιώνα παρατηρήθηκε μια κοινωνική κινητικότητα στις οικογένειες αυτές. Οι άντρες ήταν συνήθως τεχνίτες με εποχικά επαγγέλματα όπως του μεταξά και του γεωργού, και αν ληφθεί υπ' όψιν η αστάθεια του γεωργικού εισοδήματος και η χαμηλή αμοιβή των τεχνιτών, οι υφάντριες αυτές είχαν σταθερό εισόδημα και με αυτό σπούδαζαν αδέλφια ή παιδιά και αγόραζαν κτηματική περιουσία.
Παρ' όλο που τα επαγγέλματα αυτά τα εξασκούσαν άντρες, υπήρχαν και γυναίκες, αν και η τέχνη του μεταξά ήταν οικογενειακό μυστικό που πήγαινε, μαζί με τα εργαλεία, στα αρσενικά παιδιά. Δεν έλειπαν όμως οι περιπτώσεις που αναλάμβανε τη δουλειά αυτή η γυναίκα ή η κόρη του μεταξά, για να μη διαρρεύσει το μυστικό έξω από την οικογένεια, κάτι που συνεχίστηκε και μετά την Αγγλοκρατία στην Κύπρο το 1878.
Οι υφάντριες άρχισαν να παίρνουν και αυτές τα μεταξωτά τους στο γυναικοπάζαρο, μετά το 1930, όταν βελτιώθηκε το οδικό δίκτυο της Κύπρου. Σημαντική διακίνηση υφαντών με είδη προίκας γινόταν ακόμα από γυναίκες εμπόρους, τις «πράκταινες», που γύριζαν τα χωριά και έπαιρναν παραγγελίες. Οι γυναίκες αυτές έμαθαν το λευκαρίτικο κέντημα από Λευκαρίτισσες γυναίκες και το εκτελούσαν σε μεταξωτό ύφασμα, με χοντρό μαλακό μετάξι. Με τον τρόπο αυτό οι υφάντριες του μεταξιού μπήκαν κι αυτές πια στα οργανωμένα εργαστήρια και τη σύγχρονη χειροτεχνία.
Ρίζες εκμοντερνισμού
Οι ρίζες εκμοντερισμού της κυπριακής κοινωνίας εντοπίζονται στις αρχές της βρετανικής κυριαρχίας της Κύπρου. Έτσι άρχισε και μια σταδιακή αλλαγή στον ρόλο των φύλων εκτός της οικογένειας. Θεωρείται μάλιστα ότι οι κυριότεροι παράγοντες που συνέτειναν σε αυτή την αλλαγή ήταν η αύξηση του ποσοστού των γυναικών στην εκπαίδευση και στην απασχόληση. Το 1943 περίπου 80% των κοριτσιών πήγαιναν δημοτικό. Το 1960 ήταν ίσος αριθμός αγοριών και κοριτσιών στο γυμνάσιο.
Γύρω στο 1965 οι γυναίκες άρχισαν πανεπιστημιακές σπουδές και το 1980 το 32% κοριτσιών σπούδαζαν στο εξωτερικό. Ο αριθμός των γυναικών που ασχολούνταν με αγροτικές εργασίες άρχισε να μειώνεται, ενώ οι γυναίκες είχαν ίδια δικαιώματα στα συστήματα προνοίας και μετά το 1985 είχαν άδεια μητρότητας. Παρ’ όλη όμως την πρόοδο που είχε σημειωθεί μέχρις εκείνη την εποχή, η συμμετοχή των γυναικών μέχρι το 1970 σε θέσεις διευθυντικές ήταν μηδαμινή, αφού μόνο μία ανάμεσα σε 15 είχε διευθυντική θέση.
H θέση της γυναίκας σήμερα
Παρά τις πολυάριθμες περιπτώσεις επίσημης αναγνώρισης και προόδου που έχει σημειωθεί στη μείωση του χάσματος μεταξύ αντρών και γυναικών, τόσο διεθνώς όσο και σε εγχώριο επίπεδο, εντούτοις η ισότητα των φύλων ακόμη δεν αποτελεί πραγματικότητα στην καθημερινή ζωή. Αυτό συνεπάγεται ότι στην πράξη οι άνδρες και οι γυναίκες δεν απολαμβάνουν τα ίδια δικαιώματα, μιας και πολλές κοινωνικές πολιτικές και άλλου είδους ανισότητες εξακολουθούν να υφίστανται.
Μιλώντας στη «Σημερινή» η Ιωσηφίνα Αντωνίου, Επίτροπος Ισότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας, κατέστησε σαφές ότι η Κύπρος, σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία της Eurostat, παρουσιάζεται ως μια από τις τελευταίες χώρες στον χάρτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε ό,τι αφορά την ίση εκπροσώπηση των δύο φύλων. Ενδεικτικά η κ. Αντωνίου αναφέρθηκε στις πρόσφατες βουλευτικές εκλογές, κατά τις οποίες, αν και η εκπροσώπηση των γυναικών στο εθνικό κοινοβούλιο σημείωσε άνοδο της τάξης του 9% (από 10,7% στις βουλευτικές του 2011, σε 19,7 στις εκλογές του 2016), εντούτοις το ποσοστό εξακολουθεί να είναι ιδιαίτερα χαμηλό.
«Αν και η εν λόγω αύξηση αποτελεί επίτευγμα για την κυπριακή κοινωνία, εντούτοις τη στιγμή που η Ευρωπαϊκή Ένωση προωθεί την αναλογία 50 - 50, αυτό δεν είναι αρκετό», επεσήμανε η κ. Αντωνίου.
Η κρίση κτύπησε τις γυναίκες
Ερωτηθείσα σχετικά, η Επίτροπος Ισότητας σημείωσε ότι οι γυναίκες ήταν αυτές που βίωσαν περισσότερο τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης. «Αυτό αποδεικνύεται από το γεγονός ότι στη συντριπτική πλειοψηφία τους, οι λήπτες διαφόρων επιδομάτων και βοηθημάτων τα οποία αποκόπηκαν λόγω της κρίσης ήταν γυναίκες, επομένως αυτές πλήγηκαν περισσότερο».
Πρόσθεσε παράλληλα ότι μία ακόμη αδυναμία, που ενισχύει το χάσμα φύλων, είναι το γεγονός ότι δεν υπάρχουν οι απαραίτητες υποδομές, αλλά ούτε και οι μηχανισμοί που θα βοηθήσουν στη συμφιλίωση της επαγγελματικής με την κοινωνική ζωή της γυναίκας, δηλαδή το πάντρεμα των πολλαπλών ρόλων που καλείται να διεκπεραιώσει, ως εργαζόμενη, σύζυγος και μητέρα.
Ερωτηθείσα, αν γίνονται βήματα προς τη διασφάλιση της ισότητας των φύλων, η κ. Αντωνίου ανέφερε χαρακτηριστικά ότι αν και υπάρχει το θεσμικό πλαίσιο, και η ισότητα των δύο φύλων κατοχυρώνεται νομοθετικά, εντούτοις «ο δρόμος είναι μακρύς». Επεσήμανε ότι αν και γίνονται ενέργειες προς τη σωστή κατεύθυνση μέσω διαφόρων κυβερνητικών και μη οργανώσεων και φορέων, εντούτοις αυτό που χρειάζεται είναι πρωτίστως η συνειδητοποίηση ότι «όντως υπάρχει πρόβλημα».
Ενδεικτικά, η κ. Αντωνίου ανέφερε ότι υπάρχουν τρία είδη γυναικών στην Κύπρο. Οι γυναίκες που θεωρούν ότι υπάρχει πλήρης ισότητα ανάμεσα στα δύο φύλα, οι γυναίκες που αδιαφορούν για το αν υπάρχει ισότητα και οι γυναίκες οι οποίες μάχονται και αγωνίζονται για τη διασφάλιση αυτής. «Επομένως», ανέφερε η κ. Αντωνίου, «από την στιγμή που δεν αναγνωρίζεται πλήρως το πρόβλημα της ανισότητας που υπάρχει, δεν μπορεί να κτυπηθεί στη «ρίζα» του.
Διαιώνιση στερεοτύπων
Πού οφείλεται όμως αυτή η ανισότητα ανάμεσα στα δύο φύλα, ειδικά στην κυπριακή κοινωνία; Απαντώντας επ’ αυτού, η κ. Αντωνίου επεσήμανε ότι οι ανισότητες που παρατηρούνται είναι αποτέλεσμα κοινωνικών δομών, οι οποίες έχουν διαμορφωθεί πάνω σε στερεότυπα που ακόμη συναντώνται σε θεσμούς όπως η οικογένεια, η εκπαίδευση, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, ο χώρος εργασίας. Καταληκτικά, η κ. Αντωνίου ανέφερε ότι η ισότητα των φύλων συνιστά θεμελιώδες δικαίωμα για όλους, καθώς και στοιχειώδη αξία για κάθε δημοκρατία.
«Προκειμένου να διασφαλιστεί αυτό το δικαίωμα, δεν απαιτείται μόνο η νομική αναγνώρισή του, αλλά και η εφαρμογή του σε όλους τους τομείς της ζωής, τον πολιτικό, τον οικονομικό, τον κοινωνικό και τον πολιτιστικό».