Ένας αιώνας Τούρκοι διαπραγματευτές
Σάββατο 08 Οκτ 2016
Η ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΗΣ ΛΩΖΑΝΝΗΣ, Η ΤΡΙΜΕΡΗΣ ΤΟΥ ΛΟΝΔΙΝΟΥ ΚΑΙ ΤΟ ΞΕΣΠΑΣΜΑ ΤΟΥ ΕΡΝΤΟΓΑΝ
Αρκούντως αποκαλυπτικά και πολύ διδακτικά για τη δική μας πλευρά είναι τα βρετανικά έγγραφα της εποχής εκείνης, όσον αφορά τη διαχρονική συμπεριφορά των Τούρκων
Η Τουρκία επικύρωσε τη Συνθήκη στις 23 Αυγούστου 1923, η Ελλάδα στις 25 Αυγούστου 1923, η Βρετανία στις 16 Ιουλίου 1924 και μπήκε σε εφαρμογή στις 6 Αυγούστου 1924, αφού όλα τα έγγραφα για την επικύρωσή της κατατέθηκαν επίσημα στο Παρίσι
Μέρος Α’
Με το «αφηνίασμα» του νεο-σουλτάνου Προέδρου της κατοχικής Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν εναντίον της Συνθήκης της Λωζάννης του 1923, την οποία διαπραγματεύθηκε, δέχθηκε και επικύρωσε και η χώρα του, ζητώντας αναθεώρηση ουσιαστικά των συνόρων που καθορίστηκαν τότε, με βλέψεις στην αρπαγή ελληνικών νησιών (και της Κύπρου), ανατρέξαμε στα αρχεία των πρωταγωνιστών εκείνης της διαπραγμάτευσης.
Τον περασμένο Φεβρουάριο με πήρε μια μέρα τηλέφωνο ο κ. Χαζηκωστής και μου ζήτησε να μελετήσω τα πρακτικά των διαπραγματεύσεων της Λωζάννης. Διερωτήθηκα τότε ως προς το γιατί το ξαφνικό ενδιαφέρον. Με το πρόσφατο παραλήρημα του Τούρκου Προέδρου το ενδιαφέρον του κ. Χατζηκωστή αποδείχθηκε προφητικό!
1914
Ξεκινώντας, να υπενθυμίσουμε ότι η Βρετανία με την άδεια των Τούρκων πήρε την Κύπρο το 1878, αλλά οι Βρετανοί προσάρτησαν την Κύπρο το 1914, λίγο μετά το ξέσπασμα του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Το 1918 η Τουρκία ηττήθηκε, αλλά οι στρατιωτικές της νίκες και το απάνθρωπο εθνικό ξεκαθάρισμα ακολούθησαν τα επόμενα τέσσερα χρόνια, τα οποία αποτέλεσαν και το σκηνικό της Λωζάννης. Το άρθρο 20 της Συνθήκης της Λωζάννης είναι εκείνο που αποτελεί την κύρια πρόνοια όσον αφορά την Κύπρο. Λέγει: «Η Τουρκία αναγνωρίζει τη διακήρυξη της προσάρτησης της Κύπρου από τη Βρετανική Κυβέρνηση στις 5 Νοεμβρίου 1914».
Λωζάννη
Ο Πρόεδρος της Επιτροπής στις διαπραγματεύσεις στη Λωζάννη εκ μέρους των συμμάχων ήταν ο τότε Βρετανός Υπουργός Εξωτερικών Λόρδος Curzon, εκ μέρους της Ελλάδας ο Ελευθέριος Βενιζέλος και εκ μέρους της Τουρκίας ο Ισμέτ Ινονού. Η Τουρκία επικύρωσε τη Συνθήκη στις 23 Αυγούστου 1923, η Ελλάδα στις 25 Αυγούστου 1923, η Βρετανία στις 16 Ιουλίου 1924 και μπήκε σε εφαρμογή στις 6 Αυγούστου 1924, αφού όλα τα έγγραφα για την επικύρωσή της κατατέθηκαν επίσημα στο Παρίσι. Να σημειωθεί ότι όλα τα πρακτικά γράφτηκαν στα Γαλλικά, όπως και η ίδια η Συνθήκη. Πολύ διδακτικά για τη δική μας πλευρά τα βρετανικά έγγραφα σχετικά με τη διαπραγμάτευση εκείνη όσον αφορά τη συμπεριφορά των Τούρκων.
Θρακικό
Στις 23 Νοεμβρίου 1922, στην πρώτη συνάντηση της Επιτροπής Συνόρων, η συζήτηση ξεκίνησε με τους Τούρκους (Ισμέτ Πασιά) να απαιτούν επιστροφή στα προ του πολέμου σύνορα και όσον αφορά τη Δυτική Θράκη διεξαγωγή δημοψηφίσματος σε ένα μέρος της περιοχής εκείνης, τα σύνορα της οποίας ούτε καν γνώριζαν.
«Έχω τεράστια δυσκολία να συζητώ με την τουρκική αντιπροσωπία, η οποία φαίνεται να νομίζει ότι είναι αρκετό να θέτει ένα αίτημα, δίχως καμία τεκμηρίωση, αριθμούς ή γεγονότα, και μετά να εμφανίζεται και ξαφνιασμένη γιατί δεν έγινε δεκτό το αίτημά της...Το μόνο που μπορώ να συμπεράνω είναι ότι το κάνουν σκόπιμα για να χάνουν την ώρα της συνεδρίας και μετά να δείχνουν και περιφρόνηση...», έγραψε ο προεδρεύων Βρετανός.
Ο Ε. Βενιζέλος απέρριψε το τουρκικό αίτημα και ο Λόρδος Curzon εκ μέρους των Συμμάχων αποφάνθηκε εναντίον του δημοψηφίσματος... Θυμίζει κάτι στην κυπριακή Κυβέρνηση άραγε αυτή η... τουρκική διαπραγμάτευση;
Νησιά Αιγαίου
Στις 25 Νοεμβρίου 1922 (απόγευμα) οι Τούρκοι απαίτησαν:
1. Αναγνώριση τουρκικής κυριαρχίας για τα νησιά Ίμβρου, Τενέδου και Σαμοθράκης, να έχουν την ηγεμονία της εισόδου των Δαρδανελίων και πλήρη αποστρατιωτικοποίηση των νησιών αυτών.
2. Αποστρατιωτικοποίηση ομάδας άλλων νησιών, που βρίσκονταν στα χέρια των Ελλήνων, μεταξύ αυτών και των Δωδεκανήσων.
3. Εγκατάλειψη της ελληνικής κυριαρχίας των νησιών αυτών και εγκαθίδρυση ενός είδους αυτονομίας, που ο Ισμέτ Πασιάς δεν ενδιαφέρθηκε ποσώς να εξηγήσει.
«Αυτή ήταν μια δοκιμή εκ μέρους των Τούρκων, την οποία όμως απέρριψα και δεν επανήλθαν», έγραψε ο προεδρεύων της Επιτροπής. (Το θέμα της κυριαρχίας της Ίμβρου και της Τενέδου παραπέμφθηκε για συζήτηση για αργότερα, όταν θα συζητούσαν το θέμα των Στενών). Θυμίζουν κάτι στους δικούς μας διαπραγματευτές οι τουρκικές αυτές τακτικές;
Ανταλλαγή πληθυσμών...
Ενώ η ανταλλαγή πληθυσμών είχε προγραμματιστεί να ξεκινήσει την άνοιξη του 1923, ο Ελευθέριος Βενιζέλος στις 3 Ιανουαρίου 1923 προέβαινε σε παραστάσεις ότι οι Τούρκοι ασκούσαν πιέσεις και έδιωχναν μεγάλους αριθμούς Ελλήνων (Τραπεζούντα, Καισάρεια) από την Τουρκία και παρακαλούσε τους Συμμάχους να αποτρέψουν την Τουρκία από το να εκδιώκει τους Έλληνες, καθώς επίσης να σταματήσουν παρόμοιες ενέργειες εναντίον των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης, που δεν θα περιλαμβάνονταν στην ανταλλαγή.
Στα ίδια παράπονα προέβαινε και το Πατριαρχείο... Οι Τούρκοι προσπαθούσαν να εκκαθαρίσουν περιουσίες Οθωμανών Ελλήνων και Ελλήνων υπηκόων που είχαν φύγει. Και όλα αυτά μετά την υπογραφή της Συμφωνίας για την Ανταλλαγή... Θυμίζουν κάτι στους δικούς μας διαπραγματευτές, την Κυβέρνηση και τα πολιτικά κόμματα οι τουρκικές αυτές πολιτικές;
Αποκάλυψη με την ευκαιρία της μονομερούς ενέργειας Ντενκτάς το 1983
Την επομένη της μονομερούς ανακήρυξης του ψευδοκράτους από τον Ραούφ Ντενκτάς, στις 16 Νοεμβρίου 1983 στο Λονδίνο συνέβη κάτι πολύ σημαντικό. Ο 86χρονος τότε Λόρδος Portland προέβη σε μια ομολογία από τη Βουλή των Λόρδων και δήλωσε επιγραμματικά: «Αγαπητοί (My Lords), με έχουν συμβουλεύσει ότι είναι επιθυμητό να αναφέρω τα ακόλουθα on the record. Τον Ιούλιο του 1923, ήμουν ο Γραμματέας της Βρετανικής Αντιπροσωπίας στη Διάσκεψη της Λωζάννης.
Βρισκόμασταν έτοιμοι να υπογράψουμε τη Συνθήκη που είχαμε τελειώσει -παρατράβηξε για ορισμένους μήνες- όταν ο Ισμέτ Πασιά, και αργότερα Ινονού, έθεσε ένα αίτημα για μια παράγραφο να περιληφθεί, που να λέγει ότι αν ποτέ εγκαταλείψουμε την Κύπρο, ή φύγουμε από την Κύπρο, να τη δώσουμε πίσω στην Τουρκία. Την είχαμε πριν από τον Πρώτο Πόλεμο ως ένα είδος προτεκτοράτου, όμως η Οθωμανική Αυτοκρατορία δεν εγκατέλειψε ποτέ την κυριαρχία της.
»Ο Sir Horace Rumbold, ο οποίος ήταν ο επικεφαλής εκπρόσωπος, παραλίγο να πάθει εγκεφαλικό επεισόδιο από τον θυμό του στην προοπτική να πρέπει να μείνει στη Λωζάννη και έστειλε πίσω μήνυμα, λέγοντας ότι δεν επρόκειτο πότε να εγκαταλείψουμε την Κύπρο, η οποία ήταν σημαντική για τα συμφέροντά μας, και ήλπιζε ότι δεν θα επέμεναν στο θέμα. Αρνήθηκε να βάλει κάτω οτιδήποτε γραπτώς. Σκέφτηκα ότι πρέπει να τα αναφέρω αυτά, my Lords, for the record». (Πηγή, Hansard House of Lords Debates, 16 November 1983, Column 1310. Ευχαριστίες στον Δρα Κλέαρχο Κυριακίδη για την πληροφορία αυτή).
Ο Ζορλού στην Τριμερή, Αύγουστος 1955
Η Συνθήκη της Λωζάννης συζητήθηκε έντονα μεταξύ των Ελλήνων, των Τούρκων και των Βρετανών στο Φόρειν Όφις, μεταξύ 1955 και 1958, πριν από τις συμφωνίες Ζυρίχης και Λονδίνου. Τον Ιούλιο του 1955 και πριν από την Τριμερή του Λονδίνου τον Αύγουστο του 1955 (με την οποία οι Βρετανοί σκόπιμα επιδίωξαν και κατάφεραν την επιστροφή της Τουρκίας ως ενδιαφερόμενου μέρους στο μέλλον της Κύπρου, παραβιάζοντας τα συμφωνηθέντα στη Λωζάννη), το ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών, διά του Υπουργού του Στέφανου Στεφανόπουλου, είχε εγείρει θέμα προς τους Βρετανούς ότι η Τουρκία με τη Συμφωνία της Λωζάννης είχε αποποιηθεί όλες τις αξιώσεις της όπου υπήρχαν τουρκικοί πληθυσμοί σε περιοχές της πρώην Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και που δεν αποτελούσαν πλέον μέρος της Τουρκίας. Όμως, το Νότιο Τμήμα του Φόρεϊν Όφις δεν μπόρεσε, γράφει σχετική αναφορά, να εντοπίσει τέτοια αναφορά στα δικά του έγγραφα.
Παρ' όλα ταύτα, στην Τριμερή ο Στ. Στεφανόπουλος αντιπροσώπευσε την Ελλάδα και τελικά δέχθηκε την επαναφορά της Τουρκίας ως ενδιαφερόμενου μέρους. Ο τότε Υπ. Εξωτερικών της Τουρκίας Φατίν Ζορλού αποκάλεσε την Κύπρο «Notre terre» (δική μας γη) και δήλωσε: «Η Κύπρος είναι προέκταση της Χερσονήσου της Ανατολίας... όπως κάθε άλλη επαρχία της Τουρκίας και αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της, και αλλαγή ή τροποποίηση του νομικού καθεστώτος της νήσου σημαίνει τροποποίηση της Συνθήκης της Λωζάννης», αλλά παραδέχθηκε ότι η οθωμανική κυριαρχία της νήσου έληξε στις 5 Νοεμβρίου 1914 και από την ημέρα εκείνη αναγνωρίστηκε η βρετανική κυριαρχία. (Βιβλίο της γράφουσας «Έτσι κατέστρεψαν την Κύπρο» 1992, σε συνεργασία με την εφημερίδα «Σημερινή»).
Διαβάστε αύριο το μέρος Β’ της έρευνας στη «Σημερινή» της Δευτέρας.
ΦΑΝΟΥΛΑ ΑΡΓΥΡΟΥ
Ερευνήτρια/δημοσιογράφος