Η Κυβέρνηση αναγνώρισε το ψευδοκράτος

Σε χρόνο ανύποπτο και πολύ πριν γίνουν γνωστά τα περιεχόμενα των συμφωνιών Αναστασιάδη-Ακιντζί, που προδίδουν ότι η διζωνική έχει υπερφαλαγγισθεί και η λύση είναι πλέον καθαρά συνομοσπονδιακή, η «Σημερινή», σε άρθρο της, είχε ορθώς εκτιμήσει ότι η Κυβέρνηση εφαρμόζει τη διζωνική στην πράξη, προτού συμφωνηθεί καν.


Σήμερα, βεβαίως, τα δεδομένα έχουν διαφοροποιηθεί άρδην. Η Κυβέρνηση εφαρμόζει πρόνοιες συνομοσπονδιακής λύσης, προτού υπογράψει συνομοσπονδία, κι αναγνωρίζει το ψευδοκράτος προτού το νομιμοποιήσει, διά της υπογραφής της.


Η κοινή επιχείρηση της Κυπριακής Αστυνομίας και της «αστυνομίας» του ψευδοκράτους στην Πύλα, την οποία διέταξαν οι ίδιοι οι Αναστασιάδης - Ακιντζί, η διαφοροποίηση της κατεύθυνσης της Παιδείας, από ελληνοχριστιανική σε επαναπροσεγγιστική, η εξασφάλιση αδειών από τις κατοχικές «αρχές» για χρησιμοποίηση των κατεχομένων αρχαίων θεάτρων για παραστάσεις κρατικών θεατρικών σχημάτων, η πλήρης συνεργασία Τεχνικών Επιτροπών με διορισμένους φορείς από το ψευδοκράτος, η αναβάθμιση του κατοχικού ηγέτη μέσα και έξω από την Κύπρο σε συμπρόεδρο του κυπριακού κράτους -και πολλά άλλα- μαρτυρούν ότι: Αφενός ξεκίνησε, πριν ακόμη από τη λύση, η αναγνώριση του ψευδοκράτους ως νόμιμης πλέον οντότητας, κι αφετέρου η εφαρμογή προνοιών της συνομοσπονδιακής λύσης προτού συμφωνηθεί και επισήμως.


Η Κυπριακή Δημοκρατία αποτελεί, μετά την Τουρκία, το δεύτερο κράτος το οποίο αναγνωρίζει το ψευδοκράτος. Διατηρεί μαζί του εμπορικές σχέσεις, αναγνωρίζει ως νόμιμο συνομιλητή και ομόλογο τον κατοχικό ηγέτη, δέχεται όπως οι υπηρεσίες του ψευδοκράτους έχουν δικαίωμα να επιλέγουν τους εκπαιδευτικούς που θα διδάξουν στα κατεχόμενα σχολεία και, γενικά, η Κυβέρνηση Αναστασιάδη, ενεργώντας στη βάση προδιαγεγραμμένου σχεδιασμού, ξεκίνησε από την πρώτη ημέρα της ανάληψης της διακυβέρνησης του κυπριακού κράτους να θέτει τις βάσεις συνεργασίας με το ψευδοκράτος, ως το τελευταίο να αποτελεί γειτονικό νόμιμο κράτος. Εν τέλει, επαληθεύει την προφητεία του Ραούφ Ντενκτάς, ότι οι δύο πλευρές θα ζήσουν πλάι-πλάι σε κατάσταση καλής γειτονίας.


Δεν χρειάζεται η επίσημη αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ούτε η ανταλλαγή πρεσβευτών για να επισημοποιηθεί η αναγνώριση. Η συνεργασία νόμιμων και παράνομων φορέων, οι κοινές επιχειρήσεις Κράτους-ψευδοκράτους, η εμπέδωση ψυχολογικού κλίματος μέσα στον λαό -ότι ξεκίνησε η αγαστή συνεργασία με το ψευδοκράτος- η οργανική συνεργασία των δύο οντοτήτων, τα κοινά οράματα του νόμιμου και παράνομου ηγέτη αποτελούν αναγνώριση και θεμελίωση συνεργασίας με ένα καθεστώς και ένα μόρφωμα, το οποίο δεν αναγνωρίζει και δεν συνεργάζεται κανένα άλλο κράτος εκτός της Τουρκίας και της Κυπριακής Δημοκρατίας.


Και δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι, συχνά, Τούρκοι επίσημοι επικαλούνται το γεγονός της ύπαρξης εμπορικών σχέσεων μεταξύ Κράτους και ψευδοκράτους για να υποστηρίξουν τούτο: «Όταν η ελληνοκυπριακή διοίκηση του Νότου διατηρεί εμπορικές σχέσεις με την ''Τουρκική Δημοκρατία Βόρειας Κύπρου'', γιατί προσπαθεί να εμποδίσει το απευθείας εμπόριο των Τουρκοκυπρίων με τον έξω κόσμο»;


Αυτή η κατάσταση εμπέδωσης «καλής γειτονίας» μεταξύ των δύο κρατών, τα οποία θα δημιουργηθούν μετά τη διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας, αποτελεί καταστροφικό γεγονός. Διότι, εάν τελικά δεν επιτευχθεί λύση -όχι εξαιτίας της αποφασιστικής άρνησης των διαχειριζομένων το Κυπριακό να αποδεχθούν απαράδεκτες αξιώσεις της Τουρκίας αλλά επιμονής της Τουρκίας να μην παραχωρήσει ούτε ψιχίο στην ελληνοκυπριακή πλευρά- τι θα προκύψει; Θα μας μείνει «αγγονίν» η εκ των προτέρων αναγνώριση του ψευδοκράτους και η θεμελίωση, διά χειρός Αναστασιάδη, της αναγνώρισης του ψευδοκράτους και από τη διεθνή κοινότητα...