Διεθνή

«Η Μπαλάντα της Φρίκης»

Η Φάνη Πέτσα σε έναν συγκλονιστικό μονόλογο υπό τη σκηνοθεσία του Άγι Παΐκου
Ένα ιδιότυπο έργο ως προς την πρωτοβουλιακή αυτενέργεια της μεταφοράς ενός σημαντικού αποσπάσματός του σε μονόδραμα από το ρηξικέλευθο βιβλίο του κορυφαίου της ελληνικής δημοσιογραφίας Γιάννη Κάτρη «Η γέννηση του νεοφασισμού στην Ελλάδα»

Συνήθως, δεν γράφω αμέσως μετά την παράσταση καταληκτικά σχόλια για ένα σημείωμα θεατροκρισίας, παρά μόνο «ιχνογραφώ» κάποιες πρώτες μου εντυπώσεις από την πρόσληψη, κυρίως, της σκηνοθεσίας, της σκηνογραφίας και της ηθοποιίας με τις συνέργειες των υπόλοιπων συντελεστών του ανεβασμένου έργου, που ίσως να έχω διαβάσει ή ξαναδεί σε άλλη παραγωγή· προγενέστερα ερεθίσματα που μοιραία προκαλούν συγκριτικές αποτιμήσεις ως προς τη νέα σκηνική δημιουργία.
Άφησα, επομένως, και αυτής της θεατροθέασης τα εναύσματα από την Εστία του θεατρικού Πολυχώρου στην οδό Ολυμπίας στον Λυκαβηττό Λευκωσίας να φωτίσουν με καθαρή φλόγα την επαγωγική συναγωγή μιας, κατά το δυνατόν, αντικειμενικής προσέγγισης στην καινούργια πρόταση υπό την οπτική μιας άκρως ενδιαφέρουσας ευρηματικής δραματοποίησης.


Κατασταλάζοντας ως απόσταγμα σημειολογικής αποτύπωσης, που συνοψίζει αισθήματα, σκέψεις και αναστοχασμούς, «φωτογραφικές» εξεικονίσεις της υποβλητικής εικονοπλασίας, απηχήσεις των δραματουργικών συνηχήσεων και των δραστικών συνειρμικών απόηχων μέσα από την ερμηνευτική ηθοπλαστική απόδοση λόγων και πράξεων καθ’ υπαγόρευση του ιδίου του έργου.
Το έργο
Ένα ιδιότυπο έργο ως προς την πρωτοβουλιακή αυτενέργεια της μεταφοράς ενός σημαντικού αποσπάσματός του σε μονόδραμα από το ρηξικέλευθο βιβλίο του κορυφαίου της ελληνικής δημοσιογραφίας Γιάννη Κάτρη «Η γέννηση του νεοφασισμού στην Ελλάδα», που αν και εκδόθηκε ταυτόχρονα το 1971 στα Ελληνικά και στα Αγγλικά, η κυκλοφορία του απαγορεύτηκε στην Ελλάδα μέχρι την πτώση της δικτατορίας. Παραπληρωματική προέκταση του αντίστοιχου χρονικού «Η γέννηση του φασισμού» του Ιταλού πολιτικού εξόριστου Άγγελο Τάσκα στα χρόνια του Μουσολίνι.
Ποιος θα φανταζόταν, λοιπόν, πως οι 40 πρώτες σελίδες του τρίτου μέρους από το ελληνικό αντιφασιστικό ντοκουμέντο θα είχαν την τιμητική τους στον ποιοτικό θεατροχώρο της Εστίας και μάλιστα σε πανελλήνια πρώτη; Ευτυχής συγκυρία του τυχαίου εντοπισμού τους στο διαδίκτυο από την ολοένα ανερχόμενη ηθοποιό μας Φάνη Πέτσα, που σε συναπόφαση στη συνέχεια και αγαστή συνεργασία με τον καλό σκηνοθέτη της Άγι Παΐκο το αφηγηματικό αποκαλυπτικό κείμενο έμελλε να ζωντανέψει σε θεατρική μορφή τα αδιάψευστα γεγονότα και τις ανεξίτηλες μνήμες των δύο πρώτων χρόνων της χουντικής επταετίας.


Για να ενώσουν αναδρομικά, αλλά ποτέ ανεπίκαιρα τη φωνή τους με το δριμύ κατηγορώ του συγγραφέως ενάντια στην τότε τυραννική δικτατορία, αλλά και τη βδελυρή διαιώνισή της σε κατοπινά απολυταρχικά καθεστώτα. Βλέπε τη σημερινή Τουρκία του δικτάτορα Ερντογάν, που συλλαμβάνει και φυλακίζει όσους διαφωνούν με τις αντιδημοκρατικές του πεποιθήσεις και τις νεοθωμανικές βουλιμικές του βλέψεις.
Το βιβλίο
Τα όσα τονίζει στην εισαγωγή του ο Κάτρης προϊδεάζουν το περιεχόμενο και τα διαχρονικά μηνύματα του αυτοτελούς δραματοποιημένου αποσπάσματος από το βιβλίο του: «Όταν είσαι τοποθετημένος στην πλευρά της δημοκρατίας και της προόδου δεν είναι δυνατό να ατενίζεις, με πλήρη αφαίρεση του εαυτού σου, τη σύγκρουση δυνάμεων που αντιπροσωπεύουν τους θύτες και τα θύματα.


Ξέρω την αγγλοσαξωνική συνταγή: παράθεση των γεγονότων, αποφυγή επιθέτων και τίποτε άλλο. Αλλά είναι ανθρώπινο να μένει κανείς ψυχρός παρατηρητής στο θέαμα ενός κοριτσιού που το βιάζουν οπλισμένοι κακοποιοί, όταν μάλιστα οι βιαστές είναι όργανα του Νόμου και της Τάξεως;». Πρόκειται για τα απάνθρωπα βασανιστήρια στα νεοναζιστικά κολαστήρια της Γενικής Ασφάλειας από τους στυγνούς βασανιστές και φύλακες της Χούντας, Καραπαναγιώτη, Μπάμπαλη, Λάμπρου και άλλους δήμιους της κυβέρνησης των Συνταγματαρχών, τα νήματα της οποίας κινούσαν υποχθονίως οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ.
Τα επεισοδιακά δρώμενα
Όλα εκείνα τα απίστευτα επεισοδιακά δρώμενα με τις οδυνηρές συνέπειες των ανεπούλωτων τραυμάτων στο σώμα, μα προπάντων στην ανθρώπινη ψυχή, που η μοναδική επί σκηνής πρωταγωνίστρια Φάνη Πέτσα ενσαρκώνει στην «Μπαλάντα της Φρίκης», αυτούσιος τίτλος του ομώνυμου κεφαλαίου τού ως άνω βιβλίου. Μέσα από τους εξομολογητικούς κραδασμούς μιας μακροσκελούς επιστολής τής Ηλέκτρας Παπά, ψευδώνυμο, εικάζεται, της Αθηναίας εικαστικού Άννας Παλιαράκη, που στο έργο έχει μετονομαστεί (για ευνόητους λόγους;) σε Άννα Παπαδάκη, η ηθοποιός μας ταυτίζεται ψυχή τε και σώματι με την τραγική ηρωίδα.


Μια νεαρή ζωγράφος, που προέρχεται από οικογένεια δεξιών φρονημάτων, και κάνει όνειρα για μιαν ευτυχισμένη ζωή με τον αγαπημένο της. Ωστόσο, συγκλονίζεται, όταν συναντά τη Νέλλη να της αφηγείται το μαρτύριό της στα χέρια των αδίστακτων βασανιστών της. Από αντίδραση εκδίκησης για τα δεινοπαθήματα της φίλης της, αλλά κατ’ εξοχήν σε απάντηση στην εφησυχασμένη μέχρι εκείνη τη στιγμή συνείδησή της, η απόφαση της αφύπνισής της την οδηγεί στην ενεργό δράση της αντίστασης κατά της δικτατορίας, πράττοντας το χρέος της απέναντι στην ελευθερία και τη δημοκρατία της πατρίδας της.


Ως αποτέλεσμα της ενσυνείδητης συστράτευσης στον αντιχουντικό αγώνα και της ριψοκίνδυνης επαναστατικής της δράσης ήταν τα όσα φρικαλέα και εξευτελιστικά υπέφερε μετά τη σύλληψή της. Παρά τις αλλεπάλληλες όμως ανακρίσεις, τον ψυχολογικό πόλεμο, τα βασανιστήρια και τον βιασμό της από τους κτηνανθρώπους της Ασφάλειας, κατάφερε να μην ενδώσει. Αν τα θηρία τής είχαν κατασπαράξει τη σάρκα, η ψυχή της είχε μείνει ακλόνητη έως την ώρα της απελευθέρωσής της με τη μεσολάβηση του πατέρα της.
Οι δυσκολότατοι πολλαπλοί ρόλοι
Αν συμπυκνώσαμε τα κυριότερα σημεία της επιστολικής αφήγησης, παρότι ωχρής στα φρικώδη και αποτρόπαια των λεπτομερειών της, είναι για να επισημάνουμε τους δυσκολότατους πολλαπλούς ρόλους στα εγκιβωτισμένα σκηνικά επεισόδια του μονοδράματος, που είχε υποδυθεί η Φάνη Πέτσα. Και, ομολογουμένως, απέδωσε τους ενδιάθετους μονολόγους και τις παρέμβλητες συνομιλίες της κεντρικής ηρωίδας με τη φίλη της, καθώς και τους παρένθετους διαλόγους μεταξύ των γυναικείων θυμάτων και των βάρβαρων βασανιστών τους με εξαιρετική πειθώ όση και η ωριμότητα σε ανάλογη σκηνική εμπειρία φτασμένης ηθοποιού.


Παρά το απαγγελτικό ύφος σε σποραδικά σημεία της εκφοράς του λόγου, δεν ήταν μόνο οι αυθεντικοί μορφασμοί πόνου, οι διακυμάνσεις της φωνής στην υπόδυση γυναικείων και αντρικών ρόλων με την αρμόζουσα μουσική υπόκρουση είτε τα ηχητικά εφφέ της προσιδιάζουσας ατμόσφαιρας και η ενδεδειγμένη κινησιολογία στο λειτουργικό σκηνικό ενός δωματίου με εναλλαγές φωτισμού, αλλά και η όλη δυναμική παρουσία της πρωταγωνίστριας.


Με τον ευαίσθητο ψυχισμό, τον παλμό μιας εμφανούς συναισθηματικής νοημοσύνης και τη συστηματική καλλιέργεια της υποκριτικής της τέχνης πέτυχε να εξωτερικεύσει την ενσυναίσθηση ταύτισης με τον πολυδιάστατο και πολυπρόσωπο ρόλο της. Και αυτό, προφανώς, ένεκα της σκληρής δουλειάς και της αυστηρής πειθαρχίας στις υποδείξεις και τις κατευθύνσεις του μέντορα-σκηνοθέτη της Άγι Παΐκου, στον οποίο πιστώνεται επίσης και η σκηνογραφική επιμέλεια.


Μαζί κατέθεσαν ψυχή αγωνιστικού ζήλου, αναδεικνύοντας μιαν ακόμη αξιοπρεπή παράσταση, ο νευρώδης ρυθμός της οποίας δεν άφησε αδιάφορους ούτε ασυγκίνητους τους θεατές. Το θερμό χειροκρότημα δεν ήταν ένδειξη φιλοφρονητικής ενθάρρυνσης, αλλά έκφραση ικανοποίησης για ό,τι συνταρακτικό βίωσαν για δύο ώρες επί σκηνής από την «Μπαλάντα της φρίκης». Ένα μεγάλο εύγε και στους δύο, καθώς και στη μικρή ομάδα των άλλων συντελεστών της παράστασης.
Θεατροκρισiα: Χρυσoθέμις Χατζήπαναγη