Αναλύσεις

Δεν είναι απλώς και μόνο ανατροπή, είναι εκτροπή!

Όταν το 2004 ο θεσμός της διαβούλευσης μεταξύ των κοινωνικών εταίρων ρύθμιζε μια σειρά ζητημάτων που ορίζουν τη σχέση εργοδοτών και εργαζομένων, μεταξύ των οποίων τα σχετικά με το μείζον για τους εργαζόμενους δικαίωμα της απεργίας, η όλη ρύθμιση προβλήθηκε ως επί των αρχών της οριστική και αμετάκλητη. Διότι, αν μη τι άλλο, δεν επρόκειτο για μια ρύθμιση διαδικαστική επί ενός ζητήματος συγκυριακού και δευτερεύοντος, αλλά για μια μείζονα απόφαση, η οποία καθόριζε τους θεμελιώδεις όρους συνύπαρξης μιας ολόκληρης κοινωνίας. Επρόκειτο, με μια κουβέντα, για μια θεμελιώδη δημοκρατική απόφαση που ως τέτοια υιοθετήθηκε όχι απλώς και μόνο στο όνομα των δικαιωμάτων των εργαζομένων, αλλά στο υπέρτερο όνομα της ανάγκης διεύρυνσης και εμβάθυνσης της (νέας σε ηλικία) Δημοκρατίας μας.
Εκκινώντας από την πιο πάνω διαπίστωση, που κανένας λογικός άνθρωπος δεν μπορεί να αμφισβητήσει, είμαστε υποχρεωμένοι να χαρακτηρίσουμε την ευθέως στρεφόμενη κατά του δικαιώματος στην απεργία παρέμβαση Αβέρωφ, κατ' αρχάς ως ΕΚΤΡΟΠΗ. Δώστε σημασία στη λέξη, δεν αναφερόμαστε απλώς και μόνο σε απόπειρα ανατροπής των εδώ και μια δωδεκαετία ρυθμίσεων, αλλά σε κάτι απεχθέστερο. Πρόκειται για εκφρασμένη βούληση παραβίασης/ ανατροπής «επί της αρχής» συμφωνημένων, άρα για πράξη/ στάση εκτροπής από αυτή καθαυτή τη θεμελιώδη αρχή ύπαρξης και λειτουργίας της Δημοκρατίας μας. Εντός των ορίων της οποίας όλοι συνυπάρχουμε.
Η συνέχεια της Δημοκρατίας οφείλει να προστατεύεται στη βάση της συνέχειας των επί της αρχής συμφωνημένων της. Βάσει της αρχής της συνέχειας, η όποια απόπειρα παρέμβασης σχετικά με το μείζον δικαίωμα της απεργίας θα έπρεπε να είναι κομμάτι της θεσμοθετημένης διαβούλευσης μεταξύ των κοινωνικών εταίρων. Δεν συνέβη διόλου έτσι. Η παρέμβαση έγινε σκόπιμα άνωθεν, από τον πρόεδρο του κυβερνώντος κόμματος, αγνοώντας τη θεσμικά κατοχυρωμένη διαβούλευση. Αυτό που συνέβη ήταν ξεκάθαρη εκτροπή.
Αφού το ξεκαθαρίσαμε αυτό, δύο λόγια και επί της ουσίας του περιεχομένου της σκόπιμης άνωθεν παρέμβασης. Αντιλαμβάνεται τους εργαζόμενους ως εν δυνάμει εγκληματίες, αυτό είναι το μόνο λογικό συμπέρασμα που προκύπτει από την απειλή φυλάκισής τους σε περίπτωση παραβίασης του εργασιακού κώδικα και συμβάσεων.


Αντίθετα, αντιλαμβάνεται ως «άσπιλους και ανέγγιχτους» από κάθε πιθανότητα να αυθαιρετήσουν/ παρανομήσουν τους εργοδότες, εξού και δεν υπάρχει καμιά σχετική πρόβλεψη/ απειλή εις βάρος τους. Αντικειμενικά κρίνοντας, πρόκειται για την πλέον απροσχημάτιστη ταξική σκέψη στην πιο ακραία και χυδαία της μορφή, για τη σκέψη που «θέλει» τους ανθρώπους της εργασίας διαρκώς απειλούμενους και εν δυνάμει διωκόμενους από τους εξ ορισμού απρόσβλητους από τον νόμο και πανίσχυρους ως «αφεντάδες» μιας άλλης εποχής εργοδότες τους.


Πρόκειται για έναν τρόπο σκέψης απροσχημάτιστα αντι-δημοκρατικό, ο οποίος αρνείται να τηρήσει ακόμα και αυτό τον δημοκρατικό τύπο που επί χρόνια αναγνώριζε και αναγνωρίζει εργοδότες και εργαζόμενους ως επί της αρχής ισότιμους κοινωνικούς εταίρους. Πρόκειται για έναν τρόπο σκέψης βγαλμένο από άλλες προ-δημοκρατικές εποχές...
Ορθά-κοφτά: Αυτή η απόπειρα εκτροπής δεν θα περάσει. Όχι στο όνομα μόνο της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και των θεμελιωδών δικαιωμάτων των ανθρώπων της εργασίας στην Κύπρο που βάναυσα προσβάλλονται, αλλά και στο όνομα προστασίας των θεμελιωδών αρχών που εδραιώνουν τη Δημοκρατία μας. Στο όνομα του παρόντος και του μέλλοντος του τόπου μας.
ΑΝΤΡΗ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ
Συνδικαλίστρια, Υποψήφια Βουλευτής Λευκωσίας ΑΚΕΛ