Από το κοινωνείν στο ιδιωτεύειν Ζούμε εσχάτως στην εποχή της πλήρους, σχεδόν, απαξίωσης της πολιτικής, με τη συνειδητή αποφυγή της μετοχής των πολιτών στον δημόσιο βίο. Η πολιτική ευτελίζεται και διασύρεται, όπως και οι πολιτικοί, σε ένα τοπίο καθημερινού χλευασμού και διαπόμπευσης, αλλά και καθολικής απάθειας και αδιαφορίας. Αυτή η απαξίωση της πολιτικής προβάλλει ως το επιφαινόμενο της καθολικής κρίσης και της εγγενούς πλέον πολιτικής φθοράς, με όσα φαινόμενα διαφθοράς μάς περιβάλλουν.
Έτσι, σε αντίθεση με άλλους καιρούς της καθολικότητος και της μετά πάθους μετοχής στα κοινά, είναι πλέον η σχεδόν πλήρης απαξίωση των πολιτικών και της πολιτικής. Η κατάσταση της φθοράς και της διαφθοράς συνιστά όμως μόνο τη μία διάσταση αιτιολόγησης του όλου προβλήματος. Την προφανή και απλουστευμένη. Το φαινόμενο είναι πλέον παγκόσμιο και δεν συνάπτεται μόνο με το θέμα της διαφθοράς και της κρίσης των αξιών στον τόπο που ζούμε και τη συνακόλουθη, ως εκ τούτου, κρίση της πολιτικής.
Συνάπτεται περισσότερο με την καλπάζουσα πλέον στον τόπο της Δύσεως απουσία κοινωνίας των προσώπων. Με τον κυρίαρχο ατομοκεντρισμό. Με τον μονοδιάστατο βίο μας. Με την παγίδευσή μας και περιχαράκωσή μας στον τόπο της ατομικότητος. Με τη μετάθεση από το κοινωνείν στο ιδιωτεύειν. Έχουμε καταστεί προ πολλού ακοινώνητοι. Και κοινωνία προσώπων σημαίνει εξόχως επικοινωνία. Υπέρβαση της ατομικότητος. Υπέρβαση του εγκλεισμού και της παγίδευσης στο εγώ. Γιατί το κοινωνείν συνιστά τη μοναδική δυνατότητα αυθυπέρβασης και εγκατάλειψη της υπεροψίας του εγώ. Της μοναχικότητος και της συντριπτικής ερημίας που μας συνθλίβει. Στην Αθηναϊκή Δημοκρατία η Εκκλησία του Δήμου οδηγούσε άλλοτε, μέσα από την αμεσότητά της, στη διάνοιξη των ανθρώπων στον τόπο της πόλεως, που τον εξέφραζε ο τόπος της αγοράς. Έτσι είχαμε την ετοιμασία και μετάβαση προς την κοινωνία και επικοινωνία των πολιτών. Την πορεία προς την ανάδειξη και αποκάλυψη του ανθρώπινου προσώπου.
Γι’ αυτό και η αθηναϊκή Εκκλησία του Δήμου συνιστά κατόρθωμα μείζονος και μοναδικής ιστορικής σημασίας και βαρύτητος. Γιατί ο άνθρωπος παραμένει ον πολιτικόν. Τελεί εις τον τόπον της πόλεως και διά τούτο κοινωνεί και επικοινωνεί. Μετέχει του δημοσίου βίου. Στον αντίποδα είναι το ιδιωτεύειν. Ο ιδιωτικός βίος. Η αδυναμία κοινωνίας και επικοινωνίας διά του λόγου, που είναι κοινός και ξυνός, όπως μας είπε ο Ηράκλειτος, καθώς αυτός συνέχει και συγκρατεί τον κόσμο.
Το κοινωνείν συνιστά στοιχείο θεμελιώδες της ανθρωπίνης υποστάσεως. Δεν είναι τυχαίο που στον Θουκυδίδη, στον «Επιτάφιο» του Περικλέους, (κεφ. 40), τούτο δηλώνεται σαφώς ως στοιχείο θεμελιώδες της αθηναϊκής πολιτείας: «Μόνοι γαρ τον τε μηδέν τώνδε μετέχοντα ουκ απράγμονα αλλ’ αχρείον νομίζομεν» - «Είμαστε οι μόνοι, οι οποίοι, όποιον δεν μετέχει των πολιτικών, δεν μετέχει στα «κοινά», δεν τον θεωρούμε απράγμονα, φιλήσυχο, αλλά άχρηστο πολίτη». Αλλά και ο Αριστοτέλης ορίζει τον άνθρωπο εξόχως ως ζώον πολιτικόν. Ως ον που ζεί στα μέτρα του κοινωνείν της πόλεως. «Φύσει μεν έστιν άνθρωπος ζώον πολιτικόν» - «Ο άνθρωπος είναι από τη φύση του πολιτικό ον» Πολιτικά Γ, 1278.b9. Αυτά για την πόλη και τους πολίτες και την πολιτική και τη μετοχή σ’ αυτήν στα μέτρα της Εκκλησίας του Δήμου. Προέκταση, όμως, της Εκκλησίας του Δήμου υπήρξε στην ιστορία η Εκκλησία του Χριστού, που είναι συγχρόνως και άλλης ποιότητος και άλλου τρόπου και τόπου, ως άκτιστος, μετέχοντας της μεταϊστορίας. Δεν είναι τυχαίο πως το σώμα των πιστών κατά Χριστόν ονομάζεται Εκκλησία. Η Εκκλησία του Χριστού στο κοινωνείν ακριβώς παραπέμπει. Αυτό το κοινωνείν οδηγεί εν τέλει προς εκκλησιασμόν. Όπου Εκκλησία είναι η σύναξη εις τον τόπον του ιερού. Κοινωνία και μετοχή στο Θείον. Μετάληψη του Σώματος και του Αίματος του Χριστού. Γεγονός μυστηριακό, που έχει, όμως, ως προαπαιτούμενο αγάπη και την κοινωνία των προσώπων. Τη συγχωρητικότητα. Την ταπεινότητα και όχι την υπεροψία και την αυτοκατάφαση. Γι’ αυτό και στην «Παραβολή του τελώνου και του Φαρισαίου» σώζεται, όχι ο Φαρισαίος της ατομικότητος, της υπεροψίας και της βουλητικής αυτοκατάφασης, αλλά και ο ταπεινός τελώνης της μεταμέλειας και της συγγνώμης. Όσα, λοιπόν, βιώνουμε έκπληκτοι εσχάτως σε σχέση με την πολιτική και την απαξίωσή της, συνάπτονται ευθέως με την απουσία του προσώπου και την ανάδειξη της ατομικότητος. Την απο-ιέρωση του βίου μας. Την υπονόμευση της ίδιας της κοινωνίας, ως τόπου συνάντησης και γνωρισμού των ανθρώπων. Την απουσία επικοινωνίας των ανθρώπων. Η ανάδειξη της ατομικότητος είναι που οδηγεί εν τέλει στο τέλος της πολιτικής. Η μετάθεση από το κοινωνείν στο ιδιωτεύειν. ΝΙΚΟΣ ΟΡΦΑΝΙΔΗΣ