Όμοδος Ένα μικρό χωριό με πολλά αξιοθέατα
Σάββατο 07 Μάι 2016

Οδοιπορικό της «Σημερινής» στο Όμοδος, με τα παραδοσιακά σπίτια και την πανέμορφη πλατεία. Θα σας εντυπωσιάσουν τόσο η γραφικότητα του χωριού όσο και η φιλοξενία και απλότητα των κατοίκων του
Το Όμοδος, ένα γραφικό και όμορφο χωριό της επαρχίας Λεμεσού, κτισμένο στην πλαγιά του βουνού, ανάμεσα σε ένα καταπράσινο χαλί από αμπελώνες, περιτριγυρισμένο από βουνά, είναι από τα πιο γραφικά χωριά της Κύπρου. Η μεγάλη πλατεία του χωριού, μοναδική σε γραφικότητα και έκταση, μπροστά στο μεγαλόπρεπο μοναστήρι του Τιμίου Σταυρού, ο μεσαιωνικός ληνός, τα στενά δρομάκια, τα πετρόκτιστα σπίτια όλα χωμένα στο πράσινο, προσδίδουν στο χωριό μια ιδιαίτερη ομορφιά και γοητεία.
Εξάλλου τα ίδια τα σπίτια του χωριού συγκεντρώνουν αρκετό ενδιαφέρον από πλευράς λαϊκής αρχιτεκτονικής, με κύρια στοιχεία στις κεραμιδένιες στέγες ή τα δώματα, τα γραφικά ανώγια, τις πλακόστρωτες λουλουδιασμένες αυλές με τα πιθάρια, τις ξύλινες πόρτες και τα ξωπόρτια με ποικίλες διακοσμήσεις, τα μπαλκόνια και τα μακρινάρια. Στην πλατεία του χωριού θα βρείτε πολλά μικρά καταστήματα, που προσφέρουν προς πώληση τοπικά προϊόντα που παράγονται από τους κατοίκους. Την τιμητική του φυσικά στο Όμοδος έχει το καλό κρασί, για το οποίο η Κύπρος έχει να περηφανεύεται.
Εκείνο όμως που χαρακτηρίζει τον κάτοικο του Ομόδους είναι η απέραντη πλατιά καρδιά του και η πατροπαράδοτη φιλοξενία του, που δεν θα συναντήσεις παρόμοια σχεδόν σε κανένα άλλο μέρος της Κύπρου. Όλα αυτά, για να τα καταλάβεις έντονα, πρέπει να ζήσεις σε αυτόν τον τόπο με αυτούς τους ανθρώπους, με όλα εκείνα τα στοιχεία που το συνθέτουν. Υπάρχουν δεκάδες λόγοι για να επιλέξεις το Όμοδος είτε για μονοήμερη είτε για πολυήμερη επίσκεψη.
Ιστορία του χωριού
Το χωριό πολύ πιθανό να δημιουργήθηκε στα τέλη της βυζαντινής περιόδου ή στις αρχές της Φραγκοκρατίας, ύστερα που διαλύθηκαν οι οικισμοί Πάνω και Κάτω Κούπετρα, που βρίσκονταν στην ανατολική όχθη του ποταμού Χα Ποτάμι. Σύμφωνα με την παράδοση, ο Ισαάκιος Κομνηνός που ήταν δεσπότης της Κύπρου (1185-1191), μετά την ήττα του στο Κολόσσι από τον Άγγλο βασιλιά Ριχάρδο Λεοντόκαρδο, κατέφυγε στα Κούπετρα, μέχρι που τον κάλεσε ο Ριχάρδος στη Λεμεσό για συνομιλίες και ειρήνευση. Αυτό σημαίνει πως στα 1191 υπήρχαν τα Κούπετρα, τα οποία διαλύθηκαν αργότερα. Μετά τη διάλυση των συνοικισμών των Κουπέτρων, δημιουργήθηκε νέος οικισμός γύρω από το αρχικό μοναστήρι του Τιμίου Σταυρού, που πήρε το όνομα Όμοδος.
Έτσι πήρε το όνομά του
Για την ελληνική ονομασία του χωριού οι επικρατέστερες εκδοχές είναι τρεις:
· Από την κυπριακή λέξη μόδος, που σημαίνει με την ησυχία σου, με τρόπο, προσεκτικά, όταν οι κάτοικοι των Κουπέτρων βλέποντας κάθε βράδυ ένα φως στο απέναντι βουνό, πήγαν για να δουν τι συμβαίνει και βρήκαν το φως να βγαίνει από την καρδιά ενός πυκνού και δύσβατου βάτου, που για να περάσουν χρειάστηκε να τον κόψουν και ο ένας έλεγε στον άλλο «με τον μόδο σου», ώσπου τελικά βρήκαν μια σπηλιά με ξύλινο σταυρό και ένα καντήλι αναμμένο μέσα.
· Από το χωριό ξεκινούν πολλοί δρόμοι για τα γύρω χωριά. Από το επίρρημα ομού και τη λέξη οδός σχηματίστηκε το Όμοδος.
· Σε φράγκικα έγγραφα αναφέρεται ότι στην περιοχή κατοικούσε ο φεουδάρχης Homodeus και πολύ πιθανό από το όνομα του φεουδάρχη να πήρε και το χωριό το όνομά του.
Μοναστήρι Τιμίου Σταυρού
Το στολίδι και το πραγματικό καμάρι του Ομόδους είναι το Μοναστήρι του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού, και είναι κτισμένο στην καρδιά της κοινότητας. Ορθώνεται μεγαλόπρεπα και με την επιβλητικότητά του αποτελεί σημαντικό μέρος της πολιτιστικής κληρονομιάς της Κύπρου. Το Μοναστήρι του Τιμίου Σταυρού είναι από τα παλαιότερα και πιο ιστορικά μοναστήρια του νησιού. Σύμφωνα με την παράδοση, το Μοναστήρι ιδρύθηκε πριν από την άφιξη της Αγίας Ελένης στην Κύπρο το 327 μ.Χ. Διάφοροι ιστορικοί της Κύπρου αναφέρονται στην επίσκεψη της Αγίας Ελένης στην Κύπρο και στο γεγονός ότι άφησε στο Μοναστήρι κομμάτι από το Άγιο Σχοινί και το Τίμιο Ξύλο. Το Σχοινί αυτό, με το οποίο οι Ρωμαίοι έδεσαν τον Χριστό στο Σταυρό το περιγράφουν ότι έχει χρώμα κοκκινωπό και ότι «εκηλιδώθη διά του αίματος του Χριστού». Το Μοναστήρι, μετά από πολλά θαύματα του Σταυρού, απέκτησε μεγάλη φήμη και εξελίχθηκε σε μεγάλο προσκύνημα.
Αξιοθέατα και Μουσεία
Δεν μπορείτε να φύγετε από τη Μονή χωρίς να επισκεφτείτε τα μικρά, αλλά με πλούσια γκάμα εκθεμάτων μουσεία που υπάρχουν, τα οποία διαθέτουν μοναδικά αντικείμενα και έχουν ενδιαφέρουσα ιστορία. Ανάμεσα στα αξιοθέατα του χωριού είναι, μεταξύ άλλων, ο λιθόστρωτος δρόμος και τα δρομάκια γύρω και μπροστά απ’ το μοναστήρι του Τιμίου Σταυρού, που αποτελεί από μόνο του ένα αξιοθέατο, καθώς φιλοξενεί αρκετά μουσεία.
Στις αίθουσες του Μοναστηριού στεγάζονται: Το Μουσείο Αγώνος, το Μουσείο Βυζαντινών Εικόνων, το Εικονοσκευοφυλάκιο, το Λαογραφικό Μουσείο, η Πινακοθήκη, το Φωτογραφικό Μουσείο και το Κέντρο Διάσωσης Δαντέλλας. Το μοναστήρι είναι ανοικτό απ’ το πρωί μέχρι τις 5 περίπου το απόγευμα και η είσοδος είναι δωρεάν σε όλα τα μουσεία του μοναστηριού. Στα αξιοθέατα επίσης είναι και ο Ληνός (πατητήρι σταφυλιών), που βρίσκεται κοντά στην εκκλησία, όπως και το κρησφύγετο, που κατασκευάστηκε το 1956, με οδηγίες του αγωνιστή της ΕΟΚΑ Γρηγόρη Αυξεντίου.
Στο Όμοδος υπάρχουν και συντηρούνται ως Ιδιωτικά Μουσεία μερικά σπίτια, ηλικίας εκατοντάδων χρόνων, που διατηρούνται μέχρι σήμερα όπως πρωτοκτίστηκαν. Τα ίδια τα παλαιά σπίτια από μόνα τους συγκεντρώνουν αρκετό ενδιαφέρον από αρχιτεκτονικής πλευράς, τόσο εξωτερικά όσο και εσωτερικά. Τα Ιδιωτικά Μουσεία είναι ένα δείγμα παραδοσιακού Ομοδίτικου σπιτιού. Είναι κτισμένα με πέτρα και λάσπη, με χοντρούς τεράστιους τοίχους, ξύλινες πόρτες και κεραμιδένιες στέγες, και λουλουδένιες αυλές.
Εστιατόρια και ταβέρνες
Στο χωριό υπάρχουν για φαγητό μεγάλα εστιατόρια αλλά και μικρές ταβέρνες γύρω και μέσα στην πλατεία του χωριού, για όλες τις ανάγκες. Οι πλείστες ταβέρνες του χωριού δεν θα μπορούσαν να ξεφύγουν απ’ το γενικό ύφος της κοινότητας, με παραδοσιακή φιλοξενία, αλλά και αρχιτεκτονική. Τα πλείστα είναι ανοιχτά καθημερινά μεσημέρι και βράδυ.
Αγροτουρισμός στο Όμοδος
Εδώ και μερικά χρόνια, άρχισε στο Όμοδος να αναπτύσσεται ο αγροτουρισμός, από τους ανθρώπους που ασχολούνται με τα αμπέλια και είχαν παραδοσιακές κατοικίες, τις οποίες μετέτρεψαν σε τουριστικά καταλύματα, άλλες σε καταστήματα ενθυμίων, εστιατόρια και σε μικρές ταβερνούλες. Έτσι, κατόρθωσε να προσφέρει στους τουρίστες τη δυνατότητα να ζήσουν για ένα μικρό διάστημα ήρεμα μέσα στη φύση, κοντά στον αμπελουργό και στις γεωργικές του ασχολίες (κλάδεμα, καλλιέργεια, μάζεμα σταφυλιών, παρασκευή κρασιού κ.ά.), να γνωρίσουν τα ήθη και τα έθιμα του χωριού, τη λαϊκή τέχνη και παράδοση, να γευθούν την παραδοσιακή κουζίνα και τα παραδοσιακά προϊόντα.
Επίσης δόθηκε η ευκαιρία σε νέες οικογένειες να παραμείνουν στην ύπαιθρο, να επιστρέψουν στις ρίζες τους και να ασχοληθούν με τη διατήρηση καταστημάτων ενθυμίων, εστιατορίων, ταβερνών, οινοποιείων, καταλυμάτων κ.ά. Ο επισκέπτης του Ομόδους έχει τη δυνατότητα να μείνει στο χωριό σε αναπαλαιωμένα παραδοσιακά σπίτια και ξενώνες. Σήμερα υπάρχουν πέραν των 40 επιπλωμένων διαμερισμάτων, με δυναμικότητα 140 κλινών, που παλιά ήταν αποθήκες αμπελουργών, τα οποία ενοικιάζονται ολόχρονα τόσο σε Κυπρίους όσο και ξένους.
Περπατώντας στο χωριό
Στο Όμοδος υπάρχουν και πολλά καταστήματα ενθυμίων, τα οποία βρίσκονται κατά μήκος των γραφικών σοκακιών και άλλα πολλά πλαισιώνουν την απέραντη, λιθόστρωτη πλατεία του χωριού, στα οποία ο επισκέπτης θα βρει παραδοσιακά προϊόντα λαϊκής τέχνης, δαντέλες, κεντήματα κ.ά. Υπάρχουν επίσης τέσσερα οινοποιεία για την παραγωγή κρασιού και σ’ αυτά απασχολούνται τέσσερεις οικογένειες. Στα γραφικά δρομάκια και την πλατεία, μπορείτε να συναντήσετε εργαστήρια που κατασκευάζουν φυσητό γυαλί βιτρό, χαλκογραφίες και εικόνες. Επιπλέον μπορείτε να αγοράσετε ή να δοκιμάσετε τα ξακουστά αρκατένα κουλούρια, τα οποία παρασκευάζονται στους πέντε φούρνους που διαθέτει το χωριό, όπως και μυρωδάτα, γευσάτα, γλυκόποτα κρασιά, από τα τρία ποτοπωλεία και τα οινοποιεία.
Οι νοικοκυρές του χωριού, εκτός από το νοικοκυριό και τη σκληρή δουλειά που προσφέρουν στο αμπέλι δίπλα στον άνδρα τους, τις ελεύθερές τους ώρες ασχολούνται με το φτιάξιμο της χειροποίητης πιπίλλας. Έτσι, καθώς περπατάτε στους δρόμους του χωριού, θα δείτε τις γυναίκες του χωριού, παλαιότερα νέες και γριές, σήμερα περισσότερες γριές, να μαζεύονται τον μεν χειμώνα στη λιακάδα, το δε καλοκαίρι στο πιο ωραίο σκιερό μέρος της γειτονιάς, με ένα βελόνι στο χέρι και να φτιάχνουν την περίφημη παραδοσιακή πιπίλλα.
Τα αρκατένα κουλούρια
Τα ξακουστά σε όλη την Κύπρο αρκατένα κουλούρια κατασκευάστηκαν για πρώτη φορά στο Όμοδος, γύρω στα 1880. Η τέχνη του αρκάτη, δηλαδή του μυστικού του κουλουριού, ήρθε στο Όμοδος από τη Σμύρνη, που την έφερε Σμυρνιά Χατζηστασού. Για την κατασκευή του αρκάτη χρησιμοποιούνται αλεσμένα ρεβίθια και ζιζίμπρι. Κατά τη διάρκεια της νύκτας τον «ανατζεινούν» συνέχεια (δηλαδή τον ανακατεύουν συνέχεια) και εδώ βρίσκεται και το μυστικό του αρκατένου για να πετύχει. Σε περίπτωση που δεν θα πετύχει ο αρκάτης, τότε τα κουλούρια πετρώνουν, δεν φουσκώνουν και δεν είναι αφρούγια.
Τα υλικά που χρησιμοποιούνται για την κατασκευή των κουλουριών αυτών είναι αρκάτης, αλεύρι και διάφορες μυρωδιές, όπως μαστίχα, μέχλεπι, μοσχοκάρυδο, ροδόσταγμα κ.ά. Όταν ψηθούν μέσα στον φούρνο, παραμένουν για ακόμα αρκετές ώρες για να γίνουν σκληρά. Δηλαδή μπορούμε να έχουμε μαλακό και σκληρό κουλούρι. Γίνεται επίσης η παννυχίδα, που είναι είδος στρογγυλού ψωμιού και προσφέρεται στην εκκλησία στις γιορτές και στα μνημόσυνα. Στα παλιά χρόνια τα κουλούρια και τα παξιμάδια προσφέρονταν στις επισκέψεις, στις βαπτίσεις και στους γάμους, αντί γλυκού και λουκουμιού που προσφέρονται σήμερα. Πολλές φορές προσφέρονταν μαζί με χαλούμι και κρέας. Σήμερα οι γιορτάρηδες εξακολουθούν να παίρνουν τις παννυχίδες σαν δώρο στην εκκλησία, ενώ τα κουλούρια και τα παξιμάδια χρησιμοποιούνται συνήθως στα προγεύματα.