Εκεί που πέρασε η λαίλαπα…
Σάββατο 25 Ιούν 2016

ΕΓΚΑΤΑΛΕΛΕΙΜΜΕΝΑ ΧΩΡΙΑ, ΕΡΗΜΩΜΕΝΑ ΣΠΙΤΙΑ, ΚΑΜΕΝΟΙ ΤΟΠΟΙ...
Ένα αφιέρωμα στα χωριά Σπήλια, Κούρδαλι και Ευρύχου, που σήμερα παλεύουν για να ξαναζωντανέψουν από τη μεγάλη πυρκαγιά της περιοχής Σολέας.
Οδοιπορικό της «Σ» στα τρία χωριά
Σιωπή επικρατεί στις καμένες πλαγιές. Το φάντασμα του καταπράσινου δάσους, που ορθωνόταν πριν από λίγες μέρες εκεί, έμεινε για να θυμίζει τα περήφανα δέντρα που τώρα παραδόθηκαν στο έλεος της φωτιάς. Πλέον τίποτα δεν θροΐζει, όλα είναι απονεκρωμένα. Σταχτί το χρώμα στις πλαγιές αυτές, η ψυχή πιάνεται στην όψη τους.
Η μνήμη του καλοκαιριού, όταν λαμπάδιαζε το βουνό για μέρες μπροστά στα μάτια όλων των κατοίκων των χωριών, δεν φεύγει ποτέ. Η «Σημερινή» περπάτησε στα χωριά Σπήλια, Κούρδαλι και Ευρύχου, που κάποτε έσφυζαν από καταπράσινη ζωή, ενώ σήμερα παλεύουν για να ξαναζωντανέψουν, εξαιτίας της μεγάλης πυρκαγιάς στην περιοχή Σολέας. Η «Σ» παρουσιάζει σήμερα ένα αφιέρωμα στην ιστορία και στα αξιοθέατα των τριών χωριών.
Σπήλια: ένα στολίδι του βουνού
Τα χωριά Σπήλια και Κούρδαλι τα συναντάμε καθώς ταξιδεύουμε από Λευκωσία προς Τρόοδος στην «αγκαλιά» των βουνοκορφών. Τα παλιά χρόνια, όταν υπήρχαν λατομεία και ορυχεία, είχαν γνωρίσει μεγάλη άνθηση. Η ιστορία των Σπηλιών και Κουρδάλων ξεκινά τον 16ο αιώνα μ.Χ. Τον αιώνα αυτό κτίστηκε η εκκλησία της Παναγίας Χρυσοκουρδαλιώτισσας, που ήταν το κέντρο του μοναστηριού που απλωνόταν γύρω της.
Με την πάροδο του χρόνου, το χωριό μεγάλωνε και οι κάτοικοι αποκτούσαν και δικά τους κτήματα. Η κοινότητα μεγάλωνε, γιατί οι μικρές κοινότητες των γύρω περιοχών διαλύονταν και αρκετοί από τους κατοίκους τους κατέφευγαν στο Κούρδαλι. Τα Σπήλια οφείλουν το όνομά τους μάλλον στο γεγονός ότι στη δυτική πλευρά του χωριού βρέθηκαν ρωμαϊκοί τάφοι («σπήλιοι», όπως τους αποκαλούσαν οι κάτοικοι).
Συμμετοχή στους αγώνες
Στον αγώνα της ΕΟΚΑ, ενεπλάκησαν όλοι οι κάτοικοι των δύο χωριών. Σ’ αυτά φιλοξενήθηκε για δύο μήνες ο αρχηγός Γεώργιος Γρίβας-Διγενής. Με τη βοήθεια κατοίκων της κοινότητας, δημιουργήθηκε σύμπλεγμα τριών κρησφύγετων με αποθήκες, καραούλια και χώρους άσκησης, όπου φιλοξενήθηκαν μέχρι και τριάντα αντάρτες. Το σύμπλεγμα έμεινε στην ιστορία με το όνομα «λημέρια» και είναι το μοναδικό που δημιουργήθηκε κατά τη διάρκεια του Αγώνα. Τα λημέρια διηύθυνε προσωπικά ο Διγενής μέχρι την επική «Μάχη των Σπηλιών» στις 11 Δεκεμβρίου 1955, στην οποία ο Γρηγόρης Αυξεντίου προκαλώντας με το στρατιωτικό του δαιμόνιο σύγχυση στα αγγλικά στρατεύματα, τα οδήγησε σε αλληλοεξόντωση με αποτέλεσμα 15 νεκρούς. Ήταν η πιο πολύνεκρη μάχη του αγώνα, όπως μας δήλωσε ο κ. Χρυσάνθου.
Αποκορύφωμα της συμμετοχής της κοινότητας Σπηλιών-Κουρδάλων στον Αγώνα της ΕΟΚΑ, ήταν η ομαδική θυσία των αγωνιστών Αντρέα Πατσαλίδη, Κώστα Αναξαγόρα, Αλέκου Κωνσταντίνου και Παναγιώτη Γεωργιάδη στο Κούρδαλι. Οι τέσσερεις αγωνιστές σκοτώθηκαν στο σπίτι του Αντρέα Πατσαλίδη, στις 20 Ιουνίου του 1958, ενώ ασκούνταν στη χρήση εκρηκτικών υλών, προετοιμαζόμενοι για δολιοφθορά κατά αγγλικής φάλαγγας.
Μοναστήρι και εκκλησίες
Η εκκλησία της Παναγίας Χρυσοκουρδαλιώτισσας είναι το αρχαιότερο μνημείο της κοινότητας Σπηλιών-Κουρδάλων. Είναι ένας τρίκλιτος ναός, με ξύλινους πεσσούς και δοκούς, που υποβαστάζουν μια ξύλινη στέγη, που καλύπτεται με παραδοσιακά επίπεδα κεραμίδια. Μοναδικό χαρακτηριστικό είναι τα αρχαία του δοκάρια και τα υποστηρίγματά τους, που είναι ζωγραφισμένα ή σκαλισμένα πολύχρωμα.
Επίσης χαρακτηριστικές είναι οι τοιχογραφίες που ιστορούν το κτίσιμο του ναού. Το μοναστήρι Παναγίας Χρυσοκουρδαλιώτισσας «αναστήθηκε» το 2005, όταν εγκαταστάθηκε η πρώτη μοναχή, όμως σχεδιάζεται η επέκτασή του ώστε να δεχθεί και άλλες αδελφές. Βρίσκεται πάνω από ένα ποταμάκι με ενετικό γεφύρι, καρυδιές, ελιές και πυκνή συστάδα πεύκων, τα οποία συνθέτουν ένα ονειρικό τοπίο. Επίσης, στα Σπήλια υπάρχει και ο ιερός ναός Αγίου Αντωνίου, του οποίου το καμπαναριό τοποθετήθηκε πάνω σε πεύκο που βρίσκεται στην είσοδο της εκκλησίας.
Μουσείο του Σκαρπάρη
Το Μουσείο του Σκαρπάρη βρίσκεται στο κέντρο των Σπηλιών και εκεί εκτίθενται τα εργαλεία της τέχνης του σκαρπάρη και οι μηχανές του Χρίστου Χρυσάνθου, που ήταν γνωστός για την τέχνη του στα γύρω χωριά. Οι μόλες, τα καλαπόδια, τα βιβλία με τα «βερεσιέθκια» συμπληρώνουν το σκαρπάρικό του.
Ευρύχου: η πρωτεύουσα της Σολιάς
Η Ευρύχου είναι ένα γραφικό χωριό της επαρχίας Λευκωσίας και αποτελεί τόσο το αγροτικό όσο και το διοικητικό κέντρο της κοιλάδας Σολέας. Είναι η πρωτεύουσα Σολέας και το μοναδικό χωριό της περιοχής όπου λειτουργεί περιφερειακό δημοτικό, γυμνάσιο και λύκειο. Όμως ακόμα και ένα μεγάλο χωριό, όπως η Ευρύχου, είναι επηρεασμένο από την αστυφιλία, καθώς το γυμνάσιο και το λύκειο έχουν τους μισούς μαθητές σε σύγκριση με προηγούμενα χρόνια.
Ο οικισμός της Ευρύχου είναι κτισμένος στο σύνολό του κατά μήκος της κοιλάδας του Καρκώτη και ιδιαίτερα κατά μήκος του παλαιού δρόμου Λευκωσίας Τροόδους. Παρ' όλα αυτά, το χωριό διατηρεί σε μεγάλο βαθμό τη λαϊκή αρχιτεκτονική του. Οι κεραμιδένιες επικλινείς στέγες, τα ξύλινα μπαλκόνια, τα μαντάλια και τα ρομανίσια, καθώς και το τοπικό πέτρωμα με το οποίο είναι κτισμένοι οι τοίχοι των σπιτιών, είναι χαρακτηριστικά στοιχεία της λαϊκής αρχιτεκτονικής του χωριού.
Ιστορία του χωριού
Για την ονομασία του χωριού υπάρχουν διάφορες εκδοχές, η επικρατέστερη εκδοχή αναφέρει ότι πήρε την ονομασία του λόγω του ότι είναι το μοναδικό χωριό της περιοχής με τη μεγαλύτερη έκταση, «ευρύς χους», που στα αρχαία ελληνικά σημαίνει «μεγάλος χώρος». Μια δεύτερη εκδοχή αναφέρει ότι, σύμφωνα με την παράδοση, το όνομα δόθηκε στο χωριό από μετανάστες άλλων περιοχών, οι οποίοι βρήκαν εκεί αρκετή και εύφορη γη, «Ευ χους». Μια άλλη εκδοχή αναφέρει ότι πήρε το όνομά του από τον πρώτο κάτοικο της κοινότητας, που ονομαζόταν «Ευρύχιος». Σε παλιούς χάρτες του 1573 το χωριό αναφέρεται και με την ονομασία Εαρικό, ενώ ο Μας Λατρί το γράφει Eurichou.
Εκκλησίες και ξωκκλήσια
Δεν μπορείς να επισκεφτείς ένα χωριό και να μην δεις τις εκκλησίες του, μιας και είναι σημαντικά μνημεία, που αναδεικνύουν την ταυτότητά του. Στην Ευρύχου υπάρχουν τέσσερεις εκκλησίες και επτά ξωκκλήσια, όμως στο κέντρο του χωριού βρίσκεται η πιο ενδιαφέρουσα εκκλησία, η Αγία Μαρίνα, του 19ου αιώνα. Εξίσου όμορφο είναι και το ξωκκλήσι του Προφήτη Ηλία, το οποίο βρίσκεται πάνω σε βουνό με θέα όλο το χωριό, ενώ στην αυλή υπάρχει και παιχνιδότοπος για τα παιδιά.
Η καλλιέργεια της ελιάς
Στην Ευρύχου είχαμε την ευκαιρία να μας ξεναγήσουν και να δούμε πώς φτιάχνεται το λάδι, μιας και είναι η εποχή που όλοι μαζεύουν τις ελιές τους για να έχουν φρέσκο λάδι. Υπάρχουν δύο μεγάλα ελαιοτριβεία, το «Λεύκος Παπαπέτρου» και το Αγρόκτημα Σολιάς «ΓΑΙΟΦΙΛΟΣ». Το μάζεμα των ελιών και το λάδι είναι σημαντική παράδοση του νησιού και παρόλο που υπάρχουν τα μοντέρνα ελαιοτριβεία, κάποια διατηρούν ακόμα την παραδοσιακή μέθοδο, και τόσο το κράτος όσο και η οργάνωση παραγωγών οφείλουν να σεβαστούν την παράδοση, γιατί είναι οι ρίζες μας, είναι ο πολιτισμός μας. Η σύγχρονη προώθηση της ελαιοκαλλιέργειας θα πρέπει να βασίζεται στις παραδόσεις, λαμβάνοντας υπόψη την έρευνα και την πρόοδο της επιστήμης και της τεχνολογίας.
Σιδηροδρομικός σταθμός
Το μοναδικό Μουσείο Κυπριακού Σιδηροδρόμου στεγάζεται στον παλιό Σιδηροδρομικό Σταθμό της Ευρύχου. Είναι ένα καταπληκτικό και μοναδικό μουσείο στο είδος του, που κάνει αναδρομή στο παρελθόν - ο μόνος σταθμός και το μοναδικό βαγόνι του τρένου που έχουν μείνει ως μνημείο της κυπριακής ιστορίας. Ο Κυπριακός Κυβερνητικός Σιδηρόδρομος (ΚΚΣ), που λειτούργησε από το 1905 μέχρι το 1951, κάλυπτε μια διαδρομή από την Αμμόχωστο στα ανατολικά μέχρι τη Μόρφου στα δυτικά περνώντας από τη Λευκωσία.
Από τη Μόρφου το τρίτο τμήμα κατέληγε στον νότιο τερματικό σταθμό της Ευρύχου. Από τον σταθμό εκείνο επέζησε μόνο το κυρίως κτήριο, που συντηρήθηκε και αποκαταστάθηκε από το Τμήμα Αρχαιοτήτων. Ο σταθμός της Ευρύχου είναι το μοναδικό Μουσείο Σιδηροδρόμων στην Κύπρο. Στα δωμάτιά του εκτίθενται αυθεντικά έγγραφα, σχέδια, φωτογραφίες και αντικείμενα σχετικά με τους σιδηροδρόμους της Κύπρου, καθώς και μοντέλα σταθμών και τροχαίου υλικού. Στην πίσω πλευρά έχει κτιστεί η πλατφόρμα και τμήμα της σιδηροδρομικής γραμμής με αυθεντικές ράγες.
Επίσης έχουν απομείνει τα δύο μοναδικά βαγόνια του Κυπριακού Σιδηρόδρομου, τα οποία μετέφεραν γράμματα και εμπόρια και εκτίθενται στην αυλή του μουσείου. Η χρήση του τρένου ήταν πολυεπίπεδη, καθώς ο σιδηρόδρομος χρησίμευσε όχι μόνο για τη μεταφορά επιβατών αλλά και εμπορευμάτων. Στήνονταν μάλιστα και ειδικά δρομολόγια για εξυπηρέτηση συγκεκριμένων αναγκών του κόσμου, σε μια προσπάθεια μάλιστα προσέλκυσης επιβατικού κοινού.
Όπως ήταν, για παράδειγμα, οι ειδικές διαδρομές της Κυριακής για να μεταφέρουν κόσμο στην παραλία για μπάνιο, ή τα δρομολόγια για το φεστιβάλ πορτοκαλιού της Αμμοχώστου, ή ακόμα για τη μεταφορά κόσμου στον Ιππόδρομο από την πόλη, όταν αυτός λειτούργησε. Το μουσείο είναι το μοναδικό στην Κύπρο, και μας διδάσκει πολλά για την ανάπτυξη των οδικών μέσων μαζικής μεταφοράς και την ανάπτυξη του οδικού δίκτυο, παρόλο που σχεδόν πέντε δεκαετίες άντεξε.