Ειδήσεις

Ο δωδεκάλογος των τρύπιων Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων…

Η ΕΠΙΤΡΟΠΟΣ ΚΤΥΠΑ ΚΑΜΠΑΝΑΚΙ ΣΤΟ ΚΡΑΤΟΣ
Τα πιο σοβαρά προβλήματα είναι τα κρούσματα άσκησης βίας από την Αστυνομία και τα θέματα που σχετίζονται με τη μεταναστευτική κρίση
«Η προσφυγή σε αστυνομική βία θα πρέπει όχι απλώς να εμπίπτει στη νόμιμη άσκηση των αρμοδιοτήτων της Αστυνομίας, αλλά και να είναι απολύτως αναγκαία, μετά την εξάντληση άλλων ηπιότερων μέσων»
«Στο Κέντρο Υποδοχής στην Κοφίνου διαμένουν, υπό συνθήκες καταυλισμού, κοινωνικής απομόνωσης και για μεγάλα χρονικά διαστήματα, ιδιαίτερα ευάλωτες ομάδες αιτητών ασύλου»

Τα κρούσματα άσκησης βίας από την Αστυνομία και τα θέματα που σχετίζονται με τη μεταναστευτική κρίση, όπως η κατάσταση στον χώρο υποδοχής αιτητών ασύλου στην Κοφίνου, όπου διαμένουν μεγάλες ευάλωτες ομάδες και η κατάσταση στον αστυνομικό χώρο κράτησης ατόμων που πρόκειται να απελαθούν στη Μενόγεια, περιέλαβε η Επίτροπος Διοικήσεως και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων Ελίζα Σαββίδου, ανάμεσα στα πιο σοβαρά που απασχολούν το Γραφείο της.
Απαντούσε σε σχετική ερώτηση της βουλευτίνας Χριστιάνας Ερωτοκρίτου, στη συνεδρίαση της κοινοβουλευτικής Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Ίσων Ευκαιριών μεταξύ Ανδρών και Γυναικών, την περασμένη Δευτέρα (27 Ιουνίου 2016), όπου η κυρία Σαββίδου ήταν προσκαλεσμένη για ανταλλαγή απόψεων με τα μέλη της Επιτροπής. Μαζί της προσκόμισε και γραπτό υπόμνημα, το οποίο περιγράφει τον ρόλο και τις αρμοδιότητές της και στο οποίο παραθέτει ένα... δωδεκάλογο ελλειμματικής αντιμετώπισης προβλημάτων που άπτονται ανθρωπίνων δικαιωμάτων των πολιτών.
Άσκηση βίας από την Αστυνομία
«Ιδιαίτερα σημαντικό είναι το ζήτημα της άσκησης βίας από την Αστυνομία. Η προσφυγή σε αστυνομική βία θα πρέπει όχι απλώς να εμπίπτει στη νόμιμη άσκηση των αρμοδιοτήτων της Αστυνομίας, αλλά και να είναι απολύτως αναγκαία, μετά την εξάντληση άλλων ηπιότερων μέσων. Θα πρέπει, δε, να περιορίζεται στον ελάχιστο δυνατόν βαθμό που είναι απολύτως απαραίτητος, σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας.


»Αυτό που απαιτείται από την ηγεσία της Αστυνομίας είναι η εφαρμογή μιας συντονισμένης στρατηγικής μέτρων πρόληψης και αποτροπής, τα οποία θα συμβάλλουν στη διαμόρφωση ενός πλαισίου στάσεων, επαγγελματικής δεοντολογίας, εκπαίδευσης και επιχειρησιακής οργάνωσης, που θα ελαχιστοποιήσει τα περιστατικά άσκοπης βίας και θα οδηγεί στην τιμωρία των ενόχων όταν συμβαίνουν, καταπολεμώντας το αίσθημα ατιμωρησίας.


»Σημαντικό παραμένει και το ζήτημα της ανάρμοστης συμπεριφοράς αστυνομικών έναντι πολιτών, που συντείνει στη δημιουργία δυσπιστίας των τελευταίων έναντι της Αστυνομίας, καθώς και το θέμα της μεταχείρισης (εξακρίβωσης στοιχείων, σύλληψης, αντιμετώπισης) προσώπων στη βάση του εθνοτικού τους προφίλ. Η Αστυνομία οφείλει να ελέγχει, να αξιολογεί και να τιμωρεί, εκεί όπου απαιτείται, τους λανθασμένους χειρισμούς των μελών της, ενώ ειδικότερα σε σχέση με την απαγόρευση της διενέργειας αστυνομικών ερευνών λόγω εθνοτικού προφίλ, απαιτείται ενίσχυση του περί Αστυνομίας Νόμου».
Φυλακές: Παραμένουν ζητήματα
«Βελτιωμένο παρατηρείται το κλίμα στις Κεντρικές Φυλακές, μετά την ανάληψη καθηκόντων από τη νυν Διεύθυνση Τμήματος Φυλακών. Σημαντικά ζητήματα που παραμένουν, είναι η ανάγκη για εναλλακτική ποινική μεταχείριση προσώπων με νοητική αναπηρία μέσω της ξεχωριστής κράτησής τους, είτε εκτός είτε εντός των Φυλακών, η οποία θα ανταποκρίνεται στις εξατομικευμένες ανάγκες τους.


»Στο ίδιο πλαίσιο απαραίτητη είναι και η ρύθμιση της εναλλακτικής ποινικής μεταχείρισης ουσιοεξαρτωμένων, με τρόπο ώστε να ικανοποιείται η ανάγκη θεραπείας τους. Διαφορετικής ποινικής μεταχείρισης θα πρέπει να τυγχάνουν και πρόσωπα που παραβιάζουν τη μεταναστευτική νομοθεσία, όπως και οφειλέτες αστικών χρεών. Όλα τα πιο πάνω απαιτούν ενέργειες και σε νομοθετικό επίπεδο από τη Βουλή.


»Ο διαχωρισμός κρατουμένων εντός των Κεντρικών Φυλακών, η ανάγκη, δηλαδή, για ξεχωριστή κράτηση και σχεδιασμό προγραμμάτων που να εξυπηρετούν την εξειδικευμένη σωφρονιστική μεταχείριση κατηγοριών κρατουμένων, όπως κρατούμενων που έχουν καταδικαστεί για τη διάπραξη σεξουαλικών αδικημάτων και ανηλίκων ή νεαρών κρατουμένων, συνιστά καίριο ζητούμενο. Με απασχολεί, επίσης, το ζήτημα της διαδικασίας που ακολουθείται για υποχρεωτική μεταφορά και εισαγωγή κρατουμένων των Κεντρικών Φυλακών στο Νοσοκομείο Αθαλάσσας, αφού έχει διαπιστωθεί η απουσία εμπλοκής δικαστικής ή άλλης διαδικασίας που να περιλαμβάνει αυστηρές, τυπικές και ουσιαστικές, δικαιοκρατικές εγγυήσεις για τον κρατούμενο, ο οποίος βρίσκεται σε πολύ ευάλωτη θέση».
Υποχρεωτική ψυχιατρική εξέταση
«Η ανάγκη για ύπαρξη ιδιαίτερης εγρήγορσης σε σχέση με την προστασία των δικαιωμάτων των ατόμων με ψυχικές ασθένειες, εξαιτίας ακριβώς της ευάλωτης θέσης στην οποία βρίσκονται λόγω της κατάστασης της υγείας τους, αποτελεί διαχρονική μου θέση. Στο πλαίσιο αυτά, με απασχολεί ιδιαίτερα η εφαρμογή της νομοθεσίας, στη βάση της οποίας μπορεί να ενεργοποιηθεί διαδικασία υποχρεωτικής εξέτασης και νοσηλείας σε ψυχιατρική πτέρυγα.


»Ειδικότερα, διαφαίνεται ότι δεν διασφαλίζεται το δικαίωμα του εμπλεκόμενου ατόμου να ακουστεί, αυτοπροσώπως ή μέσω αντιπροσώπου, κατά τη διαδικασία. Ούτε και του παρέχεται επαρκής ενημέρωση, τόσο για τη νομιμοποιητική βάση της απόφασης εισαγωγής του, όσο και για τα δικαιώματά του σε σχέση με την προσβολή της νομιμότητας της απόφασης, αλλά και την ουσιαστική επαναξιολόγηση της απόφασης αυτής ανά τακτά χρονικά διαστήματα».
Κλίμα έντασης στη Μενόγεια
«Το Γραφείο μου πραγματοποιεί τακτικές επισκέψεις σε χώρους κράτησης, εν γένει, με βάση τις αρμοδιότητές του ως Ανεξάρτητη Αρχή Πρόληψης των Βασανιστηρίων, υποβάλλοντας παρατηρήσεις και εισηγήσεις, τόσο για τη βελτίωση των συνθηκών κράτησης όσο και τον σεβασμό των δικαιωμάτων των κρατουμένων. Πέραν αυτού, μέσω των παραπόνων που υποβάλλονται, βασικό τομέα ενασχόλησής μου αποτελούν ζητήματα που αφορούν στον Χώρο Κράτησης Μεταναστών στη Μενόγεια (ΧΩΚΑΜ), ο οποίος αποτελεί τον μοναδικό χώρο κράτησης μεταναστών, όπου κρατούνται, πολλές φορές για μεγάλα χρονικά διαστήματα, υπό απέλαση υπήκοοι τρίτων, κυρίως, χωρών.


» Είναι γεγονός ότι, τους τελευταίους μήνες, επικρατεί κλίμα έντασης στο ΧΩΚΑΜ, το οποίο εκδηλώνεται μέσω διαφόρων μορφών διαμαρτυρίας κρατουμένων. Θέση μου είναι ότι η τακτική παρουσία μεταναστευτικών λειτουργών στον χώρο, οι οποίοι θα ενημερώνουν τους κρατουμένους για τη διαδικασία απέλασης, τα βήματα υλοποίησής της και τις συναφείς αποφάσεις, μπορεί να συνεισφέρει αποφασιστικά στον κατευνασμό των εντάσεων που δημιουργούνται. Έχω, δε, κατ’ επανάληψη τονίσει την υποχρέωση για εφαρμογή του μέτρου της κράτησης για σκοπούς απέλασης, μόνο όταν οι προσωπικές συνθήκες της κάθε περίπτωσης αποκλείουν την πρόκριση ηπιότερου εναλλακτικού μέτρου αντί της κράτησης».
Κοφίνου: Υπό συνθήκες καταυλισμού
«Παρότι η Κύπρος ανταποκρίθηκε ικανοποιητικά σε σχέση με τη διάσωση προσφύγων στη θάλασσα και την κάλυψη των πρώτων αναγκών τους, δεν μπορούμε ακόμα να μιλούμε για πλήρη εκπλήρωση της υποχρέωσης για προσφυγική προστασία. Ειδικότερα: Στο Κέντρο Υποδοχής Αιτητών Ασύλου στην Κοφίνου, που αυτή τη στιγμή είναι υπερπλήρες, διαμένουν, υπό συνθήκες καταυλισμού, κοινωνικής απομόνωσης και για μεγάλα χρονικά διαστήματα, ιδιαίτερα ευάλωτες ομάδες αιτητών ασύλου, όπως μικρά παιδιά, γυναίκες μονογονιοί, άνθρωποι με προβλήματα υγείας ή ιδιαίτερα τραυματικό παρελθόν και άνθρωποι με διαφορετικό εθνοτικό ή θρησκευτικό υπόβαθρο.


»Υπό αυτές τις συνθήκες, απαιτούνται αποτελεσματικά και εξατομικευμένα μέτρα στήριξης των προσώπων, αλλά και εξαιρετικά ευαίσθητοι χειρισμοί, ώστε να αποφεύγονται εντάσεις μεταξύ τους. Παράλληλα, χρειάζεται η επιτάχυνση και ομαλοποίηση της ένταξης των προσώπων αυτών στην ευρύτερη κοινότητα, με πλήρη πρόσβαση σε δικαιώματα, ώστε να αποτραπεί ο κίνδυνος περιθωριοποίησής τους.
»Παρότι η πρόσβαση των κατόχων διεθνούς προστασίας στα κοινωνικά δικαιώματα είναι, με βάση τη νομοθεσία, ισότιμη με αυτήν των Κύπριων πολιτών, παρουσιάζει στην πράξη δυσχέρειες που καθιστούν την πρόσβαση προβληματική και ουσιαστικά ελλιπή, ιδίως όσον αφορά στην πρόσβαση στην αγορά εργασίας, στην κοινωνική πρόνοια και στην υγεία. Σε σχέση ειδικότερα με τους κατόχους συμπληρωματικής προστασίας, ιδιαίτερα προβληματικό παραμένει το ζήτημα της μη πρόσβασής τους στο δικαίωμα για οικογενειακή επανένωση, καθώς και της παραχώρησης προς αυτούς κατάλληλου ταξιδιωτικού εγγράφου.


»Όσον αφορά στους αιτητές ασύλου, οι υλικές συνθήκες υποδοχής τους καλύπτονται είτε μέσω της υποχρεωτικής και παρατεταμένης παραμονής τους στο Κέντρο Υποδοχής, είτε μέσω της μερικής κάλυψης ενοικίου και της παραχώρησης μικροποσού και ειδικών “κουπονιών”, χωρίς να προνοείται η κάλυψη των αναγκών προσώπων με ειδικές περιστάσεις (π.χ. άτομα με αναπηρία ή ασθένεια). Προβληματική παραμένει και η πρόσβασή τους στις υπηρεσίες υγείας, καθώς και η παραπομπή τους σε τομείς απασχόλησης με υψηλή ευαλωτότητα στο ενδεχόμενο εκμετάλλευσης.
»Σημαντικό ζήτημα, που παραμένει σε εκκρεμότητα, είναι η ανάγκη για την υιοθέτηση και τη δέσμευση για εφαρμογή ενός πλαισίου δράσης σε σχέση με τους ανιθαγενείς (stateless), στο οποίο θα ορίζεται η διαδικασία και τα κριτήρια αναγνώρισης ενός προσώπου χωρίς ιθαγένεια, ο τύπος και το περιεχόμενο των δικαιωμάτων του, και οι τρόποι διατμηματικής συνεργασίας, μεταξύ των εμπλεκόμενων υπηρεσιών. Αναγκαία προς τον σκοπό αυτό είναι και η προσχώρηση της Κύπρου στη Διεθνή Σύμβαση για το Καθεστώς των Ανιθαγενών του 1954, η οποία εκκρεμεί ενώπιον της Βουλής».
Κανένα σχέδιο ένταξης μεταναστών
«Παρά το γεγονός ότι ένας στους πέντε νόμιμους κατοίκους είναι μη-Κύπριοι, κανένα σχέδιο πολιτικής ένταξης μεταναστών δεν έχει έως τώρα εφαρμοστεί. Η απουσία ενός τέτοιου ολοκληρωμένου, περιεκτικού και εφαρμόσιμου σχεδίου, αποτελεί την πρώτη και την πιο έντονη παρατήρηση που καταγράφουν κατά τα τελευταία χρόνια όλοι οι διεθνείς οργανισμοί που αξιολογούν την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Κύπρο. Στην πιο πάνω απουσία, προστίθεται και το γεγονός ότι επιμέρους πρόνοιες, ρυθμίσεις ή πρακτικές που διαμορφώνουν το ευρύτερο μεταναστευτικό πλαίσιο καθιστούν εξαιρετικά δυσχερή, ατελέσφορη και αποθαρρυντική την όποια προσπάθεια ένταξης των μεταναστών. Ενδεικτικές είναι:
*Οι χωρίς νομοθετική σαφήνεια και καθαρότητα, δαπανηρές και ιδιαίτερα χρονοβόρες διαδικασίες απόκτησης της κυπριακής ιθαγένειας (μέσος χρόνος εξέτασης αιτήσεων 7-8 έτη),
*Η πάρα πολύ περιορισμένη πρόσβαση μεταναστών στο καθεστώς του επί μακρόν διαμένοντος (μόνο σε 414 άτομα από το 2009 έως το 2014),
*Η μη θεσμοθέτηση των δικαιωμάτων των αλλοδαπών που είναι μέλη (π.χ. γονείς ή σύζυγοι ή ενήλικα τέκνα) οικογενειών Κυπρίων,
*Η περιορισμένη πρόσβαση των μεταναστών σε τομείς απασχόλησης ή η περιορισμένη χρονικά πρόσβασή τους σε αυτούς,
*Η απουσία στοχευμένων προγραμμάτων ένταξης, σε σχέση π.χ. με τις οικιακές εργαζόμενες ή τους κατόχους διεθνούς προστασίας.
»Ιδιαίτερα προβληματική είναι, επίσης, η απροθυμία των μεταναστευτικών Αρχών να αναγνωρίσουν ότι, οικογένειες που διαμένουν στην Κύπρο για μεγάλο χρονικό διάστημα (πέραν των 10 ετών) και είναι εδραιωμένες και ενταγμένες στην κυπριακή πραγματικότητα, έχοντας αναπτύξει σημαντικούς κοινωνικούς, οικονομικούς ή εργασιακούς δεσμούς με τη χώρα κι έχοντας μεταφέρει εδώ το σύνολο των βιοτικών στους σχέσεων, θα πρέπει να τακτοποιηθούν νομικά. Αυτό που επιβάλλεται είναι η αποδοχή ότι κάποια πρόσωπα μεταναστευτικής προέλευσης ήρθαν, εδραιώθηκαν και θα παραμείνουν εδώ, άρα είναι μη απελάσιμα, και ως εκ τούτου θα πρέπει να διευκολυνθούν, με θεσμικά ρυθμισμένο τρόπο, στη συνέχιση μιας παραμονής νομικά τυπικής που θα τους διασφαλίζει βασικά ανθρώπινα δικαιώματα».
Παιδιά ενός... κατώτερου θεού
«Στην Κύπρο γεννιούνται ή μεγαλώνουν, φοιτούν σε σχολεία και κοινωνικοποιούνται παιδιά με μεταναστευτική καταγωγή, γεγονός που καθιστά ιδιαίτερα προβληματική την απουσία ολοκληρωμένου θεσμικού πλαισίου ένταξης και δικαιωμάτων των παιδιών αυτών. Ειδικότερες αδυναμίες εντοπίζονται σε ζητήματα όπως το καθεστώς παραμονής των παιδιών και των οικογενειών τους, την προστασία τους από απέλαση, την πρόσβασή τους σε ιθαγένεια, την πρόσβασή τους σε υπηρεσίες υγείας και κοινωνικής πρόνοιας, τη δυνατότητά τους να εγγραφούν σε δημόσια πανεπιστήμια χωρίς τους όρους που επιβάλλονται σε άλλους υπηκόους τρίτων χωρών (π.χ. δίδακτρα), την πρόσβασή τους σε εργασία κλπ.
»Σε σχέση με την ομαλή ένταξη στην εκπαίδευση παιδιών με μεταναστευτική καταγωγή, απαιτείται η αναγκαία προσαρμογή του εκπαιδευτικού συστήματος και η λήψη ενισχυτικών μέτρων στήριξης των αλλόγλωσσων μαθητών. Τα μέτρα αυτά θα πρέπει να υποστηρίζονται από τους απαραίτητους πόρους και να τυγχάνουν συνεχούς αξιολόγησης ως προς τη συμβατότητά τους με τους εκπαιδευτικούς στόχους, την ίση μεταχείριση και την προστασία της ευάλωτης αυτής ομάδας του σχολικού πληθυσμού. Θα πρέπει παράλληλα να αποφεύγονται πρακτικές “γκετοποίησης” και να ελαχιστοποιούνται οι πιθανότητες πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου.
»Όσον αφορά στα παιδιά των προσφύγων που διαμένουν στο απομονωμένο περιβάλλον του Κέντρου Υποδοχής Κοφίνου, θα πρέπει να ληφθούν ακόμα πιο στοχευμένα μέτρα, όπως η σωστή προετοιμασία των σχολείων από άποψη δομών και εξειδικευμένου προσωπικού (διερμηνείς/ψυχολόγους), η συνεργασία με τις τοπικές κοινότητες και η σφαιρική αντιμετώπιση των πολλαπλών προβλημάτων που αντιμετωπίζουν τα παιδιά αυτά και οι οικογένειές τους. Τα μέτρα αυτά θα πρέπει να λάβουν έναν πιο μόνιμο και σταθερό χαρακτήρα. Παράλληλα, θεσμικές και υλικές ελλείψεις παρατηρούνται και σε σχέση με τη στήριξη και νομική εκπροσώπηση των ασυνόδευτων ανήλικων αιτητών ασύλου, οι οποίοι βρίσκονται υπό τη νομική ευθύνη των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας».
Η εμπορία ανθρώπων καλά κρατεί...
«Η εμπορία ανθρώπων εξακολουθεί να συνιστά μιαν από τις πιο σοβαρές μορφές παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στον τόπο μας. Το συνεχώς μεταβαλλόμενο αυτό έγκλημα περιλαμβάνει τη σεξουαλική εκμετάλλευση, την εργασιακή εκμετάλλευση, την πώληση παιδιών για σκοπούς υιοθεσίας, την εμπορία οργάνων, τους εξαναγκαστικούς γάμους, την επαιτεία, την εξαπάτηση φοιτητών κλπ. Ταυτόχρονα, παρατηρούνται εκτεταμένα και άλλες σοβαρές μορφές εργασιακής εκμετάλλευσης, που δεν εμπίπτουν στον στενό ορισμό της εμπορίας, αλλά αποτελούν ιδιαίτερα σοβαρές μορφές παραβίασης δικαιωμάτων. Ιδιαίτερα ευπαθείς ομάδες αποτελούν οι οικιακές εργάτριες, οι εργάτες στον γεωργικό/ κτηνοτροφικό τομέα, στην τουριστική βιομηχανία και οι εποχικοί εργάτες.
»Για την καταπολέμησή του φαινομένου, επιβάλλονται κυρίως (α) η νομική/θεσμική ρύθμιση επιμέρους συναφών θεμάτων (π.χ. μεταναστευτικές διαδικασίες, εργασιακά δικαιώματα, ισότητα φύλων), (β) η εντατικοποίηση της πρόληψης, ιδίως όσον αφορά στην ποινική ευθύνη των πελατών/χρηστών, (γ) η ενίσχυση του στηρικτικού και προστατευτικού πλαισίου των θυμάτων και (δ) η ενδυνάμωση των δημόσιων λειτουργών “πρώτης γραμμής” για σκοπούς έγκαιρης αναγνώρισης και παραπομπής των υποθέσεων».
Η ρατσιστική βία και ρητορική
«Ένας σημαντικός πυλώνας δράσης του Γραφείου μου αφορά στην εφαρμογή των νομοθετικών προνοιών που ποινικοποιούν τη ρατσιστική ρητορική και τη ρατσιστική βία, σε οποιοδήποτε κοινωνικό χώρο ή περιβάλλον κι αν εκδηλώνεται (π.χ. κοινωνία, σχολείο, γήπεδα, ΜΜΕ, διαδίκτυο). Μας απασχολεί, επίσης, ιδιαίτερα το ζήτημα της αποτροπής, αντιμετώπισης και τιμωρίας των εγκλημάτων μίσους εναντίον Τουρκοκυπρίων. Επιπρόσθετα, επιθυμούμε να αναδειχθεί και να εμπεδωθεί στην πράξη, μια κουλτούρα συναίσθησης και εκτίμησης των επιβλαβών συνεπειών που έχει ο ξενοφοβικός, σεξιστικός ή ομοφοβικός λόγος, όταν αυτός εκφέρεται στη δημόσια σφαίρα από πολιτικά πρόσωπα, συμπεριλαμβανομένων και βουλευτών.


»Παράλληλα, φαίνεται να προκύπτει ανάγκη για υιοθέτηση νέας αντιρατσιστικής νομοθεσίας, που θα ρυθμίζει κατά τρόπο ενιαίο, συνολικό και καθολικό όλα τα ζητήματα που άπτονται της πρόληψης, αποτροπής, ανίχνευσης, αντιμετώπισης και τιμωρίας εγκλημάτων μίσους και στήριξης των θυμάτων, με παράλληλη εξειδίκευση των διακριτών ομάδων που θυματοποιούνται στη χώρα μας, όπως είναι κυρίως οι Τουρκοκύπριοι, οι μετανάστες και τα ΛΟΑΤΙ άτομα».
Έλλειμμα προστασίας ΛΟΑΤΙ ατόμων
«Παρά τις πολύ θετικές εξελίξεις που έχουν σημειωθεί στον τομέα αυτό, επικρατεί ακόμα έλλειμμα θεσμικής και κοινωνικής προστασίας αλλά και ισότητας έναντι των ΛΟΑΤΙ ατόμων. Βασικά ζητήματα που μας απασχολούν είναι η νομική αναγνώριση της ταυτότητας φύλου διεμφυλικών (τρανς) ατόμων, καθώς επίσης και η θεσμική ρύθμιση του ομοφοβικού και τρανσφοβικού αδικήματος μέσα από την εισαγωγή νομοθετικών προβλέψεων που θα ποινικοποιούν τέτοια αδικήματα, τη δημιουργία συστήματος καταγραφής των περιστατικών και την εξειδικευμένη εκπαίδευση των αστυνομικών».
Η αθέατη βία κατά γυναικών
«Το Γραφείο μου έχει ασχοληθεί έντονα με το ζήτημα της έμφυλης βίας σε διάφορες εκφάνσεις του, όπως η ενδοοικογενειακή βία, η σεξουαλική βία και η παρενοχλητική παρακολούθηση. Βασική αδυναμία που εντοπίζεται είναι η απουσία στοχευμένης προσέγγισης στη βάση του φύλου, ενώ προφανής είναι επίσης η έλλειψη επαρκών δομών στήριξης των θυμάτων, η ανυπαρξία μηχανισμών έγκαιρης διατμηματικής συνεργασίας για ανίχνευση κινδύνου και παροχή ασφάλειας, και η περιορισμένη συλλογή στατιστικών δεδομένων.


»Η όσο το δυνατόν πιο σύντομα κύρωση και εφαρμογή της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης θα συμβάλει προς τη βελτίωση της κατάστασης, νοουμένου ότι το ζήτημα θα προσεγγιστεί κατά τρόπο συστηματικό, διεπιστημονικό και συντονισμένο. Παράλληλα, απαιτείται η απο-νομιμοποίηση της καθημερινής, αθέατης ή υποτιμημένης συχνά βίας εναντίον των γυναικών, μέσα από την αποδόμηση στάσεων και δομών, που την εκτρέφουν και την ενισχύουν».
Υπηκοότητα σε παιδιά Τουρκοκυπρίων
«Ο χειρισμός αιτημάτων παιδιών Τουρκοκυπρίων για απόκτηση της κυπριακής υπηκοότητας είναι συχνά προβληματικός, δεδομένης κυρίως της κατ’ εξακολούθηση καθυστέρησης στην εξέτασή τους. Απαιτείται η ολοκλήρωση, εντός λογικού χρονικού πλαισίου, της διαδικασίας εξέτασης αιτημάτων, η παραχώρηση της κυπριακής υπηκοότητας σε όλες τις περιπτώσεις όπου πληρούνται τα εφαρμοστέα κριτήρια και η υιοθέτηση πρακτικής ενημέρωσης των επηρεαζομένων για την πορεία εξέτασης των αιτημάτων τους, καθώς και για την τελική έκβασή τους».
Η βασική ευθύνη του Επιτρόπου
«Ο Επίτροπος Διοικήσεως και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ενώ πρωταρχικά λειτούργησε ως μηχανισμός ελέγχου της νομιμότητας και των αρχών της χρηστής διοίκησης, με τη διαχρονική ανάθεση σε αυτόν νέων αρμοδιοτήτων, έχει μετασχηματισθεί σε ένα ολοκληρωμένο φορέα, με πολλαπλές και παράλληλες αρμοδιότητες, για την προστασία, προαγωγή και επέκταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και την προάσπιση του κράτους δικαίου και της κοινωνικής δικαιοσύνης. Ειδικότερα, ο Επίτροπος ασκεί πλέον τις διακριτές αρμοδιότητες του Επιτρόπου Διοικήσεως, της Αρχής Κατά των Διακρίσεων, της Αρχής Ισότητας στην Εργασία, του Εθνικού Μηχανισμού Πρόληψης των Βασανιστηρίων, του Μηχανισμού Παρακολούθησης της Εφαρμογής της Σύμβασης για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρία και του Εθνικού Οργανισμού Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.


»Βασική ευθύνη του εκάστοτε Επιτρόπου Διοικήσεως και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων είναι να υπενθυμίζει την υποχρέωση του κράτους να αξιολογεί και να συνεκτιμά τον αντίκτυπο που οποιαδήποτε πολιτική ή μέτρο μπορεί να επιφέρει στα δικαιώματα των πολιτών και στην ποιότητα της ζωής τους. Αυτό που πρέπει να διασφαλίζεται είναι η προστασία ενός ελάχιστου εγγυημένου επίπεδου αξιοπρεπούς διαβίωσης και δικαιωμάτων για όλους τους πολίτες χωρίς διακρίσεις και ότι αυτό το επίπεδο μέσα στα χρόνια ενισχύεται και ενδυναμώνεται».