Αναλύσεις

Συνταγματάρχης (ΜΧ) Ανδρέας Αρέστη, Α.Μ.2329

... άγνωστος ήρωας του 1974
Την Κυριακή, 26 Ιουνίου 2016, για πρώτη φορά στην ιστορία της Κυπριακής Δημοκρατίας, απονεμήθηκε η ύψιστη στρατιωτική διάκριση, το Χρυσό Αριστείο Ανδρείας, στον Συνταγματάρχη Μηχανικού Ανδρέα Αρέστη, ο οποίος έπεσε μαχόμενος κατά την τουρκική εισβολή στις 22 του Ιούλη 1974 στον Λιμνίτη.


Από τα Κελοκέδαρα της Πάφου, ο τότε υποδιοικητής του 70 Τάγματος Μηχανικού, Λοχαγός Ανδρέας Αρέστη έμελλε να είναι ο πρώτος νεκρός του τάγματός του. Το οξύμωρο και ειρωνικό είναι ότι δεν έπεσε μαχόμενος με το τάγμα του αλλά σε μια επιχείρηση αυτοκτονίας με το 261 Τάγμα Πεζικού, την οποία ενσυνείδητα και γνωρίζοντας τον κίνδυνο ανέλαβε.
Από μικρός έδειχνε ότι δεν φοβόταν τον θάνατο, ότι το έλεγε η καρδιά του. Στα μαθητικά του χρόνια έλαβε ενεργό μέρος στον αγώνα της ΕΟΚΑ και στα 17 του συλλαμβάνεται από τους Άγγλους ενώ μεταφέρει αυτοσχέδιες βόμβες. Φυλακίζεται στις κεντρικές φυλακές στη Λευκωσία. Αποφυλακίζεται μετά από δύο χρόνια και δαιδαλώδεις προσπάθειες συγγενών και φίλων, που επικαλέστηκαν το νεαρό της ηλικίας του. Με την αποφυλάκισή του γύρισε στα θρανία και αποφοίτησε από το Γυμνάσιο Πάφου το 1960.
Το 1961 κατατάχθηκε στον νεοσύστατο Κυπριακό Στρατό. Εκπαιδεύτηκε σε Κύπρο και Ελλάδα και πήρε τον βαθμό του ανθυπολοχαγού. Τον Δεκέμβριο το 1963, κατά την Τουρκοανταρσία, έλαβε μέρος στις μάχες της Λευκωσίας και τον Αύγουστο του 1964 στις μάχες της Τηλλυρίας. Με την ίδρυση της Εθνικής Φρουράς, το 1964, τοποθετήθηκε στον 70 Λόχο Μηχανικού, το μετέπειτα 70 Τάγμα Μηχανικού.
Το πραξικόπημα τον βρίσκει λοχαγό και υποδιοικητή του 70 Τάγματος Μηχανικού. Με το που εκδηλώνεται το πραξικόπημα οι Χουντικοί, φοβούμενοι την αντίδρασή του, αλλά πολύ περισσότερο την επιρροή του πάνω στους στρατιώτες του τάγματος που του ήταν πιστοί, τον περιορίζουν και απομονώνουν από τη διοίκηση του τάγματος.
Παραμονές του «Αττίλα», 19 Ιουλίου του 1974, του δόθηκε από το ΓΕΕΦ φάκελος «γ», με τον οποίο έπαιρνε διαταγή να παρουσιαστεί στο 261 Τάγμα Πεζικού στη Γαληνή. Αξίζει να σημειωθεί ότι, όταν ένας αξιωματικός παίρνει φάκελο «γ» μετακινείται σε γενική, επιτελική θέση είτε σε μονάδα του ιδίου όπλου όχι σε μονάδα άλλου όπλου.
Το ίδιο βράδυ που ο Λοχαγός Ανδρέας Αρέστης μετακινείται «άρον-άρον» στο 261ΤΠ. Το τάγμα του, το 70 Τάγμα Μηχανικού, μεταφέρεται στην Κερύνεια μεν, αλλά τους απαγορεύεται να στρώσουν τα προβλεπόμενα ναρκοπέδια στην ακτή του «Πέντε Μίλι», όπου στις 5.30 το πρωί του Σαββάτου, 20 Ιουλίου 1974, αποβιβάστηκε η ταξιαρχία «Τσιακμάκ» με το 50 Σύνταγμα Καραογλάνογλου της 39ης Μεραρχίας του Αττίλα.
Άραγε θα υπάκουε σε τέτοια διαταγή ο Λοχαγός; Βεβαιότατα και όχι. Για αυτό τον ξαπέστειλαν στο 261 ΤΠ. Θα έκαναν άραγε απόβαση οι Τούρκοι, εάν ο Λοχαγός Ανδρέας Αρέστης παρέμενε στην διοίκηση του 70 Τάγματος Μηχανικού; Ήταν καθαρό ότι όχι μόνο ετιμωρείτο για τα δημοκρατικά και πατριωτικά του φρονήματα, αλλά και αποκοπτόταν, όπως και κατά το πραξικόπημα, από τη διοίκηση του τάγματος για να προχωρήσει η Προδοσία ακάθεκτη.
Αγέρωχος, απτόητος, εμπράκτως και όχι σε λόγια κήρυκας του «...την πατρίδα ουκ ελάττω παραδώσω...», ο Λοχαγός Ανδρέας Αρέστης παρουσιάστηκε στη Γαληνή, στην έδρα του 261 ΤΠ. Εκεί συνάντησε γύρω στους 300 στρατιώτες, ακέφαλους, χωρίς κανένα άλλο ανώτερο αξιωματικό. Ο «καλαμαράς» διοικητής άφαντος. Έκοβε βόλτες στα γύρω χωριά με το αυτοκίνητό του. Ο Λοχαγός οργάνωσε και επάνδρωσε τα φυλάκιά του και με συχνές επισκέψεις εμψύχωνε τους στρατιώτες του.
Στης 22 Ιουλίου 1974 τού δόθηκε διαταγή να καταλάβει το Τουρκοκυπριακό χωριό Λιμνίτης. Αν και γνώριζε ότι με τα λιγοστά μέσα και τον οπλισμό που είχε αυτό ήταν ακατόρθωτο, πιστός στον όρκο του και τιμώντας τη στολή του Έλληνα Αξιωματικού την οποία φορούσε, ανέλαβε την αποστολή.


Μια αποστολή η οποία πολύ καλά γνώριζε ότι ήταν αποστολή αυτοκτονίας. Εδώ φάνηκε η Τόλμη, η Ανδρεία, η Λεβεντιά και η Ανθρωπιά του Ανδρέα Αρέστη. Εξηγεί στους στρατιώτες του την αποστολή και την επικινδυνότητά της. Ζητά εθελοντές και από αυτούς διαλέγει μόνο τους ανύπαντρους.
Παρ' όλες τις αντιξοότητες η επιχείρηση αρχικά εξελισσόταν με επιτυχία, κάμπτοντας τις τουρκικές θέσεις. Εκεί, στον Λιμνίτη, στις 22 του μαύρου Ιούλη του '74, μαχόμενος υπέρ πίστεως και πατρίδας, υπέρ βωμών και εστιών, για μια Κύπρο Ελεύθερη και Ελληνική, έμελλε να βρει την αθανασία ο 34χρονος Λοχαγός Ανδρέας Αρέστη. Κτυπήθηκε θανάσιμα στη μάχη.


Μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο στην Μόρφου, όπου απλώς διαπιστώθηκε ο θάνατός του. Έφυγε αφήνοντας πίσω του γυναίκα, τη Γιαννούλα, και δύο ανήλικα παιδιά, τη Μόνικα και τον Παναγιώτη, 9 και 5 χρονών. Η σορός του ενταφιάστηκε, κατά πάσα πιθανότητα, στο Νέο Κοιμητήριο Μόρφου, ενώ υπάρχει και κενοτάφιο προς τιμήν του στον Τύμβο Μακεδονίτισσας.


Μετά θάνατον τού απονεμήθηκε «Τιμής Ένεκεν» ο βαθμός του Ταγματάρχη και το 2007 προήχθη «Επί Ανδραγαθία» στον βαθμό του Συνταγματάρχη. Τη μεγαλύτερη όμως τιμή και αναγνώριση πήρε ο Λοχαγός Ανδρέας Αρέστης από την αγάπη και εκτίμηση των στρατιωτών του, που θέλουν και κρατούν άσβεστη τη μνήμη του και από εμάς που τόσο λίγο τον γνωρίσαμε, τόσο πολύ τον αγαπήσαμε και ποτέ δεν θα ξεχάσουμε.
Κάθε 22 του Ιούλη δεν σε κλαίμε, σε γιορτάζουμε, δεν σε μοιρολογάμε, σε θαυμάζουμε, είσαι φάρος φωτεινός που φωτίζεις τις ζωές μας, το λάδι στο καντήλι από το οποίο αντλούμε δύναμη να συνεχίσουμε τον δρόμο που χάραξες με αίμα μέχρι να λευτερωθούμε.
«...απ' τα κόκαλα βγαλμένη των Ελλήνων τα ιερά,
και σαν πρώτα ανδρειωμένη, χαίρε ω χαίρε, λευτεριά».
Ελαφρύ το χώμα που σε σκεπάζει, θείε.
Αφιέρωμα από αναγνώστη της εφημερίδας μας