Ενέργεια

O ρόλος του μυστικιστή Ιμάμη

ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΑ ΠΟΓΚΡΟΜ ΔΙΩΞΕΩΝ ΣΕ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ, ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ, ΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΣΩΜΑ ΚΑΙ ΣΤΡΑΤΟ
Η παγκόσμια δράση του Κινήματος Γκιουλέν από το 1960 και η πορεία των σχέσεών του με την κυβέρνηση Ερντογάν από το 2000 μέχρι και το αποτυχημένο πραξικόπημα.
«2.000 εκπαιδευτικά ιδρύματα σε 140 χώρες διαθέτει η Συμμαχία Κοινών Αξιών»
«Θα ξεριζώσουμε το κίνημα Γκιουλέν, ώστε να μην μπορέσει ποτέ να προδώσει ξανά τη χώρα», τόνισε ο Γιλντιρίμ
«Τα Σκάνδαλα εναντίον στενού κύκλου του Ερντογάν, τα οποία απεκάλυψαν γκιουνελιστές δικαστές, ξεχείλισαν το ποτήρι»

Λίγες μέρες πριν από το πραξικόπημα στην Τουρκία, ο Πρωθυπουργός της χώρας Μπιναλί Γιλντιρίμ, μιλώντας στην Ακαδημία Πολιτικής του ΑΚΡ, αναφέρθηκε σε «μυστικά κέντρα εξουσίας», τα οποία μοιράζονταν την εξουσία με τις κυβερνήσεις της Τουρκίας. «Με αυτά τα κέντρα πολέμησαν οι κυβερνήσεις του ΑΚΡ και γι' αυτό αντιμετώπισαν κινήσεις αποσταθεροποίησης, οι οποίες εκπορεύονταν από αυτά», δήλωσε χαρακτηριστικά, φωτογραφίζοντας ουσιαστικά το Κίνημα του περιβόητου ιμάμη Γκιουλέν.


Μετά την αποτυχία του πραξικοπήματος, ο ίδιος ο Πρόεδρος της Τουρκίας έστρεψε δημόσια τα πυρά του εναντίον των οπαδών του Γκιουλέν, τον οποίον και κατηγόρησε για συνωμοσία με σκοπό την ανατροπή του, κάνοντας λόγο για «παράλληλη φατρία στον στρατό». Από την πλευρά του ο Γκιουλέν αρνείται κάθε ανάμειξη στο πραξικόπημα, κατηγορώντας μάλιστα τον Τούρκο Πρόεδρο ότι «έχει δηλητηριαστεί από την εξουσία».


Η διαμάχη Ερντογάν-Γκιουλέν απειλεί να διαταράξει και τις σχέσεις ΗΠΑ-Τουρκίας, αφού ο Ερντογάν ζητά επίσημα πλέον από την Ουάσιγκτον να του παραδώσουν τον εξόριστο ιμάμη. Στο παρόν άρθρο θα ακολουθήσουμε τα χνάρια του Φετουλάχ Γκιουλέν, εξετάζοντας την εξέλιξη των σχέσεών του με τον Ερντογάν, ξετυλίγοντας το κουβάρι των εξελίξεων μέχρι και το πραξικόπημα.
Διανοούμενος με επιρροή
Ο μουσουλμάνος ιμάμης Φετουλάχ Γκιουλέν γεννήθηκε το 1941 και μεγάλωσε στην Τουρκία. Θεωρείται ο πνευματικός κληρονόμος του ιδρυτή της αδελφότητας σούφι -του Σαΐντ Νουρσί (1876 - 1960)- και χαρακτηρίστηκε από το Foreign Policy ως ένας από τους «διανοούμενους με τη μεγαλύτερη επιρροή παγκοσμίως». Η απαρχή της δράσης του εντοπίζεται ήδη από τις δεκαετίες του ‘60 και του ‘70, που στόχο έχει την κήρυξη του μυστικιστικού σουφισμού, που θα βασίζεται, όπως ισχυρίζεται, στη συνεργασία και την ανοχή. «Απόστολος» ιδεών αυτών είναι το Κίνημά του με τίτλο «Συμμαχία Κοινών Αξιών».


Σε γενικές γραμμές, ο ίδιος θεωρεί τη νεωτερικότητα συμβατή με το Ισλάμ και, πάνω απ' όλα, υπογραμμίζει τη σημασία της εκπαίδευσης έξω από τα θρησκευτικά σχολεία. Σύμφωνα με τη Monde Diplomatique, οι οπαδοί του παρομοιάζονται συχνά με τους Ιησουίτες, αλλά και με τους προτεστάντες ιεραπόστολους, με το Opus Dei, ακόμα και με τους μασόνους.
Τα σχολεία Γκιουλέν
Ένας από τους λόγους για τους οποίους είναι διάσημο το Κίνημα Γκιουλέν είναι η δραστηριοποίησή του στον τομέα της εκπαίδευσης. Εκτός από τη μεγάλη επιρροή που ασκεί στο εσωτερικό της Τουρκίας, το Κίνημα έχει εξαπλωθεί ραγδαία και στο εξωτερικό, σε χώρες όπως το Πακιστάν, ακόμη και στις Ηνωμένες Πολιτείες. Το κίνημα διαθέτει 2.000 εκπαιδευτικά ιδρύματα σε 140 χώρες παγκοσμίως.


Συγκεκριμένα, στις ΗΠΑ λειτουργεί και χρηματοδοτεί σήμερα ένα δίκτυο, το μεγαλύτερο της χώρας, στο οποίο εντάσσονται περισσότερα από 100 σχολεία. Το συγκεκριμένο εκπαιδευτικό σύστημα δίνει έμφαση στα μαθηματικά και στην επιστήμη, ενώ διαμηνύει ότι αποφεύγει τον προσηλυτισμό. Σύμφωνα με την ανταποκρίτρια των «Νew York Times» Σαμπρίνα Ταβερνίς, που ασχολήθηκε με το θέμα των πακιστανικών σχολείων του Γκιουλέν το 2008, «Συνταγογραφούν ένα ισχυρό πρόγραμμα σπουδών δυτικού τύπου, με μαθήματα τα οποία διδάσκονται στα αγγλικά - μαθηματικά, επιστήμη, αγγλική λογοτεχνία και Σαίξπηρ».


Η ίδια σημειώνει πως «δεν διδάσκουν θρησκευτικά πέραν της μίας τάξης στις ισλαμικές σπουδές που απαιτούνται από το κράτος. Σε αντίθεση, ωστόσο, με τα βρετανικού τύπου ιδιωτικά σχολεία, ενθαρρύνουν την εκμάθηση του Ισλάμ στους κοιτώνες τους, με τους δασκάλους να δίνουν το παράδειγμα του τρόπου ζωής και της προσευχής. Κυρίαρχο σύνθημα του Γιουλέν είναι «πρώτα το σχολείο, μετά το τζαμί».
Διαθρησκευτική συνεργασία
Στην πλειοψηφία τους, οι Γκιουλενιστές πιστεύουν, όπως και οι Κεμαλιστές, στην κοσμική δημοκρατία και σε ορισμένα ζητήματα διαθέτουν «προοδευτικές απόψεις». Ένα από αυτά μπορεί να θεωρηθεί, για τα δεδομένα της Τουρκίας, η ανοχή στην κοινή εκπαίδευση αγοριών και κοριτσιών στα σχολεία Γκιουλέν. Το Κίνημα τάσσεται, επιπλέον, υπέρ της διαθρησκευτικής συνεργασίας, με τον Γκιουλέν να διατηρεί καλές σχέσεις με τον Πάπα Ιωάννη Παύλο. Για τον λόγο αυτόν κατηγορήθηκε κατά καιρούς από συντηρητικούς μουσουλμανικούς κύκλους της Τουρκίας.
«Εισβολή» κληρικών
Επιπλέον, το εκτεταμένο δίκτυο Γκιουλέν στις ΗΠΑ αποτέλεσε αντικείμενο έντονης κριτικής, τόσο από αντι-ισλαμικές ομάδες που αντιτάσσονται στην αυξανόμενη επιρροή μουσουλμάνων κληρικών στο εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας, έστω και αν τα σχολεία αυτά διαθέτουν κοσμική ατζέντα, όσο και από κυβερνητικές υπηρεσίες που κάνουν λόγο για παράνομη μετακίνηση χρημάτων.


Συγκεκριμένα, οι επικριτές του Κινήματος ισχυρίζονται ότι τα σχολεία αυτά έχουν ως απώτερο στόχο την αντικατάσταση των εκπαιδευτικών των ΗΠΑ με Τούρκους μετανάστες, οι οποίοι στη συνέχεια αναμένεται να επιστρέψουν χρήματα σε οργανώσεις προσκείμενες στον Γκιουλέν. Αυτό οδήγησε στη διεξαγωγή ερευνών από το FBI, το Υπουργείο Εργασίας και το Υπουργείο Εκπαίδευσης της χώρας και διαπιστώθηκαν παράνομες συνδιαλλαγές.
Οι πρώτες κατηγορίες
Παρά τις τυμπανοκρουσίες του Γκιουλέν περί «πίστης στη δημοκρατία και τον νεωτερισμό», διάφοροι κοσμικοί κριτικοί στην Τουρκία επιτέθηκαν εδώ και καιρό στο κίνημα, χαρακτηρίζοντάς το ως Δούρειο Ίππο που στόχο έχει την επιβολή ενός πιο ριζοσπαστικού Ισλάμ. Κατά τη δεκαετία του 1980, οι Τούρκοι στρατηγοί, που εκείνη την εποχή είχαν υπό τον έλεγχό τους την κυβέρνηση έπειτα από ένα άλλο στρατιωτικό πραξικόπημα, κατηγόρησαν δημόσια τον Γκιουλέν ότι σχεδίαζε μια ανατροπή, προκειμένου να εγκαθιδρύσει μια ισλαμική δικτατορία.


Όπως εξηγεί ο Μουράτ Μπιλγινκάν στο αραβικό δίκτυο Al-Monitor, ο Γκιουλέν τράπηκε σε φυγή για περίπου έξι χρόνια μέχρι να συλληφθεί. Τελικά κατάφερε να απελευθερωθεί χάρη στην υποστήριξη του τότε πρωθυπουργού Τουργκούτ Οζάλ, ο οποίος μετά τον Ψυχρό Πόλεμο υποστήριξε τις προσπάθειες Γκιουλέν για ίδρυση σχολείων στις νέες τουρκικές δημοκρατίες που προέκυψαν από τη Σοβιετική Ένωση.
Διαφυγή στις ΗΠΑ
Το 2000 η τουρκική κυβέρνηση, υπό την ηγεσία του ενορχηστρωτή της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο Μπουλέτ Ετσεβίτ, κατηγόρησε εκ νέου τον Γκιουλέν για προσπάθεια υπονόμευσης του κοσμικού χαρακτήρα του τουρκικού κράτους, με σκοπό την εγκατάσταση μιας ισλαμικής δικτατορίας. Υπενθυμίζεται ότι ο κοσμικός χαρακτήρας της Τουρκίας αποδίδεται στον Μουσταφά Κεμάλ (Ατατούρκ), ο οποίος ίδρυσε το 1922 την Τουρκική Δημοκρατία, αφού πρώτα γενοκτόνησε όλους τους χριστιανικούς πληθυσμούς (Αρμένιους, Πόντιους, Ασσύριους) που ζούσαν τότε στην τουρκική ενδοχώρα. Εν τω μεταξύ, έναν χρόνο νωρίτερα, το 1999, επικαλούμενος ιατρικούς λόγους, ο Γκιουλέν διέφυγε στις ΗΠΑ και έκτοτε διαμένει, υπό μορφή εξορίας, στην Πενσυλβάνια.
Η Συμμαχία με Ερντογάν
Με την άνοδο του Ερντογάν και του κόμματός του ΑΚΡ στην εξουσία, η πολιτική τύχη του Γκιουλέν άλλαξε και πάλι. Σε δημοσιεύματα του 2012 υπήρχαν αναφορές που ισχυρίζονταν ότι η τουρκική αστυνομία, η οποία εκυριαρχείτο ευρέως από Γκιουλενιστές, σε δυο έρευνές της οι οποίες χαρακτηρίστηκαν αμφιλεγόμενες, προειδοποίησε τον Ερντογάν ότι η κοσμική αντιπολίτευση, μαζί με στρατιωτικά στοιχεία, συνωμοτούσαν στα κρυφά με σκοπό την ανατροπή του. Με άλλα λόγια, το κίνημα Γκιουλέν εθεωρείτο για πολλά χρόνια ένας σημαντικό σύμμαχος του Ερντογάν και του ΑΚΡ, που ενεργούσε ως ένας βασικός χρηματοδοτικός βραχίονας ο οποίος θα μπορούσε να υποστηρίξει τις προσπάθειες του Ερντογάν να αντεπιτεθεί στους κοσμικούς.
Πρώτα σημάδια ρήξης
Με το πέρασμα, ωστόσο, του χρόνου και τη συνεχιζόμενη αύξηση ισχύος του Ερντογάν και του κόμματός του εμφανίστηκαν τα πρώτα σημάδια της ρήξης στις σχέσεις του με τον Γκιουλέν. Μετά το 2010, η κριτική του Γκιουλέν για τις επιλογές του Ερντογάν γίνεται ιδιαίτερα ασφυκτική. Ο Γκιουλέν εξαπέλυσε «επιθέσεις» τόσο για τους χειρισμούς Ερντογάν στην εσωτερική διακυβέρνηση όσο και την εξωτερική πολιτική. Βασικό σημείο προστριβής ήταν η σφοδρή ρητορική του Ερντογάν εναντίον του Ισραήλ, ενώ η ισλαμική στροφή του αυταρχικού πλέον Ερντογάν προς το Ισλάμ διεύρυνε το χάσμα των δύο. Επιπλέον, το κίνημα εξέφραζε δημόσια την αντίθεσή του και για το θέμα της τροποποίησης του Συντάγματος της χώρας, κάτι που επιδιώκει μέχρι σήμερα ο Ερντογάν με στόχο την απόλυτη συγκέντρωση της εξουσίας στο πρόσωπό του.
Η κορύφωση της διαμάχης
Η διαμάχη κορυφώθηκε όταν ξέσπασε ένας ακήρυχτος πόλεμος μεταξύ της φιλο-γκιουλενικής αστυνομικής και δικαστικής εξουσίας από τη μια και του AKP με τη φιλικά προσκείμενη προς τον Ερντογάν μεγαλύτερη μυστική υπηρεσία της χώρας (ΜΙΤ). Οι φιλικά προσκείμενοι προς τον Γκιουλέν δικαστικοί προχώρησαν μάλιστα το 2013 στην άσκηση διώξεων εναντίον κορυφαίων στελεχών του ΑΚΡ, προσάπτοντας κατηγορίες περί διαφθοράς.


Το γεγονός αυτό ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Έκτοτε ο Γκιουλέν κηρύχθηκε σε εχθρό του τουρκικού κράτος, με το Υπουργικό Συμβούλιο του Ερντογάν να χαρακτηρίζει το 2015 το κίνημα ως μια τρομοκρατική οργάνωση. Τον Μάρτιο του 2016, μάλιστα, η κυβέρνηση AKP εισέβαλε διά της βίας στα γραφεία την μεγαλύτερης σε κυκλοφορία εφημερίδας της χώρας «Today’s Zaman», η οποία μέχρι τότε ήταν, μαζί με αρκετά άλλα ΜΜΕ, εκφραστικό όργανο του Γκιουλέν.
Πογκρόμ απολύσεων
Την επομένη της αποτυχημένης απόπειρας πραξικοπήματος, ο Ερντογάν προχώρησε σε ένα ανελέητο πογκρόμ απολύσεων, κυρίως στο εκπαιδευτικό σύστημα, την αστυνομία, τον στρατό και το δικαστικό σώμα. Σκοπός της κυβέρνησης ΑΚΡ, σύμφωνα με τον Γιλντιρίμ, είναι πλέον να ξεριζώσει απόλυτα από το σώμα της χώρας το κίνημα του ισλαμιστή ιεροκήρυκα, ώστε «να μην μπορέσει ποτέ να προδώσει ξανά τη χώρα».


Συνολικά απολύθηκαν 15.200 εκπαιδευτικοί, 21.000 δάσκαλοι είδαν την άδειά τους να ανακαλείται, 6.500 υπάλληλοι του Υπουργείου Παιδείας απομακρύνθηκαν από τις θέσεις τους, ενώ 1.577 κοσμήτορες αναγκάστηκαν σε παραίτηση. Όσον αφορά την αστυνομία, 8.000 μετακινήθηκαν από τις θέσεις τους, 1.000 εξ αυτών έχουν συλληφθεί, ενώ στον στρατό 75.000 στρατιώτες, μεταξύ των οποίων και ανώτατοι αξιωματικοί, βρίσκονται στα κρατητήρια. Στο δικαστικό σώμα περίπου 3.000 λειτουργοί -συμπεριλαμβανομένων και 1.481 δικαστών- έχουν απολυθεί.
Αιτία, ευκαιρία ή δικαιολογία;
Συμπερασματικά, το κατά πόσο ο Γκιουλέν και το Κίνημα, με τη βοήθεια «ξένων δυνάμεων», όπως είπε ο Ερντογάν, κρύβονται πίσω από το πραξικόπημα εξακολουθεί να παραμένει μυστήριο. Η επίθεση των στασιαστών εναντίον των γραφείων της MIT δίνει κάποιες ενδείξεις προς αυτήν την κατεύθυνση, εντούτοις, η εξαγωγή απόλυτων συμπερασμάτων δεν είναι στην παρούσα φάση επισφαλής. Σε κάθε περίπτωση, όμως, ο Ερντογάν, κυριαρχημένος και από φόβο, άδραξε την ευκαιρία προκειμένου να απομακρύνει τα σεσημασμένα από καιρό μέλη του θανάσιμου εχθρού του -Γκιουλέν- από θέσεις που θα μπορούσαν να τον βλάψουν.


Όπως ομολόγησε και ο Αυστριακός Επίτροπος Γιοχάνες Χαν, υπεύθυνος για ζητήματα Γειτονίας, η ταχύτητα των μαζικών συλλήψεων δείχνει πως«όλα ήταν έτοιμα από πριν για να χρησιμοποιηθούν την κατάλληλη στιγμή». Το σίγουρο είναι πως η Τουρκία θα διέλθει μέσα από μια βαθιά κρίση, με τα εσωτερικά της προβλήματα να γιγαντώνονται, απειλώντας αυτήν τη φορά σε μεγάλο βαθμό την εσωτερική της συνοχή.