Τάσος Μάρκου, ο πολυφίλητος γιος του θρύλου
Σάββατο 13 Αύγ 2016

Η ΖΩΗ ΤΟΥ, ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΑΡΑΛΛΗΛΗ ΜΕ ΤΑ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟΤΕΡΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΠΟΥ ΣΗΜΑΔΕΨΑΝ ΤΗΝ ΚΥΠΡΟ
Η Κύπρος τού σήμερα, η μοιρασμένη Κύπρος, με την ξεφτισμένη μνήμη και τις έκπτωτες συνειδήσεις, έχει ανάγκη να πάρει -έστω- λίγο απ' το φως του
Πρωταγωνιστής στον Απελευθερωτικό Αγώνα του '55 - '59, φύλαξε Θερμοπύλες στην τουρκανταρσία του '63 και έγραψε χρυσές σελίδες το 1974 υπερασπιζόμενος την πατρίδα. Από τότε, σαν σήμερα, 14 Αυγούστου, αγνοείται...
(...)". Ο 19χρονος τότε Τάσος, απόφοιτος του Ελληνικού Γυμνασίου Αμμοχώστου, εισέρχεται στον Απελευθερωτικό Αγώνα της ΕΟΚΑ και, όπως εύστοχα επισημαίνει ο συγγραφέας της βιογραφίας του, Πάνος Μυρτιώτης, γίνεται ένα με τον όρκο του. Έναν όρκο, τον οποίο τίμησε μέχρις εσχάτων
Αξιωθήκαμε ένα φως ελληνικό
να μπαίνει μες στις φλέβες μας
από ήλιο ώς φεγγάρι...
Ένα φως γεμάτο Ελλάδα, αντρειοσύνη και ήθος.
Αυτό. Αυτό αντιλαμβάνομαι αναζητώντας τα χνάρια ενός θρύλου, που σφραγίζει τη σύγχρονη ιστορία της Κύπρου. Ο υποστράτηγος Τάσος Μάρκου, δεν έχει ανάγκη από δημοσιογραφικούς τίτλους. Οι γενναίοι κατά τον Ελύτη -όσοι υπερασπίζονται το δίκιο και την πατρίδα- δεν χάνονται. "Προχωρούν στα σκοτεινά" κατά τον σεφερικό στίχο και περνάνε στην αθανασία.
Να, λοιπόν, γιατί ο Τάσος Μάρκου δεν έχει ανάγκη τις εκ των υστέρων τιμές και τις φτωχές επιδοκιμασίες μας. Η Κύπρος τού σήμερα, η μοιρασμένη Κύπρος, με την ξεφτισμένη μνήμη και τις έκπτωτες συνειδήσεις, έχει ανάγκη να πάρει -έστω- λίγο απ' το φως του.
Η ζωή του, μυθιστορηματική και παράλληλη με τα σημαντικότερα γεγονότα που σημάδεψαν την Κύπρο. Πρωταγωνιστής στον Απελευθερωτικό Αγώνα του '55 - '59, φύλαξε Θερμοπύλες στην τουρκανταρσία του '63 και έγραψε χρυσές σελίδες το 1974 υπερασπιζόμενος την πατρίδα. Από τότε, σαν σήμερα, 14 Αυγούστου, αγνοείται.
Ένα αστέρι ανέτειλε
Ο Τάσος Μάρκου γεννήθηκε στις 18 Σεπτεμβρίου το 1936 στο Παραλίμνι. Ήταν ο πρωτότοκος του Μελή Μάρκου και της Μαρίας Ξιούρου, που έμελλε να τιμήσει το όνομα και την καταγωγή του.
Μεγάλωσε στο Βαρώσι, όπου είχε μετακομίσει η πολυμελής οικογένειά του για μια καλύτερη ζωή. Φτωχόπαιδο. Στα θρανία το πρωί, στο μεροκάματο το απόγευμα.
Ξεχωριστός. Αξιοπρεπής, με μια παροιμιώδη ανοιχτοσύνη και αγαπητός. Ερμή του Πραξιτέλη τον χαρακτήριζαν τα κορίτσια και όχι άδικα, όπως καταμαρτυρούν οι φωτογραφίες του.
Όμως, ο Τάσος εκτός από καλός μαθητής, υπήρξε και καλός αθλητής. Πρώτος στους παγκύπριους αγώνες στον ακοντισμό και στη σφαιροβολία. Κατέκτησε το Κυριακίδειο βραβείο, μεγάλη υπόθεση για την εποχή.
"Δεν λογάριαζε χρήμα και βαθμούς ", λένε οι συμμαθητές και φίλοι του. Είχε, όμως, ξεκάθαρο στόχο. Τη Σχολή Ευελπίδων. Το πέτυχε. Το ίδιο και ο γιος του Πάρης, χρόνια μετά, ακολουθώντας κατά πόδας τα χνάρια του πατέρα του.
«Ορκίζομαι»!
Μάιος 1955. "Ορκίζομαι στο όνομα της Αγίας Τριάδας να αγωνισθώ με όλας μου τας δυνάμεις διά την απελευθέρωσιν της Κύπρου (...)". Ο 19χρονος τότε Τάσος, απόφοιτος του Ελληνικού Γυμνασίου Αμμοχώστου, εισέρχεται στον Απελευθερωτικό Αγώνα της ΕΟΚΑ και, όπως εύστοχα επισημαίνει ο συγγραφέας της βιογραφίας του, Πάνος Μυρτιώτης, γίνεται ένα με τον όρκο του. Έναν όρκο, τον οποίο τίμησε μέχρις εσχάτων.
Ο Τάσος Μάρκου προδίδεται για τραυματισμό δύο Άγγλων αξιωματικών και η Οργάνωση αναγκάζεται να τον φυγαδεύσει άρον - άρον στην Ελλάδα. Εκεί, μετά από ατέλειωτες ώρες δουλειάς και διαβάσματος, καταφέρνει τελικά να μπει στη Σχολή Ευελπίδων. Στην Αθήνα κερδίζει τη φοιτητική κοινότητα με την εμβληματική προσωπικότητα και ειλικρίνειά του. Παρακολουθεί εκ του μακρόθεν τις εξελίξεις στην Κύπρο και πρωτοστατεί στα ογκώδη συλλαλητήρια, με αφορμή την εξορία του Μακαρίου στις Σεϋχέλλες. Το φθινόπωρο του 1958, ωστόσο, συγκλονισμένος από τη θυσία του Κυριάκου Μάτση (Νοέμβριος ’58) και των "4" του Αχυρώνα (Σεπτέμβριος ’58), το "σκάει" από τη Σχολή κι επιστρέφει στην Κύπρο.
Κατ’ εντολήν του Αρχηγού Διγενή αναλαμβάνει τη Διοίκηση του Τομέα Κυθρέας με το ψευδώνυμο "Γκούρας". Από τις πρώτες κιόλας μέρες εμπνέει εμπιστοσύνη και κερδίζει τον σεβασμό των αγωνιστών. Η δράση του περιγράφεται με δέος από τους συναγωνιστές του.
«Εγώ δεν ήρθα να αγωνιστώ για να πληρωθώ»
Με την ολοκλήρωση του Αγώνα και λίγο μετά την υπογραφή των συμφωνιών Ζυρίχης - Λονδίνου, ο Τάσος αναζητεί τρόπους για να επιστρέψει στη Σχολή του. Τα οικονομικά αδιέξοδα, ωστόσο, τον βάραιναν. Του προτείνεται να ζητήσει υποτροφία από τον Αρχιεπίσκοπο, την αρνείται, ωστόσο, λέγοντας "εγώ δεν ήρθα στην Κύπρο να αγωνιστώ και να πληρωθώ. Ήρθα να τιμήσω την πατρίδα μου!".
Αγέρωχος, περήφανος...
Με δανεικά και αποφεύγοντας να ζητήσει βοήθεια από το κράτος επιστρέφει στην Αθήνα, όπου τιμής ένεκεν γίνεται δεκτός πίσω στη Σχολή Ευελπίδων. Τον Αύγουστο του ’59 δίνει τον όρκο του Έλληνα αξιωματικού.
Η απάντηση στον Διγενή
Στο μεταξύ, ο Αρχηγός της ΕΟΚΑ ζητεί από τα ηγετικά στελέχη της να στείλουν γραπτώς έκθεση για τη δράση τους. Ο Τάσος της μετριοφροσύνης και της υψηλής συναίσθησης του καθήκοντος αρνείται ευγενικά, απαντώντας στον Διγενή: "Ό,τι έκανα Αρχηγέ, ήταν μια υποχρέωσή μου προς την πατρίδα. Επομένως, δεν έχω οτιδήποτε να πω για το εαυτό μου".
Το 1961, και αφού υπηρέτησε στα ελληνοβουλγαρικά σύνορα, επιστρέφει στην Κύπρο κι εντάσσεται ως λοχαγός στον νεοσύστατο τότε κυπριακό στρατό.
Μια αγάπη γεννιέται
Τον Ιανουάριο του 1962 ο Τάσος γνωρίζει την πανέμορφη Μαίρη Ντελιφέρ, η οποία και του κλέβει την καρδιά. Η ευγένειά της, η αρχοντιά της και η λεπτότητα του χαρακτήρα της, τον κερδίζουν αμέσως. Ένα χρόνο αργότερα την οδηγεί στα σκαλιά της εκκλησίας και ο γάμος τους αποτελεί ένα από τα πιο μεγάλα κοσμικά γεγονότα της Λευκωσίας. Κουμπάρος ο Πολύκαρπος Γιωρκάτζης.
Η Μαίρη Ντελιφέρ Μάρκου αποδεικνύεται αντάξιος συνοδοιπόρος στην πολυκύμαντη ζωή του Τάσου. Στην ταραχώδη περίοδο του ‘63 τού χαρίζει το πρώτο τους παιδί, την Άντρη, ενώ μερικά χρόνια αργότερα έρχεται στον κόσμο ο Πάρης.
1963 - Ένας ηγέτης γεννιέται
Προτού ακόμη στεγνώσει το μελάνι της υπογραφής των Συμφωνιών Ζυρίχης - Λονδίνου, μερίδα φανατικών Τουρκοκυπρίων υλοποιούσε μυστικά εξοπλιστικά σχέδια, περιμένοντας την κατάλληλη ευκαιρία για να προχωρήσει στον διαμελισμό ("ταξίμ"). Οι σχέσεις Ελληνοκυπρίων - Τουρκοκυπρίων άρχισαν να οξύνονται, με αποκορύφωμα τη σύλληψη του τουρκικού πλοίου "Ντενίζ", το οποίο έφερε όπλα και πυρομαχικά.
Κατά την τουρκανταρσία τον Δεκέμβριο του 1963, ο Τάσος Μάρκου μετατρέπεται σε ηγετική μορφή για την άμυνα της Λευκωσίας. Αναλαμβάνει επικεφαλής του Τάγματος της πρωτεύουσας και καλείται να μετουσιώσει σε πράξη το αμυντικό σχέδιο "Ακρίτας". Μέσα από δραματικές στιγμές αναδεικνύεται χαρισματικός ηγέτης και τολμηρός πολεμιστής.
Ο Τάσος της δημοκρατίας
Η βίαιη ανάληψη της εξουσίας στην Ελλάδα από τους συνταγματάρχες βρίσκει τον Τάσο Μάρκου αντίθετο. Ο Τάσος, ένας άνθρωπος γεμάτος Ελλάδα, θεωρεί αδιανόητο να συνεργαστεί και να υπηρετήσει τους εγκάθετους της δικτατορίας.
Η στάση του ενοχλεί το ΓΕΕΦ, το οποίο είχε μετατραπεί σε προπύργιο των χουντικών. Ωστόσο, αν και η σκιά της χούντας τον ακολουθεί παντού, δεν δειλιάζει να εκφράσει την απέχθειά του. Οι χουντικοί αξιωματικοί επιχειρούν να τον αποδομήσουν και να τον εκδιώξουν από την Εθνική Φρουρά. Ο Τάσος, όμως, της δικαιοσύνης και της δημοκρατίας αντιστέκεται και συγκρούεται μετωπικά με τη δικτατορία.
Το 1972 αποτρέπει μαζί με άλλους Κύπριους αξιωματικούς πρόωρο πραξικόπημα κατά του Μακαρίου, με τη διαρροή ενός συνωμοτικού εγγράφου.
Αρχές του 1973, η κατάσταση με την ΕΟΚΑ Β’ βγαίνει εκτός ελέγχου και ο Μακάριος αποφασίζει τη σύσταση ειδικής αστυνομικής ομάδας (Εφεδρικό), με όρο εντολής να εξαρθρώσει την παρανομία. Επιλέγει τον Τάσο Μάρκου για επικεφαλής, ο οποίος, όμως, αρνείται την πρόταση, πιστεύοντας ότι η παρουσία του στην Εθνική Φρουρά ήταν πιο αναγκαία υπό τις περιστάσεις.
Η θυσία - Εισβολή του 1974
Από την 20ή Ιουλίου μέχρι την 14ην Αυγούστου, μέρα της άγνωστης πορείας του, ο Τάσος Μάρκου γράφει ιστορία. Μόνος, αβοήθητος, προδομένος, όπως και όλη η Κύπρος.
Τις κρίσιμες ώρες που η πατρίδα ψυχορραγούσε από την προδοσία και τον τουρκικό επεκτατισμό, ο Τάσος Μάρκου αγνόησε παντελώς τα σκοτεινά σχέδια και την "πολιορκία" από τους χουντικούς αξιωματικούς και από το βράδυ της 19ης Ιουλίου οργανώνει την ομάδα του και φεύγει για τη Μια Μηλιά.
Η Κύπρος είναι ήδη βυθισμένη στο χάος και απόλυτα εκτεθειμένη στον κίνδυνο εισβολής.
Χαράματα της 20ής Ιουλίου... Οι Τούρκοι κάνουν απόβαση από το Πέντε Μίλι και κατά τις 6 το πρωί τουρκικά μαχητικά πετούν πάνω από την Κυθρέα με κατεύθυνση τη Μια Μηλιά. Δεν πέρασε πολλή ώρα και Τούρκοι αλεξιπτωτιστές κατακλύζουν την πεδιάδα.
Ο Τάσος Μάρκου με τη μικρή του ομάδα και τους λιγοστούς εφέδρους από την Κυθρέα, άρχισε να στήνει μια υποτυπώδη αμυντική γραμμή αναμένοντας ενισχύσεις.
Παρά την έντονη άποψή του να χτυπηθεί το τουρκικό χωριό Χαμίτ Μάντρες, το οποίο αποτελούσε προγεφύρωμα καθώς συνδεόταν με την τουρκική συνοικία της Λευκωσίας, ο διοικητής του Συγκροτήματος Κυθρέας, αντισυνταγματάρχης Γεώργιος Βότας, επέμεινε στην εκκαθάριση του θύλακα Μπέκιογιου - Τζάους. Έδωσε, μάλιστα, εντολή για επίθεση στις 4 το απόγευμα και όχι το βράδυ, αφήνοντας άοπλους και σε μια επίπεδη περιοχή τους Ελληνοκύπριους στρατιώτες, οι οποίοι βρέθηκαν στη δίνη 6.000 καλά οπλισμένων Τούρκων. Η μάχη σκληρή. Μεγάλες οι απώλειες για τους Ελληνοκυπρίους. Αρκετοί οι νεκροί και οι τραυματίες. Παρ’ όλα αυτά, ο Τάσος Μάρκου και οι άνδρες του καταφέρνουν να απωθήσουν τις τουρκικές δυνάμεις.
Η αξιοπρέπεια λαβώνεται στο Δίκωμο
Στις 21 Ιουλίου το απόγευμα, τουρκικές δυνάμεις ενισχυμένες με άρματα κατέρχονται από την Κερύνεια και απειλούν να καταλάβουν το Δίκωμο.
Ο Τάσος Μάρκου παίρνει τους άνδρες του και το πρωί της 22ας Ιουλίου φτάνει στο Δίκωμο. Το χωριό ζει τραγικές στιγμές. Κόλαση πραγματική. Οι δρόμοι αιματοβαμμένοι από άψυχα σώματα και τραυματίες, που σέρνονταν κυριολεκτικά για να βρουν πρώτες βοήθειες. Άμαχοι με παιδιά παραμάσχαλα, τρέχουν να βρουν καταφύγιο. Παντού τρόμος και θάνατος.
Ο Τάσος διασφαλίζει τους άνδρες του για να μην αποτελούν στόχο και σπεύδει στο Διοικητήριο για να δηλώσει παρουσία. Η διαπίστωση αποκαρδιωτική. Οι υπεύθυνοι αξιωματικοί το εγκατέλειψαν.
Φανερά οργισμένος τηλεφωνεί στο ΓΕΕΦ, απ’ όπου και ζητεί ενισχύσεις σε άνδρες και οπλισμό για να κρατήσει το Δίκωμο. Μάταια, όμως. Η βοήθεια δεν έφτασε ποτέ...
Με τους στρατιώτες του προχωρεί για καταδρομική επιχείρηση, μόλις όμως ετοιμαζόταν για την επίθεση και ενημέρωσε διά ασυρμάτου, λαμβάνει διαταγή να γυρίσει πίσω.
Επιστρέφοντας, ζητεί εξηγήσεις από τον αξιωματικό για τη διαταγή και εισπράττει την ακόλουθη απάντηση:
"Μην ανησυχείτε, κύριε... Θα αφήσουμε μονάχα μερικά ψίχουλα στους Τούρκους. Τα υπόλοιπα μέρη θα είναι δικά μας...".
Τώρα πια ήταν ξεκάθαρα βέβαιο, τα πάντα ήταν προδομένα.
Η παραίτηση, το αντιπραξικόπημα, ο Τάσσος και ο Κληρίδης
Σε μια προσπάθειά του να περισώσει ό,τι περισώζεται, απειλεί με παραίτηση τον Γλαύκο Κληρίδη, εκφράζοντας έντονα την αντίθεσή του στον τρόπο με τον οποίο επιτελικοί του ΓΕΕΦ χειρίζονταν την άμυνα της Κύπρου.
Γνωρίζοντας την ποιότητα του χαρακτήρα και τις ικανότητές του, ο Κληρίδης, ο οποίος έχει αναλάβει νομότυπα ως προεδρεύων της Δημοκρατίας, τον αποτρέπει και ζητεί από το ΓΕΕΦ να τον ενισχύσει. Ωστόσο και παρά το γεγονός ότι είχε ανατεθεί στον Τάσο Μάρκου η άμυνα της Μιας Μηλιάς, το ΓΕΕΦ τού στέλνει μόνο δύο τεθωρακισμένα.
Αποφασισμένος να μην επιτρέψει να πέσει η πατρίδα αμαχητί, ο Τάσος Μάρκου επιχειρούσε το πρωί να βελτιώσει με οχυρωματικά έργα την άμυνα της Μιας Μηλιάς και το βράδυ κατέστρωνε σχέδια επί χάρτου για να "ξηλώσει" τους χουντικούς από το ΓΕΕΦ.
Στις 30 Ιουλίου επισκέπτεται τον φίλο του Τάσσο Παπαδόπουλο, ο οποίος τότε ήταν αναπληρωτής Πρόεδρος της Βουλής. Γνωρίζοντας ότι ο Τάσσος Παπαδόπουλος είχε επικοινωνία με τον Μακάριο, του παρουσιάζει ένα καλά προετοιμασμένο σχέδιο αντιπραξικοπήματος και του ζητεί να αναλάβει την πολιτική ευθύνη.
Ο Τάσος Μάρκου πίστευε ακράδαντα πως αν αφοπλίζονταν οι πραξικοπηματίες, θα υπήρχε οργανωμένη πια αντίσταση στο μέτωπο και οι τουρκικές δυνάμεις θα σταματούσαν την προέλασή τους. Ο Παπαδόπουλος εντυπωσιάστηκε από το σχέδιο δράσης, ωστόσο, ήταν απρόθυμος να αναλάβει την ευθύνη χωρίς την έγκριση του Μακαρίου, φοβούμενος περαιτέρω διασάλευση της συνταγματικής τάξης.
Ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος, ανησυχώντας για τον κίνδυνο εμφυλίου, δεν συγκατατέθηκε.
Η κορύφωση του δράματος και η θυσία
13 Αυγούστου. Όλα καταμαρτυρούσαν πως ήταν θέμα ωρών η νέα τουρκική προέλαση. Συνειδητοποιημένος ότι οι Τούρκοι θα επιχειρήσουν να καταλάβουν την Αμμόχωστο, ο Τάσος Μάρκου συνεχίζει με τους στρατιώτες του να φτιάχνει οχυρωματικά έργα.
Πικραμένος, απογοητευμένος, μα και αποφασισμένος. Ο ταγματάρχης γνώριζε πως αν έσπαζε η γραμμή της Μιας Μηλιάς, θα χανόταν η μισή Κύπρος...
«Mας έδωσαν εντολή να φύγουμε»
Συγκλονιστική είναι η μαρτυρία του συναδέλφου και φίλου του ταγματάρχη, Παναγιώτη Αδάμου, στο SigmaLive.
"Το βράδυ της 13ης Αυγούστου καθόμασταν με τον Τάσο Μάρκου στο σημείο όπου διατηρούσε το επιτελείο του, κοντά στον φράκτη. Ήταν ζέστη πολλή. Κουβεντιάζαμε και παρών ήταν και ο ασυρματιστής του. Κάποια στιγμή, ήρθε ο διοικητής του Συγκροτήματος Κυθρέας, αντισυνταγματάρχης Γεώργιος Βότας, ο οποίος του έδωσε εντολή να φύγει.
Η απάντηση του Τάσου ήταν άμεση. "Διοικητής εδώ είμαι εγώ και οι Τούρκοι θα περάσουν μόνον πάνω από το πτώμα μου!". Βλέποντας ότι ο Τάσος ήταν αμετάθετος, ο Βότας αποχώρησε.
Στις 4.15 τα ξημερώματα της 14ης Αυγούστου ακούστηκε θόρυβος από αεροπλάνα που πετούσαν χαμηλά. Ολόκληρη η αμυντική γραμμή τέθηκε σε συναγερμό. Μία βολή από ένα τουρκικό μαχητικό έδωσε το σήμα. Ανελέητος ο καταιγισμός πυρών από τα τουρκικά φυλάκια. Ο εφιάλτης ξαναχτύπησε. Οι έφεδροι και οι εθνοφρουροί, οι οποίοι είχαν πάρει τις θέσεις τους, αδυνατούσαν να απαντήσουν, καθώς έφεραν μόνον ελαφρύ οπλισμό.
Εν μέσω πυρών ο Τάσος Μάρκου σύρθηκε στο επιτελείο και τηλεφωνεί στο ΓΕΕΦ. Ενημερώνει για την κατάσταση και ζητεί οπλισμό και ενισχύσεις για να ανακόψει την επέλαση, για να λάβει αντ’ αυτών νέα εντολή για οπισθοχώρηση...
Δύο έφεδροι που βρίσκονταν εκεί μαρτυρούν στο βιβλίο του Πάνου Μυρτιώτη: "Ακούσαμε τον ταγματάρχη να φωνάζει και να χρησιμοποιεί μια ιδιαίτερα σκληρή γλώσσα. Θυμούμαστε έντονα τα τελευταία του λόγια: «Μόνο πάνω από τα πτώματά μας θα περάσει ο εχθρός. Ο Τάσος Μάρκου δεν πρόκειται να οπισθοχωρήσει. Εδώ θα μείνει»".
Το φυλάκιο έπεσε
Τα αεροπλάνα σφυροκοπούσαν, στο μεταξύ, την περιοχή, ενώ τουρκικά άρματα έβγαιναν στον δρόμο προς το Βαρώσι...
Ο φίλος και συνάδελφος του Τάσου, τότε λοχαγός Ανδρέας Στυλιανίδης, περιγράφει στο SigmaLive με τα πιο μελανά χρώματα εκείνη την ημέρα. "Η λέξη κόλαση είναι μικρή για να περιγράψει κανείς την κατάσταση που επικρατούσε. Έβλεπες μόλις πέντε με 10 μέτρα μπροστά σου από τη σκόνη, τις εκρήξεις και την αεροπορία. Εκεί ήταν η κύρια προσπάθεια των Τούρκων. Και στην κύρια προσπάθεια, ο αντίπαλος ό,τι έχει και δεν έχει σου τα στέλνει. Εμείς, ούτε καν ένα αντιαρματικό δεν είχαμε. Είχαμε ένα ΠΑΟ 106. Τίποτε άλλο. Ούτε ο Τάσος είχε στα χέρια του όπλα αντιαρματικά, που συνήθως έχουν οι διοικητές για να μας βοηθήσει. Δεν του έδωσαν τίποτα. Ήταν μόνο με το σώμα μας και μερικά λιανοντούφεκα που είχαμε".
Ο Τάσος Μάρκου με τα λιγοστά μέσα που είχε στη διάθεσή του πάλευε κυριολεκτικά να κρατήσει την περιοχή. Ο μόνος τρόπος να ανακόψει τις τουρκικές ορδές ήταν από το ύψωμα του φυλακίου 12. Εις μάτην, όμως. Γύρω στις 10 το πρωί το φυλάκιο είχε ήδη καταληφθεί από τους Τούρκους.
Δραματικές οι στιγμές. Η αντίστροφη μέτρηση είχε αρχίσει... Η τουρκική πολεμική μηχανή διασπά το μέτωπο, το οποίο αρκετοί θεάθηκαν να εγκαταλείπουν πτοημένοι από την τουρκική υπεροχή.
Μία ώρα αργότερα, εκατοντάδες Τούρκοι στρατιώτες είχαν ζώσει την περιοχή.
Ο Τάσος Μάρκου διώχνει όσους άνδρες του είχαν παραμείνει και ο ίδιος αναμετριέται με την ιστορία. Σύμφωνα με τις μαρτυρίες των συναγωνιστών του, ο Τάσος έμεινε. Έγινε ένα με τον όρκο του. Ή ταν ή επί τας... Από εκείνη την ημέρα, την 14ην Αυγούστου 1974, παραμονή της Παναγιάς, η τύχη του αγνοείται...
Πηγές:
Βιβλίο Πάνου Μυρτιώτη "Υποστράτηγος Τάσος Μάρκου - πρότυπο ελληνικής αρετής".
Προσωπικές συνεντεύξεις από την οικογένεια του ήρωα. Τον γιο του Πάρη Μάρκου, την αδερφή του Ελενίτσα Μοσφίλη Μάρκου και τον αδερφό του Σωκράτη Μάρκου.
Προσωπικές συνεντεύξεις και μαρτυρίες των Στρατηγών, Ανδρέα Στυλιανίδη και Παναγιώτη Αδάμου.
Κείμενα από την εκδήλωση - αφιέρωμα στον Τάσο Μάρκου, που διοργάνωσε ο Πολιτιστικός Σύλλογος "ΡΩΜΗΟΣΥΝΗ" το 2015.
Σημείωση: Οι συνεντεύξεις είναι βιντεοσκοπημένες και αναρτημένες στο www.Sigmalive.com