Ο ρεαλισμός του Ακιντζί…

Ο Ταγίπ Ερντογάν είναι ένας αδίστακτος δικτάτορας, που συνεχίζει την αυτοκρατορική και νεο-οθωμανική του πολιτική. Εάν διαβάσει κάποιος τον τουρκικό Τύπο και αρθρογράφους που υπάγονται στον νεο-Σουλτάνο, θα διαπιστώσει ότι η Άγκυρα υιοθετεί την πολιτική του εκκρεμούς, δηλαδή μια προς τη Δύση και μια προς την Ανατολή, μέχρι που να γίνει ακόμη πιο ισχυρή ως ισλαμικό κράτος και να έχει αυτή, όπως τονίζεται, τον ρυθμιστικό ρόλο στην Ευρασία.
Εάν θα σπάσει ή όχι τα μούτρα του ο Ερντογάν με την πολιτική του, είναι ένα ερώτημα που θα το απαντήσουν οι εξελίξεις και ο χρόνος. Ακόμη, όμως, και αν τα σπάσει, εφόσον Αθήνα και Λευκωσία δεν έχουν κοινή στρατηγική για την αποτροπή της τουρκικής απειλής και την εκμετάλλευση των συγκυριών που θα παρουσιαστούν, θα ακούμε τα γνωστά και άσοφα: Ότι δηλαδή οι εξελίξεις στην Τουρκία δεν επηρεάζουν τις συνομιλίες στο Κυπριακό!


Αυτά λέει η Κυβέρνηση, την ίδια στιγμή που δηλώνει ότι το κλειδί της λύσης βρίσκεται στην Άγκυρα. Η οποία δεν είναι μια αόριστη έννοια. Είναι η έδρα του νεο-οθωμανισμού και του επεκτατισμού. Είναι αυτή που επιβάλλει την πολιτική στους Τουρκοκυπρίους, θέλουν δεν θέλουν, και θα συνεχίσει να την επιβάλλει και μετά τη «λύση».


Ο Ερντογάν και οι συνεργάτες του το λένε ξεκάθαρα. Το είπε πολλές φορές και ο Ακιντζί. Θέλει «λύση» στη βάση του πρωτογενούς δικαίου, δηλαδή παρθενογένεση, ενώ θεωρεί ως κόκκινη γραμμή μια φόρμουλα εγγυήσεων.


Μάλιστα, απαντώντας στον «πρωθυπουργό» των κατεχομένων Χουσεΐν Οζγκιουργκιούν, ο οποίος του άσκησε κριτική στο Κυπριακό, τον προκάλεσε να διαβάσει τα πρακτικά των συνομιλιών, αφήνοντας να νοηθεί ότι κερδίζει και ότι εξυπηρετεί τα συμφέροντα της Τουρκίας, παρότι, όπως πρόσθεσε: «Για να βρεθεί λύση, θα πρέπει να γίνουν οι Ελληνοκύπριοι πιο ρεαλιστές»...
Βεβαίως, το πρόβλημα δεν είναι μόνο οι εγγυήσεις, αλλά η ίδια η ομοσπονδία, που συνιστά διχοτομικό στόχο από το 1956 και νομιμοποιεί τα τετελεσμένα της εισβολής, αναγνωρίζοντας το ψευδοκράτος ως ισότιμο συνιστών κράτος. Και ταυτοχρόνως με τον τρόπο αυτό η Άγκυρα κάνει ακόμη ένα σημαντικό βήμα στην υλοποίηση της νεο-οθωμανικής - αναθεωρητικής της πολιτικής.


Συνεπώς, εφόσον ο Ακιντζί, μετά τον μήνα του μέλιτος, εμφανίζεται με τις πάγιες τουρκικές θέσεις και ο Ερντογάν είναι πανίσχυρος, οι συνομιλίες είτε θα οδηγηθούν σε αδιέξοδο είτε θα λαθροβιούν είτε θα καταλήξουν σε μια «λύση» που θα είναι κομμένη και ραμμένη στα μέτρα της Τουρκίας.
Υπό αυτές τις συνθήκες, δεν θα έχουμε ούτε επανενσωμάτωση των κατεχομένων στην Κυπριακή Δημοκρατία, η οποία με την ομοσπονδία θα τριχοτομηθεί σε δυο συνιστώντα κράτη και μια κεντρική Κυβέρνηση, που μόνο ο Αλλάχ ξέρει εάν και πώς θα λειτουργήσει. Όταν, μάλιστα, ξεκινάς τους γενικούς άξονες ενός συνταγματικού πλαισίου με τον λεγόμενο «Μηχανισμό Διαχείρισης Κρίσεων», η βιωσιμότητα της «λύσης» τίθεται εκ των πραγμάτων υπό αμφισβήτηση.


Εάν, ταυτοχρόνως, έχεις να κάνεις με την Τουρκία, είναι αυτονόητο ότι για να λειτουργήσει η «λύση» θα πρέπει να σηκώσουμε άσπρη σημαία και να προσαρμοστούμε με τα κατά καιρούς συμφέροντά της. Αλλιώς, μαύρο φίδι που μας έφαγε.


Εκ των πραγμάτων, λοιπόν, η βιωσιμότητα της ομοσπονδιακής λύσης περνά μέσα από τον αφελληνισμό μας και την υποταγή μας στην Τουρκία, της οποίας δεν θα είναι, όπως τώρα, μόνο τα κατεχόμενα επαρχία, αλλά και ο Νότος.


Και ως εκ τούτου, όταν μιλά ο Ακιντζί ότι χρειάζεται περισσότερος ρεαλισμός από τους Ελληνοκυπρίους για να επιλυθεί το Κυπριακό, τι εννοεί; Την διά της ομοσπονδίας ένωση της Κύπρου με την Τουρκία;