Βιασμένες παιδικές ψυχές

Όταν ξεκινούσαμε πριν από χρόνια την εκστρατεία κατά της σεξουαλικής κακοποίησης και σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών, αντιμετωπίσαμε αρκετά προβλήματα, κυρίως ως προς τη νοοτροπία και τους «κανόνες σιωπής» που επικρατούσαν τότε στην κυπριακή κοινωνία. Σε μια συντηρητική και κλειστή κοινωνία, όπως την κυπριακή, τέτοιου είδους ζητήματα αποτελούσαν και σε αρκετό βαθμό συνεχίζουν να αποτελούν ταμπού.


Έκτοτε, το νομοθετικό πλαίσιο που αφορά στο θέμα έχει αλλάξει, με την ψήφιση του Νόμου περί της Πρόληψης και της Καταπολέμησης της σεξουαλικής κακοποίησης, της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών και της παιδικής πορνογραφίας του 2014, ο οποίος οριοθετεί το ειδεχθές αυτό έγκλημα και προβλέπει αυστηρότατες ποινές σε τέτοιες περιπτώσεις.
Από την έναρξη της εκστρατείας και την εντατικοποίησή της στο πλαίσιο της εκστρατείας «Ένα στα Πέντε» του Συμβουλίου της Ευρώπης, η κοινωνία κατάφερε, εν πολλοίς, να σπάσει τη σιωπή σε σχέση με το φαινόμενο της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών, ενώ η Πολιτεία, έχοντας υιοθετήσει ταυτόχρονα τη Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης κατά της σεξουαλικής κακοποίησης, γνωστής και ως Σύμβασης Λανζαρότε, προχώρησε στα αναγκαία βήματα για τη συνομολόγηση Εθνικής Στρατηγικής.
Το ειδεχθές αυτό γεγονός της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών αποτελεί, μεταξύ άλλων, πρόβλημα της ίδιας της κοινωνίας, η οποία δεν καταφέρνει να το αντιμετωπίσει ως πρέπει. Πέραν των (σωστών) προσπαθειών που γίνονται, απαιτείται η άμεση και απτή εντατικοποίηση των προσπαθειών για την πάταξη του φαινομένου και ειδικά για την πρόληψη της σεξουαλικής κακοποίησης.


Ειδικό ρόλο διαδραματίζει η εκπαίδευση των ίδιων των παιδιών για τη σεξουαλική κακοποίηση από πολύ μικρή ηλικία, ούτως ώστε τα εν δυνάμει θύματα να μπορούν να αντιληφθούν από μόνα τους «τα καλά και τα κακά αγγίγματα» και τις παραμέτρους που αφορούν στη σεξουαλική κακοποίηση. Σημαντικότατος είναι και ο ρόλος της εκπαιδευτικής κοινότητας, η οποία θα πρέπει να εξειδικευτεί στην ενημέρωση για τη σεξουαλική κακοποίηση, αλλά και στην αναγνώριση θυμάτων, ενώ η επιβολή αποτρεπτικών ποινών από τα Δικαστήρια πρέπει να θεωρείται εκ των ων ουκ άνευ.
Στόχος της κοινωνίας και της Πολιτείας μας πρέπει να είναι η πάταξη του φαινομένου, το οποίο δυστυχώς λαμβάνει ιδιαίτερα ανησυχητικές διαστάσεις. Οι ψυχές και τα σώματα των παιδιών μας βιάζονται τη στιγμή που εμείς επιδεικνύουμε αβίαστη συμπεριφορά ως προς τη δέουσα αντιμετώπιση του εγκλήματος. Τα παιδιά που κακοποιούνται βιώνουν για πάντα το μαρτύριο εκείνης της πράξης και οι καταγγελίες που έρχονται στο φως της δημοσιότητας είναι άκρως ανησυχητικές.


Οι διαστάσεις του προβλήματος στην Κύπρο φαίνονται από τον αριθμό των καταγγελιών που φτάνουν στις αρμόδιες Αρχές, ενώ στατιστικές έρευνες δείχνουν ότι περίπου 1 στα 4 παιδιά στην Κύπρο είναι θύματα κάποιας μορφής σεξουαλικής κακοποίησης. Ο κώδωνας του κινδύνου έχει ήδη χτυπήσει - ας εντατικοποιήσουμε, τότε, έτι περισσότερο τις προσπάθειές μας για την πλήρη αντιμετώπιση του αποτρόπαιου αυτού εγκλήματος.
ΑΝΤΩΝΗΣ ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ
Λέκτορας Νομικής στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας, LL.B Law (Bristol), Ph.D in Law - International Law and Human Rights (Kent), Διευθυντής Μονάδας Νομικής Κλινικής Πανεπιστημίου Λευκωσίας